O ΔΙΕΘΝΗΣ ΤΙΤΛΟΣ αυτής της εντυπωσιακής και φιλόδοξης τουρκικής παραγωγής, που έκανε πρεμιέρα στο Netflix πριν από λίγες μέρες, περιορίζεται στον ελληνικό όρο «Ethos», που στα αγγλικά μπορεί να σημαίνει νοοτροπία, σύστημα αξιών, κουλτούρα, χαρακτήρας, δόγμα. Ή απλά, ήθη – της σύγχρονης Τουρκίας εν προκειμένω.

Ωστόσο, ο πρωτότυπος τίτλος της σειράς «Bir Baskadir», που σημαίνει «είναι κάτι άλλο», είναι ίσως πιο ενδεικτικός των προθέσεων του δημιουργού της σειράς να παρουσιάσει με όρους μυθοπλασίας ένα υποβλητικό καλειδοσκόπιο της βαθιά διχασμένης σημερινής Κωνσταντινούπολης, πέρα από εύκολα και ισοπεδωτικά στερεότυπα. Καθένας και καθεμιά από τους χαρακτήρες είναι «και κάτι άλλο», κάτι πιο σύνθετο από το αντιπροσωπευτικό δείγμα που εκπροσωπεί.

Ο παραδοσιακός διαχωρισμός –κοινωνικός, ταξικός, πολιτισμικός– ανάμεσα στους ευλαβείς, τους θρησκευόμενους (μουσουλμάνους), τους συντηρητικούς, τους λαϊκούς και όλους τους φορείς που έχουν ενδυναμωθεί από το καθεστώς Ερντογάν από τη μία και τους κεμαλιστές, τους φιλελεύθερους, τους αστούς, τους προοδευτικούς από την άλλη, μπορεί να βρίσκεται στη διχαστική ακμή του στις μέρες μας, αυτές οι συνθήκες ακραίας πόλωσης όμως δεν εξηγούν όμως από μόνες του τα πάντα για την σύγχρονη Τουρκία, όπως ίσως νομίζουμε εμείς οι απ' έξω.

Είναι μια πραγματικότητα που σε μεγάλο βαθμό σκιάζει τις καθημερινές σχέσεις των ανθρώπων, ειδικά σε μια χαοτική μεγαλούπολη ακραίων αντιθέσεων όπως η Κωνσταντινούπολη των 15 εκατομμυρίων κατοίκων, είναι όμως συγχρόνως και ένα ισοπεδωτικό πασπαρτού / κλισέ που ακυρώνει ένα σωρό ενδιάμεσες και σημαντικές αποχρώσεις.

Δεν είναι η πρώτη τουρκική παραγωγή που έγινε για λογαριασμό της πλατφόρμας του Netflix, οι προηγούμενες όμως ήταν δομημένες με πολύ πιο συμβατικά καλούπια – Οθωμανοί υπερήρωες, εφηβικά δράματα, ρομαντικές κωμωδίες, κοσμοπολίτικες σαπουνόπερες.

Εδώ όμως πρόκειται για περίπτωση δραματικής, κοινωνικοπολιτικής σειράς υψηλού πρεστίζ, ειδικού βάρους και διεθνούς κλάσης. Δημιουργός της ο 43χρονος Berkun Oya, καταξιωμένος σεναριογράφος και σκηνοθέτης με σημαντική προϊστορία στο θέατρο, που στα οχτώ επεισόδια του «Ethos» ξεδιπλώνει τις σημαντικές δυνατότητές του ως συγγραφέας, κινηματογραφιστής και καθοδηγητής ικανών ηθοποιών.

Την παράσταση κλέβει μάλλον άνετα, πάντως, η κεντρική φιγούρα του δράματος, η νεαρή Μέριεμ, με τον υπογείως εκφραστικό τρόπο που την υποδύεται η ηθοποιός Oyku Karayel, μεταξύ παραλυτικής αιδημοσύνης και λαμπερής οξυδέρκειας.

Η Μέριεμ είναι καθαρίστρια, προέρχεται από τα μακρινά προάστια, φορά μαντίλα και, αραιά και πού, λιποθυμά χωρίς προφανή λόγο. Οι ιατρικές εξετάσεις δεν δείχνουν κάποιο οργανικό πρόβλημα, συνεπώς θεωρείται ότι οι λιποθυμίες της είναι αποτέλεσμα ψυχογενών παραγόντων. Υποχρεώνεται λοιπόν να ξεκινήσει συνεδρίες με μια ψυχίατρο της οποίας, όπως παραδέχεται στη δική της ψυχαναλύτρια, της είναι αδύνατον να απαλλαγεί από τις προκαταλήψεις της όταν έχει να κάνει με γυναίκα που φορά μαντίλα, όσο αντιεπαγγελματικό κι αν είναι αυτό.

Σε μια σκηνή μάλιστα που τη βλέπουμε στο πολυτελές σπίτι των μεγαλοαστών γονιών της, η μητέρα της ακούγεται να παρατηρεί μετά βδελυγμίας ότι πλέον είναι υποχρεωτικό να υπάρχει μια γυναίκα με μαντίλα σε κάθε σειρά της τουρκικής τηλεόρασης.

Αυτοί είναι μερικοί μόνο από τους χαρακτήρες που απαρτίζουν τον θίασο του «Ethos» και βρίσκονται στην εξέλιξη της σειράς να συνδέονται μεταξύ τους με διάφορους τρόπους: ο πρώην καταδρομέας και νυν πορτιέρης αδελφός της Μέριεμ και η βαριά καταθλιπτική γυναίκα του, ο τοπικός Χότζας και η καταπιεσμένη κόρη του, ένας εναλλακτικός σαραντάρης playboy, με λεφτά, loft και συναισθηματικά προβλήματα, μια διάσημη σταρ σαπουνόπερας, ένας ιμάμης που έχει κόλλημα με τη φιλοσοφία του Γιουνγκ, μια εύπορη κουρδική οικογένεια που τα μέλη της τρώγονται διαρκώς με τις σάρκες τους...

Τα λόγια, οι διάλογοι, οι εξομολογήσεις αποτελούν σημαντικό στοιχείο μιας σειράς που φαίνεται να πρεσβεύει ότι όσο δεν μιλάμε γι' αυτό που μας τρώει, τόσο πιο πολύ βαλτώνουμε στις προκαταλήψεις και τις ψευδαισθήσεις μας, ατομικές και συλλογικές.

Κάποιες όμως από τις πιο ισχυρά υποβλητικές σκηνές της σειράς δεν έχουν να κάνουν με την αλληλεπίδραση των χαρακτήρων, αλλά με πανοραμικά πλάνα της Κωνσταντινούπολης σε έναν μόνιμο οργασμό ανάπλασης ή καθώς τη λούζει το λυκόφως, και με κάδρα ιδιαίτερης αισθητικής έμπνευσης που απεικονίζουν ένα μοναχικό παράθυρο με την κουρτίνα να κυματίζει στον αέρα ή ένα υπαίθριο τοπίο στην ομίχλη.