Η Αριάν Λαμπέντ αφηγείται τη ζωή της στη LIFO Facebook Twitter
Υπάρχει μια ταινία που λατρεύω, οι Βοσκοί της Συμφοράς του Νίκου Παπατάκη. Είναι του 1967 και μου έκανε εντύπωση γιατί δεν μου θύμισε τίποτα απ' όσα είχα δει ως τότε. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι υπάρχουν τέτοιες ελληνικές ταινίες. Φωτο: Πάνος Μιχαήλ/LIFO

Η Αριάν Λαμπέντ αφηγείται τη ζωή της στη LIFO

0

Οι γονείς μου είναι Γάλλοι και οι δυο, αλλά ταξίδευαν συνέχεια κι έμεναν σε διαφορετικές χώρες. Ο πατέρας μου είναι μαθηματικός κι η μητέρα μου καθηγήτρια Γερμανικών. Επειδή ήταν φιλέλληνες, μετακόμισαν στην Ελλάδα, έπιασαν δουλειά στο Ελληνογαλλικό Κολέγιο κι έτσι γεννήθηκα και εγώ εδώ. Ήταν τα πιο ωραία χρόνια της ζωής μου. Έχω πολύ όμορφες αναμνήσεις από τότε και γι' αυτό είμαι πολύ δεμένη με την Ελλάδα κι αποφάσισα να επιστρέψω αργότερα.

• Από την Αθήνα θυμάμαι έναν άσπρο παπαγάλο στον Εθνικό Κήπο που φώναζε συνέχεια «μαλάκα». Επίσης, θυμάμαι και μια ηλικιωμένη κυρία που έλεγε συνέχεια «φτου, φτου, φτου» και νόμιζα ότι έφτυνε πάνω μου.

Στην Αθήνα η ζωή είναι σκληρή αλλά και ξέγνοιαστη. Μου αρέσει που η αρχιτεκτονική είναι χαοτική, εκτός λογικής, και δεν θυμίζει καθόλου Ευρώπη. Δεν μου αρέσουν, για παράδειγμα, τα εκσυγχρονιστικά έργα που έγιναν για τους Ολυμπιακούς, προτιμούσα την προηγούμενη κατάσταση. Γι' αυτό μου αρέσει το Παγκράτι, με όλα αυτά τα μαγαζάκια που έχουν ξεμείνει από προηγούμενες δεκαετίες, και η οδός Βύσσης με τα πόμολα. Πάντως, στην Ελλάδα νιώθω πιο ήρεμη απ' ό,τι στη Σανζ Ελιζέ. Αυτό το χάος μού αρέσει.

• Στα έξι μου μετακομίσαμε στη Γερμανία, στο Φράιμπουργκ, μια μικρή γερμανική πόλη, και στα δώδεκά μου επιστρέψαμε στον τόπο καταγωγής των γονιών μου, την Μπουρζ, στη Γαλλία. Είναι μια πόλη που βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο της Γαλλίας, δυο ώρες απ' το Παρίσι.

Ωραία, παλιά, ήρεμη, αλλά όταν είσαι έφηβος θέλεις να βρίσκεσαι μακριά από τέτοιες πόλεις. Μέχρι τα δεκαοκτώ έμεινα εκεί και μετά, νιώθοντας την ανάγκη να πάω όσο πιο νότια μπορώ, πήγα στη Μασσαλία και σπούδασα θέατρο. Εκεί γνώρισα την Αργυρώ Χιώτη και τη Νάιμα Καρμπαχάλ και ιδρύσαμε την ομάδα Vasistas.

• Όταν ήμουν στη εφηβεία άκουγα συνέχεια τους Noir Desir, μια γαλλική μπάντα των '80s, και Nirvana. Ήμουν λίγο γκραντζ τότε, ξέρεις, καρό πουκάμισα, σκισμένα τζιν και τέτοια. Επίσης, διάβαζα τα Άνθη του Κακού του Μπωντλαίρ -λάτρευα ειδικά το ποίημα «La fontaine de sang»-, τις Εκλάμψεις του Ρεμπώ και τον Ξένο του Καμύ, αλλά το αγαπημένο μου βιβλίο όλων των εποχών, που το έχω συνέχεια μαζί μου και πάντα ανατρέχω σ' αυτό, είναι το Η ανάγκη μας για παρηγοριά του Στιγκ Ντάγκερμαν.

Είναι ένα βιβλίο που έγραψε ο Ντάγκερμαν πριν αυτοκτονήσει, πολύ μελαγχολικό, αλλά το βρίσκω ωραίο. Από ελληνικά συγκροτήματα μου αρέσουν οι Berlin Brides και οι Mary & Τhe Βoy. Και η Μαρινέλλα μου αρέσει πολύ.

• Από μικρή έβλεπα τη Σιλιβί Γκιγιέμ και τις άλλες σταρ χορεύτριες της εποχής κι έλεγα ότι θα γίνω χορεύτρια. Έκανα πολύ μπαλέτο από τα έξι μέχρι τα δεκαέξι, αλλά κάποια στιγμή είχα μεγάλο πρόβλημα, γιατί έπρεπε να διατηρήσω το σώμα μου σε μια ορισμένη κατάσταση για να συνεχίσω να χορεύω. Δεν μπορούσα να το κάνω, παρόλο που μου άρεσε πάρα πολύ να είμαι πάνω στη σκηνή, και όταν σταμάτησα να χορεύω, ένιωθα ότι μου λείπει κάτι.

Έτσι, αποφάσισα να σπουδάσω θέατρο, αν και δεν μου άρεσε ποτέ πάρα πολύ. Μου άρεσε, όμως, που βρισκόμουν επάνω στη σκηνή. Και όταν γνώρισα την Αργυρώ κι αρχίσαμε να κάνουμε τα δικά μας πράγματα, που απαιτούσαν περισσότερο τη γλώσσα του σώματος και γενικότερα τη σωματική απόδοση παρά το κλασικό θέατρο, άρχισα να βρίσκω αυτό που μου αρέσει.

• Δεν ήθελα να κάνω σινεμά. Μου φαινόταν εντελώς διαφορετική δουλειά απ' το θέατρο και νόμιζα ότι δεν μπορούσα να την κάνω. Δεν ήμουν και ποτέ πολύ σινεφίλ. Μου άρεσαν, βέβαια, ο Γκοντάρ, γιατί είναι τέλειο να βλέπεις χαζές, όμορφες γυναίκες να λένε φιλοσοφικά πράγματα, και γενικότερα η γαλλική νουβέλ βαγκ, αλλά, ακόμα και τον ρόλο μου στο Attenberg, δεν τον κυνήγησα εγώ.

Με πήραν τηλέφωνο να πάω στην οντισιόν, είχα ακούσει και ότι είναι σούπερ ρόλος κι έτσι πήγα. Ήταν μια καταπληκτική εμπειρία τα γυρίσματα. Ήμασταν δυο μήνες στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας κι ένιωθα ότι ήμουν εκεί όπου έπρεπε την κατάλληλη στιγμή. Μετά, ήρθε και το βραβείο στη Βενετία και μου έδωσε δύναμη να συνεχίσω στο σινεμά.

• Όταν πήρα το βραβείο, τρόμαξα πάρα πολύ. Δεν το περίμενα καθόλου. Λόγω της συναισθηματικής μου φόρτισης εκείνη τη στιγμή δεν τη θυμάμαι τη σκηνή και πολύ καλά. Ήταν λίγο, ξέρεις, «what the fuck» φάση και δεν ήμουν καθόλου προετοιμασμένη για όλα αυτά τα φλας. Ανέβηκα να το παραλάβω και δεν ήξερα τι να πω. Ξέχασα να ευχαριστήσω και τον Ταραντίνο.

• Μετά ξεκίνησα να δουλεύω για τις Άλπεις. Λόγω του ρόλου μου ως αθλήτριας ρυθμικής γυμναστικής έπρεπε να κάνω εντατικές προπονήσεις. Για τρεις μήνες ξύπναγα κάθε μέρα κι έκανα ασκήσεις στο σπίτι μου. Δούλευα συνέχεια και δεν έβγαινα καν έξω. Εκεί που είχα σταματήσει το μπαλέτο γιατί δεν άντεχα άλλο αυτή την πίεση του σώματος, έπρεπε να κάνω κάτι παρόμοιο.

Πραγματικά, ήταν μια κόλαση. Βέβαια, όλη αυτή η πειθαρχία με βοήθησε και πνευματικά ώστε να φτάσω εκεί που έπρεπε για τον ρόλο μου, γιατί όλη αυτή η επίπονη διαδικασία σε κάνει να παίρνεις τα πράγματα πιο σοβαρά και να είσαι πιο αυστηρός με τον εαυτό σου.

• Οι Άλπεις είναι μια ταινία που σε χτυπάει κατευθείαν στο στομάχι. Είναι πολύ δυνατή, καθαρή και μοναδική: σε οδηγεί ακριβώς στον στόχο της, σε αυτό που θέλει να σου πει. Γυρίστηκε σχεδόν χωρίς καθόλου budget, παρόλο που ο Κυνόδοντας έφτασε μέχρι τα Όσκαρ. Αυτό είναι φοβερό. Εγώ ήρθα στην Ελλάδα επειδή μου άρεσε πολύ και ακόμα μου αρέσει. Με στενοχωρεί, όμως, να βλέπω καλλιτέχνες που δημιουργούν φανταστικά πράγματα απ' το τίποτα επειδή απλώς πιστεύουν πολύ σε αυτό που κάνουν και να δίνουν την ψυχή τους, ενώ δεν έχουν καμιά υποστήριξη.

Ακόμα και τη στιγμή που καίγονται τα πάντα πρέπει ν' αναγνωριστεί απ' το κράτος ότι στις τέχνες γίνεται κάτι θετικό. Όχι ότι είναι αρκετό αυτό, όταν επικρατεί γύρω μας το χάος, αλλά θα ήταν κάπως ανακουφιστικό. Πάντως, είμαι πολύ απαισιόδοξη για την κατάσταση στην Ελλάδα και γι' αυτό μόλις μετακόμισα στο Λονδίνο.

• Η παράσταση που ανεβάζουμε με τους Vasistas είναι το Spectacle, που το είχαμε ανεβάσει ξανά στο Φεστιβάλ Αθηνών το καλοκαίρι, στο κτίριο του ΕΜΣΤ. Είναι ένα πολύγλωσσο παιχνίδι εξερεύνησης των μηχανισμών εκπαίδευσης και κοινωνικής συμπεριφοράς, που διακωμωδεί τα κοινωνικά μας αντανακλαστικά και στερεότυπα. Είναι ένα έργο πολύ φωτεινό και πολύ σκοτεινό ταυτόχρονα. Λέγεται Spectacle (θέαμα) γιατί θέλαμε να κάνουμε μια παράσταση χωρίς καθόλου θέαμα. Ένα αντι-θέατρο.

• Γενικά, δεν μου αρέσει πολύ το καθαρό θέατρο. Θέλω να βλέπω πράγματα που δεν μπορώ να προσδιορίσω τι είναι - να μην μπορώ να πω αν είναι χορός, θέατρο, installation. Γι' αυτό δεν θα πήγαινα, ας πούμε, να δω μια κλασική παράσταση Τσέχωφ. Και αυτό ψάχνω κι εγώ ως ηθοποιός. Γι' αυτό μου αρέσει και ο Καστελούτσι - η τελευταία του παράσταση που είδαμε στο Φεστιβάλ φέτος ήταν καταπληκτική.

• Υπάρχει μια ταινία που λατρεύω, οι Βοσκοί της Συμφοράς του Νίκου Παπατάκη. Είναι του 1967 και μου έκανε εντύπωση γιατί δεν μου θύμισε τίποτα απ' όσα είχα δει ως τότε. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι υπάρχουν τέτοιες ελληνικές ταινίες.

• Στην Αθήνα η ζωή είναι σκληρή αλλά και ξέγνοιαστη. Μου αρέσει που η αρχιτεκτονική είναι χαοτική, εκτός λογικής, και δεν θυμίζει καθόλου Ευρώπη. Δεν μου αρέσουν, για παράδειγμα, τα εκσυγχρονιστικά έργα που έγιναν για τους Ολυμπιακούς, προτιμούσα την προηγούμενη κατάσταση. Γι' αυτό μου αρέσει το Παγκράτι, με όλα αυτά τα μαγαζάκια που έχουν ξεμείνει από προηγούμενες δεκαετίες, και η οδός Βύσσης με τα πόμολα. Πάντως, στην Ελλάδα νιώθω πιο ήρεμη απ' ό,τι στη Σανζ Ελιζέ. Αυτό το χάος μού αρέσει.

Οι Αθηναίοι
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Νεριτάν Ζιντζιρία: «Η Ελλάδα έχει φετίχ να βαφτίζει τους νέους "φαινόμενα"»

Οθόνες / Νεριτάν Ζιντζιρία: «Η Ελλάδα έχει φετίχ να βαφτίζει τους νέους "φαινόμενα"»

Όταν αποφάσισε να γίνει κινηματογραφιστής, του είπαν ότι θα πεινάσει, αλλά με έναν πολύ δημιουργικό τρόπο. Έκανε τις πρώτες του ταινίες κυριολεκτικά με χώμα και νερό, αλλά πλέον τρέχει παράλληλα οκτώ πρότζεκτ. Κάνει σινεμά συνομιλώντας με το σινεμά του Γιάνναρη, του Δαμιανού, του Παπατάκη. Ο Νεριτάν Ζιντζιρία αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
ΕΠΕΞ Γιάννης Μπέζος

Οι Αθηναίοι / Γιάννης Μπέζος: «Ίσως είμαι λίγο παλιομοδίτης»

Δεν έκανε ποτέ διαχωρισμούς ανάμεσα στο εμπορικό και το ποιοτικό. Πιστεύει πως κάνει μια παράξενη και αιρετική δουλειά: να πείσει τον θεατή να ξεχάσει πως είναι ο Μπέζος που πάρκαρε το αυτοκίνητό του έξω από το θέατρο - και να τον ταξιδέψει σε έναν άλλο κόσμο. Είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζένη Μαρκέτου

Οι Αθηναίοι / Τζένη Μαρκέτου: «Οι καλλιτέχνες δεν έχουμε ανακαλύψει τον τροχό»

Στην Αμερική έμαθε πως η τέχνη είναι κοινωνική υπόθεση, πως ο κόσμος δεν εξαντλείται στις γκαλερί. Η πρώτη της παρέμβαση σε δημόσιο χώρο, που προκάλεσε αντιδράσεις, της δίδαξε ότι ένα έργο οφείλει να μοιάζει σαν να υπήρχε πάντα εκεί. Με τη νέα της εγκατάσταση στο Μέγαρο Μουσικής μάς υπενθυμίζει ότι δεν είμαστε οι πρωταγωνιστές της φύσης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Δημήτρης Αντωνακάκης: «Η Αθήνα χρειάζεται γενναίες αποφάσεις»

Οι Αθηναίοι / Δημήτρης Αντωνακάκης: «Η Αθήνα χρειάζεται γενναίες αποφάσεις»

Ως παιδί, σχεδίαζε δρόμους στην άμμο. Αργότερα, υπερασπίστηκε την αρχιτεκτονική ως τέχνη ζωής. Με τη σύντροφο και συνεργάτιδά του Σουζάνα έζησαν μια ζωή όπου το «εγώ» έγινε «εμείς», μέχρι την απώλειά της που τον σημάδεψε βαθιά. Είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ελένη Ερήμου: «Οι άνθρωποι δεν ντρέπονται για τίποτα πια»

Θέατρο / Ελένη Ερήμου: «Οι άνθρωποι δεν ντρέπονται για τίποτα πια»

Παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις ομορφότερες γυναίκες που πέρασαν από το ελληνικό θέατρο και το σινεμά. Από νωρίς επέλεξε να ζει και έξω από το θεατρικό συνάφι. «Δεν μπορώ να ξυπνάω κάθε πρωί και να αναρωτιέμαι τι θα παίξω ή που θα παίξω» δηλώνει ενώ θεωρεί τη μοναχικότητα πηγή δημιουργικότητας. Η Ελένη Ερήμου αφηγείται τη ζωή της στη LifO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αλεξάνδρα Λαδικού: «Δεν νοσταλγώ τίποτα. Πέρασα και ωραία και καλά»

Οι Αθηναίοι / Αλεξάνδρα Λαδικού: «Δεν νοσταλγώ τίποτα. Πέρασα και ωραία και καλά»

Ξεκίνησε από τα καλλιστεία, για μία ψήφο δεν στέφθηκε Μις Κόσμος, έπαιξε δίπλα στον Κουν, υπήρξε μούσα του Τάκη Κανελλόπουλου, αλλά κυρίως του Ανδρέα Βουτσινά. Στα 92 της ακόμα οδηγεί και παρακολουθεί θέατρο, ελπίζοντας πάντα να βρει καλά στοιχεία, ακόμα και σε κακές παραστάσεις.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Νίκος Ζιώγαλας

Μουσική / Νίκος Ζιώγαλας: «Δεν ξέρεις ποτέ πώς θα τα φέρει η ζωή, να είσαι ευγενικός, να παλεύεις για την καλοσύνη»

Aπό πολύ νωρίς, η μουσική τον χτύπησε στο δόξα πατρί, μπήκε σε αυτό το τριπ και δεν βγήκε ποτέ. «Σαν star του σινεμά», «Πάρε με απόψε πάρε με», «Βασιλική», «Βέροια, Θεσσαλονίκη, Αθήνα», «Πέρασε η μπόρα» και για πολλά ακόμα τραγούδια ευθύνεται ο τραγουδιστής και τραγουδοποιός που σήμερα αφηγείται τη ζωή του στη LifO
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
O Δημήτρης Γκιώνης, οι ένδοξες μέρες της «Ελευθεροτυπίας» και το σημερινό μιντιακό σούπερ μάρκετ

Οι Αθηναίοι / O Δημήτρης Γκιώνης, οι ένδοξες μέρες της «Ελευθεροτυπίας» και το σημερινό μιντιακό σούπερ μάρκετ

Ο 81χρονος δημοσιογράφος και συγγραφέας που για δεκαετίες διηύθηνε τις πολιτιστικές σελίδες της Ελευθεροτυπίας, αφηγείται τη συναρπαστική καριέρα του στη LiFO
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ανδρέας Κούρκουλας: «Η μεγάλη απειλή είναι να γίνει η πόλη ένα μεγάλο ξενοδοχείο»

ADM 2025: The Urban Issue / Ανδρέας Κούρκουλας: «Η μεγάλη απειλή είναι να γίνει η πόλη ένα μεγάλο ξενοδοχείο»

Γεννήθηκε στο Χαλάνδρι, ζει στον Λυκαβηττό. Από την απόρριψη του κατεστημένου και την πίστη στη χωρική εμπειρία έως τις προκλήσεις της Αθήνας και το μέλλον των νέων δημιουργών, ο διακεκριμένος αρχιτέκτονας μιλά με πάθος για την ουσία, τις ευκαιρίες και τις πληγές της σύγχρονης πόλης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

Οι Αθηναίοι / Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

«Τρεις Χάριτες», «Βίρα τις Άγκυρες», «Δις εξαμαρτείν», «Safe Sex», «Το Κλάμα βγήκε από τον Παράδεισο», «Μπαμπάδες με ρούμι». Λίγοι μας έχουν κάνει να γελάσουμε τόσο τα τελευταία 30 χρόνια όσο ο Μιχάλης Ρέππας. Ο ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης που εξαιτίας του «το Τζέλα Δέλτα δεν είχε φουγάρα» αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βασίλης Λαμπρινουδάκης: Ο αρχαιολόγος πίσω από το νέο μουσείο της Επιδαύρου

Οι Αθηναίοι / Βασίλης Λαμπρινουδάκης: Ο αρχαιολόγος πίσω από το νέο μουσείο της Επιδαύρου

Από τις ανασκαφές στην Επίδαυρο και τη Νάξο, ο ομότιμος καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας αφηγείται μια ζωή αφιερωμένη στην ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Και όπως λέει, το πιο πολύτιμο εύρημα δεν ήταν αρχαιολογικό – ήταν η γυναίκα του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Fotis Benardo: «Εξάγουμε πολιτισμό, αλλά στην Ελλάδα δεν μας το αναγνωρίζουν»

Μουσική / Fotis Benardo: «Κανένα ΑΙ δεν μπορεί να εκφράσει αυτά που νιώθω, ούτε αυτά που έχω περάσει»

Είναι ο ντράμερ των Nightfall. Έκανε τη μουσική όχημα για τα ταξιδέψει σε ολόκληρο τον κόσμο. Μοιράστηκε τη σκηνή με θρύλους της μουσικής όπως οι Black Sabbath, οι Iron Maiden οι Kiss και οι Motorhead. Πιστεύει πολύ στη νέα μουσική σκηνή της Ελλάδας και ότι ο άνθρωπος θέλει άνθρωπο και όχι ΑΙ. Είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Ελένη Σαράντη

Γεύση / Ελένη Σαράντη: «Κυνήγησα πράγματα που τελικά δεν είχαν σημασία»

Μετά από μια δύσκολη στιγμή, κατάλαβε πως η μόνη επιβράβευση που μετρά δεν είναι τα αστέρια, αλλά το “φάγαμε καταπληκτικά”. Όταν την αποκαλούν σεφ, απαντά απλά: «Εγώ μαγειρεύω». Η υπερήφανη μαγείρισσα που προκαλεί ουρές στην οδό Σαλαμίνος, στον Κεραμεικό, είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Eddie Dark: «Γράφω μουσική επειδή έχω σιχαθεί τα πάντα»

Μουσική / Eddie Dark: «Γράφω μουσική επειδή έχω σιχαθεί τα πάντα»

Από μικρός ένιωθε αποσυνάγωγος. Πιστεύει ότι τα κόμικς είναι η μόνη μορφή τέχνης που είναι τελείως αφιλτράριστη και πιστεύει ότι η γενιά του θα μείνει στην ιστορία ως η γενιά που έχασε τα καλά πράγματα στο τσακ. Ο μουσικός Eddie Dark είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόυς Ευείδη

Οι Αθηναίοι / Τζόυς Ευείδη: «Φαίνομαι πολύ κουλ; Μπα, ρόλος είναι»

Αν της είχαν κάνει στο θέατρο όσες επαγγελματικές προτάσεις είχε ως σερβιτόρα, θα ήταν η Βουγιουκλάκη – όπως λέει. Κι αν και συχνά αυτολογοκρίνεται, δεν κρύβεται πίσω από τις λέξεις. Είναι μια αγαπητή κωμική ηθοποιός, που κάποτε ήθελε να παίξει δραματικούς ρόλους. Και είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κατερίνα Βαγενά: «Δεν καταλαβαίνω γιατί φερόμαστε λες και το να μεγαλώνεις είναι αρρώστια»

Οι Αθηναίοι / «Δεν έκανα την Κιμωλία για τα λεφτά αλλά για να δείξω αυτό που είμαι»

Eίναι η ιδιοκτήτρια της Κιμωλίας, του art café που έγινε σημείο αναφοράς στην Πλάκα. Δηλώνει αυτοδίδακτη στα πάντα και πιστεύει στη δύναμη των ανθρώπων να ξαναγεννιούνται. Η Κατερίνα Βαγενά είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ