Γιατί τόσος ντόρος για κάθε καινούριο μαγαζί που ανοίγει;

Γιατί τόσος ντόρος για κάθε καινούριο μαγαζί που ανοίγει; Facebook Twitter
1
Γιατί τόσος ντόρος για κάθε καινούριο μαγαζί που ανοίγει; Facebook Twitter
Όλος αυτός ο ανταγωνισμός αυξάνει τρομερά και την ένταση με την οποία διατυπώνουμε στα κείμενα τις υπηρεσίες που προσφέρει κάθε φορά κάθε νέο μαγαζί εστίασης στην Αθήνα...

Ας μη μιλήσουμε για κριτικές εστιατορίων. Ας μιλήσουμε για τις παρουσιάσεις νέων μαγαζιών στην πόλη. Το κυνήγι, δηλαδή από τα media, για το νέο, την είδηση στον τομέα της εστίασης. Ανοίγει ένα καινούργιο εστιατόριο; Θα τρέξεις να το γράψεις πρώτος. Μια νέα συνεργασία; Ένα νέο μενού; Θες να το καταγράψεις. Οι αναγνώστες, έχουν αρχίσει να μετατρέπονται αργά, αλλά σταθερά, σε περιπετειώδεις foodies που θέλουν να δοκιμάζουν νέα πράγματα, διαβάζουν και τα νέα του εξωτερικού και θέλουν κι εκείνοι να είναι πρώτοι στη γραμμή για το νέο φαλάφελ, το νέο μπέιγκελ, το νέο κινέζικο, την απίστευτη μυστική καντίνα, το νέο πολύ καλό εστιατόριο, ένα απίστευτο κρεατάδικο και τη νέα ψαροταβέρνα που κρύβεται σε ένα στενό κάπου εκεί και κάνει θαύματα, θέλουν να ξέρουν. Και φαίνεται αυτό από τον κόσμο που πολύ συχνά διαβάζει τις γαστρονομικές προτάσεις και σπεύδει να δοκιμάσει να αποκτήσει άποψη ίσως να βρει και το νέο αγαπημένο του εστιατόριο. Όλο αυτό που αναφέρω αλλά και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα sites, τα έντυπα, τους foodbloggers κ.λπ. για το ποιος θα πάει και θα γράψει πρώτος έχουν κάνει την κατάσταση αφόρητη και λίγο αστεία και εξηγώ γιατί. Όλος αυτός ο ανταγωνισμός αυξάνει τρομερά την ένταση με την οποία διατυπώνουμε στα κείμενα τις υπηρεσίες που προσφέρει κάθε φορά κάθε νέο μαγαζί εστίασης στην Αθήνα και φυσικά τις προσδοκίες του αναγνώστη.

Αν, όμως, ένα μαγαζί αφεθεί να εξελιχθεί με κανονικούς ρυθμούς, πρώτα με όσους το ανακαλύψουν σιγά-σιγά, τους περίοικους της περιοχής ίσως, θα φτιάξει μια γερή πελατεία (αν είναι καλό), θα τη χτίσει. Ίσως και να διαρκέσει.


Μην παρεξηγηθώ, δεν γράφει κανείς ως επί το πλείστον ψέματα, ούτε και τα εστιατόρια είναι κακά. Απλώς, όλη αυτή η μανία κάνει τα πάντα να φαίνονται παραμυθένια. Και μετά, όσο καλό και να είναι το φαλαφελατζίδικο (που πόσο καλό μπορεί πια να είναι ένα φαλαφελατζίδικο;), σπάνια θα φτάσει τις προσδοκίες που έχουν δημιουργήσει οι ωραίες φωτογραφίες και ο επιτακτικός τόνος του κειμένου που σε κάνει να θες να πας εκείνη τη στιγμή και να χώσεις τα δόντια σου στο φαλάφελ.


Να, ας πούμε εγώ πρόσφατα διάβασα για ένα τέτοιο μέρος. Το κείμενο, προσγειωμένο και ψύχραιμο, είχε βέβαια μέσα την εσάνς της ανακάλυψης. Εκείνο το δηλητηριάκι που σου χώνεται στο μυαλό και σου λέει κάθε δέκα λεπτά «πήγαινε τώρα να δοκιμάσεις αυτό το μέρος πριν οι ουρές φτάσουν μέχρι τη Βασιλίσσης Σοφίας». Πήγα κι εγώ. Ένα καινούργιο μαγαζί, νέοι άνθρωποι που άνοιξαν κάτι με τις οικονομίες τους, έχουν όραμα και μια καλή ιδέα. Παρήγγειλα κάτι, έκατσα και το έφαγα, καλό ήτανε. Όλα σωστά, όμως λίγα. Λιγότερα τουλάχιστον από αυτά που περίμενα. Τόσος ντόρος γι' αυτό το πράγμα, που είναι απλώς πολύ καλό. Στο μεταξύ, υπήρχε ουρά έξω από το μαγαζί και μέχρι την άλλη μέρα είχαν γραφτεί σε άλλα sites και έντυπα άλλα τρία-τέσσερα κείμενα γι' αυτή την ανακάλυψη, αυτό το "γαστρονομικό" γεγονός.


Τι νομίζω ότι θα συμβεί από όλο αυτό; Από τη μια, όλος αυτός ο κόσμος που θα πάει να δοκιμάσει το καλό, καινούργιο εστιατόριο επειδή το διάβασε κάπου θα στηρίξει αυτά τα νέα παιδιά που πιθανότατα είναι βουτηγμένα στα χρέη και πεθαμένα στην κούραση και θα τα βοηθήσει να ανασάνουν λίγο οικονομικά, να πάρουν θάρρος. Από την άλλη, αν υπάρξει απογοήτευση, και ενδεχομένως θα υπάρξει, γιατί ένα νέο μαγαζί στην Ελλάδα σπανίως κάνει πρόβες με την κουζίνα του ή προβαίνει σε δοκιμές ώστε να είναι έτοιμο να αντιμετωπίσει καταστάσεις, ο κόσμος δεν θα ξαναπάει. Αν, όμως, ένα μαγαζί αφεθεί να εξελιχθεί με κανονικούς ρυθμούς, πρώτα με όσους το ανακαλύψουν σιγά-σιγά, τους περίοικους της περιοχής ίσως, θα φτιάξει μια γερή πελατεία (αν είναι καλό), θα τη χτίσει. Ίσως και να διαρκέσει. Πιστεύω πολύ στην ομαλή εξέλιξη των πραγμάτων και τα εστιατόρια είναι το πιο ακριβές παράδειγμα γι' αυτό. Οι κουζίνες, οι πελάτες, η σταθερότητα της ποιότητας είναι πράγματα που στην σημερινή νέα Αθήνα με τα δεκάδες εστιατόρια που ξεφυτρώνουν σα μανιτάρια, θα έπρεπε να είναι αδιαπραγμάτευτα πράγματα. Και αυτά κατορθώνονται μόνο μέσα από την ομαλή λειτουργία ενός μαγαζιού. όταν δέκα sites και πέντε έντυπα γράφουν σε μια βδομάδα για ένα σαντουιτσάδικο δε νομίζω πως θα ωφεληθεί κανείς από αυτό. Ούτε ο μαγαζάτοςρας, ούτε ο πελάτης.


Τα λέω όλα αυτά και κάνω κι εγώ την αυτοκριτική μου. Φτάνει με τον ενθουσιασμό.


Σας φιλώ!

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τα μυστήρια της κουζίνας του λιμανιού

Γεύση / Mε τα«δώρα» του λιμανιού θα μαγειρέψεις τα ωραιότερα φαγητά

Κάβουρες από τα βαθιά νερά, φλογάτες σκορπίνες, μαγιάτικα στον φούρνο και άλλα ψάρια που δεν φτάνουν στον πάγκο του ιχθυοπώλη. Η βόλτα στο λιμάνι είναι πηγή έμπνευσης για τους σπιτικούς μάγειρες.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Γλυκιά Σύρος: Ζαχαροπλάστες, συνταγές και μνήμες από το παρελθόν της Ερμούπολης

Γεύση / Γλυκιά Σύρος: Παραδοσιακά ζαχαροπλαστεία και συνταγές από την Ερμούπολη

Αμυγδαλωτά, χαλβαδόπιτες, νουγκατίνες, σφολιάτσες και πολλά ακόμη παραδοσιακά γλυκά, μαζί με μια ιστορία 200 χρόνων, αναδεικνύουν την Ερμούπολη σε βασίλισσα της ζαχαροπλαστικής.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Η Ταβέρνα «Πλάτων» στο Βούπερταλ

Γεύση / «Kάθε φορά που μυρίζω ούζο, θυμάμαι την ταβέρνα Πλάτων στο Βούπερταλ»

Ο Παύλος και η Ελένη, μετανάστες στη Γερμανία, δημιούργησαν μια αυθεντική ελληνική ταβέρνα, που εδώ και τρεις δεκαετίες σερβίρει απλά αλλά πεντανόστιμα πιάτα και είναι διάσημη για τον λεπτοκομμένο χειροποίητο γύρο της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η αγκινάρα

Γεύση / «Ο καλύτερος μεζές είναι η κεφαλή της άγριας αγκινάρας»

Χοιρινό με αγκιναρόφυλλα κοκκινιστά στη Σητεία, κεφαλές αγκινάρας γεμιστές με ρύζι στην Κάσο και αγκινάρες-μουσακά στην Άνδρο: η αγκινάρα δίνει τόσο πολλά τη στιγμή που διεκδικεί μόνο το ελάχιστο.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Aspasia: Πώς η Σταυριανή Ζερβακάκου έστησε ένα εστιατόριο-προορισμό

Γεύση / Aspasia: Ένα εστιατόριο που ανταμείβει κάθε στροφή του δρόμου προς τη Μάνη

Στο απόγειο της φήμης της, η Σταυριανή Ζερβακάκου αποφάσισε να επιστρέψει σε έναν τραχύ τόπο και να στήσει ένα εστιατόριο-προορισμό σε έναν μικρό ορεινό οικισμό, αξιοποιώντας στην κουζίνα της όσα άγρια της δίνει το μέρος.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Η άνοιξη και το καλοκαίρι της ρίγανης

Γεύση / H ρίγανη που δίνει γεύση στα καλοκαίρια μας

Είναι το πιο δημοφιλές μυριστικό της Aνατολικής Μεσογείου και δίνει ιδέες για μερικά από τα πιο αντιπροσωπευτικά καλοκαιρινά εδέσματα, όπως η ριγανάδα, ο ντάκος, η χωριάτικη σαλάτα και οι ριγανάτες σαρδέλες.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ

σχόλια

1 σχόλια
Ναι, και όλοι τρέξανε να δοκιμάσουν τα ψαγμένα αμέσως μόλις τα διαβάσουν. Μάλλον από εσάς τους φούντις (θου κύριε) γεμίζουν και αδειάζουν, σε μια χώρα που οι μισοί θέλουν να ταΐσουν τους άλλους μισούς και η καθεμιά φούντη (θου κύριε) ονειρεύεται ή ανοίγει μαγαζί χωρίς καμιά έρευνα αγοράς, μπίζνες πλαν ή μπίζνες ταλέντο.