Laura: Το noir ως μαγική εικόνα

Laura: Το noir ως μαγική εικόνα Facebook Twitter
1

Laura: Το noir ως μαγική εικόνα Facebook Twitter

Η Λόρα (που στην Ελλάδα τη βαφτίσαμε Λάουρα, όπως τη Γκίλντα, Τζίλντα) είναι το αντίστοιχο της Καζαμπλάνκα στο είδος του noir, μια κατηγορία που οι Αμερικανοί δεν γνώριζαν πως δημιουργούσαν όταν γύριζαν εκείνες τις ταινίες, αλλά οι Γάλλοι φρόντισαν να εντοπίσουν τις ομοιότητες στο στιλ, όταν είδαν τα φιλμ μαζεμένα, μετά τον πόλεμο. Εννοώ, πως είναι μια κατασκευή του στούντιο, φτιαγμένη από καταξιωμένους επαγγελματίες, με κορυφαία τεχνικά χαρακτηριστικά, που ωστόσο απογειώνεται χάρη σε μια αδιόρατη γοητεία, που με τα χρόνια επιτείνεται, κατατάσσοντας την πολύ ψηλά.

Αντίθετα με την "τέλεια" Καζαμπλάνκα, που αγαπήθηκε στα ίσια, και σάρωσε στα Όσκαρ του 1942, η Λόρα έχει πολλές τρύπες, κυρίως σεναριακές, καθώς το στόρι της Βέρα Κασπάρι ποντάρει σε μια εντυπωσιακή για την εποχή ανατροπή, αλλά εξαιτίας της αλλαγή στη μέση της ταινίας, η υπόθεση δεν στέκει με κριτήρια αληθοφάνειας- αν κάποιος βαλθεί να την ξεσκονίσει, θα εντοπίσει ρωγμές στο ρεαλισμό και επιτηδευμένα φτιασίδια στο διάλογο, που το μόνο που φαίνεται να επιδιώκουν είναι η μετατόπιση από το κέντρο βάρους, το φόνο δηλαδή, προς την έξυπνη ατάκα του Κλίφτον Γουέμπ, τα υγρά κοντινά της Τζιν Τίρνι, τα ανδρικά αμερικάνικα πλάνα του Ντάνα Άντριους, τις χορταστικές λεπτομέρειες των εσωτερικών ντεκόρ.

Η Λόρα έχει δολοφονηθεί από το ξεκίνημα και το έγκλημα προς εξιχνίαση μοιάζει περίεργο και θολό. Μήπως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα; Οι ανακρίσεις των φίλων και γνωστών της, σαλονάτες και καλοσιδερωμένες, ξεδιπλώνονται κάτω από το κλίμα της καχυποψίας και το βάρος εμφανούς ψεύδους. Μιλάνε για το πτώμα της, αλλά εξυμνούν την σπάνια ομορφιά και τον λαμπερό χαρακτήρα της ηρωίδας που μαρτύρησε για άγνωστο λόγο. Όλοι φαντάζουν ένοχοι και ο θεατής εύχεται να ακούσει την ίδια τη Λόρα να αφηγείται τα περιστατικά. Η ευχή του πραγματοποιείται, αλλά το ζουμί δεν βρίσκεται στην πρωταγωνίστρια.

Laura: Το noir ως μαγική εικόνα Facebook Twitter

Ο ρόλος του Γουόλντο Λάϊντεκερ δεσπόζει, και η καταλυτική παρουσία του Κλίφτον Γουέμπ κυριαρχεί από την αρχή μέχρι το τέλος της ταινίας. Επιπλέον, έχει και πλάκα, σε μια ταινία όπου το χιούμορ δεν χωράει ούτε από τη χαραμάδα. Από αυτόν ξεκινάει τις ανακρίσεις-συνεντεύξεις του ο ντετέκτιβ Μακφέρσον (Άντριους). Τον πρωτοσυναντάει όταν ο σταρ του ραδιοφώνου βρίσκεται μέσα στη μπανιέρα του. Ο Λάϊντεκερ του μιλάει λες και είναι υπηρέτης του- μάλιστα του ζητάει να του δώσει τη ρόμπα του και του κάνει τη χάρη να απαντήσει στις ερωτήσεις, ενώ αλλάζει, ντύνεται στην πένα, ετοιμάζεται ως άλλος δανδής, γηραιός αλλά καθόλου παρακμιακός, για την έξοδο του και αποχωρεί σταθερά, σα να γνωρίζει ακριβώς που θέλει να πάει και τι σκοπεύει να κάνει. Μιλάει με εμφανή σνομπισμό και αυτοκρατορική αυτοπεποίθηση.

Οτιδήποτε δεν αγγίζει το εγωκεντρικό του σύμπαν, δεν αξίζει να υπάρχει καν. Επιβάλλεται με το καλημέρα και δεν παραλείπει να αφήσει την τσουχτερή του στάμπα με κάθε ψαρωτικό σχόλιο, σαν κόμπρα που παραμονεύει και δεν έχει χρόνο για χάσιμο, καθώς είναι πολύ απασχολημένος με την υπεροχή του, τις τρομερές ιδέες του, το προσεγμένο, ακριβό lifestyle του, τα μπιμπελό και τις καθημερινές του συνήθειες, τη μοναδικότητα του μπροστά στο μέτριο πλήθος των υπολοίπων. Θεωρεί ωστόσο την προκαταρκτική διαδικασία μια καλή ευκαιρία να ταπώσει τους συνομιλητές του, οι οποίοι συνίστανται σε μια τεκνατζού, πλούσια κοσμική, τον ζιγκολό που έπαιζε με τα αισθήματα της κοσμικής και της Λόρα, την οικιακή βοηθό, και φυσικά τον ίδιο τον Μακφέρσον, τον εκπρόσωπο του νόμου, τον οποίο θεωρεί περιττό, μπρουτάλ, αλλά κατά κάποιον τρόπο υπολογίσιμο, γιατί δεν μπορεί να διαγνώσει εντελώς, γι' αυτό και θέλει να έχει από κοντά, σαν τον διάβολο.

Laura: Το noir ως μαγική εικόνα Facebook Twitter

Δεν είναι τυχαίο που στον Μακφέρσον εξομολογείται (λόγω και σεναριακής ανάγκης) την αδυναμία του προς τη Λόρα, και αναπολεί την ατυχή πρώτη τους συνάντηση, το αναπάντεχο πλησίασμα τους στη συνέχεια, τις εποικοδομητικές τους βραδιές, τις προσωπικές τους στιγμές και τις αιτίες των καυγάδων τους.


Ο Λάϊντεκερ είναι εφοδιασμένος με τις καλύτερες ατάκες της ταινίας. Ταιριάζουν απόλυτα στην ακριβή, καθαρή ντιξιόν του Κλίφτον Γουέμπ, ο οποίος τελειοποίησε τη δυσανεκτική, μισάνθρωπη περσόνα του με τις κωμικές περιπέτειες του κύριου Μπελβεντίρ λίγα χρόνια αργότερα, σε ένα άκρως επιτυχημένο δίπτυχο ταινιών που τον έκαναν πολύ αγαπητό και στο οικογενειακό κοινό. Συμπεριφερόταν σαν εξόριστος Άγγλος ευγενής στη χυδαία Αμερική! 'Ηταν ένας προικισμένος καρατερίστας που παρολίγο να μην είχε κάνει καριέρα, γιατί τον στούντιο δεν τον ήθελε λόγω της θηλυπρέπειας(!) του, αλλά επέμεινε ο τολμηρός σκηνοθέτης Ότο Πρέμιντζερ και δικαιώθηκε πανηγυρικά.

Στη Λόρα είναι ο πραγματικός τραγικός της υπόθεσης, πιο τραγικός και από το φερόμενο θύμα. Υπάρχει μια καταπληκτική σκηνή του, όπου εξομολογείται πως όταν ένας άνδρας στερείται του ανδρισμού του, γίνεται λειψός άνθρωπος, ένα ον ταπεινωμένο- αν και στη δική του περίπτωση, καθόλου ταπεινό εξαιτίας της έλλειψης, αλλά επιθετικό για να εκδικηθεί. Ο Λάϊντεκερ έχει μεταμορφωθεί σε ένα πνευματώδες τέρας, έναν άνθρωπο που θέλει να γίνεται το δικό του γιατί πιστεύει πως το δικαιούται λόγω του ταλέντου να αναλύει χειρουργικά την ανθρώπινη φύση και να την εμπορεύεται μιντιακά προς όφελος του.

Αντίθετα με τα celebrity του σήμερα, απεχθάνεται την έκφραση της αποδοχής και τη μαζικότητα του θαυμασμού: Ξεχωρίζει, επομένως θέλει να έχει αποκλειστικά το δικαίωμα επιλογής και να κρατάει τους φαν σε απόσταση. Του αρκεί που γνωρίζει πως είναι σπουδαίος, και τα χρήματα που κερδίζει του επιτρέπουν να ζει άνετα. Η μεγάλη του επιλογή, το αριστούργημα του, είναι η Λόρα.

Σε αυτήν, λειτουργεί ως μέντορας, ένας Πυγμαλίων που δεν διανοείται να αφήσει ελεύθερο το δημιούργημα του. Δεν ξέρουμε τι να υποθέσουμε: είναι σεξουαλικά ανίκανος, ανομολόγητα ομοφυλόφιλος, αδιάφορος για σαρκικές απολαύσεις, μπροστά στην ύστατη χαρά της διαμόρφωσης του πνεύματος, κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση του; Η Λόρα, από ανία ή νεανική παρόρμηση, θέλει να πετάξει σε άλλες αγκαλιές, ίσως και για να τον πικάρει. Η σχέση τους δυναμιτίζεται από την εναλλαγή πλατωνικής τρυφερότητας και επικίνδυνης διανοητικής αιχμαλωσίας. Εμείς μαθαίνουμε τα γεγονότα υποκειμενικά και αναδρομικά, σε διαθλασμένη αφήγηση, σαν μια ιδεατή εικόνα εύθραυστης ευτυχίας, όπως θέλει να τη φαντάζεται ο Γουόλντο. Τις εικόνες αυτές συνοδεύει μόνιμα η επωδός του Ντέϊβιντ Ράκσιν, το εξόχως μεταδοτικό μουσικό θέμα της ταινίας, που λειτουργεί σαν ποπ επιτυχία της εποχής και κλασσικό κινηματογραφικό θέμα ταυτόχρονα.

Άλλοτε παίζει ευθέως, και σε κάποιες κρίσιμες στιγμές, μετέρχεται σε παραπλήσιους τόνους, σκοτεινότερους και απειλητικούς, θέλοντας να μας δείξει πως το λημέρι που έπλασε ο Λάϊντεκερ για τη Λόρα του δεν είναι παρά ένας ψυχαναγκασμός, μια ανωμαλία που δεν θα κρατήσει πολύ. Το πορτρέτο της Λόρα (ο οφθαλμός ος τα πανθ' ορά) πάνω από το τζάκι δεν είναι απλώς ένα εικονοστάσι προς τιμήν της ομορφιάς της, αλλά μια προειδοποίηση για τη ματαιοδοξία και τις επιπτώσεις, αλλά και η είσοδος για τον πλασματικό κόσμο της ταινίας.


Είναι ανεξήγητο πώς μπορούν να δέσουν τόσο άσχετοι ηθοποιοί μεταξύ τους. Η Τζιν Τίρνι διαθέτει την βουλιμία της ενζενύ που διψάει για αναγνώριση, αλλά και τη δροσιά μιας άφθαρτης, πολύ όμορφης κοπέλας, εντελώς ταιριαστής με τα πρότυπα της εποχής της. Απέναντι της, ο Ντάνα Άντριους, επίσης νεοφερμένος στο σινεμά, είναι ξύλινος και κυριολεκτικός, ένα τυπικό αντράκι των 40ς, φωτογενής και έτοιμος να αδράξει την παραμικρή ευκαιρία που θα του δοθεί, για να διακριθεί στη δουλειά του, και να κάνει σεξ στην πορεία. Μαζί με τον Κλίφτον Γουέμπ, σχηματίζουν ένα ασύμβατο τρίγωνο, σε μια χορογραφία υπολογισμού και αναμονής, ανάμεσα στα ποτά, τα τσιγάρα, και το πέρα-δώθε των αποκαλύψεων.

Η Τζούντιθ Άντερσον, η κακιά στη Ρεβέκκα, παίζει υπέροχα (σύμφωνα με πληροφορίες, πριν αναλάβει τη σκηνοθεσία ο Ότο Πρέμιντζερ, η Άντερσον καπέλωνε τους συμπρωταγωνιστές της με υπερβολικό ταμπεραμέντο και θορυβώδη ερμηνεία, αλλά στην εκδοχή που βλέπουμε, υποτάσσεται με αξιοθαύμαστο τακτ, προσφέροντας τα ίχνη των προθέσεων του χαρακτήρα που υποδύεται). Τέλος, ο Βίνσεντ Πράϊς, πριν γίνει πασίγνωστος ως μάστερ και παρωδός σε ταινίες τρόμου, μιλάει μηχανικά και άτσαλα, σαν άχαρος και βουτυράτος μπεμπές που υποπίπτει σε ατοπήματα, ακόμη και αν είναι εντελώς αθώος.

Η ταινία, ωστόσο, ανήκει στον Γουέμπ και τον Λάϊντεκερ. Μπορεί να λέγεται Λόρα/Λάουρα, το μουσικό θέμα να έκανε θραύση (αλλά επειδή δεν είχε στίχους, και δεν ολοκληρωνόταν ως σκορ μέσα στην ταινία, να μην είχε καν υποψηφιότητα στις μουσικές κατηγορίες εκείνης της χρονιάς στα Όσκαρ), η ασπρόμαυρη φωτογραφία του Τζόζεφ Λασέλ να πήρε δίκαια Όσκαρ, τα σκηνικά να σε προσκαλούν σε ένα κομψό μυστήριο, η Τζιν Τίρνι να έγινε σταρ και ο Ντάνα Άντριους μεγάλο όνομα στον τύπο του, αλλά η μαγεία δεν θα συνέβαινε χωρίς το συγκρατημένο μένος και το στρεβλό πάθος του Κλίφτον Γουέμπ. Το πορτρέτο της Λόρα φιλοτεχνεί την φωτοσκιασμένα ρομαντική ατμόσφαιρα της ταινίας, αλλά η Λόρα είναι ουσιαστικά το κινηματογραφικό πορτρέτο της απέραντης και δηλητηριώδους μοναξιάς του Γουόλντο Λάϊντεκερ...

Οθόνες
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Terence Stamp (1938-2025): Ο μάγκας του Λονδίνου που θα γινόταν Τζέιμς Μποντ

Οθόνες / Terence Stamp (1938-2025): Ο μάγκας του Λονδίνου που θα γινόταν Τζέιμς Μποντ

«Το άτακτο αγόρι του βρετανικού σινεμά βρήκε τον δρόμο του σε ώριμες επιλογές, είτε παίζοντας κάποιον αδυσώπητο κακό είτε αφήνοντας τα λακωνικά του διακριτικά σαν στάμπα, όνομα και πράγμα, σε σύντομες εμφανίσεις – εννοείται πως έχει υποδυθεί και τον διάβολο!»
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Karate Kid: Πώς η «ταινιούλα που δεν θα έβλεπε κανείς» εξελίχθηκε σε παγκόσμιο φαινόμενο

Οθόνες / The Karate Kid: Πώς η «ταινιούλα που δεν θα έβλεπε κανείς» εξελίχθηκε σε παγκόσμιο φαινόμενο

Η ταινία σημάδεψε μια γενιά εφήβων που φαντασιώνονταν ότι θα αντιστεκόντουσαν ηρωικά στους νταήδες που τους κακοποιούσαν καθημερινά. Και τώρα, ο μύθος επιστρέφει για έκτη φορά στην οθόνη, με πρωταγωνιστές τον Τζάκι Τσαν και τον Ραλφ Μάτσιο
THE LIFO TEAM
Ο άνθρωπος που έφερε την μαύρη μουσική κουλτούρα στο σαλόνι εκατομμυρίων σπιτιών

Daily / Ο άνθρωπος που έφερε τη μαύρη μουσική κουλτούρα στο σαλόνι εκατομμυρίων σπιτιών

Το ντοκιμαντέρ «Sunday Best: The untold story of Ed Sullivan» αναδεικνύει τη συμβολή του Εντ Σάλιβαν και της δημοφιλέστατης τηλεοπτικής εκπομπής του στην ανάδειξη τεράστιων μορφών της μαύρης μουσικής, από τη Nίνα Σιμόν και τον Τζέιμς Μπράουν μέχρι την Tίνα Τέρνερ και τον Στίβι Γουόντερ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Έντουαρντ Νόρτον: Γεννημένος σε λάθος εποχή

Οθόνες / Έντουαρντ Νόρτον: Γεννημένος σε λάθος εποχή

Με αφορμή τα σημερινά του γενέθλια, ανατρέχουμε στην καριέρα ενός ηθοποιού με την ερμηνευτική στόφα των μεγάλων ονομάτων του New Hollywood, μα καταδικασμένου να εργάζεται σε καιρούς που η κινηματογραφική βιομηχανία δεν ξέρει τι να κάνει μαζί του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ana Kokkinos: «Αν ήμουν ένας στρέιτ, Άγγλος άντρας, η ζωή θα ήταν ευκολότερη»

Οθόνες / Ana Kokkinos: «Αν ήμουν ένας στρέιτ, Άγγλος άντρας, η ζωή θα ήταν ευκολότερη»

Η ελληνικής καταγωγής Αυστραλή σκηνοθέτιδα πίσω από το «Ten Pound Poms» μιλά στη LiFO για τη στάση των Αυστραλών απέναντι στους μετανάστες, την ταινία της που εξόργισε την ομογένεια, και το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος ακόμη κι όταν το έργο σου έχει δει πολύς κόσμος.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

Οι Αθηναίοι / Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

«Τρεις Χάριτες», «Βίρα τις Άγκυρες», «Δις εξαμαρτείν», «Safe Sex», «Το Κλάμα βγήκε από τον Παράδεισο», «Μπαμπάδες με ρούμι». Λίγοι μας έχουν κάνει να γελάσουμε τόσο τα τελευταία 30 χρόνια όσο ο Μιχάλης Ρέππας. Ο ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης που εξαιτίας του «το Τζέλα Δέλτα δεν είχε φουγάρα» αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το τρίο Πασκάλ-Τζόνσον-Έβανς και 9 ακόμα λόγοι να πάτε σινεμά

Οθόνες / Το τρίο Πασκάλ-Τζόνσον-Έβανς και 9 ακόμα λόγοι να πάτε σινεμά

Μια ταινία που η Τζέιν Όστιν θα ήταν περήφανη να είχε σκηνοθετήσει, η Λίντσεϊ Λόχαν ανταλλάζει σώμα με την Τζέιμι Λι Κέρτις ξανά μετά από 22 χρόνια κι ένας μεταλλαγμένος Μπάμπι εκδικείται για τον θάνατο της μαμάς του. – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
«Νεαρές μητέρες»: Είναι καλοκαιρινή επιλογή μία ταινία των αδελφών Νταρντέν; 

The Review / «Νεαρές μητέρες»: Tα κατάφεραν πάλι οι αδελφοί Νταρντέν; 

Τι κάνει τις «νεαρές μητέρες» να ξεχωρίζουν από τις προηγούμενες δουλειές των Βέλγων δημιουργών; Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου συζητάνε για τη βραβευμένη ταινία που παίζεται στους θερινούς κινηματογράφους της Αθήνας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
American Apparel: Τα βρόμικα μυστικά της πιο ανατρεπτικής εταιρείας των ’00s

Οθόνες / American Apparel: Τα βρόμικα μυστικά της πιο ανατρεπτικής εταιρείας των ’00s

Η American Apparel πουλούσε απελευθέρωση, αλλά πίσω από τις βιτρίνες και το φίνο βαμβάκι το brand ήταν βουτηγμένο στα σκάνδαλα: σεξουαλική παρενόχληση, κατάχρηση εξουσίας και ένα εργασιακό κλίμα που κάθε άλλο παρά cool ήταν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Movies

Οθόνες / Η σπαρταριστή επιστροφή των «Τρελών Σφαιρών» και 9 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Ο Λίαμ Νίσον δείχνει την κωμική στόφα του, η Άλισον Μπρι και ο Ντέιβ Φράνκο πρωταγωνιστούν στην πιο αναμενόμενη ταινία τρόμου της χρονιάς, η νέα ταινία των αδερφών Νταρντέν και 4 επανεκδόσεις – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
Είδαμε την ταινία που διασκευάζει ο Γιώργος Λάνθιμος

Οθόνες / Η ταινία στην οποία βασίστηκε ο Λάνθιμος: Ένα κρυμμένο νοτιοκορεατικό διαμάντι

Η επικείμενη κυκλοφορία του «Bugonia» στάθηκε αφορμή για να επισκεφτούμε ξανά την κινηματογραφική του πηγή, το cult «Save the Green Planet!», έναν από τους κρυμμένους θησαυρούς του νοτιοκορεατικού σινεμά.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

σχόλια

1 σχόλια