Ο Κυριάκος: Η αληθινή ιστορία ενός Έλληνα που σχεδόν καταστράφηκε επειδή αγάπησε μια Τουρκάλα

Ο Κυριάκος: Η αληθινή ιστορία ενός Έλληνα που σχεδόν καταστράφηκε επειδή αγάπησε μια Τουρκάλα Facebook Twitter
9

ΤΟΥ FARUK TUNCAY

Ο Κυριάκος στο τέλος της δεκαετίας του ‘80 ερχόταν μια φορά την εβδομάδα για ένα δίωρο μάθημα. Όταν δεν έπινε διάβαζε Τουρκικά κυρίως για να μαθαίνει φράσεις όπως «δεν μπορώ να σε ξεχάσω», «κατέστρεψα τη ζωή μου», «είμαι δυστυχισμένος» κ.ά. τέτοια. Συνήθως έκλαιγε γοερά ολόκληρη τη δεύτερη ώρα, δείχνοντάς μου ξανά και ξανά εκείνη την ξεθωριασμένη φωτογραφία όπου ποζάριζε καμαρωτός αγκαλιά με την παλιό του έρωτα, την τουρκάλα Εμπρού. Στο τέλος έφευγε με πεσμένους ώμους για το κοντινότερο μπαρ. 


Αν και δε ρωτώ ποτέ τους μαθητές μου για ποιο λόγο μαθαίνουν Τουρκικά και ποιο είναι το επώνυμό ή η καταγωγή τους, ο Κυριάκος, από την πρώτη στιγμή μου τα είπε όλα μόνος του. Με είχε βρει από την αγγελία που τότε εμφανιζόταν κάθε δεκαπέντε μέρες στο ΑΝΤΙ και κάθε Παρασκευή στο Ποντίκι. Τα πρώτα χρόνια της διδακτικής μου πορείας οι περισσότεροι μαθητές με έβρισκαν από αυτά τα δύο έντυπα όπως και από τον Σχολιαστή που τότε κυκλοφορούσε ακόμα. 


Ο Κυριάκος είχε σπουδάσει Νομική στη Γαλλία. Μοναχοπαίδι εύπορης οικογένειας της Μάνης, είχε μεγαλώσει ανάμεσα σε μια ορδή γυναικών που τον φρόντιζαν με αγάπη και αφοσίωση. Έφυγε για το Παρίσι όπου γωνρίστηκε και έκανε παρέα με Έλληνες, κυρίως, και κάποιους Τούρκους φοιτητές. Όλοι τους παιδιά καλών οικογενειών με μεσογειακό ταμπεραμέντο, τακίμιασαν και γρήγορα έγιναν στενοί φίλοι. Ένα από τα κορίτσια των Τούρκων ήταν και η Εμπρού. Ο Κυριάκος, γρήγορα παραχώρησε τη γαρσονιέρα του σ’ έναν συμφοιτητή του που δυσκολευόταν να πληρώνει το νοίκι του, και μετακόμισε στο άνετο ιδιόκτητο σπίτι της Εμπρού που της το είχε αγοράσει ο βιομήχανος πατέρας της. 


Μοναχοκόρη κι εκείνη όπως κι αυτός, το πρώτο καλοκαίρι που πήγαν μαζί διακοπές στην Πόλη τον παρουσίασε κιόλας στην οικογένειά της. Πέρασαν αξέχαστα σ’ εκείνο το πρώτο ταξίδι• βόλτες στον Βόσπορο και στην Προποντίδα, γνωριμία με ανθρώπους, τόπους, μνημεία, έγιναν για τον Κυριάκο οι δρόμοι, η κουζίνα και η καθημερινότητα της Πόλης πράγματα οικεία. Πριν επιστρέψει στο Παρίσι πέρασε λίγο από τη Μάνη να δει τους δικούς του. Και του έγινε συνήθεια πια η διαδρομή Παρίσι, Πόλη, Μάνη και πίσω στο Παρίσι σε κάθε γιορτές και διακοπές. Στην Κωνσταντινούπολη τον Κυριάκο φιλοξενούσε η κοπέλα στο διαμέρισμά της που ήταν στην ίδια πολυκατοικία με αυτό της οικογένειάς της. Ο πατέρας και η μητέρα της τον συμπάθησαν πολύ και χαίρονταν που η κόρη τους αγαπούσε έναν αντάξιό της σύντροφο. Εξαιρετικοί φοιτητές, και με το που πήραν το πτυχίο τους, με άριστα και οι δύο, ο Κυριάκος έκανε πρόταση γάμου στην Εμπρού, ζητώντας, για τυπικούς λόγους, να μιλήσει και με την πατέρα της. Όταν ο άλλος άκουσε τη φράση «Ζητώ το χέρι της κόρης σας!» έσκασε από τα γέλια. «Εδώ την έχεις πάρει ολόκληρη και τώρα ζητάς το χέρι της; Αν κάπου το έχασες, να ψάξω να στο βρω!» του λέει. Ξαφνικά όμως σοβάρεψε και στο δείπνο -οι τέσσερίς τους, γονείς και τα δυο παιδιά- στο τραπέζι της βεράντας που μπροστά της απλωνόταν ολόκληρη η Πόλη και ο Βόσπορος ο πατέρας της μίλησε για το μέλλον. «Είμαι εξήντα χρονών. Δέκα χρόνια σκοπεύω να δουλέψω ακόμα. Σας προτείνω λοιπόν να μην ξεκινήσετε αμέσως τη δουλειά. Δόξα τω Θεώ, λεφτά έχουμε. Πηγαίνετε να δείτε λίγο τον κόσμο, ζήστε τα νιάτα σας, ταξιδέψτε, κι ελάτε μετά να δούμε τι θα γίνει. Αν προτιμάτε ν’ αναλάβετε το εργοστάσιο, θα σας το μεταβιβάσω. Αν έχετε σκοπό να εργαστείτε σε άλλον τομέα μπορούμε να πουλήσουμε τις μετοχές και να ξεκινήσετε ό,τι θέλετε, όπου θέλετε, εδώ, στην Ελλάδα ή κάπου αλλού. Αν πάλι προτιμάτε κάτι άλλο, είμαστε έτοιμοι να σας ακούσουμε. Εγώ κι η μητέρα σας αυτά προτείνουμε.» 


Την άλλη κιόλας μέρα ο Κυριάκος μπήκε στο αεροπλάνο για Αθήνα. Η κοπέλα δεν είχε πατήσει πόδι στη Μάνη, δεν ήξερε τίποτα για την οικογένεια του αγαπημένου της. Πολλές φορές βρέθηκαν σε ελληνικά νησιά τα καλοκαίρια αλλά ούτε ο Κυριάκος άνοιξε κουβέντα για τη Μάνη, ούτε η Εμπρού λησμόνησε την αστική της αγωγή που της επέβαλλε υπακοή στους κανόνες της διακριτικότητας. 


Πριν ακόμα φτάσει στο χωριό το νοικιασμένο αμάξι του Κυριάκου το μανιάτικο γλέντι για την αποφοίτηση του κανακάρη είχε στηθεί. Έφαγαν, ήπιαν, γιόρτασαν με την ψυχή τους και την άλλη μέρα ο Κυριάκος συγκάλεσε οικογενειακό συμβούλιο για να ανακοινώσει στους δικούς του τα ευχάριστα με τον γάμο του. Όλοι, με το που το κατάλαβαν, χάρηκαν περισσότερο απ’ ό,τι με το πτυχίο. 


Έτσι, το άλλο απόγευμα, γιαγιά, θείοι, θείες, ξαδέρφες, μάνα και πατέρας κάθισαν γύρω γύρω στο μεγάλο σαλόνι του σπιτιού και περίμεναν ν’ ανοίξει το στόμα του ο Κυριάκος. Αυτός πάλι, έναν γλωσσοδέτη τον είχε, αφού ναι μεν ήταν σίγουρος πως θα τους πείσει πως η ευτυχία του εξαρτάται από τη συγκεκριμένη κοπέλα, γνώριζε όμως καλά και τις επαρχιώτικες προκαταλήψεις τους. ΄Ωσπου ξαφνικά, «στο κάτω κάτω της γραφής ας πουν ό,τι θέλουν. Την Εμπρού θα την πάρω ο κόσμος να χαλάσει!» σκέφτηκε και παίρνοντας βαθιά ανάσα το ξεκίνησε.


«Ξέρετε, στο Παρίσι όλα αυτά χρόνια ήμουν με μια κοπέλα.»
«Το καταλάβαμε, το καταλάβαμε» είπαν όλοι μαζί περιμένοντας με αγωνία τα υπόλοιπα. 
«Η κοπέλα δεν είναι απ΄τα μέρη μας» είπε χαμηλώνοντας ασυναίσθητα τη φωνή του. 
«Μωρέ, καλό κορίτσι να’ναι κι ας είναι κι Αθηναία!» είπε ο πατέρας του με μεγάλη άνεση.
Ψιλοκόμπιασε ο Κυριάκος μα δεν πτοήθηκε.
«Δεν είναι καν Ελληνίδα!»
«Γαλλίδα είναι;» ρώτησε η μάνα.
«Όχι» ήρθε κοφτή η απάντηση του Κυριάκου. Έτσι οι παρεβρισκόμενοι άρχισαν τις προβλέψεις. 
«Τότε είναι Ιταλίδα!» 
«Όχι!»
«Γερμανίδα μήπως;» 
«Ούτε!»


Τέλειωσαν οι ευρωπαϊκές χώρες, πέρασαν κι από τον παγκόσμιο χάρτη, ρωτώντας μήπως η υποψήφια νύφη είναι από την Αμερική, την Αυστραλία ή τον Καναδά, ώσπου κατέληξαν στα Βαλκάνια με λιγότερο ενθουσιασμό πλέον. Ρωτούσαν για Βουλγαρία, Ρουμανία και άλλες γείτονες χώρες κάθε φορά και πιο σκεφτικοί, ώσπου ο Κυριάκος ψιθύρισε πως η αγαπημένη του είναι από την Κωνσταντινούπολη. 


«Έ, καλά, αφού είναι Ρωμιά δικιά μας είναι, μωρέ!» αναπήδησε στην πολυθρόνα του ο πατέρας με πλατύ χαμόγελο. 
Με την τελευταία δύναμη που του είχε απομείνει ο Κυριάκος απάντησε πως δεν είναι Ρωμιά. Τότε η γιαγιά, σαν η καρέκλα να είχε ελατήριο και την πέταξε ψηλά, σηκώθηκε φουριόζα, πήγε στην κάμαρά της, και γύρισε με την καραμπίνα του παππού, κρεμασμένη δίπλα στο κρεβάτι από τότε που ο Κυριάκος θυμόταν τον εαυτό του και τώρα προτεταμένη προς τον εγγονό της. Πλησίασε, την ακούμπησε στο στήθος του και του είπε με κείνο τον κοφτό τρόπο που μιλούσε πάντα: «Αν τολμήσεις να πάρεις Τουρκάλα, δε θα ξαναπατήσεις το πόδι σου στη Μάνη. Θα σε σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια! Πάρε τώρα τηλέφωνο την Τουρκάλα και πες της πως τελειώσατε. Αλλιώς σήκω και φύγε από δω!» Ακολούθησαν μερικά δευτερόλεπτα σιωπής, όλοι κρατούσαν την αναπνοή τους μέχρι να δουν τι θα κάνει ο Κυριάκος. Με βήματα βαριά ο δυστυχής πλησίασε το τηλέφωνο και σχημάτισε τον αριθμό της Εμπρού που περίμενε με χαρούμενη αναστάτωση να την πάρει να της πει τα ευχάριστα! Είχε φανταστεί, η καημένη, μια υπέροχη παραδοσιακή οικογένεια της επαρχίας σαν κι αυτές που έβλεπε στον κινηματογράφο με την τόσο διαφορετική νοοτροπία, βέβαια, απ’ αυτήν των αστών γονιών της, έτοιμη όμως να αποδεχτεί στο τέλος τα πάντα βάζοντας πάνω απ’ όλα το καλό του γιου.


Όταν ο Κυριάκος της ανακοίνωσε την απόφαση της οικογένειάς του συμπληρώνοντας αμήχανα πως δεν μπορεί να τους αψηφήσει, σίγουρα θα κάθησε για να μην πέσει από την ταραχή της έδειξε όμως πως της φάνηκε φυσιολογικό. Έκλεισαν το τηλέφωνο φιλικά και αλληλοευχήθηκαν τα καλύτερα για το μέλλον. 

Πλησίασε, ακούμπησε την καραμπίνα στο στήθος του και του είπε με κείνο τον κοφτό τρόπο που μιλούσε πάντα: «Αν τολμήσεις να πάρεις Τουρκάλα, δε θα ξαναπατήσεις το πόδι σου στη Μάνη. Θα σε σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια! Πάρε τώρα τηλέφωνο την Τουρκάλα και πες της πως τελειώσατε. Αλλιώς σήκω και φύγε από δω!»


Η Εμπρού μετά από δυο χρόνια παντρεύτηκε κάποιον της σειράς της και έστελνε στον Κυριάκο επί χρόνια στα γενέθλιά του τις ευχές της με τη μοναδική ελληνική φράση που είχε μάθει• «χρόνια πολλά». Ανέλαβε την οικογενειακή επιχείρηση και ασχολήθηκε παράλληλα με την ανατροφή των δυο παιδιών της. 


Παντρεύτηκε και ο Κυριάκος μια κοπέλα από τη Μάνη που επέλεξε η γιαγιά του. Καλό κορίτσι, γέννησε τρία παιδιά και τα μεγάλωνε αγόγγυστα. Εκτός από τις Τετάρτες που ο Κυριάκος ανέβαινε στην Αθήνα μόνο και μόνο για το μάθημα, όλες τις άλλες μέρες της εβδομάδας τις περνούσε πίνοντας. Ξυπνούσε μετά τις 12 το μεσημέρι, έκανε ένα μπάνιο κι έψαχνε τη γιαγιά του. Μόλις την έβρισκε της έδινε ένα μπερντάχι ξύλο και μετά έδερνε τη μάνα του. Η γυναίκα του εργαζόταν την ώρα εκείνη και τα παιδιά τα έκρυβαν μόλις ξυπνούσε ο πατέρας τους. Μόνο δέρνοντας μάνα και γιαγιά ηρεμούσε λίγο ο Κυριάκος και μετά πήγαινε στο καφενείο όπου ξεκινούσε τα τσίπουρα. Το απόγευμα άλλαζε στέκι περνώντας στο μοναδικό καφέ-μπαρ του χωριού ώπου συνέχιζε με ουίσκι ως αργά το βράδυ που τον γυρνούσαν σπίτι σηκωτό ο καφετζής με το γιο του. Ευτυχώς όταν έπινε δε μιλούσε, δε φώναζε, δεν ενοχλούσε. Διάβαζε μόνο. Δεν ξέρω με τι μυαλό, μα διάβαζε• Τουρκικά κυρίως, έχοντας το αναγνωστικό και το τετράδιο στο ένα χέρι και στο άλλο το ποτήρι. Επίσης ξεφύλλιζε ξανά και ξανά κάτι παλιά βιβλία της νομικής που είχε φέρει από το Παρίσι και όλες τις παλιές εργασίες που είχαν κάνει μαζί με την Εμπρού τις τρυφερές ώρες διαβάσματος στο διαμέρισμά της. 


Προσπαθούσε να γεμίσει το τεράστιο κενό που είχε αφήσει μέσα του η Εμπρού, χαϊδεύοντας καθημερινά τα αντικείμενα της περασμένης ευτυχίας τους. Η σχέση του ειδικά με την τουρκική γλώσσα ήταν πραγματικά ερωτική. Χάιδευε τις λέξεις, γευόταν τους φθόγγους σαν να ήταν φαγώσιμοι, στην εκφορά των φθόγγων άκουγε τη φωνή εκείνης. Το μυαλό του βέβαια δεν συγκρατούσε τίποτα. Διάβαζε και ξαναδιάβαζε, αποστήθιζε με μανία μα ύστερα από λίγο οι λέξεις, οι φράσεις, τα γραμματικά φαινόμενα γλιστρούσαν απ’ το μυαλό του και χάνονταν. Εκτός από έναν αθεράπευτο πόνο δεν του είχε απομείνει τίποτα. Όσο κι αν προσπάθησα να μοιραστώ αυτόν τον πόνο δεν τα κατάφερα. 


Μια μέρα δεν ήρθε στο κανονισμένο μάθημά μας κι από τότε δεν άκουσα τίποτα γι’ αυτόν ώσπου -θα ’χαν περάσει πέντε χρόνια- πήρα μια κάρτα από την πιο μακρινή πόλη της Τουρκίας. 


«Δεν μπορούσα να ζήσω άλλο σ’ αυτή την ατμόσφαιρα, δάσκαλε κι αποφάσισα ν’ αντιγράψω το παράδειγμά σου. Απαρνήθηκα έθνος, ταυτότητα, οικογένεια, πατρίδα για να γλυτώσω από τον πόνο που με τρέλαινε. Δεν πίνω πια. Ήρθα εδώ, στο Καρς, γιατί μιλούσες πάντα τρυφερά για την γενέτειρά σου. Μιλάω πια καλά τα Τουρκικά και ζω με μια χαριτωμένη κοπέλα που εργάζεται στην ρεσεψιόν του μεγαλύτερου ξενοδεοχείου της πόλης. Εγώ δουλεύω σ’ έναν ξυλουργό και κάθε μέρα γίνομαι καλύτερος στην τέχνη αυτή που πάντα μου άρεσε, θυμάσαι. Τα δίδακτρα που σου χρωστούσα τα έδωσα σ’ έναν πρόσφυγα που μόλις είχε έρθει απ’ το Ιράκ και κυκλοφορούσε μ’ ένα ελαφρύ σακάκι χειμωνιάτικα. Φαντάζομαι πως κι εσύ το ίδιο θα έκανες. 
Σ’ ευχαριστώ για όλα και πρώτα απ’ όλα για την υπομονή σου.»


Στη θέση της υπογραφής, το όνομα Habip (Χαμπίμπ) που στα αραβικά σημαίνει «αγαπημένος».

Το αγαπημένο τραγούδι του:

 

Ο Faruk Tuncay είναι από την Τουρκία και ήρθε στην Ελλάδα το 1982 ως πολιτικός πρόσφυγας. Ίδρυσε στην Αθήνα το Κέντρο Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμού όπου διδάσκει τουρκικά. Αρθρογραφεί επί χρόνια σε ελληνικά και τουρκικά έντυπα.

Η μαρτυρία αυτή γράφτηκε αρχικά στο fb του και αναδημοσιεύεται με την άδειά του.

 

Βιβλίο
9

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LiFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

6 σχόλια
Κάτι δεν πάει καλά με το συγκεκριμένο άρθρο, οι Τούρκοι είναι πολιτισμένοι, γενναιόδωροι. Οι Έλληνες είναι αγροίκοι μέθυσοι, που βγαίνουν με τα δικανα και βαράνε γιαγιάδες και μανάδες. Δεν ξέρω για την αλήθεια του άρθρου, το γράψε και Τούρκος....
Τυχερή η Εμπρού.Αντε, εντάξει οτι δεν αψήφησε την οικογένεια του, αλλα εκεί με το μπερντάκι ξύλο, τα έχασε.Τυχερή η Εμπρού, γλυτωσε απο έναν χέστη, βιαίο και μεθύστακα.
Ωραίο παραμύθι. Ο πατέρας της κοπέλας ήταν διατεθειμένος να δώσει στα παιδιά πλούτη αμύθητα αλλά ο Κυριάκος επέλεξε να μείνει στα κατσάβραχα λόγω της βάβως Σώμαινας.