Ο παππούς της Μαρίας Παπαδημητρίου είχε το «Ερμείον», αλλά αυτή έκανε την πρώτη της έκθεση σε ένα προποτζίδικο.

Ο παππούς της Μαρίας Παπαδημητρίου είχε το «Ερμείον», αλλά αυτή έκανε την πρώτη της έκθεση σε ένα προποτζίδικο. Facebook Twitter
0
Ο παππούς της Μαρίας Παπαδημητρίου είχε το «Ερμείον», αλλά αυτή έκανε την πρώτη της έκθεση σε ένα προποτζίδικο. Facebook Twitter
Τα παιδιά είναι πάντοτε ένας θησαυρός. Έχουν αγάπη για τη γνώση, έχουν ιδέες, σε εκπλήσσουν πάντοτε με τον τρόπο που σκέφτονται και χρησιμοποιούν τις γνώσεις τους. Είναι όμως φανερό πια και το ζόρισμά τους. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
  • Γεννήθηκα στην Αθήνα, στην Ακρόπολη. Μέναμε στην Παρθενώνος και οι βόλτες μου από μικρό παιδί ήταν στην Ακρόπολη και στο Σύνταγμα. Στον περίπατο που με πήγαινε η μαμά μου περνούσαμε μπροστά από το σπίτι του Παρθένη, που είχε ψηλό τοίχο και παράθυρα-φεγγίτες, και μου έλεγε ότι ο Παρθένης είναι συγκλονιστικός ζωγράφος. Έτσι, μου είχε δημιουργηθεί μια εντύπωση για τους καλλιτέχνες πολύ μεταφυσική, περίεργη.
  • Ο παππούς και οι γονείς μου ήταν ξενοδόχοι. Ο παππούς ήρθε στην Αθήνα από τη Σάμο σε ηλικία 15 ετών και μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να αποκτήσει 3 μικρά ξενοδοχεία στο κέντρο της πόλης. Μετά, έφυγε στον πόλεμο. Όταν επέστρεψε, δεν βρήκε τίποτα κι έτσι σχεδόν μίσησε την ιδιοκτησία. Όμως συνέχισε το ίδιο επάγγελμα, αυτήν τη φορά όχι ως ιδιοκτήτης, αλλά ως επιχειρηματίας. Δύο χαρακτηριστικά ξενοδοχεία του παππού έχουν καταγραφεί έντονα στη μνήμη μου, το ένα για την ομορφιά του και το άλλο για την ιδιαιτερότητά του. Το ξενοδοχείο «Εμπορικόν» ήταν από τα πρώτα κτίρια στην καρδιά της Αθήνας, στην πλατεία Αγίας Ειρήνης, που υιοθέτησαν τις αρχές της αρ νουβό. Τετραώροφο, με εξωτερική διακόσμηση με άτλαντες, μεγάλα γλυπτά και εσωτερικές οροφογραφίες παντού. Ήθελα να το επισκέπτομαι γιατί μου άρεσε να χαζεύω τις ζωγραφιές στα ταβάνια, να ανεβαίνω την τεράστια στρογγυλή σκάλα από το υπόγειο στο δώμα και μετά να την κατεβαίνω, κάνοντας τσουλήθρα στο κάγκελο. To ξενοδοχείο «Ερμείον» είχε άλλη γοητεία. Κι αυτό τετραώροφο, αλλά ο τελευταίος όροφος στέγαζε το σπίτι της οικογένειας και τη μικρή βιοτεχνία της γιαγιάς. Η δουλειά και η ζωή ήταν αξεδιάλυτα μπλεγμένα. Θυμάμαι το μεγάλο χολ μ' ένα μεγάλο τραπέζι στη μέση. Αριστερά και δεξιά δωμάτια, στο βάθος η κουζίνα και οι τουαλέτες, από την άλλη πλευρά μια μεγάλη βεράντα με θέα την Ακρόπολη. Το τι γινόταν μέσα σ' αυτό το σπίτι είναι απερίγραπτο. Η γιαγιά είχε μετατρέψει το μεγάλο δωμάτιο σε εργαστήριο γραβατών και παπιγιόν πολυτελείας, πέντε-έξι κοπέλες δούλευαν σε αυτό. Οι καμαριέρες του ξενοδοχείου πηγαινοέρχονταν και συνεχώς κάτι μαγείρευαν στην κουζίνα για την οικογένεια, τους υπαλλήλους και τους πελάτες. Κόσμος έμπαινε κι έβγαινε συνεχώς. Μόνο τις Κυριακές υπήρχε ησυχία και ο παππούς έπαιρνε μαθήματα ζωγραφικής στο μεγάλο τραπέζι του χολ. Το δίπτυχο σπίτι-εργασία με ενθουσίαζε, πάντα έβρισκες κάποιο ενδιαφέρον επεισόδιο να παρακουλουθήσεις. Στη συνέχεια, έζησα τα εφηβικά μου καλοκαίρια στα ξενοδοχεία των γονιών μου. Ασφαλώς πιο μοντέρνα, λίγο μεγαλύτερα, ποτέ όμως δεν ξεπερνουσαν τα 50-60 δωμάτια. Είχαν, σαν να λέμε τουριστικά, έναν οικογενειακό χαρκτήρα. Ο πατέρας μου είχε διάφορα ξενοδοχεία στην Αθήνα κατά καιρούς, όπως το «Πλάκα», το «Μινώα».
  • Η μητέρα μου μού δίδαξε τη σημασία της παρατηρητικότητας και ο πατέρας μου την αισιοδοξία. Από μικρή έμαθα να παρατηρώ – και παρατηρούσα σε σημείο σχιζοφρενικό. Με την τέχνη έμπλεξα μικρή και κατά λάθος. Ήμουν στη Β' Γυμνασίου, στη Σχολή Hill. Το σχολείο αποφάσισε να κάνει ένα παζάρι τέχνης στο τέλος της χρονιάς. Όποιος είχε ταλέντο, θα μπορούσε να απαλλαγεί από το μάθημα των Θρησκευτικών για να δημιουργήσει τα έργα του. Πίστευα πως ήμουν εντελώς άτεχνη και αδέξια, αλλά για να γλιτώσω τα Θρησκευτικά, δήλωσα καλλιτέχνης. Το εργαστήριο ήταν σε μια μεγάλη αίθουσα με τεράστια τραπέζια γεμάτα μολύβια, χαρτιά, κόλλες, χρώματα, ψαλίδια – δεν ήξερα τι να φτιάξω. Άρχισα δειλά να κόβω χαρτάκια και να συνδυάζω σχήματα και χρώματα. Βλέποντας τα περίεργα κολάζ η υπεύθυνη του εργαστηρίου βροντοφώναξε: «Άρπ, Άρπ, αυτά είναι σαν του Αρπ!». Εγώ, βέβαια, δεν ήξερα ποιος είναι ο Αρπ, γύρισα στο σπίτι μου, έψαξα την εγκυκλοπαίδεια, δεν βρήκα τίποτα. Την άλλη μέρα πήγα στη βιβλιοθήκη του Γαλλικού Ινστιτούτου, βρήκα τον κύριο Αρπ και ενθουσιάστηκα. Έτσι ξεκίνησε η σχέση μου με την τέχνη, από περιέργεια που μετατράπηκε σε αφοσίωση. Μου ταίριαζε πολύ αυτός ο τρόπος έκφρασης, έβγαινε αβίαστα, γιατί με τον προφορικό λόγο είχα τα προβληματάκια μου. Τελειώνοντας το σχολείο, προσπάθησα να πετύχω στην Καλών Τεχνών, αλλά δεν τα κατάφερα. Δεν μπορούσα να συμμορφωθώ με τον τρόπο που η σχολή ήθελε να σχεδιάζουμε τότε.

Οι άνθρωποι που σχετίζονταν στενά μαζί μου από παλιά συνήθως μου έλεγαν ότι ξοδεύομαι μέσα απ' τις σχέσεις μου, επενδύω αλόγιστα στους άλλους και χάνω τον χρόνο μου. Εγώ όμως δεν το έβλεπα έτσι. Η σπατάλη, η ενασχόληση με τον άλλο και τον ξένο είναι τα βασικά εργαλεία της δουλειάς μου

  • Όταν βγήκαν τα αποτελέσματα, από την απελπισία μου αρρώστησα – μεγάλη αποτυχία. Έτσι άρχισε η πρώτη περιπλάνηση. Σε αυτό με βοήθησε ο καλός μου δάσκαλος ο Μίμης Κοντός. Μου είπε: «Μη σε νοιάζει, δεν είσαι εσύ για τέτοιους ακαδημαϊσμούς. Φύγε, ταξίδεψε, να μάθεις πρώτα απ' όλα τον δρόμο. Φύγε και όπου σε βγάλει». Μετά από τέσσερα χρόνια περιπετειών, το 1981, βρέθηκα στο Παρίσι. Εκεί σπούδασα και δεν το μετάνιωσα. Ήταν σίγουρα πολύ καλύτερα. Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα, το 1987, δεν ήξερα σχεδόν κανέναν από τον καλιτεχνικό κύκλο και αυτούς τους λίγους που ήξερα ήθελα να τους ξεχάσω. Νοίκιασα ένα εργαστήριο στην πλατεία Ψυρρή – τότε η περιοχή δεν ήταν τουριστική ατραξιόν με ταβέρνες και μπαρ, είχε βιοτεχνίες με παπούτσια και τσάντες, μαγαζιά με χρώματα, γυαλικά, ένα τυπογραφείο, τον Μπάμπη τον χασάπη, τη Σπατανέικη Ταβέρνα και το προποτζίδικο. Η πρώτη μου έκθεση έγινε στο προποτζίδικο. Ήταν Σάββατο μεσημέρι, ο Μπάμπης είχε τοποθετήσει στον δρόμο έξω από το χασάπικο τραπέζια σκεπασμένα με λαδόκολλες και το γιουβέτσι χύμα. Αυτό ήταν το κέτερινγκ! Η επόμενη μεγάλη, σχεδόν δημόσια παρουσία ήταν σ' ένα εργοστάσιο στη Σίνδο Θεσσαλονίκης. Συστηματικά άρχισα να εκθέτω από τις αρχές του '90. Συνεργάστηκα με την Έπη Πρωτονοταρίου και τον Μάνο Παυλίδη στην γκαλερί Δεσμός. Δεν μπορώ να ξεχάσω τον τρόπο που ιδίως η Έπη ενθάρρυνε όλους εμάς τους νέους καλλιτέχνες, ούτε την Ελένη Κορωναίου, που της οφείλω τη γνωριμία μου με τον Helmut Middendorf, τον Martin Kippenberger, τον Peter Pakesch. Αλλά ούτε και την Κατερίνα Καφοπούλου, που με ακολουθούσε σε όλες τις τρελές μου ιδέες και με βοηθούσε να τις πραγματοποιήσω. Φυσικά, ούτε τον Γιώργο Τζιρτζιλάκη, που η συνεργασία μας συνεχίζεται έως σήμερα.
  • Τότε έμενα στην Αλκμάνος, πίσω από το Holiday Inn. Το σπίτι ήταν κέντρο διερχομένων. Γνωστοί, άγνωστοι, φίλοι φίλων, καλλιτέχνες, πάρτι, ξενύχτια, καφέδες ατελείωτοι, μια παρέα που όλο άλλαζε και μεγάλωνε με βασικό κορμό τον Μίλτο Μανέτα, τον Ηλία Μαρμαρά και τον Δημήτρη Ντογκατζή. Ήμασταν μια ομάδα κρούσης αντισυμβατική, με νέες ιδέες, που επιζητούσε τη ρήξη με τον καθωσπρεπισμό.
Ο παππούς της Μαρίας Παπαδημητρίου είχε το «Ερμείον», αλλά αυτή έκανε την πρώτη της έκθεση σε ένα προποτζίδικο. Facebook Twitter
Είμαι πολύ πεισματάρα. Ιδίως όταν θέλω να κάνω πράγματα. Έχω μάθει όμως στη ζωή μου ότι αυτό το πείσμα και την επιθυμία πρέπει να τα πηγαίνω μέχρι τα όρια όταν αφορούν μόνο εμένα. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
  • Το 1998, και ενώ έψαχνα για παλιά έπιπλα σε φτηνές τιμές στη Δυτική Αττική μαζί με τη φίλη μου Katerina Whurtle, ανακάλυψα μια κοινότητα Ρομά από τη Βόρεια Ελλάδα, που βασική τους ασχολία ήταν τα παλιά αντικείμενα και έπιπλα. Χρησιμοποιούσαν αυτή την υποβαθμισμένη περιοχή στα όρια της πόλης ως τόπο παροδικής ή μόνιμης εγκατάστασης. Ο τρόπος ζωής τους βασίζεται στην ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων, καθώς και μιας διαφορετικής αντίληψης για την εγκατάσταση και τον ιδιωτικό και δημόσιο χώρο. Αυτό που είδα εκεί ήταν η ιδέα ενός πρόχειρου οικισμού, ένα είδος κινητής μετα-αστικής πόλης που εξυπηρετεί τις ανάγκες για προσωρινή στέγαση και τις οικονομικές δραστηριότητες των κατοίκων της. Ο νομαδικός τρόπος ζωής τους και οι ιδιαιτερότητες της κοινότητας, η παράδοσή τους και ταυτόχρονα η περιθωριοποίησή τους από την υπόλοιπη κοινωνία μου έδωσαν την ιδέα για τη δημιουργία ενός συστήματος επικοινωνίας και ανταλλαγής ανάμεσα στους κατοίκους, την καλλιτεχνική κοινότητα, το κοινό και εμένα την ίδια. Το εγχείρημα αυτό το ονόμασα «Προσωρινό αυτόνομο μουσείο για όλους» και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην 25η Μπιενάλε του Σάο Πάολο της Βραζιλίας, σε επιμέλεια της Έφης Στρούζα. Από τότε το έργο αυτό έχει γίνει viral και γνωστό με τα αρχικά Τ.Α.Μ.Α. (Temporary Autonomous Museum for All).
  • Οι άνθρωποι που σχετίζονταν στενά μαζί μου από παλιά συνήθως μου έλεγαν ότι ξοδεύομαι μέσα απ' τις σχέσεις μου, επενδύω αλόγιστα στους άλλους και χάνω τον χρόνο μου. Εγώ όμως δεν το έβλεπα έτσι. Η σπατάλη, η ενασχόληση με τον άλλο και τον ξένο είναι τα βασικά εργαλεία της δουλειάς μου.
  • Στις αρχές του 2000 ο πατέρας μου έπαθε ένα σοβαρό ατύχημα που τον καθήλωσε στο κρεβάτι για τα επόμενα έξι χρόνια, μέχρι τον θάνατό του. Το κυριότερο μέλημά μου ήταν η θεραπεία του. Σταμάτησαν οι κυριακάτικες συγκεντρώσεις στο σπίτι και τα καλέσματα. Ο πόνος δημιουργεί εσωστρέφεια. Έπρεπε να πάρω ορισμένες επείγουσες αποφάσεις και να ασχοληθώ με τη δουλειά του. Είχε απομείνει ένα ξενοδοχείο στον Πειραιά. Το δίλημμά μου ήταν αν θα το κλείσω ή θα το ανακαινίσω για να συνεχίσει τη λειτουργία του. Αμφιταλαντεύτηκα αρκετά, γιατί η εργασία αυτή μου άρεσε και θα μου εξασφάλιζε ένα ασφαλέστερο εισόδημα. Πώς μπορούσα, όμως, να παρατήσω την κοπιαστική και αλλοπρόσαλλη πορεία που είχα κάνει μέχρι τότε στην τέχνη και είχα χτίσει με πολύ κόπο και δαπάνη; Η απόφαση πάρθηκε και τελικά η επιχείρηση έκλεισε. Η σειρά με τα ξενοδοχεία που ακολούθησε στη συνέχεια, με αφετηρία το Hotel Grande στη Λάρισα (2005), είναι αφιερωμένη στον πατέρα μου. Του το είχα υποσχεθεί πως θα έβρισκα έναν τρόπο να συνεχιστεί αυτή η οικογενειακή παράδοση, αλλά αλλιώς.
  • Όταν έκλεισα το ξενοδοχείο, έπρεπε να αδειάσει ολόκληρο μέσα σε 24 ώρες για να περάσει επιθεώρηση. Πήρα τηλέφωνο μια μεταφορική εταιρεία που μου ζήτησε ένα απίστευτο ποσό και είπε ότι όλο αυτό θα χρειαζόταν το λιγότερο τρεις μέρες. Και τότε σκέφτηκα να πάρω τους φίλους μου τους Τσιγγάνους από το Μενίδι, οι οποίοι ήρθαν αμέσως. Γέμισε ο δρόμος τρίκυκλα, μικρά φορτηγά, μεγάλα φορτηγά, μπήκαν μέσα και σε πέντε ώρες διέλυσαν και πήραν τα πάντα. Σκαρφάλωναν, άνοιγαν ντουλάπια, κουβαλούσαν αντικείμενα, επίπλωση, σκεύη, τα πάντα, και τα μετέφεραν, στοιβάζοντάς τα, στο κέντρο της κοινότητάς τους. Από κει και πέρα, καθένας πήρε ό,τι ήθελε, στρώματα, κρεβάτια κ.λπ. Ζήτησαν πολύ λιγότερα χρήματα, έκαναν τη δουλειά αμέσως και τα πράγματα τα μοιράστηκαν ή τα πούλησαν. Στην τελευταία μεταφορά, όταν είχε βραδιάσει πια, ήμουν κι εγώ μέσα στο φορτηγό. Η συναισθηματική φόρτιση ήταν τόσο μεγάλη, που ξέσπασα κι άρχισα να κλαίω. Αυτοί οι άνθρωποι με έβαλαν σε ένα σπίτι, με τύλιξαν με μια κουβέρτα, μου έφταξαν τσάι, οι γυναίκες με χάιδεψαν κι όλο αυτό έγινε τόσο ομαλά, όμορφα και τόσο ανθρώπινα.
  • Τον Σεπτέμβριο του 2011 αποφάσισα να αξιοποιήσω μια μικρή, ξεχασμένη αυλή με ερειπωμένα μικρά δωμάτια ολόγυρα στη βιομηχανική περιοχή της Αθήνας που τυχαίνει να είναι η παλαιότερη γειτονιά της πόλης, τον Ελαιώνα (στην αρχή της αρχαίας οδού που οδηγούσε στα Ελευσίνια Μυστήρια). Συζήτησα την ιδέα μου με την Cathryn Drake και αμέσως δέχτηκε να συμμετάσχει. Πρόκειται για ένα τυπικό αρχιτεκτονικό σύμπλεγμα του 19ου αιώνα. Ζούσαν εκεί φτωχοί άνθρωποι και οι αυλές αυτές ήταν το μέσον επικοινωνίας, αλληλεγγύης και ενότητας. Ο τίτλος του χώρου είναι «Souzy Tros» και ο υπότιτλος «Loveless - Hot Trahanas». Ο τραχανάς είναι μια θρεπτική σούπα της ελληνικής κουζίνας, που συνδέεται κυρίως με τη φτώχεια. Ο τίτλος προέκυψε από μια διάσημη σκηνή της ταινίας του 1969 Η Παριζιάνα, όπου η παχουλή πελάτισσα μιας συνοικιακής μοδίστρας ισχυρίζεται ότι κάνει δίαιτα για να χωρέσει στο καινούργιο φουστάνι, αλλά παχαίνει διαρκώς. «Σούζη, τρως! Και ψεύδεσαι και τρως!» της απαντά η μοδίστρα, φράση που μπορεί να θεωρηθεί αλληγορική, παραπέμποντας στην άρνηση του ελληνικού κράτους απέναντι στην οικονομική κρίση, καθώς και στη γενική παγκόσμια άρνηση να αλλάξουμε τον αδιέξοδο σύγχρονο τρόπο ζωής. Είναι ένα μέρος όπου οι άνθρωποι μαζεύονται και συναντιούνται σε κοινές δραστηριότητες. Ένας νέος τόπος ελεύθερης σκέψης, δημιουργικότητας και διαλόγου.
  • To έργο με το οποίο εκπροσώπησα τη χώρα μας στην 56η Μπιενάλε της Βενετίας 2015, το «Why look at animals? AGRIMIKA», συνίσταται στην ακριβή μεταφορά ενός καταστήματος που βρίσκεται στην περιοχή «Παλιά» της πόλης του Βόλου. Πρόκεται για ένα απομεινάρι του παρελθόντος που εμπορεύεται τομάρια και δέρματα ζώων. Η ταμπέλα του γράφει «ΔΕΡΜΑΤΑ ΜΑΛΛΙΑ ΑΓΡΙΜΙΚΑ» και η πρόσοψή του μαρτυρά εγκατάλειψη. Πλησίασα το θολό τζάμι από περιέργεια και αντίκρισα μια υπέροχη εγκατάσταση εκθεμάτων άγριων ζώων που έχει σταματήσει στον χρόνο. Δεν καταλάβαινα αν ήταν εκθετήριο, καφενείο, σάλα υποδοχής ή αν γινόταν κάποια εμπορική δραστηριότητα. Άνοιξα την πόρτα με δέος, δύο ηλικιωμένοι άνδρες καθισμένοι στη δεξιά γωνία του καταστήματος έπιναν καφέ και συζητούσαν. Ο ένας ήταν ο ιδιοκτήτης. H πραγματικότητα του καταστήματος αποτελεί την έκφραση και την καταγραφή της σπάνιας προσωπικότητας του ιδιοκτήτη, ο οποίος έχει ζήσει ένα μεγάλο μέρος της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας, απέναντι στην οποία έχει κρατήσει κριτική στάση. Ένας σπάνιος άνθρωπος, με αξίες και ήθος. Ο τρόπος που έχει διαμορφώσει/διακοσμήσει τον χώρο του μας φέρνει σε άμεση επαφή με το αγρίμι και μας ζητά να αναμετρηθούμε μαζί του επί ίσοις όροις.
  • Τα τελευταία 16 χρόνια διδάσκω στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Τα παιδιά είναι πάντοτε ένας θησαυρός. Έχουν αγάπη για τη γνώση, έχουν ιδέες, σε εκπλήσσουν πάντοτε με τον τρόπο που σκέφτονται και χρησιμοποιούν τις γνώσεις τους. Είναι όμως φανερό πια και το ζόρισμά τους. Οι περισσότεροι φοιτητές αντιλαμβάνονται ότι δεν έχουν περιθώρια για σπατάλες και οι γονείς δύσκολα μπορούν να βοηθήσουν. Η κρίση έχει κάνει τα παιδιά συνεπέστερα, αλλά και λίγο μελαγχολικά. Θέλουν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους χωρίς να χάνουν χρόνο με τις κομματικές νεολαίες που δεν τους προσφέρουν κάτι ιδιαίτερο. Βέβαια, τα πανεπιστήμια αυτήν τη στιγμή πάσχουν γιατί έχουν ελλειμματική χρηματοδότηση και η πλειονότητα των καθηγητών προσπαθεί με όλο και πιο λίγα μέσα να διατηρήσει το ίδιο επίπεδο σπουδών με προσωπικό κόστος.
  • Είμαι πολύ πεισματάρα. Ιδίως όταν θέλω να κάνω πράγματα. Έχω μάθει όμως στη ζωή μου ότι αυτό το πείσμα και την επιθυμία πρέπει να τα πηγαίνω μέχρι τα όρια όταν αφορούν μόνο εμένα. Αν αφορούν και άλλους, πρέπει να σταματάω εκεί όπου αισθάνομαι ότι οι άλλοι έχουν αδυναμία. Αυτό είναι ένα μάθημα το οποίο πήρα πρόσφατα και το οποίο κάποιος άλλος θα μπορούσε να εκλάβει ως αποτυχία. Εγώ όμως το εκλαμβάνω ως μια πολύ μεγάλη επιτυχία, γιατί έμαθα κάτι πολύ σημαντικό, το οποίο στο μέλλον θα με απαλλάξει από πολλές φασαρίες.

Info:
Το 2003 η Μαρία Παπαδημητρίου κέρδισε το βραβείο του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ. Το 2016 της απονεμήθηκε ο βαθμός της Officier dans l' Ordre des Palmes Académiques από τη γαλλική κυβέρνηση. Αυτήν τη στιγμή συμμετέχει στην ομαδική έκθεση «Οδοιπορικό» στην Γκαλερί Ελένη Κορωναίου (έως τις 4/3) και στα GR80s (Ντίσκο Μόδα, Περίπτερο Δ10, Τεχνόπολις - Γκάζι, έως τις 12/3).

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Οι Αθηναίοι
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αγγελική Αντωνοπούλου

Οι Αθηναίοι / Αγγελική Αντωνοπούλου: «Τι να σου πει η τέχνη με μια τέτοια καθημερινότητα»

Πιστεύει πως πλέον δεν υπάρχουν πολλοί γκαλερίστες ή συλλέκτες που να παθιάζονται με την τέχνη. Είναι σίγουρη, όμως, πως το να ανακαλύπτεις την ομορφιά ή την ανακούφιση στην τέχνη είναι ό,τι πιο αισιόδοξο. Η Αγγελική Αντωνοπούλου αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Εμμανουήλ Καραλής: Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, στο χειροκρότημα και στη λάμψη, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν

Οι Αθηναίοι / Manolo: «Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν»

Έχει μάθει να περνά τον πήχη, να ξεπερνά τους φόβους και να καταρρίπτει στερεότυπα. Θεωρεί ότι η ζωή του αθλητή μοιάζει πολύ με τη ζωή του μοναχού. Ο πρωταθλητής στο άλμα επί κοντώ αφηγείται τη ζωή του και μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τις όμορφες και δύσκολες στιγμές, την ψυχική του υγεία, τον έρωτα, την πίστη και την αγάπη που τον κρατούν όρθιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Αγγελική Στελλάτου

Οι Αθηναίοι / Αγγελική Στελλάτου: «Έχει σημασία να μιλήσω για μένα;»

Το άστρο της ξεχώρισε δίπλα στον Δημήτρη Παπαιωάννου τα πρώτα χρόνια της Ομάδας Εδάφους. Μετά, διέγραψε τη δική της αταλάντευτη πορεία. Η Αγγελική Στελλάτου αφηγείται τη ζωή της στη LiFO, αν και πιστεύει ότι δεν «έχει σημασία να μιλάμε για εμάς σε έναν κόσμο όπου συμβαίνουν πράγματα τρομακτικά»
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι να παραμένεις καλός άνθρωπος»

Οθόνες / Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι η καλοσύνη»

Υπήρξε από τις πιο αναγνωρίσιμες διεθνώς τηλεοπτικές περσόνες, όντας ο κεντρικός παρουσιαστής του MTV. Σήμερα ο 66χρονος τηλεοπτικός παραγωγός, συγγραφέας και σεναριογράφος ζει πλέον μόνιμα στην Αθήνα, όμως ο έρωτας με την Ελλάδα κρατάει από πολύ παλιά. Ο Steve Blame αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θανάσης Τριαρίδης: Οι μετανάστες θα σώσουν τον κόσμο. Χωρίς αυτούς είμαστε χαμένοι

Βιβλίο / Θανάσης Τριαρίδης: «Οι μετανάστες θα σώσουν τον κόσμο. Χωρίς αυτούς είμαστε χαμένοι»

Έγινε αντιρρησίας συνείδησης, γιατί πιστεύει ότι ο στρατός είναι μια δοξολογία εκμηδένισης του άλλου. Άφησε τη Θεσσαλονίκη επειδή τον έπνιγε ο εθνοφασισμός της. Στην Αντίς Αμπέμπα υιοθέτησε την κόρη του, Αργκάνε. Ο συγγραφέας της «Τριλογίας της Αφρικής», Θανάσης Τριαρίδης, αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ανδρέας Αποστολίδης, συγγραφέας, σκηνοθέτης

Οι Αθηναίοι / Ανδρέας Αποστολίδης: «Πλέον το αστυνομικό μυθιστόρημα ανθεί ως παραγωγή, αλλά δεν ανανεώνεται»

Επί δικτατορίας σχετιζόταν με παράνομες οργανώσεις και έφτασε να κατηγορηθεί ως ηθικός αυτουργός της κατάληψης του Πολυτεχνείου. To ταξίδι του με την αστυνομική λογοτεχνια ξεκίνησε με μια μετάφραση του Ρέιμοντ Τσάντλερ. Σειρά πήραν η Χάισμιθ, ο Ελρόι και άλλοι σπουδαίοι συγγραφείς. Μετά, έγραψε τα δικά του μυθιστορήματα, ασχολήθηκε με την αρχαιοκαπηλία και το ντοκιμαντέρ. O Ανδρέας Αποστολίδης αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Νανά Μούσχουρη: «Τραγουδώ σαν να είμαι αρχάρια»

Οι Αθηναίοι / Νανά Μούσχουρη: «Τραγουδώ σαν να είμαι αρχάρια»

Θυμάται ακόμα τα καμιόνια με τους νεκρούς στην κατοχή. Της λείπει η καλοσύνη που είχαν οι παλιοί Αθηναίοι. Ο Μάνος Χατζιδάκις της άλλαξε τη ζωή, ενώ θυμάται ακόμα την παρέα του Φλόκα. Ο Μπομπ Ντίλαν είχε δηλώσει στο «Rolling Stone» ότι αυτή και η Ουμ Καλσούμ είναι οι αγαπημένες του τραγουδίστριες. Η Νανά Μούσχουρη αφηγείται τη ζωή της στη LiFO
ΦΩΤΗΣ ΒΑΛΛΑΤΟΣ
Νεριτάν Ζιντζιρία: «Η Ελλάδα έχει φετίχ να βαφτίζει τους νέους "φαινόμενα"»

Οθόνες / Νεριτάν Ζιντζιρία: «Η Ελλάδα έχει φετίχ να βαφτίζει τους νέους "φαινόμενα"»

Όταν αποφάσισε να γίνει κινηματογραφιστής, του είπαν ότι θα πεινάσει, αλλά με έναν πολύ δημιουργικό τρόπο. Έκανε τις πρώτες του ταινίες κυριολεκτικά με χώμα και νερό, αλλά πλέον τρέχει παράλληλα οκτώ πρότζεκτ. Κάνει σινεμά συνομιλώντας με το σινεμά του Γιάνναρη, του Δαμιανού, του Παπατάκη. Ο Νεριτάν Ζιντζιρία αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
ΕΠΕΞ Γιάννης Μπέζος

Οι Αθηναίοι / Γιάννης Μπέζος: «Ίσως είμαι λίγο παλιομοδίτης»

Δεν έκανε ποτέ διαχωρισμούς ανάμεσα στο εμπορικό και το ποιοτικό. Πιστεύει πως κάνει μια παράξενη και αιρετική δουλειά: να πείσει τον θεατή να ξεχάσει πως είναι ο Μπέζος που πάρκαρε το αυτοκίνητό του έξω από το θέατρο - και να τον ταξιδέψει σε έναν άλλο κόσμο. Είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζένη Μαρκέτου

Οι Αθηναίοι / Τζένη Μαρκέτου: «Οι καλλιτέχνες δεν έχουμε ανακαλύψει τον τροχό»

Στην Αμερική έμαθε πως η τέχνη είναι κοινωνική υπόθεση, πως ο κόσμος δεν εξαντλείται στις γκαλερί. Η πρώτη της παρέμβαση σε δημόσιο χώρο, που προκάλεσε αντιδράσεις, της δίδαξε ότι ένα έργο οφείλει να μοιάζει σαν να υπήρχε πάντα εκεί. Με τη νέα της εγκατάσταση στο Μέγαρο Μουσικής μάς υπενθυμίζει ότι δεν είμαστε οι πρωταγωνιστές της φύσης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Δημήτρης Αντωνακάκης: «Η Αθήνα χρειάζεται γενναίες αποφάσεις»

Οι Αθηναίοι / Δημήτρης Αντωνακάκης: «Η Αθήνα χρειάζεται γενναίες αποφάσεις»

Ως παιδί, σχεδίαζε δρόμους στην άμμο. Αργότερα, υπερασπίστηκε την αρχιτεκτονική ως τέχνη ζωής. Με τη σύντροφο και συνεργάτιδά του Σουζάνα έζησαν μια ζωή όπου το «εγώ» έγινε «εμείς», μέχρι την απώλειά της που τον σημάδεψε βαθιά. Είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ελένη Ερήμου: «Οι άνθρωποι δεν ντρέπονται για τίποτα πια»

Θέατρο / Ελένη Ερήμου: «Οι άνθρωποι δεν ντρέπονται για τίποτα πια»

Παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις ομορφότερες γυναίκες που πέρασαν από το ελληνικό θέατρο και το σινεμά. Από νωρίς επέλεξε να ζει και έξω από το θεατρικό συνάφι. «Δεν μπορώ να ξυπνάω κάθε πρωί και να αναρωτιέμαι τι θα παίξω ή που θα παίξω» δηλώνει ενώ θεωρεί τη μοναχικότητα πηγή δημιουργικότητας. Η Ελένη Ερήμου αφηγείται τη ζωή της στη LifO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αλεξάνδρα Λαδικού: «Δεν νοσταλγώ τίποτα. Πέρασα και ωραία και καλά»

Οι Αθηναίοι / Αλεξάνδρα Λαδικού: «Δεν νοσταλγώ τίποτα. Πέρασα και ωραία και καλά»

Ξεκίνησε από τα καλλιστεία, για μία ψήφο δεν στέφθηκε Μις Κόσμος, έπαιξε δίπλα στον Κουν, υπήρξε μούσα του Τάκη Κανελλόπουλου, αλλά κυρίως του Ανδρέα Βουτσινά. Στα 92 της ακόμα οδηγεί και παρακολουθεί θέατρο, ελπίζοντας πάντα να βρει καλά στοιχεία, ακόμα και σε κακές παραστάσεις.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Νίκος Ζιώγαλας

Μουσική / Νίκος Ζιώγαλας: «Δεν ξέρεις ποτέ πώς θα τα φέρει η ζωή, να είσαι ευγενικός, να παλεύεις για την καλοσύνη»

Aπό πολύ νωρίς, η μουσική τον χτύπησε στο δόξα πατρί, μπήκε σε αυτό το τριπ και δεν βγήκε ποτέ. «Σαν star του σινεμά», «Πάρε με απόψε πάρε με», «Βασιλική», «Βέροια, Θεσσαλονίκη, Αθήνα», «Πέρασε η μπόρα» και για πολλά ακόμα τραγούδια ευθύνεται ο τραγουδιστής και τραγουδοποιός που σήμερα αφηγείται τη ζωή του στη LifO
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
O Δημήτρης Γκιώνης, οι ένδοξες μέρες της «Ελευθεροτυπίας» και το σημερινό μιντιακό σούπερ μάρκετ

Οι Αθηναίοι / O Δημήτρης Γκιώνης, οι ένδοξες μέρες της «Ελευθεροτυπίας» και το σημερινό μιντιακό σούπερ μάρκετ

Ο 81χρονος δημοσιογράφος και συγγραφέας που για δεκαετίες διηύθηνε τις πολιτιστικές σελίδες της Ελευθεροτυπίας, αφηγείται τη συναρπαστική καριέρα του στη LiFO
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ανδρέας Κούρκουλας: «Η μεγάλη απειλή είναι να γίνει η πόλη ένα μεγάλο ξενοδοχείο»

ADM 2025: The Urban Issue / Ανδρέας Κούρκουλας: «Η μεγάλη απειλή είναι να γίνει η πόλη ένα μεγάλο ξενοδοχείο»

Γεννήθηκε στο Χαλάνδρι, ζει στον Λυκαβηττό. Από την απόρριψη του κατεστημένου και την πίστη στη χωρική εμπειρία έως τις προκλήσεις της Αθήνας και το μέλλον των νέων δημιουργών, ο διακεκριμένος αρχιτέκτονας μιλά με πάθος για την ουσία, τις ευκαιρίες και τις πληγές της σύγχρονης πόλης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

Οι Αθηναίοι / Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

«Τρεις Χάριτες», «Βίρα τις Άγκυρες», «Δις εξαμαρτείν», «Safe Sex», «Το Κλάμα βγήκε από τον Παράδεισο», «Μπαμπάδες με ρούμι». Λίγοι μας έχουν κάνει να γελάσουμε τόσο τα τελευταία 30 χρόνια όσο ο Μιχάλης Ρέππας. Ο ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης που εξαιτίας του «το Τζέλα Δέλτα δεν είχε φουγάρα» αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βασίλης Λαμπρινουδάκης: Ο αρχαιολόγος πίσω από το νέο μουσείο της Επιδαύρου

Οι Αθηναίοι / Βασίλης Λαμπρινουδάκης: Ο αρχαιολόγος πίσω από το νέο μουσείο της Επιδαύρου

Από τις ανασκαφές στην Επίδαυρο και τη Νάξο, ο ομότιμος καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας αφηγείται μια ζωή αφιερωμένη στην ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Και όπως λέει, το πιο πολύτιμο εύρημα δεν ήταν αρχαιολογικό – ήταν η γυναίκα του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Fotis Benardo: «Εξάγουμε πολιτισμό, αλλά στην Ελλάδα δεν μας το αναγνωρίζουν»

Μουσική / Fotis Benardo: «Κανένα ΑΙ δεν μπορεί να εκφράσει αυτά που νιώθω, ούτε αυτά που έχω περάσει»

Είναι ο ντράμερ των Nightfall. Έκανε τη μουσική όχημα για τα ταξιδέψει σε ολόκληρο τον κόσμο. Μοιράστηκε τη σκηνή με θρύλους της μουσικής όπως οι Black Sabbath, οι Iron Maiden οι Kiss και οι Motorhead. Πιστεύει πολύ στη νέα μουσική σκηνή της Ελλάδας και ότι ο άνθρωπος θέλει άνθρωπο και όχι ΑΙ. Είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT