Η Επιστροφή (The Revenant)

Η Επιστροφή (The Revenant) Facebook Twitter
2

Βαθιά στην αχαρτογράφητη, άγρια φύση της Αμερικής, o κυνηγός Χιου Γκλας βρίσκεται βαριά τραυματισμένος και εγκαταλελειμμένος από ένα μέλος της ομάδας του, τον προδότη Τζον Φιτζέραλντ. Με ακλόνητη θέληση ως μοναδικό όπλο απέναντι στους κινδύνους, ο Γκλας περιπλανιέται σε ένα φοβερά εχθρικό περιβάλλον, σε μια αδιάκοπη περιπέτεια αναζήτησης και επιβίωσης με στόχο του την εκδίκηση.

Αντί να περιοριστεί σε μια εντυπωσιακή ιστορία επιβίωσης και εκδίκησης, ο Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου μετατρέπει την Επιστροφή σε μια υπερβατική περιπέτεια αναγέννησης και λύτρωσης, που προκαλεί ανάταση και δεν σταματά να επιτάσσει το ενδιαφέρον, με τη δύναμη των εικόνων και την αγριάδα των χαρακτήρων – ένα πανόραμα της αμερικανικής Δύσης, χωρίς να είναι γουέστερν, και ταυτόχρονα αιχμηρό σχόλιο στον βιασμό της φύσης και των ανθρώπων, την ανηθικότητα και την αξιοπρέπεια. Βασίζεται εν μέρει στην αληθινή ιστορία του ιχνηλάτη και παγιδευτή ζώων Χιου Γκλας, ο οποίος εμπορεύεται γούνες με μια ομάδα κυνηγών στα δάση και τις πεδιάδες της αφιλόξενης και επικίνδυνης Αμερικής των αρχών του 19ου αιώνα. Ο Γκλας διχάζεται ανάμεσα στη «λευκή» καταγωγή του και στην επίδραση που δέχτηκε από την κουλτούρα των Ινδιάνων Pawnee, έχοντας παντρευτεί μια γυναίκα της φυλής, η οποία δολοφονήθηκε. Τον συνοδεύει πάντα ο γιος του και οι δυο τους μιλάνε σπάνια αγγλικά, σε μια μορφή οικογενειακής συνωμοτικότητας που τους ξεχωρίζει αυτόματα από το γκρουπ των βλοσυρών κυνηγών.

Αμέσως μετά το ξεκίνημα της ταινίας και την τεχνικά βιρουόζικη σεκάνς της επίθεσης των Ινδιάνων (όπου η κάμερα πετάγεται από πρόσωπο σε πρόσωπο, εξαπολύοντας μια άνευ προηγουμένου visual σκυταλοδρομία, κατά την οποία τα βέλη σφυρίζουν και καρφώνονται σε σάρκες, ενώ η άτακτη φυγή προκαλεί σύγχυση), αρχίζει η ύστατη δοκιμασία του Γκλας: δέχεται επίθεση από μια αρκούδα και μένει αιμόφυρτος κι ετοιμοθάνατος και, καθηλωμένος σε ένα αυτοσχέδιο φορείο, γίνεται τραγικός μάρτυρας της αναίτιας δολοφονίας του γιου του, όντας ανήμπορος να αντιδράσει, από τον προδότη της παρέας, τον σκληροτράχηλο και καχύποπτο Τζον Φιτζέραλντ, χάνοντας έτσι τον μοναδικό δεσμό με το παρελθόν του και μαζί την ελπίδα και την προοπτική του. Από κει και πέρα, παρατημένος ως περιττό φορτίο, ξεκινάει ένα νέο ταξίδι, μια οδύσσεια που ξεπερνά τα στενά όρια της ατομικής επιβίωσης και συνορεύει με τη συνειδητοποίηση, ως επανεκκίνηση, ενός μακάβριου και ποιητικού χορού ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Κουβαλώντας στην πλάτη του δύο αντιδιαμετρικά αντίθετους πολιτισμούς, τον δυτικό της υλικής αποζημίωσης (ο κλασικός frontiersman προς άγραν πόρων) και τη φιλοσοφία των πνευμάτων που διακρίνει τους ξεριζωμένους γηγενείς, περιπλανιέται σε έναν κόσμο που περιβάλλεται από ένα τοπίο που κόβει την ανάσα και απειλεί κάθε λεπτό, με τις καιρικές συνθήκες σταθερά πολικές και τη φύση να αντιστέκεται σθεναρά, περνώντας από τα στάδια του πένθους, της οργής, της εκδίκησης, του υπολογισμού και, τέλος, του δέους.

Σε αυτή την αποστολή βουβής, κυρίως, υπαρξιακής αναζήτησης, ο Ινιάριτου ταυτίζεται ιδιότυπα, αλλά όχι ανεξήγητα με τον ήρωα, στις οραματικές επισκέψεις που διαδραματίζονται στην ψυχή του και φανερώνονται στα μάτια του, στην οριακή κατάσταση της επαναφοράς του στη ζωή, στο μετέωρο βήμα ανάμεσα στο Θείο και τη Γη. Από τη μια, ο Γκλας συνδέεται περισσότερο με τη θρησκευτική διάσταση της φύσης, και αποκτά με κόπο και κίνδυνο τον σεβασμό που τόσα χρόνια αναιρούσε καταπατώντας την, αναγκαστικά. Βλέπει τη νεκρή γυναίκα του και το παιδί του σε μια γκρεμισμένη εκκλησία, ένα τέμπλο στη μέση του πουθενά, ως υπενθύμιση της χαμένης του ισορροπίας. Ως άθεος, όπως δηλώνει ο ίδιος, με χριστιανική ανατροφή, ο Μεξικανός Ινιάριτου δηλώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη, στην πραγματική τιμή και υποχρέωση ενός ανθρώπου σε αντίθεση με την άσφαιρη, κληρονομημένη διδαχή, όντας ένας οραματιστής που παλεύει, με πολυτέλεια ομολογουμένως, αλλά φαντάζομαι και προσωπικό κόστος, να εφαρμόσει τις ιδέες του σε μια άλλη χώρα. Χρησιμοποιεί το συντακτικό του Τέρενς Μάλικ (ας μην ξεχνάμε πως οι δύο σκηνοθέτες μοιράζονται τον ίδιο οπερατέρ, τον μάγο του φυσικού φωτός με την αέναη κάμερα Εμάνιουελ Λουμπέτσκι αλλά και τον διευθυντή παραγωγής Τζακ Φισκ), αλλά δεν παραδίδεται σε ασύντακτες, αυθαίρετες σκηνές, ακολουθώντας μια δεινή, προσαρμοσμένη στα μέτρα της εποχής και του θέματος, αφήγηση, με πλοκή και σασπένς, επικαλούμενος νοερά την υπερμεγέθη κλίμακα των ταινιών του Βέρνερ Χέρτσογκ, χωρίς ωστόσο κάποιον με τη μεγαλομανία ή την τρέλα των Αγκίρε και Φιτζκαράλντο.

Μετά τις τρεις πρώτες, αξέχαστες σεκάνς, τη ζαλιστική μάχη, την επίθεση με την αρκούδα και τη δολοφονία του γιου, εμπιστεύεται τον πλήρως αφοσιωμένο Λεονάρντο Ντι Κάπριο για να σηκώσει ένα αβάσταχτο βάρος, ψυχικό και σωματικό, και ο Αμερικανός παραδίδει την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του, συνδυάζοντας απόλυτα την απέλπιδα προσπάθεια, το φλερτ με τον θάνατο, την έξοδο από την παραζάλη του σκότους και την υπεράνθρωπη αποφασιστικότητα – σπάνια πλέον ένας χαρακτήρας καλείται να μιλήσει τόσο δυνατά χωρίς λόγια, και η ευκαιρία που δόθηκε στον Ντι Κάπριο με τον Γκλας είναι σπάνια και απολύτως κερδισμένη. Στον αντίποδά του, ο Τομ Χάρντι, που βρυχάται χαμηλόφωνα σαν να έχει βώλους στο στόμα, τροφοδοτεί την κίνηση προς τα μπρος του Γκλας, με την αντίστασή του προς οποιαδήποτε αξία. Κανείς από τους δύο δεν έχει τίποτε να χάσουν, αλλά η νοοτροπία τους είναι έκδηλα διαφορετική, γι' αυτό και ποτέ δεν μπερδεύονται στο μωσαϊκό τυχαιότητας και ματαιότητας που χαρακτήριζε τους καταπατητές εκείνης της περιόδου. Αλλά για να μη συγκρίνουμε δύο άνισης διάρκειας και σπουδαιότητας ρόλους, η ταινία ανήκει στον Ντι Κάπριο που καυτηριάζει πληγή με αυτοσχέδιο μπαρούτι, κοιμάται σε σχεδόν ζωντανό κουφάρι ζώου και, μεταξύ αστείου και σοβαρού, τρώει το ξύλο της αρκούδας!

Παρόμοιας θεματικής με τον Τζερεμία Τζόνσον, ο Αλύγιστος του Σίντνεϊ Πόλακ και περισσότερο με το Man in the Wilderness του Ρίτσαρντ Σαράφιαν, αλλά άλλης αισθητικής, η Επιστροφή είναι ένα πανάκριβο, ενήλικο έπος που πραγματεύεται από άλλη αφετηρία την κατάκτηση της Δύσης, μακριά από ηρωισμούς, λογύδρια, μελοδραματικά ξεσπάσματα, ερωτικές παρεμβολές και συμφωνικές μουσικές – το σκορ του Ριούτσι Σακαμότο, που ενανέρχεται έπειτα από πολύ καιρό, φέρνει στον νου κάποιες διακοπτόμενες μουσικές φράσεις από το Τσάι στη Σαχάρα. Τη τελευταία φορά που είδαμε έναν ήρωα να χάνεται στη φύση για να διεκδικήσει το δικαίωμα στην ελευθερία του ήταν στο Into the Wild του Σον Πεν, όπου ο Εμίλ Χερς, ως αγνός libertarian, αντέτασσε τον ατομισμό του στον συστημικό κομφορμισμό, πολλά χρόνια μετά την ασύδοτα άνομη πρώιμη Αμερική των καθόλου ιδεαλιστών πιονιέρων. Οι εικόνες του Πεν εστιάζονταν στην επιβίωση και το κρυφτό ενός προηγμένου ανένταχτου, ενώ ο Ινιάριτου επιχειρεί το αντίθετο, τη μετάβαση του ανθρώπινου αγριμιού στον συλλογικό πολιτισμό. Κι όμως, παρά τον πεισματάρικο ρεαλισμό, την αταλάντευτη τραχύτητα, το όνειρο ενός καλύτερου κόσμου παραμένει ζωντανό. Μόνο, ωστόσο, με θυσία, καθώς ξεκινάει με σφαγή ζώων και τελειώνει με ανθρώπινο αίμα.

Σκηνοθεσία: Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου

Πρωταγωνιστούν: Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Τομ Χάρντι, Ντόναλ Γκλίσον, Ουίλ Πούλτερ, Λούκας Χάας, Πολ Άντερσον

Βαθμολογία: 4,5/5

2

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Είναι η «Κιούκα» η «ελληνική ταινία της χρονιάς»;

The Review / Τι είναι αυτό που κάνει την ταινία «Κιούκα» να συζητιέται τόσο;

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την ταινία «Κιούκα: Πριν το τέλος του καλοκαιριού» του 31χρονου Κωστή Χαραμουντάνη. Πώς καταφέρνει το όραμα ενός millennial σκηνοθέτη να ξεχωρίζει στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά — και γιατί αξίζει την προσοχή μας;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Οθόνες / Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Με αφορμή την έξοδο του «Oh, Canada» στις εγχώριες αίθουσες, ανατρέχουμε στο σύνολο της καριέρας ενός σταρ που οι περισσότεροι θεωρούμε δεδομένο, ίσως επειδή όσα κάνει στην οθόνη φαντάζουν τόσο ανεπιτήδευτα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ανταπόκριση από τις Κάννες / Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ως άλλος Αμερικανός στο Παρίσι του ’60, ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ με τη φετινή του συμμετοχή, το ασπρόμαυρο «Nouvelle Vague», αποτίνει φόρο τιμής στον θρυλικό auteur του γαλλικού Νέου Κύματος, υπενθυμίζοντάς μας την τέχνη (και το θράσος) της νεότητας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Οθόνες / Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Ο Θοδωρής Σελέκος μεγάλωσε στο Νέο Ηράκλειο και ασχολείται με τον κινηματογράφο . Στα πρώτα του βήματα ήταν μέρος της κολεκτίβας ATH KIDS. Έχει σκηνοθετήσει βιντεοκλίπ για καλλιτέχνες όπως ο Ethismos, ο Saske, οι Sworr και διαφημιστικά για brands όπως η Muerte Inc. Παλιότερα άκουγε περισσότερη hip-hop μουσική. Τώρα ακούει jazz και soul. Η πρώτη ταινία μικρού μήκους του ονομάζεται «Can you water a garden with tears?». Του αρέσει η ησυχία και οι αργές ταινίες.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΚΟΥΛΑΚΗ
Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Κάννες 2025 / Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Στην τελετή έναρξης του Φεστιβάλ Καννών, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο εξαπέλυσε για ακόμη μία φορά σφοδρή κριτική κατά της αμερικανικής πολιτικής, μια μικρή γαλλική ταινία εγκαινίασε το φεστιβάλ, ενώ οι λαμπερές σταρ υποχρεώθηκαν να περιορίσουν τις ημίγυμνες εμφανίσεις τους στο κόκκινο χαλί.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ;

Οθόνες / Λεός Καράξ: Ποιος είναι ο σκηνοθέτης του Holy Motors;

«Δεν είμαι εγώ», δηλώνει ο ασυμβίβαστος Γάλλος δημιουργός στον τίτλο της φιλμικής του αυτοβιογραφίας, εντείνοντας το μυστήριο γύρω από το πρόσωπό του και προσθέτοντας ακόμη μία ψηφίδα σε ένα συναρπαστικό καλλιτεχνικό work in progress.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Μυθολογίες / «Όποτε θέλω να κλάψω, βλέπω το The Hours»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Το πρώτο ερωτικό σκίρτημα ήρθε με το Persona του Μπέργκμαν. Όταν είδε το Happy Together του Wong Kar-Wai, ήθελε να ουρλιάξει. Τα παθιασμένα συναισθήματα έχουν τον πρώτο λόγο στην κινηματογραφική λίστα του ηθοποιού και σκηνοθέτη.
«Becoming Led Zeppelin»: Το χρονικό του βαρύτερου ροκ συγκροτήματος όλων των εποχών

Pulp Fiction / Led Zeppelin: Ένα ντοκιμαντέρ για το «βαρύτερο» ροκ συγκρότημα όλων των εποχών

Το ντοκιμαντέρ «Becoming Led Zeppelin» του Μπέρναρντ ΜακΜάχον παρουσιάζει την ιστορία του θρυλικού hard rock συγκροτήματος, φωτίζοντας το background των μελών του και τις περιστάσεις που οδήγησαν στην ίδρυσή του, φτάνοντας μέχρι και την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ τους και την απαρχή της απόλυτης δόξας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
movies

Οθόνες / Η Σταχτοπούτα αλλιώς και 5 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Το διάσημο παραμύθι γίνεται ταινία τρόμου, εφηβικά δράματα και η καινούργια σκηνοθετική δουλειά του διεθνούς φήμης Έλληνα διευθυντή φωτογραφίας Φαίδωνα Παπαμιχαήλ – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
Φαίδων Παπαμιχαήλ: «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Pulp Fiction / «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Με αφορμή τη νέα του ταινία, ο σημαντικός διευθυντής φωτογραφίας και σκηνοθέτης Φαίδων Παπαμιχαήλ αφηγείται στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο τη συναρπαστική διαδρομή της ζωής του από τα πρώτα του βήματα μέχρι τις μεγαλύτερες στιγμές της καριέρας του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
El Eternauta: Το θρυλικό κόμικ μεταφέρθηκε στο Netflix σε μια σειρά υψηλών προδιαγραφών

Daily / El Eternauta: Το θρυλικό κόμικ μεταφέρθηκε στο Netflix σε μια σειρά υψηλών προδιαγραφών

«Ο κοσμοναύτης του απείρου» έκανε πρεμιέρα πριν από μερικές μέρες, σε μια μεταφορά αντάξια του θρύλου που συνοδεύει τόσο το έργο όσο και τον δημιουργό του, ο οποίος βρήκε τραγικό τέλος στα χέρια της αργεντινής χούντας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ

σχόλια

2 σχόλια
Ένα μόλις χρόνο μετά την επιτυχία του birdman,ο ταλαντούχος μεξικανός Ινιάριτου επιστρέφει δυναμικά για να επαναλάβει τον καλλιτεχνικό του θρίαμβο από την ανάποδη:η κλειστοφοβική ατμόσφαιρα των (κυριολεκτικά και μεταφορικά)θεατρικών παρασκηνίων δίνει την θέση της στο ανοιχτό και αφιλόξενο περιβάλλον της αχανούς φύσης της βόρειας Αμερικής.Το The Revenant είναι μία δραματική περιπέτεια ωμής επιβίωσης με εμβάθυνση στους χαρακτήρες και οικολογικές και ιστορικές προεκτάσεις,η οποία εντυπωσιάζει με τον ρεαλισμό της και την δύναμη των εικόνων της,δίχως να προσφέρει κάτι το δραματουργικά καινούργιο στις παρόμοιες ιστορίες που έχουμε μάθει να απολαμβάνουμε από την έβδομη τέχνη.Η διαφορά,λοιπόν,της ταινίας από τις υπόλοιπες(και δεν είναι και λίγες)ταινίες του είδους,έγκειται εδώ ακριβώς:στον τρόπο παρουσίασης του θέματος,όπου ο Ινιάριτου αποδεικνύεται έξοχος storyteller,άξιος να εισέλθει στο πάνθεον των σπουδαίων,εάν συνεχίσει το ίδιο αποφασιστικά(κακά τα ψέμματα,δύο πολύ καλές ταινίες δεν είναι αρκετές για τον τίτλο του auteur).Πως,λοιπόν,επιλέγει να μας πει την ιστορία του Glass ο σκηνοθέτης;Αρχικά,προτιμά μία αφήγηση στρωτή,απλή και ως επί το πλείστον χρονικά γραμμική,με κάποια εξαιρετικά flashback.Η όλη μαγεία της θέασης,όμως,της ταινίας είναι τα θεσπέσια travelling,που,βλέποντάς τα,καταλαβαίνεις για ποιό λόγο ονομάστηκαν έτσι:η κάμερα κυριολεκτικά ταξιδεύει σ' όλο τον περιβάλλοντα τον κεντρικό ήρωα χώρο με σπάνια cut,όπου δεν γινόταν αλλιώς,φτάνοντας στο σημείο να σε ζαλίζει η παρακολούθηση του έργου,αποτυπώνοντας κατ' αυτόν τον μοναδικό τρόπο την αίσθηση της περιπέτειας και της μοναξιάς που βιώνει ο πρωταγωνιστής,αλλά και την περικύκλωσή του από παντοειδείς εχθρούς.Ο Ινιάριτου αποθεώνει το μεγαλείο,αλλά και την απειλή της φύσης με γενναιόδωρα γενικά πλάνα,ενώ ισόποσα εκθειάζει και τον Άνθρωπο με (πολύ)κοντινά πλάνα,όπου όλη η αγωνία και ο πόνος που ταλανίζουν τον (πραγματικά)ήρωα,μεταδίδονται αναγκαστικά και σε μας.Μάλιστα,το πέρασμα από το γενικό κάδρο στο κοντινό δεν γίνεται με cut,αλλά με,ενίοτε βίαιες,ενίοτε απαλές,πανοραμικές κινήσεις της κάμερας,ώστε ν' αντιληφθούμε πως αυτά που συμβαίνουν στα πέριξ,έχουν άμεσο αντίκτυπο ("επιστρέφουν")στην ζωή και ψυχή του ανθρώπου στον οποίο εστιάζει τελικά ο φακός και το αντίστροφο.'Οποτε δε χρειαστεί,ο εικονολήπτης πέφτει στο έδαφος και οι θεατές γινόμαστε ένα με το χώμα,για να νοιώσουμε στο πετσί μας κι εμείς όπως ο DiCaprio,όταν τον θάβουν ζωντανό και σέρνεται έξω από τον τάφο του,φέρνοντας στην μνήμη τον πρωτεργάτη του κόλπου,Orson Welles. Αλλά,ο τελευταίος δεν είναι ο μόνος στον οποίο χρωστά χάρη ο μεξικανός:όλη η αισθητική και τεχνοτροπία του revenant είναι tribute στην φιλοσοφία και πρακτική εικονοποίησης του Τέρενς Μάλικ.Ο Ινιάριτου αποδεικνύεται ιδανικός μαθητής ενός πραγματικού auteur,αντλώντας έμπνευση από σχεδόν όλα όσα χαρακτηρίζουν το σινεμά του αμερικανού:υπαρξιακή φιλοσοφία,βαθυστόχαστες αναζητήσεις για την κοινωνία,τη βία και τη ζωή,λατρεία και δέος για την φύση και το σύμπαν,ως προς την ψυχή,το είναι μίας ταινίας,ταχύτατα,ζαλιστικά travelling,μεθυστικές εικόνες και οργιαστικές κινήσεις της κάμερας που ορμάνε στα πρόσωπα,σε συνδυασμό με επική,υποβλητική μουσική,ως προς το φαίνεσθαι.Είναι στιγμές που ένοιωθα πως έβλεπα τα the new world και thin red line,τέτοια ομοιότητα σε ουσία και τεχνική!Αξίζει να αναφέρουμε και τους έξυπνους συμβολισμούς του έργου:revenant σημαίνει,σύμφωνα με την wikipedia,ένα ορατό φάντασμα που επιστρέφει από τον κόσμο των νεκρών για να τρομοκρατήσει τους ζωντανούς.Όταν,λοιπόν,ο DiCaprio σύρεται έξω από το τάφο και βρίσκεται πάνω από το πτώμα του γιού του,εκπνέει,με τον αχνό του να γίνεται σύννεφο που ταξιδεύει προς το βάθος ενός φωτισμένου ουρανού(υποδηλώνοντας έναν πιθανό θάνατο)και στο επόμενο πλάνο, ο αχνός γίνεται ο καπνός της πίπας που καπνίζει ο δολοφόνος,για τον οποίο θα επιστρέψει(;) ο πρώτος από τον τάφο με σκοπό να εκδικηθεί.Επίσης,στην αρχή της ταινίας,όταν κυνηγάνε το ζώο-θήραμά τους,ακούγεται το κελάρυσμα του νερού από το ποτάμι,τον ίδιο ήχο που ακούμε,ως μουσική υπόκρουση αυτήν την φορά,στο τέλος της ταινίας,όταν ξεκινούν να κυνηγάνε τον Hardy,τον άνθρωπο-θήραμα.Τέλος,λίγα λόγια για την υποδοχή του φιλμ από την καλλιτεχική κοινότητα:δεν υπάρχει αμφιβολία πως είναι μία πανάξια οσκαρική ταινία,που αξίζει και τα τρία όσκαρ που κέρδισε,αλλά ειδική μνεία πρέπει να γίνει για την νίκη του Emmanuel Lubezki,του διευθυντή φωτογραφίας,για την ανυπέρβλητη δουλειά που έκανε με τον φυσικό φωτισμό του έργου,μία νίκη που επισκιάστηκε απ' αυτήν του DiCaprio και του σκηνοθέτη και πέρασε σε δεύτερη μοίρα,ενώ όχι μόνο είναι ισάξια αλλά και,στα σημεία,ανώτερη από τους δύο τελευταίους.