"Παιδιά, τελικά θα φάμε στις έντεκα"

Facebook Twitter
0

Υπήρξαν εποχές παλιές που το να βρεθείς σε επίσημο δείπνο είχε πρωτόκολλο σα να ήσουν καλεσμένος στης ίδιας της Βασίλισσας. Κατά τη βικτωριανή εποχή το τελετουργικό είχε φτάσει στο απόγειό του. Τα παιδιά έπρεπε να μάθουν τους κανόνες από πολύ μικρή ηλικία και οι συνήθειες δεν αφορούσαν μόνο στην ανώτερη τάξη αλλά και στα μεσαία στρώματα.


Η πρόσκληση

Οι προσκλήσεις ήταν γραπτές και έπρεπε να σταλθούν 12 μέρες πριν. Κάθε καλεσμένος έπρεπε να απαντήσει άμεσα και γραπτά ώστε να μπορούν οι οικοδεσπότες να καλέσουν άλλους. Σε περίπτωση που κάποιος δε μπορούσε να παραβρεθεί, έπρεπε να γράψει και το λόγο. Ήταν ύψιστης σημασίας η έγκαιρη προσέλευση: η άφιξη μπορούσε να γίνει μέχρι και 10 λεπτά νωρίτερα, αλλά οπωσδήποτε όχι αργότερα.

Η ώρα του δείπνου ήταν μεταξύ 5 και 8. Αν η πρόσκληση ήταν για πριν τις 6 τότε το δείπνο ήταν «ανεπίσημο», μετά από τις 6 «επίσημο». Η διαφορά για τους καλεσμένους ήταν στο ύφασμα των ρούχων.

Οι καλεσμένοι

Το σύνολο των καλεσμένων δεν έπρεπε να ξεπερνάει τα 12 άτομα γιατί αυτός ο αριθμός θεωρείτο κατάλληλος για ομαδικές συζητήσεις. Όλοι έπρεπε να είναι περίπου της ίδιας κοινωνικής τάξης.

Σε κάθε άφιξη καλεσμένου γινόταν «ανακοίνωση» από τον μπάτλερ και η οικοδέσποινα υποδεχόταν τον καθένα ξεχωριστά σε δωμάτιο δίπλα στην τραπεζαρία. Ήταν υποχρέωση της οικοδέσποινας να αποφασίσει ποιος θα ήταν συνοδός ποιας κυρίας.

Ο οικοδεσπότης έμπαινε πρώτος στην τραπεζαρία μαζί με την πιο σημαντική κυρία της βραδιάς, αυτό σημαίνει είτε τη γηραιότερη ή αυτή της ανώτερης τάξης, ακόμα την πιο πρόσφατα παντρεμένη ή κάποια που μόλις μετακόμισε στην περιοχή. Όλοι οι κύριοι έπρεπε να μείνουν όρθιοι μέχρι να καθίσουν όλες οι γυναίκες. Τελευταία έμπαινε στο δωμάτιο η οικοδέσποινα μαζί με συνεργάτη του άντρα της. Οι κυρίες έβγαζαν τα γάντια τους καθισμένες, οι άντρες λίγο πριν πάρουν τη θέση τους στο τραπέζι.

Τα παντρεμένα ζευγάρια έπρεπε να χωρίσουν και να καθίσουν αντικριστά. Η διάταξη στο τραπέζι έπρεπε να είναι διαδοχικά άντρας/γυναίκα και η υποχρέωση κάθε κυρίου ήταν να κάνει small talk και στις δύο κυρίες, δεξιά και αριστερά του. Οι δύο οικοδεσπότες καθόταν στις δύο άκρες του τραπεζιού, ενώ οι δικοί τους συνοδοί στα δεξιά τους.

Η ώρα του φαγητού

Η τραπεζαρία ήταν το πιο μεγαλοπρεπές δωμάτιο του σπιτιού: τα χρώματα στους τοίχους ήταν κατά προτίμηση σκούρα, το μαύρο ήταν συνηθισμένη επιλογή, όπως και το σκούρο ξύλο. Το τραπέζι είχε συνήθως λευκό τραπεζομάντηλο και στα σερβίτσια η οικοδέσποινα έκανε επίδειξη όλης της συλλογής της σε πορσελάνες και κρύσταλλα σε σημείο που κάθε καλεσμένος έφτανε να έχει από 8 μέχρι 12 σετ μαχαιροπήρουνων. Στις μεγάλες παρέες ήταν απαραίτητη μία κάρτα με υπόδειξη της σωστής θέσης.

Το σύνθημα για να αρχίσουν όλοι να τρώνε ήταν το ξετύλιγμα της πετσέτας από την οικοδέσποινα.

Κατά τη διάρκεια του φαγητού το σερβίρισμα γινόταν από υπηρέτες με αθόρυβα παπούτσια και γάντια- οι καλεσμένοι έτρωγαν σα να μην υπήρχαν. Κάθε κύριος ήταν υπεύθυνος μόνο για τη συνοδό του κι έπρεπε να φροντίσει πρώτα γι’ αυτήν και στη συνέχεια για τον εαυτό του.

Η συζήτηση έπρεπε να ξεκινάει από την οικοδέσποινα η οποία έπρεπε να βρίσκει θέματα ευχάριστα που δε φέρνουν κανέναν σε δύσκολη θέση ώστε να κυλάει ευχάριστα και χωρίς κενά. Η συζήτηση δεν έπρεπε να ξεφύγει ποτέ από τα ανάλαφρα θέματα: κάθε αναφορά σε οικονομικά ζητήματα ήταν αγένεια, όπως οι συναισθηματικές εκδηλώσεις ή οι χειρονομίες. Τα σχόλια για το φαγητό έπρεπε να είναι μετρημένα- ούτε ιδιαίτερα ενθουσιώδη αλλά ούτε και αδιάφορα.

Η διάρκεια του δείπνου έπρεπε να κρατάει από μισή μέχρι μία ώρα. Ήταν σημαντικό να τελειώσουν όλοι το φαγητό ταυτόχρονα, οπότε ήταν και δική της υποχρέωση να παρακολουθεί την πορεία και να ρυθμίζει αναλόγως την ταχύτητα. Αντίστοιχα οι καλεσμένοι έπρεπε να παρακολουθούν την οικοδέσποινα για να συγχρονιστούν μαζί της.

Σύνθημα λήξης

Όταν το φαγητό τελείωνε, η οικοδέσποινα έδινε το «σύνθημα» κάνοντας έντονη οπτική επαφή με την πιο σημαντική καλεσμένη: αυτές οι δύο ταυτόχρονα δήλωναν τη λήξη και όλες οι γυναίκες έπρεπε να σηκωθούν. Μαζί τους σηκωνόταν και όλοι οι άντρες, μέχρι να φύγουν οι κυρίες από το δωμάτιο. Οι κύριοι τότε πήγαιναν στο καπνιστήριο για πούρα και κάποιο αλκοολούχο ποτό.

Μέσα στην επόμενη εβδομάδα, όλοι οι καλεσμένοι, είτε μπόρεσαν να παραβρεθούν είτε όχι, έπρεπε να στείλουν ένα ευχαριστήριο σημείωμα στην οικοδέσποινα.

Γεύση
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT
«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

Γεύση / Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

«Όπου υπάρχουν συκιές, λίγο πιο πέρα αρχίζουν τα βότσαλα και μετά η Μεσόγειος και μετά το χταπόδι. Και κάπου, σ’ ένα πανηγυρικό τραπέζι, συναντώνται το χταπόδι και τα σύκα. Μαγειρεμένο το χταπόδι, μαγειρεμένα και τα λιόκαφτα, ξερά σύκα».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Η ιεροτελεστία του πανηγυρικού πιλαφιού του Δεκαπενταύγουστου στο Καρπάθιο

Γεύση / Tα πιλάφια του Δεκαπενταύγουστου: Έτσι τιμούν τη μεγάλη γιορτή σε Κάσο και Κάρπαθο

Ακολουθώντας τελετουργικό χρόνων, στήνουν καζάνια πάνω σε φωτιές και φτιάχνουν πιλάφι, κρέας κοκκινιστό και τηγανητές πατάτες για να τιμήσουν τη μεγαλύτερη γιορτή του καλοκαιριού.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Agora symi

Γεύση / Agora: Η πιο γραφική ανηφόρα της Σύμης οδηγεί σε μια κουζίνα με χαρακτήρα

Σε ένα μικρό μπαλκόνι με θέα τα παστέλ αρχοντικά της Σύμης, ο Χρήστος Σιδηρόπουλος σερβίρει μια ελληνική κουζίνα που συνομιλεί με το παρελθόν χωρίς να το αντιγράφει – μιλάει χαμηλόφωνα, αλλά ακούγεται καθαρά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Οι ανθοί της cucina povera

Γεύση / Κολοκυθανθοί: Τα λουλούδια της φτωχής αλλά σοφής κουζίνας

Τα άνθη που είτε βουτιούνται στο κουρκούτι είτε γίνονται τροφαντός ντολμάς κρύβουν φθαρτή ομορφιά και μεγάλη γευστική παράδοση — πολύ πριν ο οδηγός Michelin αναδείξει τάσεις σαν το zero waste και το «από το χωράφι στο τραπέζι».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Αμπέλι, άστρα και συναίσθημα: Ο Θοδωρής Κοντογιάννης και η βιοδυναμική οινοποίηση

Το κρασί με απλά λόγια / Αμπέλι, άστρα και συναίσθημα: Ο Θοδωρής Κοντογιάννης και η βιοδυναμική οινοποίηση

Πώς επηρεάζει η αστρονομία τις καλλιεργητικές πρακτικές στο αμπέλι; Η Υρώ Κολιακουδάκη και ο Παναγιώτης Ορφανίδης σε μια συζήτηση με τον Θοδωρή Κοντογιάννη για τη σχέση του ανθρώπου με τη γη, την τεχνολογία και το κρασί, έξω από τα συνηθισμένα.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ
Οι ιδιαίτερες γεύσεις του καλοκαιριού στο Αιγαίο

Γεύση / Σαρδέλες Καλλονής, Φούσκες, Σκίζα. Αυτή είναι η γεύση του Αιγαίου

Οι μένουλες Καρπάθου, το σπινιάλο Καλύμνου, η σκίζα της Μήλου και η μόστρα της Μυκόνου: Από τον ιωδιούχο αφρό του Αιγαίου ως τα μητάτα των Κυκλάδων, η γεύση του καλοκαιριού αποτυπώνεται σε προϊόντα που φέρουν την ιστορία και το φως των νησιών.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ