Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία» Facebook Twitter
Η πνευματική εντροπία είναι κομμάτι και του δικού μου εαυτού και δεν μπορώ να ξεφύγω από την επήρειά της. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0


ΣΤΑ ΧΑΡΤΙΑ ΕΙΝΑΙ
 επίκουρος καθηγητής Ιστορίας του Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών, στην πράξη ένας από τους ελάχιστους ουσιαστικούς διανοούμενους της χώρας μας. Ο λόγος για τον Δημήτρη Καράμπελα, ο οποίος εκτός από επιστημονικά συγγράμματα, έχει γράψει ένα βιβλίο για τον Διονύση Σαββόπουλο (εκδόσεις Μεταίχμιο), ενώ υπήρξε μέλος της ξεχωριστής ομήγυρης του Κωστή Παπαγιώργη και προνομιακός συνομιλητής του Ζήσιμου Λορεντζάτου. Θυμάται ακόμα, όπως μας αφηγείται, τις στιγμές που ο τότε εικοσάχρονος εαυτός του καθόταν στην αντικριστή πολυθρόνα του στην οδό Αργυροπούλου 15 και επέμενε να τον βάλει να ακούσει Λένα Πλάτωνος ή του διάβαζε Ρενέ Ζιράρ γιατί πίστευε ότι δεν επιτρεπόταν να τα αγνοεί. Αυτά είναι τα στοιχεία που ενσωματώνει με τον πλέον περίτεχνο τρόπο στα πρωτότυπα δοκίμιά του, όπως είναι και το Πνεύμα και το τέρας που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Δώμα και συνιστά μια σημαντική προσπάθεια ανανέωσης του δοκιμιακού λόγου στην Ελλάδα.

Τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, ο Παπαγιώργης άνοιξε για λογαριασμό μας τον δρόμο του σύγχρονου ελληνικού δοκιμίου, κι έτσι συναντάς τα ίχνη του πάντοτε φρέσκα σε κάθε στροφή, σε κάθε ανηφόρα και σε κάθε αδιέξοδο που προσπαθείς να προσπελάσεις με τις δικές σου, πάντοτε ασθενέστερες δυνάμεις.

— Σε αντίθεση με πιο αυτοναφορικά δοκίμια και με αυστηρές φιλοσοφικές πραγματείες, το βιβλίο σας αλιεύει, κατά τα πρότυπα του Μόμπι Ντικ, τις περιπτώσεις του χαμένου νοήματος από διαφορετικές θάλασσες, από τη λογοτεχνία μέχρι τα εικαστικά και την ποίηση. Πόσο σαγηνευτική ήταν αυτή η περιπέτεια της συγγραφής ενός άκρως πρωτότυπου βιβλίου όπως το «Πνεύμα και το Τέρας»;
Το Πνεύμα και το Τέρας ακολουθεί ένα ερώτημα που σήμερα μοιάζει αδιάφορο ή ανοίκειο – κι ωστόσο για μένα είχε μετατραπεί σε ένα σχεδόν προσωπικό πρόβλημα. Στην αρχή ήταν το δυσοίωνο αίσθημα ότι τα πάντα γύρω μας διολισθαίνουν σε έναν αδυσώπητο διπολισμό. Από τη μια μάς καθορίζουν οι δεδομένες εκδοχές της αλήθειας – για άλλους η Βίβλος ή το Κοράνι, για άλλους τα σκληρά δεδομένα του γονιδιώματος ή οι συμπαντικοί νόμοι ή το Κεφάλαιο ή η αφθαρσία του ψηφιακού κόσμου. Κι από την άλλη είμαστε πάντοτε έρμαια της ρευστότητας και της τυχαιότητας της ζωής. Μεταξύ των δύο αυτών πόλων έβλεπα ξαφνικά να ανοίγει ένα τρομακτικό κενό. Γιατί ποτέ μέχρι σήμερα δεν είχε υπάρξει πολιτισμός που να μην καλλιεργεί ενδιάμεσους χώρους –μύθους και κοινωνικές έξεις, θεσμούς και ηθικούς κανόνες, μορφές τέχνης και σκέψης– που να ρυθμίζουν και να ενισχύουν τους δεσμούς μεταξύ της αλήθειας και του ενδεχόμενου που μας κάνει να είμαστε αυτό που είμαστε. Αυτούς τους χώρους ονόμασα, κάπως ιδιοσυγκρασιακά, «πνευματικούς», γιατί δεν καθορίζονταν απλώς από τους όρους που μεσολαβούσαν αλλά ήταν οι ίδιοι δυναμικοί και αυτεξούσιοι, όπως εκείνο το λησμονημένο «Πνεύμα» που οι άνθρωποι κάποτε πίστευαν ότι «ὅπου θέλει πνεῖ», ότι συνδέει και ότι προσφέρει δώρα.

ΗΗ
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Δημήτρης Καράμπελας, «Το πνεύμα και το τέρας», εκδ. Δώμα.

Αυτοί οι χώροι ήταν που έβλεπα ότι πλέον είχαν εξαφανιστεί. Χωρίς τη μεσιτεία τους, η ανάγκη και η Ιστορία, το άχρονο και το πεπερασμένο χωρίστηκαν και κάθε στοιχείο αποζητάει μόνο του την παντοδυναμία του: η αλήθεια μέσω της φονταμενταλιστικής κυριαρχίας ή της αέναης τεχνολογικής αναβάθμισης, η ζωή στην αυταπάτη ότι μπορεί να δίνει μόνη νόημα στον εαυτό της, να δημιουργεί τον κόσμο με τη γλώσσα και σύμφωνα με τις επιθυμίες της. Έτσι, άρχισα ν’ αναρωτιέμαι γιατί καταστράφηκαν οι παλιές πνευματικότητες και γιατί δεν τις επικαλούμαστε πια και στράφηκα σε φιλόσοφους και ποιητές, πεζογράφους και κινηματογραφιστές –από τον Πασκάλ ως τη Χάνα Άρεντ και τον Ζακ Ντεριντά, από τον Μποντλέρ και τον Κάφκα ως τον Τζάρμους και τον Ντέιβιντ Λιντς– για να συλλέξω απαντήσεις που το ερώτημά μου τράβηξε στο τέλος σαν μαγνήτης.

— Ακριβώς, όμως, επειδή το ερώτημα παραμένει ανοιχτό, είναι πολύ ωραίο να συνυπάρχουν στις σελίδες σας, όπως λέτε, τα αλλόκοτα ζώα του Κάφκα με τα σφαγεία του Μπέικον, τα περίεργα πλάσματα του Χιουζ και οι τερατόμορφες υπάρξεις του Γέιτς, που μοιάζουν, κατά παράδοξο τρόπο, να συνομιλούν μεταξύ τους. Πόσες φυγόκεντρες δυνάμεις απελευθέρωσε, αλήθεια, αυτή η αλλόκοτη συνάντηση;
Πέρα από το «Πνεύμα», ο δεύτερος όρος του βιβλίου, το «Τέρας», αναφέρεται καταρχάς στον ίδιο τον άνθρωπο – ένα πλάσμα υβριδικό, που ενσάρκωνε ανέκαθεν μια μείξη του αιώνιου και του πρόσκαιρου, μια παράδοξη συνύπαρξη των αντιθέτων. Σε ένα λαϊκό αφήγημα της ύστερης αρχαιότητας, τον Βίο του Σεκούνδου του σιωπηλού φιλοσόφου, ο άνθρωπος περιγράφεται, τόσο εύγλωττα, ως «νοῦς σε σαρκωμένος», «πνευματικὸν ἀγγεῖον», «ἀπαράμονον ἀγαθόν», «αἰώνιος νεκρός» – δηλαδή ένα δοχείο «πνευματικό» που περιέχει συγχρόνως το αθάνατο και το θνητό, το αγαθό και το εφήμερο. Στην Αναγέννηση, στον Πίκο ντέλα Μιράντολα και στον Πασκάλ, ο άνθρωπος δεν είναι «ούτε άγγελος ούτε ζώο» αλλά μια «τερατωδία», μια «πυρακτωμένη μεσότητα», ένα «αδιανόητο τέρας» –  ομοίως και στη νεωτερικότητα, στον Μποντλέρ ή τον Τζόις, στον Μπένγιαμιν ή τον Μπατάιγ. Την ίδια πνευματική λειτουργία επιτελούσαν και τα τέρατα της μυθολογίας: οι Κένταυροι και οι μισάνθρωποι, οι χίμαιρες και οι αιγίπονες, ο Άνουβις και ο Σρι Γκανέσα. Το ίδιο και το φρικτό «Τέρας» που οραματίστηκε ο Γέιτς στη «Δευτέρα Παρουσία», οι ζωόμορφες υπάρξεις του Κάφκα, ο Κουτσός Λύκος του Βάσκο Πόπα, οι «Γυναίκες-Σκύλοι» της Πάουλα Ρέγκο, τα κυβόργια της Ντόνα Χάραγουεϊ, το ερπετόμορφο μωρό στο Eraserhead του Ντέιβιντ Λιντς. Για μένα το «Τέρας» δεν είναι μια έννοια αρνητική. Αρνητική και καταστροφική είναι η απουσία νέων τερατογενέσεων και νέων πνευματικών υβριδίων που θα γεφύρωναν ξανά, έστω με ένα βίαιο ή αποτρόπαιο τρόπο, τόσο την αλήθεια όσο και τη ζωή. Τη σύζευξη του «Πνεύματος» και του «Τέρατος» στον τίτλο του βιβλίου οφείλω στον Θάνο Σαμαρτζή – όπως και στο Δώμα συνολικά, στην αμέριστη φροντίδα του Θάνου και της Μαριλένας Καραμολέγκου, την τελική μορφή αυτής της δοκιμιακής απόπειρας.

Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία» Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Μιλώντας για μεταμορφώσεις, αντίστοιχα βλέπουμε να μελετάτε στα δοκίμιά σας όλες τις μεταμορφώσεις του ανθρώπου, ακολουθώντας, τολμώ να πω, τα χνάρια του Κωστή Παπαγιώργη, με τον οποίο συνδεόσασταν με φιλία. Εξού και ότι δεν μιλάτε για αφηρημένες ιδέες αλλά για συγκεκριμένα πρόσωπα, σκηνοθέτες, συγγραφείς, εικαστικούς, ποιητές, ακόμα και τροβαδούρους. Κατά πόσο ήταν συνειδητή η πρόθεση να μη γράψετε ένα αυστηρά φιλοσοφικό δοκίμιο;
Τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, ο Παπαγιώργης άνοιξε για λογαριασμό μας τον δρόμο του σύγχρονου ελληνικού δοκιμίου, κι έτσι συναντάς τα ίχνη του πάντοτε φρέσκα, σε κάθε στροφή, σε κάθε ανηφόρα και σε κάθε αδιέξοδο που προσπαθείς να προσπελάσεις με τις δικές σου, πάντοτε ασθενέστερες δυνάμεις. Απέφυγα να γράψω μια φιλοσοφική πραγματεία γιατί, όπως μας δίδαξε ο Κωστής, οι υπαρξιακές απορίες δεν επιλύονται ποτέ διανοητικά αλλά ενσαρκώνονται σε αφηγήσεις, μύθους, πάθη ή απώλειες. Ούτως ή άλλως, το δοκίμιο ως είδος ευτυχώς δεν δεσμεύεται από την επαγωγική λογική ή την ακαδημαϊκή επαλήθευση και ήταν το μόνο που μπορούσε να φιλοξενήσει ένα τόσο διαισθητικό εγχείρημα σαν το δικό μου. Μπορώ να τον φανταστώ να διαβάζει αυτές τις γραμμές και να μουρμουρίζει με το υπόγειο μειδίαμά του: «Είδες, φλωράκι, που με την επανάληψη κάτι έμαθες τελικά κι εσύ;».

— Συνορεύοντας, αντίστοιχα πάλι, κατά πολύ με τον κόσμο του Λορεντζάτου και της αγωνίας του χαμένου κέντρου, δηλαδή του μεταφυσικού κέντρου από το οποίο χάραξε αποστάσεις ο δυτικός πολιτισμός, η δική σας ερευνητική τοπογραφία διερευνά την ακύρωση του πνευματικού κόσμου ακόμα και μέσα από τις τερατώδεις μεταμορφώσεις του. Υπάρχει μια τέτοια νοερή συνομιλία με τον Λορεντζάτο;
Δεν νομίζω ότι υπήρξε ανά τους αιώνες ένα και μοναδικό πνευματικό κέντρο αλλά μάλλον αναρίθμητες συναντήσεις ανάμεσα στην αλήθεια ως αναγκαιότητα και στη ζωή ως εμμένεια ή τυχαιότητα – συνεπώς και αναρίθμητες πνευματικότητες. Στο Πνεύμα και το Τέρας δεν αναζητώ ένα χαμένο αντικείμενο αλλά τους μηχανισμούς που επέτρεψαν, σε πολύ διαφορετικές εποχές και συνθήκες, να παραμείνει ο διάλογος μεταξύ αλήθειας και ζωής ανοιχτός και οι πνευματικές μορφές να συνεχίσουν να αντέχουν την αντίφαση και κυρίως τη συνύπαρξη. Αλλά η σπάνια μορφή του Ζήσιμου Λορεντζάτου, η πνευματική ευρωστία του, η μειλίχια αποδοχή, από την πλευρά του, του τότε εικοσάχρονου εαυτού μου που, στο σπίτι της οδού Αργυροπούλου 15 στην Κηφισιά, στην αντικριστή πολυθρόνα, αγόρευε επί παντός επιστητού ή επέμενε να του βάλει να ακούσει τον «Καρυωτάκη» της Λένας Πλάτωνος ή να του διαβάσει Ρενέ Ζιράρ, γιατί δεν επιτρεπόταν όλ’ αυτά να τα αγνοεί, είναι το δικό μου πνευματικό κέντρο· ακόμα και οι ξαφνικές σιωπές του που σταματούσαν τη συζήτηση σαν να κοβόταν το ρεύμα· και πάνω απ’ όλα το μοναδικό καταστάλαγμά του στις σολωμικές «Μεγάλες Ουσίες». Νομίζω ότι τον σκέφτομαι κάθε μέρα.

— Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν στο βιβλίο σας τόσο το ενύπνιο όσο και η σιωπή. Συγκεκριμένα αναφέρεστε σε αυτή τη «λευκή νύχτα την οποία αναστάτωναν θεολογικά, φιλοσοφικά ή ποιητικά όνειρα». Μήπως αυτός ο ενδιάμεσος χώρος τυγχάνει να είναι και το δικό σας ενδιαίτημα;
Η πνευματική λειτουργία ευδοκιμεί σε ενδιάμεσες, μεταβατικές περιοχές και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ποιητές, καλλιτέχνες και στοχαστές την αναζήτησαν ακόμα και σε οριακές εμπειρίες, όπως η τρέλα, η σιωπή ή τα όνειρα. Είναι χαρακτηριστικό πόσες καινούργιες μορφές σιωπής ανακαλύφθηκαν την εικοσαετία 1950-1970: η σιωπή των 4’33’’ του Τζον Κέιτζ, η σιωπή που ανακάλυψε ο Μπέκετ στον Ακατονόμαστο, αλλά και η τριλογία του Μπέργκμαν που βεβαίωνε ότι ο Θεός υπήρχε, παρά τη σιωπή του, ότι απουσία δεν σημαίνει ανυπαρξία – ή ακόμα η σιωπή των ποιητών που διαφύλαξαν τη μνήμη του Ολοκαυτώματος προσχωρώντας σε μια εμβληματική σιγή από ηθικό καθήκον να προασπίσουν την ανθρώπινη ουσία που ο ναζισμός είχε επιχειρήσει να εξαλείψει. Άραγε με τον ίδιο τρόπο δεν χρησιμοποίησαν την τρέλα ο Αρτό και ο Φουκό; Άραγε το ίδιο δεν συνέβη και στα ενύπνια ή τις παραισθήσεις των ηρώων του Πίντσον και του Λιντς που μετέχουν εξίσου στη φαντασία και την πραγματικότητα; Η σιωπή και το όνειρο έγιναν παρουσίες εντός των οποίων συνάπτονταν σχέσεις ή μαίνονταν συγκρούσεις· πάντως δεν ήταν μορφές παραίτησης ή διαφυγής.

— Είναι πολύ ωραίο πάντως που το βιβλίο σας ξεκινάει με την ποίηση –τον Μποντλέρ– και τους πανέμορφους στίχους για τον ήλιο της ποίησης που μπαίνει «σαν βασιλιάς, αθόρυβα και χωρίς υπηρέτες», «σ’ όλα τα νοσοκομεία και σ’ όλα τα παλάτια» και κατά κάποιο τρόπο τελειώνει με την ποίηση, από την οποία μπαίνει μια αχτίδα φωτός, αφού μόνο αυτή μπορεί, ενδεχομένως, να αποτελέσει ένα μέσο πνευματικής αντίστασης μετά από την κυρίαρχη κατάπτωση και απουσία νοήματος. Αλήθεια, μήπως είστε ένας ποιητής σε αμφιβολία;
Πολύ θα το ήθελα! Η ποίηση όμως είναι μια πολύ διαφορετική κλίση: δεν έχει καμία σχέση με την εγκύκλια παιδεία, την πολυγλωσσία, την ακαδημαϊκή κατάρτιση, την εκφραστική δεινότητα, προσόντα που περισσεύουν στη δική μου γενιά. Έρχεται από μιαν άλλη ψυχική διάσταση, αστάθμητη, στην οποία για κάποιο λόγο ανήκεις ή δεν ανήκεις εξαρχής. Πάντως δεν πιστεύω ότι η ποίηση σήμερα ασκεί κάποια πνευματική αντίσταση – ούτε ότι γνωρίζει σε τι ακριβώς θα έπρεπε να αντισταθεί. Οι σημαντικές ποιήτριες και ποιητές της προηγούμενης γενιάς, η Αντριέν Ριτς, λόγου χάρη, ή ο Τζέφρι Χιλ, γνώριζαν ότι είχε συμβεί ένας μεγάλος κλονισμός στις μεταφυσικές, τις κοινωνικές ή τις έμφυλες ιεραρχίες του δυτικού κόσμου, είτε τον επιδοκίμαζαν είτε προσπαθούσαν να τον αναστρέψουν. Η επίγνωση αυτή χάθηκε – ούτως ή άλλως και η ποίηση, από τη δεκαετία του 1970 και μετά, βρίσκεται περισσότερο στους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς τραγουδοποιούς ή στον Ζέμπαλντ και τον Πάβιτς, ή σε ευτυχισμένες στιγμές της ποπ κουλτούρας, παρά στην πληκτική λογοτεχνική επετηρίδα που αναπαράγει τον εαυτό της, εμπλουτίζοντάς τον με λίγο θεωρία και λίγο επιτέλεση.

— Για να αναφέρω, ωστόσο, έναν φύσει και θέσει ποιητή όπως ο Ντίλαν, σε ένα απόσπασμά σας χαρακτηριστικά υποστηρίζετε ότι «στις συναυλίες του, θα διασκεύαζε ακόμα και τη μουσική των παλιών του τραγουδιών όσο γίνεται πιο πιστά στη φολκ, την κάντρι ή το ρυθμ-εν-μπλουζ, όχι εξαιτίας κάποιας συντηρητικής στροφής, αλλά προσπαθώντας να αναστρέψει μια καταστροφή για την οποία αισθανόταν υπεύθυνος ο ίδιος». Έχω την αίσθηση ότι μοιάζει, την ίδια στιγμή, να αναφέρεστε στον Σαββόπουλο, με το έργο του οποίου έχετε ασχοληθεί εκτενώς – μάλιστα έχετε γράψει και το βιβλίο «Διονύσης Σαββόπουλος». Είναι όντως έτσι; Τι σημαίνει για εσάς η απώλειά του;
Η δεκαετία του ’60 αμφισβήτησε τις πνευματικές μορφές της Δύσης, τους παραδοσιακούς συμβιβασμούς μεταξύ του υπερβατικού και του εμμενούς με μια δύναμη που ήταν αδύνατον να αναχαιτιστεί. Ο Ντίλαν περιπλανήθηκε σαν άλλος Ιερεμίας σε έναν κόσμο όπου «τίποτα» δεν ήταν πια «ιερό» ενώ συγχρόνως βασανιζόταν από την ενοχή ότι η γενιά του έφερε την ευθύνη για την ερήμωση αυτή. Όταν αργότερα άρχισε να διασκευάζει τα τραγούδια του σε μια φολκ ή ρυθμ-εν-μπλουζ μορφή, αναζητούσε μια αναμύθευση της παράδοσης, με την ελπίδα ότι θα επανέφερε κάτι από την πνευματική λειτουργία της. Αντίθετα, ο Σαββόπουλος στον «Μπάλλο» και στο «Βρώμικο Ψωμί», αναμετρήθηκε με το ίδιο το σώμα της παράδοσης, για να μάθει αν είναι ζωντανό ή νεκρό και αν θα μπορούσε να το αναστήσει. Αργότερα, αφουγκράστηκε «την ηχώ του Θεού / στον βυθό του Εωσφόρου» και ονειρεύτηκε μια γιορτή που να υπερβαίνει τις θανάσιμες διαιρέσεις και να ενσαρκώνει τις «βασικές αρχές» του Πνεύματος στους ζωντανούς δεσμούς της προσωπικής και συλλογικής ιστορίας. Οι δεσμοί αυτοί ήταν για τον Σαββόπουλο πνευματικοί – γι’ αυτό και δεν γνωρίζουν θάνατο.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

— Αντίθετα, μιλώντας για το «Τέρας» στο βιβλίο σας δεν φαίνεται, όπως τονίσατε προηγουμένως, να αναφέρεστε σε μια έννοια αρνητική αλλά απλώς σε μια σταδιακή μεταμόρφωση του απροσδιόριστου και του μεταφυσικού μέσα από τη μεταφορική χρήση και την αλληγορία. Πόσο δύσκολο είναι τελικά το «Πνεύμα» να ξαναγίνει «Τέρας»;
Η μεταφορά, η αλληγορία ή η τυπολογία ήταν στην αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα οι μηχανισμοί σύναψης των πνευματικών δεσμών, καθώς βεβαίωναν ότι το αιώνιο είναι πάντοτε σε διάλογο με την ιστορία ή ότι η ζωή αλληγορεί άχρονα νοήματα. Οι ίδιοι μηχανισμοί επιβίωσαν ως το μοντερνισμό: ο Τζόις έγραψε τον «Οδυσσέα» του δεσμεύοντάς τον στην αρχετυπική αλήθεια του ομηρικού έπους. Σήμερα τα σύμβολα έχουν εκπέσει και κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία: όποιος δημιουργός τη χρησιμοποιήσει θα φανεί γελοίος – η ζωή αρνείται πια να δεσμευτεί σε κάποιο νόημα που την υπερβαίνει ενώ η αλήθεια απεργάζεται κάπου αθέατη τον εξανδραποδισμό μας.

— Καταληκτικά μιλώντας στο δοκίμιό σας δείχνετε να αποφεύγετε τεχνηέντως την ηθική στάση ή εκτίμηση και αντιθέτως οικειοποιείστε την πνευματική εντροπία και την παρέκβαση ως μια άλλη απόπειρα του πνεύματος να εφεύρει τον εαυτό του. Σε ποιο στάδιο, αλήθεια, βρισκόμαστε σήμερα;
Η μόνη ηθική στάση που προσιδιάζει σε ένα δοκίμιο είναι η κληρονομιά του Πλούταρχου, του Σενέκα και του Μοντέν: να μένει πιστό στις αντιφάσεις και τις αντινομίες του συγγραφέα του, να επιτρέπει στην ψυχή «να τελεί υπό διαρκή μαθητεία» και να μην υποτάσσει τη σκέψη και τα βιώματά της σε κάποιον αλλότριο σκοπό ή σύστημα. Η πνευματική εντροπία είναι κομμάτι και του δικού μου εαυτού και δεν μπορώ να ξεφύγω από την επήρειά της. Ονειρεύτηκα, ωστόσο, την ιστορία της και κατέθεσα μια ελεγεία για τη μελαγχολία που κουβαλούν τα έργα του πολιτισμού γύρω μας – για την αντοχή και την απελπισία τους.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO. 

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

 
Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Βιβλίο / «Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Το πρωτότυπο science fiction μυθιστόρημα «Οι υπάλληλοι» της Δανής Όλγκα Ράουν κερδίζει υποψηφιότητα για Booker, προβλέποντας εικόνες από τη ζωή αλλόκοτων υπαλλήλων στο μέλλον, βγαλμένες από το πιο ζοφερό παρόν.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει – και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Βιβλίο / Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας μιλά στη LiFO με αφορμή το βιβλίο του «Πέρα από τη συναίνεση» για μερικά από τα πιο δύσκολα ζητήματα της εποχής: τη βία μέσα στη φαντασίωση, τον νέο πουριτανισμό, τα όρια της επιθυμίας και την εύθραυστη, συνεχώς μεταβαλλόμενη έννοια του τι σημαίνει να είσαι άνδρας σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Lgbtqi+ / Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο «Τρανσφοβία» που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, η τρανσφεμινίστρια Μοντ Ρουαγιέ επιχειρεί να καταγράψει τη νέα πραγματικότητα για την τρανς συνθήκη και τα τρανς δικαιώματα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
H παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πύλες της

Αποκλειστικές φωτογραφίες / Η παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πόρτες της

Η LiFO μπήκε στο ιστορικό Βαλλιάνειο Μέγαρο το οποίο, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης, θα υποδεχθεί ξανά το κοινό στις αρχές του 2026.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Gaslighting»: Είναι όλα στο μυαλό σου!

Βιβλίο / «Gaslighting»: Είναι όλα στο μυαλό σου!

Τι είναι το gaslighting; Το επίκαιρο και διαφωτιστικό δοκίμιο της Kέιτ Άμπραμσον αποτελεί μια διεξοδική, εις βάθος ανάλυση ενός όρου που έχει κατακλύσει το διαδίκτυο και την ποπ κουλτούρα και χρησιμοποιείται πλέον ευρέως.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Το woke στο «καναβάτσο»

Βιβλίο / Τι είναι τελικά το woke; Δύο βιβλία εξηγούν

Δύο αξιόλογα βιβλία που εστιάζουν στην πολυσυζητημένή και παρεξηγημένη σήμερα woke κουλτούρα κυκλοφόρησαν πρόσφατα στα ελληνικά, εμπλουτίζοντας μια βιβλιογραφία περιορισμένη και μάλλον αρνητικά διακείμενη.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σκοτ Φιτζέραλντ «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ»

Το πίσω ράφι / «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ». Ένα αριστούργημα. Δίχως υπερβολή

O Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ζωντανεύει την εκλεπτυσμένη βαρβαρότητα της αμερικανικής αστικής τάξης, το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου και μαζί τη διάλυση μιας κολοσσιαίας ψευδαίσθησης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Βιβλίο / Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Η μυθιστορηματική περίπτωση της Ντε Γουίτ αποδεικνύει ότι οι καλοί συγγραφείς πάντα δικαιώνονται. Και το βιβλίο της «Οι Άγγλοι καταλαβαίνουν το μαλλί», τη σπάνια ευφυΐα της.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Προδημοσίευση / Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Μια αποκλειστική πρώτη δημοσίευση από το εν εξελίξει βιβλίο «Ανθός ΜεταΝοήματος» της Μαρίας Μήτσορα, μιας αθόρυβης πλην σημαντικότατης παρουσίας στην ελληνική λογοτεχνία, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη μέσα στο 2026.
THE LIFO TEAM
«Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το πίσω ράφι / «Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το μυθιστόρημα «Δαμάζοντας το κτήνος» της Έρσης Σωτηροπούλου είναι χτισμένο στην εικόνα της «μοναξιάς που μοιράζονται πολλοί άνθρωποι μαζί». Επανεκδίδεται σε λίγες μέρες από τον Πατάκη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Βιβλίο / Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Μία από τις σημαντικότερες συγγραφείς της εποχής μας. Στη συνέντευξή της στη LifO δίνει (ανάμεσα σε άλλα) οδηγίες για το γράψιμο και τη ζωή, τη γνώμη της για τον Πλάτωνα αλλά και για την αξία των συμβολικών μύθων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Βιβλίο / Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Στο νέο βιβλίο του, που κυκλοφορεί δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Ρόμπι Ρόμπερτσον, ο ηγέτης του θρυλικού συγκροτήματος The Band, μιλάει για όσα έζησε με τον διάσημο σκηνοθέτη και κολλητό του στο ηδονιστικό Χόλιγουντ της δεκαετίας του '70.
THE LIFO TEAM
Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Βιβλίο / Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Τα έργα-σταθμοί της λογοτεχνίας, από την υψηλή ποίηση μέχρι τη μυθοπλασία, ανέκαθεν αποτύπωναν τα ακραία σημεία των καιρών, γι’ αυτό είναι επίκαιρα. Παραθέτουμε τέσσερα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα που βγήκαν πρόσφατα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ