ΤΟΠΟΘΕΤΗΜΕΝΟΣ ΣΕ ΕΝΑ ΥΨΩΜΑ πάνω από την πόλη ορθώνεται επιβλητικός ένας τεράστιος σταυρός, ορατός από κάθε γωνιά της. Χτισμένος το 1971 στον λόφο του Αγίου Παντελεήμονα από τον μητροπολίτη Αυγουστίνο Καντιώτη, δίπλα στο ξωκλήσι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, εξακολουθεί να βρίσκεται εκεί, υπενθυμίζοντας σε όλους και σε όλες ότι βρίσκονται υπό συνεχή εποπτεία. Η Φλώρινα απέχει μόλις 40 χιλιόμετρα από τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Βόρειας Μακεδονίας, την Μπίτολα. Για δεκαετίες, την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, η πρώην Γιουγκοσλαβία αποτελούσε «κίνδυνο από τον Βορρά», πράγμα που σήμαινε ότι η Ελλάδα κινδύνευε από κομμουνιστική εισβολή. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, κάποιοι καλλιεργούσαν αυτή την απειλή ως πραγματική.
Ήσυχη πόλη που ερημώνει από νωρίς, η Φλώρινα, όπως και η γύρω περιοχή, διαθέτει πολλές φυσικές ομορφιές, καθώς περιτριγυρίζεται από δάση και έντονη βλάστηση. Έχει διατηρήσει μέρος της παλιάς αρχιτεκτονικής της, ενώ ακόμα και οι πολυκατοικίες της διαθέτουν στέγες, για τα χιόνια που φέρνουν οι χαμηλές χειμωνιάτικες θερμοκρασίες. Το κέντρο της το διαπερνά ο ποταμός Σακουλέβας, που το μεγαλύτερο διάστημα του χρόνου δεν έχει νερά. Πριν από περίπου 35 χρόνια, τον χειμώνα του 1991, στις δύο όχθες του έλαβε μέρος μια σύρραξη. Όχι στρατιωτικής φύσης αλλά εμφυλιακής μετάλλαξης, καθώς ο περιώνυμος Καντιώτης, η απόλυτη εξουσία της πόλης εκείνα τα χρόνια, κήρυξε τον σκηνοθέτη Θόδωρο Αγγελόπουλο ανεπιθύμητο, θεωρώντας ότι η ταινία «Το μετέωρο βήμα του πελαργού» που γύριζε τότε, με πρωταγωνιστές τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και τη Ζαν Μορό, πρόβαλλε ανθελληνικά μηνύματα. Αφόρισε τον διάσημο στα πέρατα του κόσμου Έλληνα auteur, όπως και ολόκληρο το συνεργείο του, και έστρεψε το ποίμνιό του, που απαρτιζόταν από τον μισό τουλάχιστον πληθυσμό της Φλώρινας, εναντίον του. Πολλοί ντόπιοι αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στην ταινία ως κομπάρσοι. Τα γυρίσματα ωστόσο συνεχίστηκαν, συνοδευόμενα από απειλές και βρισιές, πανό με συνθήματα και καμπάνες που χτυπούσαν, υπό την προστασία της αστυνομίας.
Η Φλώρινα δεν ταυτίζεται απλώς με το κινηματογραφικό σύμπαν του Θόδωρου Αγγελόπουλου αλλά περίπου του χρωστάει τη φήμη της και αμέτρητες εικόνες μεγάλου λυρισμού.
Αυτά και άλλα πολλά θυμήθηκαν το πρωί του Σαββάτου 15 Νοεμβρίου, τη δεύτερη ημέρα του 1ου Πανοράματος Βαλκανικού Κινηματογράφου, η σύζυγος και παραγωγός του εκλιπόντος δημιουργού Φοίβη Οικονομοπούλου-Αγγελοπούλου και ο τότε βοηθός σκηνοθέτη Αλέξανδρος Λαμπρίδης σε μια περιήγηση γύρω από τον Σακουλέβα και τα παλιά αρχοντικά που λειτούργησαν ως φυσικό σκηνικό της ταινίας. Όμως η Φλώρινα δεν ήταν σκηνικό μόνο για το «Μετέωρο βήμα». Σκηνές γυρισμένες στη Φλώρινα υπάρχουν σε συνολικά επτά από τις δεκατρείς ταινίες του Αγγελόπουλου. Μπορεί να μην την επέλεγε για μεγάλες σεκάνς, όπως στην αμέσως επόμενη ταινία του, «Το βλέμμα του Οδυσσέα», όπου αναπαριστώνται οι περιπέτειες των συγκρούσεων με τους πιστούς και τις αστυνομικές δυνάμεις, ωστόσο πάντα εκεί επέστρεφε, για εμβληματικές στιγμές των ταινιών του. Ως εκ τούτου, η Φλώρινα δεν ταυτίζεται απλώς με το κινηματογραφικό σύμπαν του σπουδαίου κινηματογραφιστή αλλά περίπου του χρωστάει τη φήμη της και αμέτρητες εικόνες μεγάλου λυρισμού.
Το προηγούμενο βράδυ, κατά την επίσημη έναρξη του Πανοράματος στο Ωδείο Φλώρινας, στην αίθουσα που φέρει το όνομα του σκηνοθέτη, η σύζυγός του μίλησε με συγκίνηση για το παρελθόν που τη συνδέει με την πόλη, κι ας έχει και άσχημες αναμνήσεις, ενώ ο Αλέξανδρος Λαμπρίδης παρουσίασε ένα σύντομο ντοκιμαντέρ που ετοίμασε για την περίσταση με τίτλο «και μην ξεχνάς πως ήρθε η ώρα πάλι για ταξίδι», πλαισιώνοντας τις ομιλίες του καθηγητή του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, Ανδρέα Ανδρέου, και του ιστορικού και κριτικού κινηματογράφου Δημήτρη Καλαντίδη, που μίλησαν για τη σημασία του έργου του Αγγελόπουλου.
Προφανώς αυτό το αφιέρωμα στον σημαντικό δημιουργό ήταν επιβεβλημένο. Ποιος άλλος σκηνοθέτης του κινηματογράφου έχει αποτυπώσει και απογειώσει τη Φλώρινα σε τέτοιο βαθμό; Πώς να μην αναφερθείς σε αυτόν, που διέσχισε τα Βαλκάνια για να γυρίσει το «Βλέμμα του Οδυσσέα», μια ταινία για τους αδελφούς Μανάκη, τους πρώτους κινηματογραφιστές της περιοχής, τιμώντας τη μνήμη και το έργο του σε ένα κινηματογραφικό πανόραμα επικεντρωμένο στα Βαλκάνια; Από την άλλη, μήπως ήρθε η ώρα να προχωρήσει η πόλη σε νέες κινηματογραφικές αναζητήσεις; Η πρωτοβουλία της Λέσχης Πολιτισμού Φλώρινας και της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας να ξεκινήσουν ένα τέτοιο Πανόραμα ήταν κάτι που έπρεπε να είχε γίνει χρόνια πριν. Σε μια πόλη με φοιτητές και Σχολή Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών, τώρα που μπήκαν τα θεμέλια δεν χωράνε άλλες αναβολές, ακόμα και για την εξέλιξη του Πανοράματος σε φεστιβάλ.
Το λογότυπο του Πανοράματος, μια μηχανή προβολής με τις μπομπίνες να σχηματίζουν δύο φι, με κυρίαρχο το κόκκινο χρώμα, παραπέμπει, όπως εξήγησε στο δικό της καλωσόρισμα η αντιπεριφερειάρχης Τουρισμού, Πολιτισμού και Περιβάλλοντος, Πολυτίμη Φαρμάκη, σε λαογραφικές αναφορές όπως η κεντητική των Βαλκανίων, στο χρώμα των σημαιών των χωρών τους και στις περίφημες Φωτιές, ένα αρχέγονο έθιμο της Φλώρινας που επαναλαμβάνεται κάθε Χριστούγεννα.
Τη δεύτερη ημέρα του Πανοράματος έγινε η προβολή της πρώτης ταινίας του προγράμματος που επιμελήθηκε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του, Δημήτρης Κερκινός, της ρουμανικής σάτιρας «Δύο λαχνοί», η οποία προβλήθηκε παρουσία του σκηνοθέτη της, Πάουλ Νεγκουέσκου. Πρόκειται για μια ευρηματική κωμωδία γυρισμένη το 2016 με ελάχιστο προϋπολογισμό, στην οποία μέσα από χαρακτηριστικούς τύπους και μια σειρά τραγελαφικών καταστάσεων αποκαλύπτονται οι παραλογισμοί της καθημερινότητας στη μετακομμουνιστική Ρουμανία. Μετά την προβολή, ο σκηνοθέτης απάντησε σε ερωτήσεις, διευκρινίζοντας ότι δεν περίμενε ποτέ πως η ταινία του θα γινόταν επιτυχία, καθώς γυρίστηκε μόνο και μόνο για να παίξουν οι μαθητές και οι μαθήτριες μιας δραματικής σχολής, ιδιοκτήτες της οποίας ήταν οι τρεις –πολύ δημοφιλείς σήμερα– πρωταγωνιστές της. Η βραδιά έκλεισε με μια πολύ ιδιαίτερη μουσική εκδήλωση με δημοτικά τραγούδια από το πολυφωνικό σύνολο Χαονία, δημιούργημα του Αλέξανδρου Λαμπρίδη.
Την Κυριακή 16 Νοεμβρίου το πρωί έγινε το Εργαστήριο Βαλκανικού Κινηματογράφου με τρεις ενδιαφέρουσες διαλέξεις και με ενθαρρυντική προσέλευση κοινού, παρακαταθήκη για τις επόμενες διοργανώσεις. Ο Δημήτρης Κερκινός έκανε έναν απολογισμό της πορείας του κινηματογράφου των Βαλκανίων με τον τίτλο «Μια σύντομη ανασκόπηση από τη δεκαετία του ’60 μέχρι σήμερα», ενώ μίλησαν και δύο καθηγήτριες του Τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών & Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, η Φωτεινή Τσιμπιρίδου, που μας εισήγαγε με μια ανθρωπολογική οπτική στα Βαλκάνια μέσα από την ομιλία της για «Το φιλμ ως εθνογραφία και πολιτισμική κριτική», και η Ελένη Σιδέρη, που ανέλυσε τις «Κινηματογραφικές συμπαραγωγές ως γέφυρες πολιτισμού και συνεργασίας» στα Βαλκάνια από τη μεταπολεμική εποχή μέχρι σήμερα.
Οι προβολές του Πανοράματος συνεχίστηκαν με ενδιαφέρουσες επιλογές μέχρι την Τρίτη 18 Νοεμβρίου. Στο κοινωνικό δράμα από τη Βουλγαρία «Τα μαθήματα της Μπλάγκα» (2023), τελευταίο μέρος της τριλογίας του πολυβραβευμένου Στέφαν Κομαντάρεφ γύρω από την ηθική κρίση της βουλγαρικής κοινωνίας, μια εβδομηντάχρονη συνταξιούχος καθηγήτρια πέφτει θύμα τηλεφωνικής απάτης και χάνει όλες τις αποταμιεύσεις της. Προκειμένου να πετύχει τον στόχο της, να φτιάξει ένα περίτεχνο μνήμα για τον σύζυγό της που μόλις έχασε, μετατρέπεται σταδιακά και η ίδια σε απατεώνα. Πέρα από τη ρεαλιστική αποτύπωση της τραχιάς κοινωνικής πραγματικότητας της Βουλγαρίας, η ταινία αποτελεί μια οξυδερκή σπουδή ενός αλησμόνητου χαρακτήρα –η Μπλάγκα εντυπώνεται στον νου χάρη στην εξαιρετική ερμηνεία της Έλι Σκόρτσεφα–, ενώ σχολιάζει το κακό που φωλιάζει στον καθένα μας, με τρόπο που μόνο το σινεμά του Χάνεκε ή του Τρίερ στις καλύτερες στιγμές τους έχουν καταφέρει να συλλάβουν.
«Η βασίλισσα της κυψέλης» (2021) της Μπλέρτα Μπασόλι, ένα άλλο δράμα από το Κόσοβο, αποτελεί το πολύχρωμο πορτρέτο μιας δυνατής ηρωίδας, η οποία μάχεται μόνη εναντίον όλων για την ελευθερία. Η Φαχριγιέ, της οποίας ο άντρας είναι αγνοούμενος πολέμου, ανοίγει μια μικρή αγροτική επιχείρηση για να ταΐσει την οικογένειά της. Όμως στο παραδοσιακό πατριαρχικό χωριό όπου ζει οι φιλοδοξίες και οι προσπάθειές της για την ενδυνάμωση των γυναικών δεν τυγχάνουν θετικής αντιμετώπισης.
Στο «Υπάρχει θεός, το όνομά της είναι Πετρούνια» (2019) η σκηνοθέτις Τεόνα Στρουτγκάρ Μιτέφσκα από τη Βόρεια Μακεδονία θίγει τα έμφυλα στερεότυπα της συντηρητικής κοινωνίας της. Σε μια μικρή πόλη όπου ο αγιασμός των υδάτων είναι από τις πιο σημαντικές στιγμές για την κοινότητα, καθώς επικρατεί η πεποίθηση πως το πρόσωπο που πιάνει τον σταυρό θα έχει ευλογία και καλή τύχη στη ζωή του, μια άνεργη ανύπαντρη γυναίκα βουτάει στο νερό και βγαίνει στην επιφάνεια με τον σταυρό στο χέρι. Εξοργισμένοι που έμειναν με άδεια χέρια, οι άντρες την κατηγορούν για ασέβεια. Εκείνη, όμως, αρνείται να παραδώσει τον σταυρό.
Στην πολιτική σάτιρα από την Τουρκία «Το διάγγελμα» (2018), ο Μαχμούτ Φαζίλ Κοσκούν μας ταξιδεύει στην Κωνσταντινούπολη του 1963, όπου μια ομάδα στρατιωτικών αναλαμβάνει να καταλάβει τον κρατικό ραδιοσταθμό και να ανακοινώσει ένα επικείμενο πραξικόπημα. Τίποτα όμως δεν πηγαίνει όπως το είχαν σχεδιάσει και τα αποτελέσματα είναι ιλαροτραγικά. Κωμωδία του παραλόγου, πολιτική σάτιρα και νουάρ περιτύλιγμα σε μια σαρδόνια φάρσα που θα μπορούσε να είχε σκηνοθετήσει ο Ρόι Άντερσον.
Τέλος, το αισθηματικό δράμα «Καυτός ήλιος» (2015) του Ντάλιμπορ Μάτανιτς, μια συμπαραγωγή Κροατίας, Σλοβενίας και Σερβίας, αποτελείται από τρεις διαφορετικές ιστορίες αγάπης με φόντο τον εμφύλιο πόλεμο στην πρώην Γιουγκοσλαβία, στις οποίες πρωταγωνιστούν οι ίδιοι ηθοποιοί. Τρεις δεκαετίες σε δύο γειτονικά βαλκανικά χωριά όπου κυριαρχεί το μίσος. Μια σπονδυλωτή ταινία για τους κινδύνους αλλά και την παντοτινή δύναμη του απαγορευμένου έρωτα.
Ο Δημήτρης Κερκινός στο επιμελητικό του κείμενο αναφέρει: «Η επιλογή του προγράμματος είχε ως στόχο να αναδείξει τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα των Βαλκανίων μέσα από αντιπροσωπευτικές ταινίες σημαντικών δημιουργών της περιοχής. Οι έξι ταινίες του προγράμματος προέρχονται από διαφορετικές χώρες (Βουλγαρία, Κόσοβο, Βόρεια Μακεδονία, Τουρκία, Ρουμανία, Κροατία), είναι γυρισμένες κατά την τελευταία δεκαετία και εκφράζουν τις κυρίαρχες τάσεις και θεματικές των Βαλκάνιων δημιουργών, προτάσσοντας διαφορετικές καλλιτεχνικές προσεγγίσεις.
Μέσα από το κοινωνικό δράμα, την πολιτική σάτιρα, την ηθογραφική κωμωδία ή το αισθηματικό δράμα, οι σκηνοθέτες διερευνούν τις συνέπειες της φτωχοποίησης (“Τα μαθήματα της Μπλάγκα”), τον αγώνα της γυναίκας ενάντια στην πατριαρχία (“Η βασίλισσα της κυψέλης”, “Υπάρχει θεός, το όνομά της είναι Πετρούνια”), τις εθνοτικές διαμάχες και το τραύμα του εμφυλίου στη Γιουγκοσλαβία (“Καυτός ήλιος”), την πολιτική ρευστότητα στην Τουρκία (“Το διάγγελμα”). Οι ταινίες αυτές απέσπασαν σημαντικές διακρίσεις στα σημαντικότερα φεστιβάλ του κόσμου (Κάρλοβι Βάρι, Sundance, Berlinale, Κάννες, Βενετία), αναδεικνύοντας τη δυναμική και τον διεθνή αντίκτυπο του κινηματογράφου των βαλκανικών χωρών, βρίσκοντας επίσης διανομή στη χώρα μας».