Αυτές τις μέρες προστέθηκε στον κατάλογο του Netflix το έργο ζωής του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, η μεταφορά του εμβληματικού μυθιστορήματος της Μέρι Σέλεϊ «Φρανκενστάιν». Δικαίως τοποθετημένο στο Έβερεστ του λογοτεχνικού τρόμου αλλά και της επιστημονικής φαντασίας, το μυθιστόρημα μίλησε για την ανθρώπινη ματαιοδοξία, για τα όρια της επιστήμης, για την επίκτητη φύση του κακού και τη σημασία της ανατροφής και, βέβαια, για τη σύγκρουση του δημιουργήματος με τον δημιουργό του – στις σελίδες του εντοπίζουμε (και) μια συναρπαστική θεολογική διάσταση.
Δύο μεγάλες παρεξηγήσεις συνοδεύουν τις γνώσεις του ευρύτερου κοινού για τον μύθο του Φρανκενστάιν. Η μία είναι ότι Φρανκενστάιν ονομάζεται το «τέρας», ενώ Φρανκενστάιν είναι το όνομα του επιστήμονα. Η δεύτερη ότι η Σέλεϊ δεν κάνει λόγο για «Τέρας», αλλά για «Πλάσμα» – έχει σημασία πότε και από ποιους αποκαλείται «τέρας» στο βιβλίο. Άλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως, υπό μια έννοια, το Πλάσμα είμαστε εμείς, που τα βάζουμε με τον δημιουργό μας, τον Θεό, ο οποίος, απογοητευμένος, έστρεψε το βλέμμα αλλού και μας άφησε να πορευτούμε αβοήθητοι σ’ αυτόν τον κόσμο, αναζητώντας μάταια την αγάπη και πασχίζοντας να διαμορφώσουμε την ηθική.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως, υπό μια έννοια, το Πλάσμα είμαστε εμείς, που τα βάζουμε με τον δημιουργό μας, τον Θεό, ο οποίος, απογοητευμένος, έστρεψε το βλέμμα του αλλού και μας άφησε να πορευτούμε αβοήθητοι σ’ αυτόν τον κόσμο.
Άπειρες οι ταινίες που ενέπνευσε άμεσα ή έμμεσα ο μύθος του Φρανκενστάιν, με το Πλάσμα να αριθμεί αμέτρητες κινηματογραφικές εμφανίσεις, σε κάθε πιθανή και απίθανη παραλλαγή. Κατά καιρούς έχει μονομαχήσει με τον Δράκουλα, τον Δεινόσαυρο (!) και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις, έχει κάνει γκεστ εμφανίσεις σε τηλεοπτικά καρτούν, έχει αποτελέσει δημοφιλή επιλογή ως κουστούμι για το Halloween. Με αφορμή την κυκλοφορία του κατά Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο Frankenstein, ανατρέχουμε σε δέκα κινηματογραφικές εκδοχές του μέσα στις δεκαετίες, τις οποίες αξίζει να αναζητήσετε.
Frankenstein (1910)
Η πρώτη διασκευή του μυθιστορήματος της Σέλεϊ ήρθε από τα Edison Studios και διευκρινίζει από την αρχή ότι είναι ελεύθερη – έχει και κάτι από «Τζέκιλ και Χάιντ», όπως θα διαπιστώσετε καθώς φτάνετε στο φινάλε. Τα εφέ της δημιουργίας του τέρατος παραμένουν μέχρι σήμερα αποκρουστικά και υπογραμμίζουν τη βασική αρετή της παρακολούθησης ταινιών εκείνης της περιόδου: εστιάζουμε λιγότερο στο τι γίνεται και περισσότερο στο «πώς» γίνεται, «πώς» το γύρισαν – άρα στην κατασκευή, και ως εκ τούτου η προβολή έχει (και) εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Μπορείτε να δείτε ολόκληρη την ταινία αποκατεστημένη εδώ, θα πάρει μόλις δώδεκα λεπτά από τον χρόνο σας.
Frankenstein (1931)
Aν και φαινομενικά η ταινία στέκεται περισσότερο στην ανάγκη οριοθέτησης της επιστήμης, στην πορεία ο Τζέιμς Γουέιλ καθιστά σαφές ότι η πατρική εγκατάλειψη και η απουσία καθοδήγησης, φροντίδας και κατανόησης είναι εκείνη που οδηγεί στις πιο βίαιες πράξεις του Πλάσματος, καθώς και ότι το πιο τρομακτικό τέρας από όλη την πινακοθήκη τεράτων της Universal μαζί είναι ο θυμωμένος όχλος. Άπειρες δημιουργίες επικαλέστηκαν τον τρόπο που σχεδιάστηκε το Πλάσμα για τις ανάγκες της ταινίας, άπειροι και οι δημιουργοί που επηρεάστηκαν από την τελευταία, από τον Βίκτορ Ερίθε του «Πνεύματος του μελισσιού» ως τον Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο.
Bride of Frankenstein (1935)
Το γεγονός ότι η βασική ατραξιόν εμφανίζεται μόλις για λίγα λεπτά στο τέλος δεν είναι το πιο παράδοξο στοιχείο αυτού του τολμηρού, αταξινόμητου, άπταιστου υβριδίου ειδών και υποδείγματος τονικών εναλλαγών. Οι (όχι και τόσο) συγκαλυμμένες κουίρ απολήξεις, τα διαρκή ευρήματα, η αμφιθυμία της στάσης του δημιουργού έναντι της ιδιοσυγκρασιακής φιγούρας του δόκτορος Πρετόριους, η αντι-πατριαρχική διάθεση, η επιλογή να υποδυθεί η Έλσα Λάντσεστερ τόσο τη συγγραφέα Μέρι Σέλεϊ όσο και τη «Nύφη» του τίτλου, που προσθέτει μια μεταμοντέρνα διάσταση στα δρώμενα, και πολλά ακόμα, που δεν μας παίρνει ο χώρος να αναφέρουμε, τοποθετούν το παρόν ανάμεσα στις κορυφές των απανταχού b-movies.
The Curse of Frankenstein (1957)
Καθώς η Universal είχε ξεζουμίζει τα τέρατά της με αμέτρητες συνέχειες και crossovers και η δημοτικότητά τους είχε προσεγγίσει το ναδίρ, η βρετανική Hammer ήρθε για να τα αναστήσει, ξεκινώντας από τον μύθο του Φρανκενστάιν. Tα εύσημα αξίζει ο Τέρενς Φίσερ, ένας δημιουργός που πρόσεχε το κάδρο του μέχρι τελευταίας σπιθαμής, εισήγαγε μια χρωματική παλέτα που πολλοί μιμήθηκαν –ο Μάριο Μπάβα ήταν ένας από αυτούς, κι ας μην υπήρξε ποτέ επίσημη παραδοχή– και σύστησε το δίδυμο Κρίστοφερ Λι και Πίτερ Κάσινγκ που θα καθόριζε τον κατάλογο της εταιρείας και το σινεμά του φανταστικού γενικότερα.
Young Frankenstein (1973)
Μια βασική διαφορά της παρωδίας του Μελ Μπρουκς από την εξέλιξη του είδους έγκειται στην κατασκευή: οποιοδήποτε κάδρο της ταινίας τίποτα δεν έχει να ζηλέψει από εκείνα του Τζέιμς Γουέιλ. Κατά τα άλλα, το «Young Frankenstein» κερδίζει με το σπαθί του μια θέση στο πάνθεον της κινηματογραφικής κωμωδίας, διαθέτοντας άπειρες σκηνές ανθολογίας, όπως η συνάντηση του Πλάσματος με τον τυφλό Τζιν Χάκμαν ή η εκτέλεση του «Puttin on’ the Ritz» από τους Τζιν Γουάιλντερ και Πίτερ Μπόιλ. Αξίζει να σημειωθεί ότι εδώ ο Μελ Μπρουκς δίνει στο Πλάσμα και στον δημιουργό του τη συμφιλίωση που η Μέρι Σέλεϊ τούς στέρησε.
Flesh for Frankenstein (1973)
Γεννημένο εντός της καλλιτεχνικής φωλιάς του Άντι Γουόρχολ, το «Flesh for Frankenstein» του Πολ Μόρισεϊ αξιοποιεί την εξωγήινη, ηδονική, πανσεξουαλική περσόνα του Ούντο Κίερ για να εξαπολύσει ένα βλάσφημο θέαμα εξωφρενικής, γλαφυρής βίας, μια camp επίθεση στο καλό γούστο που κυκλοφόρησε σε τρισδιάστατη εκδοχή στην εποχή της, με τους ανυποψίαστους θεατές να δέχονται σπλάχνα κατακέφαλα. Προτιμάται δίχως συζήτηση το «Blood for Dracula» της επόμενης χρονιάς, ωστόσο η ταινία ενδείκνυται για κυνηγούς του καλού trash σινεμά.
Frankenweenie (1984)
Η μικρού μήκους live-action απόπειρα του Τιμ Μπάρτον δίνει πολύ πιο αγαθά κίνητρα στον «επιστήμονα» – πρόκειται για ένα αγόρι που θέλει απλώς να επαναφέρει στη ζωή τον αγαπημένο του σκύλο, τον οποίο πάτησε αυτοκίνητο. Η ταινία φάνηκε πολύ παράξενη στους ιθύνοντες της Disney και οδήγησε στην απόλυση του Mπάρτον από το στούντιο. Χρόνια μετά ο σκηνοθέτης, καταξιωμένος πια, θα επέστρεφε στον «Frankenweenie» και θα τον διασκεύαζε σε ένα ωραιότατο μεγάλου μήκους stop-motion animation με εξομολογητικό χαρακτήρα, όπου εξηγείται με αρκετή δόση αυτοκριτικής γιατί κάποια μπαρτονικά κινηματογραφικά πειράματα πετυχαίνουν και άλλα όχι.
Frankenstein Unbound (1990)
Mεγάλη «επιτυχία» των πρώτων χρόνων της εγχώριας ιδιωτικής τηλεόρασης, το «Frankenstein Unbound» σηματοδότησε την επιστροφή του Ρότζερ Κόρμαν στη σκηνοθεσία μετά από απουσία ετών και έφερε ένα μικρό twist στον μύθο του Φρανκενστάιν, με επιστήμονα από το μέλλον να ταξιδεύει στο παρελθόν και να γνωρίζει τον μεγαλομανή ομόλογό του – ιδεώδης Φρανκενστάιν ο Ραούλ Τζούλια. Ίσως ο Κόρμαν να μην ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για να διαχειριστεί τη μεταμοντέρνα διάσταση του εγχειρήματος και τον άμεσο, διαλεκτικό συσχετισμό παρόντος και παρελθόντος, ωστόσο η ταινία παραμένει μια αξιόλογη επιστροφή στις μέρες της δόξας του, όταν γύριζε διασκευές του Πόε και επιδείκνυε μεγαλύτερη επιμέλεια σε κάθε τομέα της κατασκευής.
Mary Shelley’s Frankenstein (1994)
Γεννημένος στον απόηχο της επιτυχίας του «Δράκουλα» του Κόπολα, που εδώ εκτέλεσε χρέη παραγωγού (και κατέληξε να διαφωνήσει με τον σκηνοθέτη του), ο κατά Κένεθ Μπράνα «Φρανκενστάιν» είναι πιο πιστός στο μυθιστόρημα από άλλες διασκευές, μα, για κάποιους αρμοστά, πέφτει θύμα της σκηνοθετικής μεγαλομανίας του σκηνοθέτη του, που εσφαλμένα καταλήφθηκε από το πνεύμα του δρος Φρανκενστάιν όχι μόνο μπροστά αλλά και πίσω από τον φακό – διάολε, χρησιμοποιεί γερανό ακόμα και για σκηνές όπου ένας χαρακτήρας απλώς πηγαίνει να ανοίξει την πόρτα του δωματίου. Ενδιαφέρουσα και κατά διαστήματα συναρπαστική αποτυχία, πάντως, με ατού της έναν (όπως πάντα) προσηλωμένο Ρόμπερτ ντε Νίρο και τις οπερετικές συνθέσεις του Πάτρικ Ντόιλ.
Gods and Monsters (1998)
Για το τέλος αφήσαμε μια πιο ιδιαίτερη επιλογή, που αφορά τον κινηματογραφικό «Φρανκενστάιν». O Mπιλ Κόντον εγκαινιάζει την κινηματογραφική συνεργασία του με τον Ίαν ΜακΚέλεν, δίνοντας στον τελευταίο τον καλύτερο ρόλο της ζωής του, εκείνον του Τζέιμς Γουέιλ, γκέι σκηνοθέτη του «Φρανκενστάιν» και της «Νύφης του Φρανκενστάιν» που αναφέραμε παραπάνω, σε μια ταινία που καταγράφει τις τελευταίες μέρες του, εμπλουτίζει την ερμηνεία εκείνων των δημιουργιών και αναδεικνύει τον τραγικό τρόπο με τον οποίο οι «θεοί» της σκηνοθεσίας κρύβουν μέσα στις ταινίες τους τα «τέρατα» που τους βασανίζουν. Στο αξέχαστο φινάλε της υπογραμμίζει πως όλοι μας φοβόμαστε να δείξουμε το κρυμμένο «Πλάσμα» μέσα μας, μην τυχόν και γνωρίσουμε τη οργή του όχλου, και ότι τη φοβία μας αυτή μπορούν να την ξεκλειδώσουν το σινεμά και οι φίλοι.