Είχε ήδη αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα στο βιογραφικό της, ωστόσο, όταν την είδαμε στο «Phantom Thread», μας έπεσε το σαγόνι. Είναι δύσκολο να εμφανίζεσαι στο ίδιο πλάνο με τον Ντάνιελ Ντέι-Λιούις και όχι μόνο να μη σε εξαφανίζει αλλά να τον βάζεις στη θέση του. Από εκείνη τη μέρα το ευρωπαϊκό (και όχι μόνο) σινεμά απέκτησε ακόμα μία πρωταγωνίστρια πρώτης γραμμής κι εκείνη ισορροπεί την καριέρα της ανάμεσα σε mainstream και πιο arthouse δουλειές, τις οποίες επιλέγει ενστικτωδώς και όχι με κάποιο πρόγραμμα, όπως μας αποκαλύπτει παρακάτω.
Το καλοκαίρι του 2023 βρέθηκε στη χώρα μας για τα γυρίσματα του «Hot Milk», κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου της Ντέμπορα Λέβι από τη Ρεμπέκα Λένκιεβιτς, συν-σεναριογράφο της «Ida» και του «Disobedience», μεταξύ άλλων. Στην ταινία, που κυκλοφορεί στις αίθουσες από 11 Σεπτεμβρίου, η Σοφία (Έμα ΜακΚι) ταξιδεύει στην Αλμερία ώστε να λάβει η μητέρα της μια επαναστατική θεραπεία που –υποτίθεται πως– θα την κάνει να ξαναπερπατήσει. Καταπιεσμένη από τη μητρική παρεμβατικότητα, η Σοφία βρίσκει συντροφιά στο πρόσωπο της Ίνγκριντ, μιας τουρίστριας με ανήσυχο πνεύμα που απαντά στο κάλεσμά της για ελευθερία.
Στην ταινία η Βίκι Κριπς υποδύεται την Ίνγκριντ, προσθέτοντας ακόμα μια δυναμική γυναίκα στην πινακοθήκη χαρακτήρων της. Εύλογα, η συζήτησή μας μαζί της ξεκίνησε από το «Hot Milk».
«Μας μεγαλώνουν έτσι ώστε να σιωπούμε και να συμφωνούμε. Κι όταν κάποιος ξεφεύγει από αυτήν τη φυλακή, τείνουμε να τον καταδικάζουμε, επειδή δεν μπορούμε να ζήσουμε όπως εκείνος».
— Tι ήταν εκείνο που σας τράβηξε την προσοχή στο συγκεκριμένο πρότζεκτ;
Τι μου τράβηξε την προσοχή; Το σενάριο της Ρεμπέκα. Ήταν ασυνήθιστο, αλλά φρέσκο, γεμάτο χρώματα, σχεδόν σαν ποίηση. Δεν έμοιαζε σε τίποτα με όσα είχα διαβάσει μέχρι τότε.
— Στην πρώτη σας σκηνή στην ταινία σάς βλέπουμε να ιππεύετε ένα άλογο. Μοιάζετε λίγο σαν να αναδύεστε από ένα μισοξεχασμένο όνειρο, σαν να έρχεστε ως απάντηση στο εσωτερικό ερωτικό κάλεσμα της Σοφία. Ήταν εσκεμμένη αυτή η ημι-φανταστική προσέγγιση;
Νομίζω ότι αυτή είναι μια ερώτηση που θα απαντούσε καλύτερα η Ρεμπέκα, αλλά για μένα δεν ήταν έτσι. Το είδα απλώς σαν έναν όμορφο τρόπο να κάνω την είσοδό μου στην ταινία. Και δεν θα έλεγα ότι ήταν ακριβώς ερωτικό το κάλεσμα της Σοφία· νομίζω ότι ήταν περισσότερο κάλεσμα για μια αδελφή ψυχή.

— Πιστεύετε ότι ο θυμός που εκδηλώνει η Σοφία προς την πολυγαμική φύση της Ίνγκριντ προέρχεται από το γεγονός ότι έχει συνηθίσει σε εξαρτητικές και κτητικές σχέσεις, ίσως λόγω του δεσμού της με τη μητέρα της;
Και αυτή είναι μια ερώτηση που θα απαντούσε καλύτερα η Ρεμπέκα, αλλά ναι, πιστεύω ότι είναι πολύ δύσκολο να βλέπεις τους άλλους ελεύθερους, όταν εσύ ο ίδιος είσαι φυλακισμένος. Γενικά, μας μεγαλώνουν έτσι ώστε να σιωπούμε και να συμφωνούμε. Κι όταν κάποιος ξεφεύγει από αυτήν τη φυλακή, τείνουμε να τον καταδικάζουμε, επειδή δεν μπορούμε να ζήσουμε όπως εκείνος.
— Από τη στιγμή που είναι κομμάτι της ανθρώπινης εμπειρίας και αφορά ένα αληθινό συναίσθημα, γιατί πιστεύετε ότι είναι τόσο δύσκολο για τους ανθρώπους να παραδεχτούν ότι η φροντίδα ενός άρρωστου γονιού μπορεί κάποιες φορές να γίνει εξαντλητική ή ακόμα και ασφυκτική, αν εκείνος είναι καταπιεστικός;
Νομίζω ότι σε αυτή την περίπτωση δεν πρόκειται μόνο για τη φροντίδα ενός γονιού αλλά για τη φροντίδα κάποιου που στην πραγματικότητα σε πληγώνει. Η Σοφία πρέπει να φροντίσει τη μητέρα της, αλλά η μητέρα της είναι άρρωστη και μπορεί να δει μόνο τον δικό της πόνο. Αφήνει τον πόνο της να καπελώσει την κόρη της, η οποία νιώθει να πνίγεται από αυτόν. Το να αφήνεις πίσω εκείνους που αγαπάς είναι ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα στη ζωή. Όμως κάποια στιγμή πρέπει να το κάνουμε για να επιβιώσουμε εμείς οι ίδιοι.
— Δημιουργικά το «Hot Milk» επιλέγει την οδό της αμφισημίας, ενώ πολλές ταινίες και δημιουργοί σήμερα κατευθύνονται προς σαφή, κυριολεκτικά μηνύματα. Γιατί πιστεύετε ότι μεγάλο μέρος του κοινού προτιμά ταινίες της δεύτερης κατηγορίας;
Γιατί είναι εύκολο. Ζούμε με την ψευδαίσθηση ότι το εύκολο είναι καλό, ότι η άνεση είναι ευτυχία, ενώ είμαστε φτιαγμένοι για το αντίθετο. Οι άνθρωποι δεν επιβίωσαν τόσους αιώνες χαλαρώνοντας μέσα στη σπηλιά. Όμως η κοινωνία της μαζικής κατανάλωσης μας έκανε να πιστεύουμε ότι όσο πιο εύκολη είναι η ζωή και όσο πιο άνετοι είμαστε, τόσο το καλύτερο. Έτσι, όταν βλέπουμε μια ταινία που ευθυγραμμίζεται με όλα τα υπόλοιπα –που απλώς επαναλαμβάνει και συνεχίζει τον θόρυβο των social media, της διαφήμισης κ.λπ.– αισθανόμαστε «καλά», επειδή μας είναι «εύκολο». Στην πραγματικότητα, είναι σαν να κοιμόμαστε με τα μάτια ανοιχτά. Είμαστε σαν ένα ανοιχτό δοχείο, μέσα στο οποίο τα ΜΜΕ ρίχνουν ό,τι θέλουν να καταπιούμε, αλλά εμείς σκεφτόμαστε «α, αυτό είναι εύκολο, αυτό μου φαίνεται καλό».

— Ας αλλάξουμε κλίμα. Ήταν δύσκολο να πραγματοποιείτε γυρίσματα στην Ελλάδα ένα από τα πιο καυτά καλοκαίρια των τελευταίων ετών;
Ναι, ο καιρός ήταν πολύ απαιτητικός, ειδικά όταν έπρεπε να ιππεύω το άλογο μέσα στη ζέστη και να δουλεύω, ενώ εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να είμαι ξαπλωμένη. Αλλά, όπως είπα και πριν, πιστεύω ότι αυτή η «ταλαιπωρία» είναι πιο κοντά σε αυτό για το οποίο είμαστε φτιαγμένοι. Και αγαπώ πολύ τη δουλειά μου, οπότε δεν νομίζω ότι πρέπει να παραπονιέμαι για τις καιρικές συνθήκες.
— Στο «Phantom Thread» ο χαρακτήρας σας αντιστρέφει τη δυναμική του κλασικού διπόλου καλλιτέχνη-μούσας. Στο «Corsage» παίζετε μια ανατρεπτική εκδοχή της αυτοκράτειρας Σίσσυ. Στο «More than ever» η Ελέν αποφασίζει να ταξιδέψει μόνη για πρώτη φορά και να φύγει από τον κόσμο με τους δικούς της όρους. Και η λίστα συνεχίζεται. Γιατί σας συναρπάζουν οι χειραφετημένοι χαρακτήρες;
Γιατί άραγε; Γιατί νομίζετε ότι μια γυναίκα τού σήμερα θα επέλεγε χειραφετημένους χαρακτήρες αντί για ανελεύθερους, που δεν έχουν τίποτα να πουν; (Χαμογελάει) Νομίζω ότι οι γυναίκες του κόσμου πέρασαν αρκετούς αιώνες με το βλέμμα στραμμένο στον τοίχο. Ήρθε ο καιρός να κοιτάξουμε το παράθυρο, δεν νομίζετε;
— Το «Father Mother Sister Brother» του Τζιμ Τζάρμους ακούγεται επίσης σαν μια ταινία που εξερευνά τις σχέσεις γονέα-παιδιού, όπως το «Hot Milk». Ήταν τυχαία επιλογή ή βρίσκεστε σε ένα στάδιο της καριέρας σας που συνειδητά έλκεστε από αυτή την πτυχή της ανθρώπινης εμπειρίας;
Νιώθω ότι αυτό είναι κάτι που έχω ξαναπεί στο παρελθόν. Εξερευνώ την ανθρώπινη ύπαρξη μέσα από τη δουλειά μου και έτσι με βλέπω περισσότερο ως επιστήμονα παρά ως ηθοποιό. Αλλά δεν βλέπω τη δουλειά μου ως καριέρα. Οι επιλογές μου γίνονται με γνώμονα το ένστικτο. Δεν χτίζω καριέρα, όπως χτίζεις έναν κόσμο σε ένα βιντεοπαιχνίδι.
— Εδώ και κάποιο διάστημα υπάρχει έντονο debate για τους ηθοποιούς που μένουν στον ρόλο καθ’ όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων. Ποια είναι η δική σας θέση γύρω από το ζήτημα και πώς ήταν να δουλεύετε στο «Phantom Thread» με τον Ντάνιελ Ντέι-Λιούις, έναν ηθοποιό γνωστό γι' αυτή την υποκριτική προσέγγιση;
Η συνεργασία με τον Ντάνιελ ήταν υπέροχη και έμαθα πολλά από εκείνον. Αλλά δεν είναι κάτι που θα μπορούσα να περιγράψω. Έχετε δει την ταινία, οπότε νομίζω ότι ξέρετε περίπου πώς είναι (χαμογελάει). Αλλά το method acting δεν είναι για μένα. Δεν ακολουθώ μέθοδο σε τίποτα. Είναι όπως όλα τα πράγματα στη ζωή. Καθένας επιλέγει τον δικό του δρόμο και το δικό του «δηλητήριο». Η υποκριτική είναι σαν να κάνεις ένα ταξίδι στο κέντρο της Γης και να γυρίζεις πίσω, έχοντας έρθει σε επαφή με αρχαίες σοφίες, έχοντας επιστρέψει με ένα καλάθι γεμάτο όνειρα, συνοδεία φαντασμάτων. Να σας πω την αλήθεια, δεν ξέρω τι είναι πραγματικά η υποκριτική, αλλά σίγουρα είναι κάτι που δεν θα το συλλάβεις ποτέ, με καμία μέθοδο.


— Θυμάστε την πρώτη ταινία που άναψε μέσα σας την επιθυμία να γίνετε ηθοποιός;
Ήταν, νομίζω, το «Δαμάζοντας τα κύματα» του Λαρς φον Τρίερ, όπου είδα για πρώτη φορά την υποκριτική σαν μια δύναμη της φύσης. Με απορρόφησε εντελώς, σαν τα κύματα που σκάνε στην ακτή. «Έσκασε» και η καρδιά μου στην ακτή των συναισθημάτων αυτών των ανθρώπων και δεν μπορούσα να καταλάβω πώς ήταν δυνατόν αυτό που βλέπω να είναι απλώς υποκριτική. Υπήρξε μια άμεση ανταπόκριση από την πλευρά μου. Με γοήτευσε αυτό που είδα και από τότε ανταποκρίνομαι συνεχώς στο κάλεσμά του.
— Έχετε πρωταγωνιστήσει σε ταινίες σκηνοθετημένες από ηθοποιούς, όπως ο Βίγκο Μόρτενσεν και ο Ματιέ Αμαλρίκ. Έχετε παρατηρήσει διαφορές στον τρόπο που σκηνοθετούν τους ηθοποιούς σε σύγκριση με σκηνοθέτες που δεν έχουν υπάρξει ηθοποιοί;
Δεν είμαι σίγουρη αν οι ηθοποιοί σκηνοθετούν διαφορετικά από ό,τι οι σκηνοθέτες. Υποθέτω πως ναι, όπως, πιθανότατα, και οι άντρες σκηνοθετούν διαφορετικά από τις γυναίκες, αλλά στο τέλος της μέρας το παιχνίδι παραμένει το ίδιο. Υπάρχει κάθε φορά ένα όραμα που πρέπει να βγει προς τα έξω, να «ζωντανέψει».
— Εσάς θα σας ενδιέφερε να σκηνοθετήσετε στο μέλλον;
Μπορώ να με φανταστώ να σκηνοθετώ, ναι, αλλά δεν είναι κάτι που θα κυνηγήσω η ίδια. Είναι κάτι που πρέπει να συμβεί οργανικά, να προκύψει σαν τα κύματα που λέγαμε προηγουμένως. Το καθένα έρχεται στον δικό του χρόνο.
— Και μια τελευταία ερώτηση: έχετε συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως ο Τζιμ Τζάρμους, ο Πολ Τόμας Άντερσον, η Μία Χάνσεν-Λοβ, ο Μπάρι Λέβινσον και η Ναόμι Καουάσε, μεταξύ άλλων. Υπάρχουν άλλοι δημιουργοί στη bucket list σας;
Δεν έχω bucket list. Όπως σας είπα και πριν, δεν έχω ιδέα για την καριέρα μου, ούτε καν μπορώ να καταλάβω τι στο καλό κάνω! (χαμογελάει) Είναι παράξενο να μιλάμε γι’ αυτό, σαν να υπήρχε εγχειρίδιο για τη ζωή μου ή κάτι τέτοιο. Σας διαβεβαιώνω: δεν υπάρχει.
Το τρέιλερ της ταινίας
Το «Hot Milk» κυκλοφορεί στους κινηματογράφους από την Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου.