Στο σημερινό ηχητικό του ντοκιμαντέρ ο Άρης Δημοκίδης παρουσιάζει το «φαινόμενο Κουρεντζής». Ο Θεόδωρος Κουρεντζής είναι διακεκριμένος και πολυσυζητημένος μαέστρος της εποχής μας. Διακρίνεται για τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο «διαβάζει» τα κλασικά έργα και για το πώς διευθύνει, πέρα από τα στερεότυπα που επικρατούν για την κλασική μουσική. Πρόκειται για μια χαρισματική μεν αλλά βαθιά εσωστρεφή προσωπικότητα.

 

Γεννήθηκε στην Ελλάδα, όπου έκανε τις πρώτες του μουσικές σπουδές, αλλά όταν έφτασε η στιγμή να σπουδάσει σε ανώτατο επίπεδο διάλεξε σπουδές στη Ρωσία και όχι στην Αμερική, από όπου είχε επίσης πρόταση. Σπούδασε στην Κρατική Μουσική Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης και υπήρξε μαθητής του μαέστρου Ιλία Μουσίν, ενός από τους σπουδαιότερους διευθυντές ορχήστρας του 20ού αιώνα.

 

Παρέμεινε στη Ρωσία (έχει αποκτήσει και τη ρωσική υπηκοότητα), έχτισε εκεί την καριέρα του και δημιούργησε πρωτότυπες δράσεις κοινοβιακού χαρακτήρα. Έγινε γνωστός στη Ρωσία στα 30 του χρόνια και παγκοσμίως στα 40 του, αλλά ήδη από τα 20 του θεωρούνταν ανερχόμενο ταλέντο στη διεύθυνση ορχήστρας. Η καταξίωση ήρθε όχι από τα media, αλλά μέσω της καλλιτεχνικής του τόλμης και των εκρηκτικών του ερμηνειών.

 

Θεωρείται κορυφαίος εξαιτίας των πρωτότυπων ενορχηστρώσεών του σε σπουδαία έργα, όπως του Μάλερ, του Μότσαρτ, του Μπετόβεν, του Τσαϊκόφσκι, στις οποίες κυριαρχεί η ένταση και η θεατρικότητα των κινήσεών του, αλλά και εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζει τη μουσική συνολικά και των δράσεων που δημιούργησε στη Ρωσία. Μέρος της δημοτικότητάς του επίσης οφείλεται στο αντισυμβατικό για μαέστρο ντύσιμό του καθώς και στις διαφορετικές παραστάσεις του, οι οποίες έχουν σκηνοθετικά και φωτιστικά στοιχεία που δεν συνηθίζονται στις κλασικές συναυλίες. Ορόσημα θεωρούνται οι ηχογραφήσεις του με τη Sony Classical.

 

Οι υπερασπιστές του ισχυρίζονται ότι αναζητά την αλήθεια της μουσικής πέρα από τις συμβάσεις, χρησιμοποιώντας ιστορικά τεκμηριωμένες πρακτικές αλλά με εκφραστικότητα που δημιουργεί την αίσθηση μιας εξωπραγματικής εμπειρίας, και αυτό έχει δημιουργήσει φανατικό κοινό.

 

Από την άλλη, μεγάλο κοινό έχει αποκτήσει και εξαιτίας του εκκεντρικού προφίλ που έχει καλλιεργήσει, για το οποίο του αποδίδεται ο χαρακτηρισμός «ροκ σταρ της κλασικής μουσικής».

 

Έχει επικριθεί ως υπερεκτιμημένος μουσικά αλλά και για τη σιωπή του σε σχέση με το καθεστώς της Ρωσίας. Εικάζεται ότι σε αυτό οφείλεται και η παραίτησή του από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της SWR Symphony Orchestra (Γερμανία) πριν λήξει το συμβόλαιό του.  Ο ίδιος έχει δηλώσει σε συνέντευξή του στον «Spiegel»: «Πώς γίνεται στην Ευρώπη να μην υπάρχει πλέον ελευθερία λόγου; Ακόμη χειρότερα: δεν υπάρχει καν η ελευθερία να σιωπάς!».

 

Μιλούν:

Γιάννης Βακαρέλης, καλλιτεχνικός διευθυντής του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών

Αγγελική Γκάτζια, αρθρογράφος

Κάτια Ηγουμενάκη, συντηρήτρια αρχαιοτήτων και πολιτισμολόγος

Δημήτρης Παπαϊωάνου, καλλιτέχνης-χορογράφος, σκηνοθέτης και visual artist  

Κορνήλιος Σελαμσής, συνθέτης

Αντώνης Στεφάνου, Επικεφαλής του Γραφείου Τύπου Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, σπουδές σύνθεσης

 

*Συνεργάτις περιεχομένου: Ελένη Καλέση

**Μουσική επένδυση: Nalyssa Green / Pan Pan / New*Deal / Teo x3 / Petros Satrazanis / Epidemic Sound

***Τα αποσπάσματα απ’ την ΕΡΤ προέρχονται απ’ το Αρχείο της ΕΡΤ, το οποίο ευχαριστούμε θερμά για την άδεια χρήσης.