Η 23ΧΡΟΝΗ ΙΝΦΛΟΥΕΝΣΕΡ Λιβ Σμιντ είναι η βασίλισσα του SkinnyTok, μιας γωνιάς του ίντερνετ όπου αδύνατες, ως επί το πλείστον λευκές γυναίκες προσπαθούν να κάνουν την Αμερική λεπτή ξανά. Τα βίντεο που ανεβάζει με τίτλο «what I eat in a day to stay skinny» («τι τρώω σε μια μέρα για να παραμείνω λεπτή») έγιναν viral πριν από περίπου έναν χρόνο. Σ’ αυτά εμφανίζεται να πίνει τσάι μέντα πριν φάει οτιδήποτε, για να τσεκάρει αν όντως πεινάει ή απλώς βαριέται, ή να έχει μπροστά της ένα γιγάντιο παγωτό με σαντιγί, απ’ το οποίο θα φάει τρεις μπουκιές πριν το πετάξει. Είναι απολύτως ξεκάθαρη: παραμένει λεπτή επειδή δεν τρώει πολύ. Πολλοί βρίσκουν τη στάση της αναζωογονητικά ειλικρινή. Άλλοι πιστεύουν ότι προωθεί τις διατροφικές διαταραχές.
Διάφοροι ινφλουένσερς την έχουν καταδικάσει. Διάφορα περιοδικά έχουν δημοσιεύσει καυστικές κριτικές για την περίπτωσή της. Τον περασμένο μήνα η Meta τής αφαίρεσε τη δυνατότητα να πουλάει συνδρομές (20 δολάρια τον μήνα για πρόσβαση σε αποκλειστικό περιεχόμενο και σε ένα group chat με τίτλο «Skinni Société») στο Instagram και πρόσφατα το TikTok απαγόρεψε τη χρήση του χάσταγκ SkinnyTok σε όλο τον κόσμο, λέγοντας πως «συνδέεται με περιεχόμενο ανθυγιεινής απώλειας βάρους». Ως απάντηση, η δεξιά την υπερασπίστηκε. Η Λιβ Σμιντ έχει «ακυρωθεί» αλλά ίσως να είναι πιο ισχυρή από ποτέ.
Λίγες μέρες αφού το feed σου στο Instagram γεμίσει βίντεο με το χάσταγκ SkinnyTok, αρχίζει να τρυπώνει μέσα του το περιεχόμενο των tradwife (παραδοσιακών συζύγων). Όμορφες γυναίκες που ψήνουν ψωμί φορώντας λινά φορέματα σου λένε ότι πρέπει να αποδεχτείς τη θεϊκή σου θηλυκότητα. Ότι πρέπει να σκεφτείς μια πιο «απαλή ζωή» και να «αποδεχτείς τον φυσικό σου ρόλο».
Από πού ήρθε η Σμιντ και τι συνέβη στο κίνημα «body positivity» που τόσο θόρυβο είχε κάνει την προηγούμενη δεκαετία;
Στο διαδίκτυο μπορείς να φτιάξεις μια κοινότητα γύρω από το οτιδήποτε. Στα 2000s τα έφηβα κορίτσια που είχαν διατροφικές διαταραχές μαζεύονταν σε site με περιεχόμενο «thinspiration» (λεπτή+έμπνευση), όπου αντάλλασσαν συμβουλές. Τα ταμπλόιντ πούλαγαν χιλιάδες φύλλα κάνοντας body shaming: τη μία μέρα η Μπρίτνι Σπίαρς ήταν πολύ χοντρή, την άλλη η Λίντσι Λόχαν πολύ αδύνατη. Λίγο αργότερα εμφανίστηκε το κίνημα του body-positivity, με την υπόσχεση να αλλάξει αυτή την κουλτούρα. Στις διαφημιστικές καμπάνιες άρχισαν να εμφανίζονται plus-size μοντέλα. Το πρόβλημα δεν ήταν το σώμα των γυναικών, υποστήριζαν οι ακτιβιστές, αλλά το γεγονός ότι οι γυναίκες ένιωθαν άσχημα για το σώμα τους.
Όμως όταν προσπάθησαν να αναγκάσουν την κοινωνία να αποδεχτεί νέα σωματικά πρότυπα, η κοινωνία αντέδρασε, φέρνοντας στην επιφάνεια το πολύ μεγάλο μίσος που υπέβοσκε. Πολλοί θεώρησαν πως το κίνημα βρισκόταν σε άρνηση τόσο σχετικά με τους πρακτικούς κινδύνους της παχυσαρκίας για την υγεία όσο και σχετικά με την προθυμία της Αμερικής να αφήσει τη βαθιά ριζωμένη χοντροφοβία της στην άκρη.
Το Ozempic επιτάχυνε τις αντιδράσεις ενάντια στο κίνημα body positivity. Πολλές από τις plus-size ηγέτιδες του κινήματος το βούλωσαν και αδυνάτισαν. Οι ακόλουθοί τους παρατήρησαν ότι χρησιμοποιούσαν φάρμακα για να χάσουν βάρος. Τελικά, φαίνεται πως δεν χρειαζόταν να αγαπάς τον εαυτό σου όπως ήσουν, ούτε να υποφέρεις για να αλλάξεις. Το μόνο που χρειαζόσουν ήταν μια ιατρική συνταγή και αρκετά χρήματα.
Παρόλο που κάποιες γυναίκες με φυσιολογικό βάρος, οι οποίες δεν είχαν καμία ιατρική ένδειξη για να πάρουν φάρμακα όπως το Ozempic, κατάφεραν να βρουν παραθυράκια και να τα αποκτήσουν, οι περισσότερες δεν έφτασαν μέχρι εκεί. Πώς θα τα κατάφερναν να παραμείνουν λεπτές τώρα που ήταν ξανά της μόδας; Για κάποιες, η απάντηση ήταν το SkinnyTok.
Δεν χρειάζεσαι ιατρική συνταγή για να είσαι υπερβολικά αδύνατη. Χρειάζεσαι μόνο κακή σχέση με το φαγητό, που την ενισχύει μια υπερβολικά αδύνατη άγνωστη που σου φωνάζει προσβολές επιπέδου γυμνασίου. Τελικά, αυτό που άφησε πίσω του το κίνημα του body-positivity μπορεί να είναι ότι απέδειξε την εγκυρότητα του μηνύματος στο οποίο προσπαθούσε να αντισταθεί: φερόμαστε καλύτερα στους λεπτούς ανθρώπους. Τουλάχιστον το SkinnyTok τους λέει την αλήθεια, πιστεύουν πολλές γυναίκες.
Αν ακούσεις προσεκτικά τα βίντεο στο χάσταγκ SkinnyTok, θα δεις ότι δεν μιλούν μόνο για τη στέρηση. Μιλούν για το να είσαι σικ. Να είσαι κυρία – το «σωστό είδος» γυναίκας, που κάνει τα σάλια των αντρών να τρέχουν. Το σημαντικότερο, μιλούν για το να είσαι μικροσκοπική.
Οι ινφλουένσερς του SkinnyTok δεν μιλούν ποτέ στα βίντεό τους για πολιτική. Δεν κάνουν κήρυγμα υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ – πόσο μάλλον για ζητήματα όπως οι αμβλώσεις ή η μετανάστευση. Κι όμως, όλα όσα λένε –η έμφαση στα κορίτσια και στο πώς πρέπει να συμπεριφέρονται τα κορίτσια και στο πόσο μικροσκοπικά πρέπει να είναι τα κορίτσια– είναι, φυσικά, πολιτικά.
Λίγες μέρες αφού το feed σου στο Instagram γεμίσει βίντεο με το χάσταγκ SkinnyTok, αρχίζει να τρυπώνει μέσα του το περιεχόμενο των tradwife (παραδοσιακών συζύγων). Όμορφες γυναίκες που ψήνουν ψωμί φορώντας λινά φορέματα σου λένε ότι πρέπει να αποδεχτείς τη θεϊκή σου θηλυκότητα. Ότι πρέπει να σκεφτείς μια πιο «απαλή ζωή» και να «αποδεχτείς τον φυσικό σου ρόλο». Δες λίγα ακόμα από αυτά τα βίντεο και πολύ σύντομα θα οδηγηθείς στις αντιεμβολιάστριες μαμάδες ή στο φουλ συνωμοσιολογικό σύμπαν της alt-right. Έτσι λειτουργεί το ίντερνετ. Η Eviane Leidig, συγγραφέας του «Οι γυναίκες της ακροδεξιάς: Οι ινφλουένσερς των κοινωνικών δικτύων και η διαδικτυακή ριζοσπαστικοποίηση», θεωρεί ότι SkinnyTok και tradwives συνδέονται μέσω της «πολύ ισχυρής οπτικής αναπαράστασης της θηλυκότητας». Οι αλγόριθμοι τραβούν την προσοχή σου με ελαφρύ περιεχόμενο με το οποίο μπορείς να ταυτιστείς και ταυτόχρονα σε εκθέτουν σε πιο εξτρεμιστικές απόψεις. Η alt-right, λέει η Leidig, είναι πολύ καλή στο να φτιάχνει ζηλευτό και φαινομενικά απολίτικο περιεχόμενο με το οποίο μπορούν να ταυτιστούν οι θεατές. «Είναι μια σκόπιμη στρατηγική την οποία χρησιμοποιεί ο συντηρητικός χώρος τα τελευταία χρόνια για να κεφαλαιοποιήσει τα πολιτιστικά ζητήματα, ως μέσο για να ριζοσπαστικοποιήσει το κοινό, οδηγώντας το σε πιο ακραίες θέσεις».
Επιπλέον, ο σκληρός τρόπος με τον οποίο απευθύνονται οι ινφλουένσερς του SkinnyTok στους ακόλουθούς τους («Δηλητηριάζεις τον εαυτό σου με τις αηδίες που τρως! Θα έπρεπε να ντρέπεσαι!») ακούγεται οικείος σε πολλές γυναίκες, γιατί με τον ίδιο τρόπο μιλάνε και οι ίδιες στον εαυτό τους. Ας μη γελιόμαστε. Το μέγεθος του σώματος μιας γυναίκας επηρεάζει όχι μόνο τις προοπτικές της στο πεδίο του dating αλλά ακόμα και την επαγγελματική της ζωή. Οι περισσότερες από εμάς θα θέλαμε να είμαστε λίγο πιο αδύνατες, και το θέλουμε από την πρώτη φορά που είδαμε τη μητέρα μας να κριτικάρει το δικό της σώμα μπροστά στον καθρέφτη.
Παρ’ όλα αυτά, μάλλον είναι καιρός να πατήσουμε «unsubscribe». Δεν αξίζει να ρισκάρουμε την υγεία μας για το «σώμα των ονείρων μας». Πολλές από εμάς έχουμε κόρες, ανιψιές, μικρές αδελφές. Δεν θα θέλαμε να τους πει κάποιος μια μέρα ότι θα έπρεπε να μικρύνουν. Είναι τέλειες όπως είναι και ονειρεύονται να μεγαλώσουν, να γίνουν πιο γρήγορες, πιο δυνατές – όχι να συρρικνωθούν.
Με στοιχεία από το The Atlantic