ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΚΛΗΡΑΓΩΓΟΥΜΕ τα αγόρια προκειμένου να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τη σκληρότητα του κόσμου. Αυτή είναι μια αντίληψη η οποία φαίνεται να αναβιώνει στην πολιτική, στη μαζική κουλτούρα, στο περιεχόμενο που προέρχεται από την λεγόμενη «ανδρόσφαιρα» και τους influencers στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που διακηρύττουν ότι η σωματική ρώμη και η συναισθηματική στωικότητα αποτελούν το αποκορύφωμα της ανδρείας. Αυτή η στάση όμως έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με ποικίλες έρευνες που δείχνουν ότι οι γιοι χρειάζονται την ίδια φροντίδα που πολλοί γονείς τόσο φυσικά προσφέρουν στις κόρες: χρόνο, συζήτηση, υπομονή και στοργή. Στην πραγματικότητα, μπορεί να τη χρειάζονται περισσότερο.
Κι όμως, σε πολλά σπίτια, τα αγόρια λαμβάνουν λιγότερη φροντίδα και τρυφερότητα από ό,τι τα κορίτσια, ή η φροντίδα που λαμβάνουν τείνει να δίνει έμφαση στη σωματική δραστηριότητα αντί για πιο οικείες συναισθηματικές αλληλεπιδράσεις. Μια μελέτη του 2016, η οποία βασίστηκε σε ευρείας κλίμακας σύνολα δεδομένων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο, διαπίστωσε ότι οι μητέρες και οι πατέρες αφιέρωναν περισσότερο χρόνο στο να λένε ιστορίες, να τραγουδούν και να διαβάζουν στις μικρές τους κόρες σε σύγκριση με τους γιους, από τη βρεφική ηλικία μέχρι την προσχολική ηλικία. Το 2013, οι οικονομολόγοι Marianne Bertrand και Jessica Pan δημοσίευσαν μια ανάλυση διαχρονικών δεδομένων που παρακολουθούσαν περισσότερα από 20.000 παιδιά στις ΗΠΑ που είχαν ξεκινήσει το νηπιαγωγείο το 1998, διαπιστώνοντας ότι οι γονείς των κοριτσιών ανέφεραν ότι αισθάνονταν πιο κοντά στο παιδί τους στην ηλικία του νηπιαγωγείου από ό,τι οι γονείς των αγοριών και ότι ήταν πιο πιθανό οι γονείς να αναφέρουν ότι ήταν πολύ απασχολημένοι για να παίξουν με τους γιους παρά με τις κόρες τους.
Όπως ο κάθε γονιός γνωρίζει, είναι αδύνατο να κάνεις πάντα το σωστό. Αλλά τα μηνύματά μας προς τα αγόρια έχουν σημασία, όπως και οι απαντήσεις μας στις αναπτυξιακές και συναισθηματικές τους ανάγκες.
Μια άλλη μελέτη, από το 2006, διαπίστωνε ότι κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού με τα βρέφη τους, οι μητέρες των κοριτσιών αλληλεπιδρούσαν συχνότερα με το παιδί τους από ό,τι οι μητέρες των αγοριών. Μια μελέτη του 2017 έδειξε ότι οι μπαμπάδες έτειναν να ασχολούνται με λιγότερη προσοχή και να ανταποκρίνονται λιγότερο προς τους γιους απ' ό,τι προς τις κόρες και ότι χρησιμοποιούσαν – διακριτικά και μη– διαφορετικό λεξιλόγιο: μιλούσαν στα κορίτσια με γλώσσα που επικεντρωνόταν περισσότερο στο συναίσθημα, ενώ με τα αγόρια χρησιμοποιούσαν όρους που σχετίζονταν με τον ανταγωνισμό και τα επιτεύγματα.
Όπως ο κάθε γονιός γνωρίζει, είναι αδύνατο να κάνεις πάντα το σωστό. Αλλά τα μηνύματά μας προς τα αγόρια έχουν σημασία, όπως και οι απαντήσεις μας στις αναπτυξιακές και συναισθηματικές τους ανάγκες. «Τα πιο συνεπή ευρήματα δεν υποδηλώνουν μόνο ότι τα αγόρια είναι πιο επιθετικά ή πιο ατίθασα ή οτιδήποτε άλλο τυπικά “αγορίστικο”, γράφει η δημοσιογράφος Ruth Whippman στο βιβλίο της Boymom: Reimagining Boyhood in the Age of Impossible Masculinity. «Είναι επίσης –σχεδόν με κάθε μέτρο– πιο ευαίσθητα, πιο εύθραυστα και πιο συναισθηματικά ευάλωτα».
Σε μια εργασία του που δημοσιεύτηκε το 2000 στο British Medical Journal, ο Βρετανός ψυχίατρος παιδιών και εφήβων Sebastian Kraemer, έγραφε ότι «από τη σύλληψη ακόμα, πριν αρχίσουν να παίζουν ρόλο οι κοινωνικές επιδράσεις, τα αρσενικά είναι πιο ευάλωτα από τα θηλυκά». Από άποψη φυσιολογίας, έγραφε ο Kraemer, τα αγόρια αναπτυξιακά γεννιούνται περίπου έναν μήνα πίσω από τα κορίτσια. Τείνουν επίσης να είναι λιγότερο επιδέξια στη ρύθμιση των συναισθημάτων τους και να επηρεάζονται περισσότερο όταν τα πράγματα πάνε στραβά – και συχνά τα πράγματα πάνε στραβά, εν μέρει έστω, όταν οι γονείς παραμελούν, σκόπιμα ή όχι, την ανάγκη των γιων για προσοχή και στοργή.
Οι έρευνες δείχνουν, για παράδειγμα, ότι τα αγόρια που μεγαλώνουν σε φτωχά νοικοκυριά, τείνουν να έχουν χειρότερη επίδοση από τα κορίτσια που μεγαλώνουν σε παρόμοιο περιβάλλον στις μετρήσεις των ακαδημαϊκών τους επιδόσεων – τα αγόρια από ασταθείς ή μονογονεϊκές οικογένειες έχουν επίσης περισσότερα προβλήματα σε ό,τι αφορά τη συναισθηματική τους «ρύθμιση».
Όλα αυτά είναι στοιχεία ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι τα προβλήματα των αγοριών σε ό,τι αφορά τη συναισθηματική τους ισορροπία μπορεί να επιμείνουν στην ενήλικη ζωή και να έχουν επιπτώσεις όχι μόνο για τους ίδιους τους άνδρες αλλά και για τους ανθρώπους γύρω τους. Ο Kraemer έγραφε στην εργασία του ότι οι άνδρες κινδυνεύουν περισσότερο από ό,τι οι γυναίκες από διαταραχές «συμπεριφοράς» –που χαρακτηρίζονται από ψέματα, καταστροφή περιουσίας, κλοπή και σωματική επιθετικότητα– και ότι τα αγόρια θα μπορούσαν να είχαν θωρακιστεί καλύτερα ενάντια σε τέτοιες συμπεριφορές αν οι γονείς είχαν «μεγαλύτερη επίγνωση της ανδρικής ευαισθησίας» και καθοδηγούνταν ώστε «να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται στους γιους τους». Το 2019, σε μια εισήγηση στην Επιτροπή Γυναικών και Ισότητας του βρετανικού κοινοβουλίου, ο Kraemer έγραψε ότι όταν δημοσίευσε για πρώτη φορά το άρθρο του, «ο Τύπος είπε ότι πρότεινα πως τα αγόρια θα πρέπει να αντιμετωπίζονται περισσότερο σαν κορίτσια». Δεν είναι έτσι, υποστήριξε. «Είπα απλώς ότι τα αγόρια πρέπει να αντιμετωπίζονται περισσότερο σαν ανθρώπινα όντα».
Με στοιχεία από The Atlantic