ΣΧΕΔΟΝ ΟΛΟΙ ΜΑΣ γνωρίζουμε τα οδυνηρά συμπτώματα αυτού που αποκαλούμε «χανγκόβερ», αλλά ίσως να μην είναι αυτή η σωστή διάγνωση. Μια πρόσφατη μελέτη ανέλυσε τα μοτίβα ύπνου σε δεκάδες χιλιάδες άτομα, με στόχο να μάθουμε περισσότερα σχετικά με μια συνθήκη που μας πνίγει και μας εξαντλεί κυρίως τα βράδια του Σαββατοκύριακου: την κοινωνική άπνοια.
Η κοινωνική άπνοια αποτελεί μια παραλλαγή ή μια επιδείνωση της άπνοιας ύπνου, μιας διαταραχής κατά την οποία η αναπνοή σταματά επανειλημμένα ή γίνεται πολύ ρηχή κατά τη διάρκεια του ύπνου. Ερευνητές του Πανεπιστημίου Flinders στην Αυστραλία πρότειναν τη χρήση του προσδιορισμού «κοινωνική», επειδή ορισμένοι παράγοντες που την προκαλούν είναι περιβαλλοντικοί – όπως η κατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα και η έλλειψη ύπνου, και γίνονται πιο συνηθισμένοι τα Σαββατοκύριακα.
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύτηκε στο American Journal of Respiratory and Critical Care Medicine, ανέλυσε δεδομένα από περισσότερα από 70.000 άτομα σε 23 χώρες σε διάστημα τριών ετών. Ωστόσο, το πιο αξιοσημείωτο στοιχείο της δεν ήταν ο αριθμός των ατόμων που συμμετείχαν αλλά η ποιότητα των δεδομένων. Η άπνοια ύπνου είναι μια πάθηση που σε μεγάλο βαθμό δεν διαγιγνώσκεται καθώς εκτιμάται ότι έως και το 80% των ατόμων που πάσχουν από αυτήν δεν το γνωρίζουν καν.
Μια ανασκόπηση 23 σχετικών μελετών διαπιστώνει ότι η κατανάλωση αλκοόλ αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης άπνοιας κατά 25%. Διάφορες μελέτες των τελευταίων ετών έχουν αποδείξει τη συσχέτιση μεταξύ του καπνίσματος και της άπνοιας ύπνου.
Η άπνοια είναι μια συχνή διαταραχή του ύπνου που επηρεάζει σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους παγκοσμίως. Προκαλείται από την επαναλαμβανόμενη κατάρρευση των αναπνευστικών οδών κατά τη διάρκεια του ύπνου. Εάν οι σοβαρές περιπτώσεις δεν αντιμετωπιστούν, αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιακών παθήσεων, διαβήτη, γνωστικής έκπτωσης και κατάθλιψης, καθιστώντας ζωτικής σημασίας την έγκαιρη διάγνωση.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η πιθανότητα εμφάνισης άπνοιας στον ύπνο ήταν 18% υψηλότερη τα Σάββατα σε σύγκριση με τις Τετάρτες. Η αύξηση ήταν σταθερή σε όλες τις χώρες και τις δημογραφικές ομάδες, αλλά το φαινόμενο ήταν πιο έντονο στους άνδρες (οι οποίοι είχαν 21% περισσότερες πιθανότητες να επηρεαστούν, σε σύγκριση με 9% για τις γυναίκες) και στους νεότερους ενήλικες. Τα άτομα κάτω των 60 ετών είχαν 24% υψηλότερο κίνδυνο κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, σε σύγκριση με 7% για τα άτομα άνω των 60 ετών.
Προηγούμενα επιστημονικά στοιχεία υποστηρίζουν τα δεδομένα αυτά. Μια ανασκόπηση 23 σχετικών μελετών διαπιστώνει ότι η κατανάλωση αλκοόλ αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης άπνοιας κατά 25%. Διάφορες μελέτες των τελευταίων ετών έχουν αποδείξει τη συσχέτιση μεταξύ του καπνίσματος και της άπνοιας ύπνου. Ορισμένες έρευνες υποδηλώνουν πως ένας από τους μεγαλύτερους παράγοντες κινδύνου, μετά την ηλικία, μπορεί να είναι το υπερβολικό βάρος αλλά και το φύλο (οι άνδρες έχουν δύο έως τρεις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης αποφρακτικής άπνοιας ύπνου σε σχέση με τις γυναίκες).
Η άπνοια δεν επιδεινώνει μόνο την ποιότητα ζωής όσων πάσχουν από αυτήν – σε ακραίες περιπτώσεις, μπορεί να οδηγήσει στην χρήση ειδικής αναπνευστικής συσκευής κατά τον ύπνο. Είναι επίσης ένας αξιόπιστος δείκτης του κινδύνου καρδιαγγειακού επεισοδίου. Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, οι αλλαγές στο πρόγραμμα του ύπνου, όπως το να μένουμε ξύπνιοι ή να κοιμόμαστε αργά τα Σαββατοκύριακα, μπορούν να επιδεινώσουν την άπνοια του ύπνου.
Αυτές οι αλλαγές στο πρόγραμμα, γνωστές επίσης ως «κοινωνικό τζετ λαγκ», επηρεάζουν την ποιότητα του ύπνου μας. Τα Σαββατοκύριακα έχουμε την τάση να κοιμόμαστε αργότερα και να καθυστερούμε το πρωινό ξύπνημα. Μπορεί να φαίνεται ότι αυτές οι επιπλέον ώρες ή λεπτά θα μας βοηθήσουν να ξυπνήσουμε πιο ξεκούραστοι, αλλά για τα άτομα με άπνοια ύπνου αυτό δεν φαίνεται να ισχύει πάντα. Σαράντα πέντε παραπάνω λεπτά ύπνου αυξάνουν τον κίνδυνο επιδείνωσης της άπνοιας ύπνου κατά 47%.
Οι επιστήμονες παρατήρησαν επίσης σημαντικές εποχικές διακυμάνσεις. Η άπνοια τείνει να επιδεινώνεται κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και του χειμώνα, με αύξηση της έντασης μεταξύ 8% και 19% σε σύγκριση με την άνοιξη και το φθινόπωρο. «Αυτή η εποχική αύξηση εξηγείται εν μέρει από τις υψηλότερες θερμοκρασίες του καλοκαιριού, οι οποίες διαταράσσουν τον ύπνο και προκαλούν ελαφρύτερες φάσεις ύπνου, κάτι που σχετίζεται με επιδείνωση της άπνοιας», εξηγεί η μελέτη.
Τον χειμώνα, ο ύπνος για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα και το ξύπνημα αργότερα αυξάνουν τον χρόνο που αφιερώνεται στον ύπνο REM –το στάδιο του ύπνου που χαρακτηρίζεται από έντονα όνειρα, υψηλή εγκεφαλική δραστηριότητα παρόμοια με την εγρήγορση και προσωρινή παράλυση των μυών του σώματος–, ο οποίος σχετίζεται επίσης με πιο συχνά επεισόδια άπνοιας.
Με στοιχεία από El Pais