«Η Λεωφόρος της Δύσης»: Μια απίστευτα μοχθηρή και σκοτεινή σάτιρα του Χόλιγουντ

Η λεωφόρος της Δύσης Facebook Twitter
Η Γκλόρια Σουάνσον ως Nόρμα Ντέσμοντ και ο Γουίλιαμ Χόλντεν ως Τζο Γκίλις στην ταινία «Sunset Boulevard» του 1950. Φωτ.: John Springer Collection/CORBIS/Corbis via Getty Images/Ideal Image
0

Η Nόρμα, που ονειρεύεται την επιστροφή της στη μεγάλη οθόνη, συναντά τον Τζο (Γουίλιαμ Χόλντεν), έναν ασήμαντο σεναριογράφο που, κυνηγημένος απ’ τους πιστωτές του, βρίσκει καταφύγιο στην έπαυλή της, υποσχόμενος να τη βοηθήσει να κάνει ένα δυναμικό comeback στο σινεμά. Αμέσως αναπτύσσεται μεταξύ τους μια σχέση εξάρτησης και πάθους, που σταδιακά θα τους οδηγήσει στην καταστροφή. Όταν ο Τζο θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί μια νεότερη κοπέλα, η Νόρμα θα παρασυρθεί απ’ το ερωτικό της πάθος, θα χάσει τελείως τη λογική της και θ’ αρχίσει τις σκηνές ζηλοτυπίας με έντονες συναισθηματικές εκρήξεις. Με τον καιρό ο Τζο αρχίζει να νιώθει φυλακισμένος, όμως εκείνη δεν θα τον αφήσει να την εγκαταλείψει έτσι εύκολα...

Έχουν γυριστεί μυριάδες ταινίες με θέμα το Χόλιγουντ, από τον εσωστρεφή μαίανδρο του αλτμανικού «Player» ως την ανατριχιαστική αλληγορία της «Οδού Μαλχόλαντ», αλλά καμία δεν συγκρίνεται με την πολυπλοκότητα, την ακρίβεια, τη διαύγεια και τη σκοτεινιά αυτής της απίστευτα μοχθηρής και δραματικής σάτιρας, ένα μελό μέσα σ’ ένα ψυχολογικό θρίλερ ακατάπαυστης σινεφιλίας (που ωστόσο εκφράζεται με κλασικούς όρους) με επίκεντρο τον μικρόκοσμο του αμερικανικού σινεμά και τραγική ηρωίδα ένα θύμα του συστήματος που κατασκεύασε τους σταρ και, αφού τους έλουσε στη χλιδή, τους ταρίχευσε, έκθαμβους και συντετριμμένους, σ’ ένα μαυσωλείο αυταπάτης και λήθης – κάτι που ισχύει κυρίως για τις βεντέτες του βωβού, που δεν είχαν μέτρο σύγκρισης.

Φιλμ νουάρ, μαύρη κωμωδία, πικρή σάτιρα και δράμα ολκής, η «Λεωφόρος της Δύσης» ανακεφαλαιώνει το χρονικό της γέννησης της ειδωλολατρίας του σινεμά και τη γεφυρώνει με τους αχάριστους εμπόρους του επιχειρηματικού ρεαλισμού, που σύντομα θα έπαιρναν τη σκυτάλη.

Διαβάζοντας ξανά τη seminal μελέτη του κοινωνιολόγου Εντγκάρ Μορέν «Οι σταρ» (γράφτηκε το 1972 και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη), το θέμα φωτίζεται καλύτερα: «Ο σταρ είναι θεός. Το κοινό τον καθιστά θεό. Αλλά το σταρ σύστεμ τον προετοιμάζει, τον διαμορφώνει, τον σμιλεύει, τον παρουσιάζει, τον κατασκευάζει. Ο σταρ ανταποκρίνεται σε μια συναισθηματική ή μυθική ανάγκη που δεν αποτελεί δημιούργημα του σταρ σύστεμ. Χωρίς το σταρ σύστεμ, όμως, η ανάγκη αυτή δεν θα εκφραζόταν, δεν θα έβρισκε τη θεμελίωσή της».

Η λεωφόρος της Δύσης Facebook Twitter
Γυρίσματα της ταινίας δίπλα σε μια πισίνα. Φωτ.: Library of Congress/Corbis/VCG via Getty Images/Ideal Image

Όλα και τίποτε είναι η Νόρμα Ντέσμοντ, η θεά που έζησε το Χόλιγουντ στη μεγάλη του δόξα, αλλά γέρασε χωρίς ψυχή και σέρνεται στο γοτθικό Shangri La της, που μυρίζει θανατερό πεπρωμένο. Πάσχει από μποβαρισμό: είναι μια γυναίκα που δεν έζησε απλώς το όνειρό της, αλλά ονειρεύτηκε τη ζωή της και εξακολουθεί να το κάνει. Μπέρδεψε οριστικά το φαντασιακό με την πραγματικότητα και αποσύρθηκε σαν περήφανη, βαριά σκιά – την υποδύεται η επίσης μοιραία, passé, πάμπλουτη, πεποιημένη ντίβα του βωβού Γκλόρια Σουάνσον, ως μικροσκοπική ιδιοκτήτρια μιας τεράστιας έπαυλης, σιωπηλής, απόκοσμης και γουστόζικα μουσειακής. Είναι ένα φιλμ ρομαντικής φρίκης από μόνο του.

Εκεί καταλήγει ο επιτήδειος σεναριογράφος που της πουλάει ένα ακόμη όνειρο, τη χίμαιρα της μεγάλης επιστροφής της, κι έτσι η ανία της μετατρέπεται σε αδημονία. Οι αναφορές της ταινίας σε υπαρκτούς, αλάβωτους ή μαρτυρικούς επιζώντες της βιομηχανίας του κινηματογράφου είναι πάμπολλες, και ενίοτε ανατριχιαστικές.

Ο υπηρέτης της είναι ο Μαξ, ο Έρικ φον Στροχάιμ, με το μαστίγιο και το μονόκλ, γνωστός από τις στυλιζαρισμένα σαδιστικές του ταινίες, σ’ έναν ρόλο αντίστροφο, ως μαζοχιστής, στωικός πρώην εραστής και σκηνοθέτης της, ουσιαστικά άνεργος, χρεοκοπημένος και αφοσιωμένος δούλος στη madame του. Ο Μαξ επινοεί επιστολές θαυμαστών και τις απαντά, συντηρώντας αυτό που ο Μορέν ονομάζει «αστρική ιερουργία». Το πρόσωπό του φωτίζεται στην προοπτική μιας μεγάλης επερχόμενης ταινίας. Την αγαπά βαθιά κι επιτέλους θα τη «χαϊδέψει» ξανά με τον φακό του.

Γκλόρια Σουάνσον Facebook Twitter
Σε αυτήν τη σκηνή η Γκλόρια Σουάνσον απαγγέλλει την αθάνατη ατάκα «Είμαι έτοιμη για το κοντινό μου πλάνο τώρα, κύριε Ντε Μιλ». Φωτ.: Hulton Archive/Getty Images/Ideal Image

Υποτιθέμενος παραγωγός του comeback ο διαβόητος μαξιμαλιστής του θεάματος, Σεσίλ Μπ. Ντε Μιλ, ο οποίος δέχεται την παλιά του ντίβα και υποδύεται πως ενδιαφέρεται γι’ αυτήν, ενώ στην ουσία δεν θέλει να την πληγώσει με απόρριψη μπροστά της.

Η Χέντα Χόπερ και ο Μπάστερ Κίτον παίζουν επίσης τον εαυτό τους: μια γερασμένη κουτσομπόλα με ανήσυχο βλέμμα και κουρασμένο αυτί και ο ξεπεσμένος κωμικός με το ακίνητο, πέτρινο πρόσωπο. Φιγούρες μιας εποχής που πέρασε, και η Νόρμα Ντέσμοντ είναι η μόνη που βαυκαλίζεται πως δεν πέθανε ποτέ, θεωρώντας πως οι ταινίες μίκρυναν, ενώ η ίδια παραμένει μεγάλη. Δεν είναι, ωστόσο, παρά το περίσσευμα της υπερβολής του Χόλιγουντ της jazz age, μια αμφίθυμη κι ευπαρουσίαστη μούμια που απώλεσε την εισπρακτική της δύναμη και τη δημοτικότητά της και πλέον στριφογυρίζει στον τάφο της, με ανοιχτό καπάκι, όπως βλέπουμε στην πρώτη επαφή που έχει με τον Τζο, ο οποίος έχει χάσει τον δρόμο και τον προσανατολισμό του και χτυπάει το κουδούνι της, σαν ήρωας του Έντγκαρ Άλαν Πόε που οδηγείται στην αργόσυρτη σφαγή του.

μπαστερ κιτον Facebook Twitter
Ο Μπάστερ Κίτον υποδύεται τον εαυτό του στην ταινία. Φωτ.: Silver Screen Collection/Getty Images/Ideal Image

Κι ενώ ο Μπίλι Γουάιλντερ αναρωτιόταν τι έχουν απογίνει όλοι αυτοί οι δεινόσαυροι του βωβού μέσα στις σπιταρόνες που παρατηρούσε οδηγώντας στο Μπέβερλι Χιλς, έφτιαξε την ιστορία της «Λεωφόρου της Δύσης» από μνήμες του παρελθόντος και τη φαντασία του, ξεκινώντας με τη ρηξικέλευθη για την εποχή αφήγηση του πτώματος στην πισίνα, τον εκπρόσωπο του Νέου Χόλιγουντ που μιλάει πολύ και ρίχνει την ηθική του αν χρειαστεί, ονόματι Τζο, αρσενικό και τυχοδιώκτη, ζιγκολό που πέφτει στα νύχια ενός βαμπίρ/παράφρασης της υπαρκτής σταρ Νόρμα Τάλματζ, που παραμυθιάζεται, τρελαίνεται, αλλά του ξεσκίζει αντανακλαστικά τις σάρκες, καθώς είναι μια γυναίκα με αποθέματα δολιότητας και ξεχαρβαλωμένα καλώδια, ένα τέρας που θυμάται τον έρωτα για τον εαυτό της μέσα απ’ το συντακτικό του ξεθωριασμένου σελιλόιντ που εκπροσωπούσε.

Στις λίγες στιγμές που συναντιούνται οι ψυχές του Τζο και της Νόρμα, πέρα απ’ το συμφέρον και τον εγωισμό, ο Μπίλι Γουάιλντερ σκύβει με συμπάθεια και λεπτότητα πάνω σε δυο πλάσματα που λειτουργούν μόνο με γνώμονα την αποδοχή και την αναγνώριση, ενώ καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας εξαπολύει μια λυσσαλέα επίθεση που προκάλεσε τη μήνι του κατεστημένου – πώς τόλμησε ο τιμημένος εμιγκρές να χέσει εκεί που τρώει με χρυσά κουτάλια; Κανείς δεν είναι σίγουρος για ποιον λόγο ο Βιεννέζος έχυσε τόση χολή, αλλά ευτυχώς που το έκανε.

Τι ταινία είναι αυτή! Τι αριστούργημα, μέσα σ’ ένα σκηνικό που μυρίζει παρακμή και σκουριά, επικίνδυνο και μακάβριο, με απομεινάρια που προσωρινά αναβάλλονται από τις εξωτερικές ανάσες που δίνουν ο Τζο και η λαμπερή αρραβωνιαστικιά του. Φιλμ νουάρ, μαύρη κωμωδία, πικρή σάτιρα και δράμα ολκής, η «Λεωφόρος της Δύσης» ανακεφαλαιώνει το χρονικό της γέννησης της ειδωλολατρίας του σινεμά και τη γεφυρώνει με τους αχάριστους εμπόρους του επιχειρηματικού ρεαλισμού, που σύντομα θα έπαιρναν τη σκυτάλη. Ο Σαρλ Ντιλέν υποστηρίζει πως το θέατρο χρειάζεται μεγέθυνση και ο κινηματογράφος εσωτερικότητα.

Γκλόρια Σουάνσον Facebook Twitter
Το στυλιζαρισμένο γκραν φινάλε της Νόρμα Ντέσμοντ στις σκάλες, κάθοδος στον Άδη, απεγνωσμένη ικεσία για αιώνια λατρεία και ύστατη συμβολική αιχμή του Γουάιλντερ. Φωτ.: Silver Screen Collection/Getty Images/Ideal Image

Το στυλιζαρισμένο γκραν φινάλε της Νόρμα Ντέσμοντ στις σκάλες, κάθοδος στον Άδη, απεγνωσμένη ικεσία για αιώνια λατρεία και ύστατη συμβολική αιχμή του Γουάιλντερ, αφού έβαλε τους μπάτσους να συλλάβουν το απολιθωμένο Χόλιγουντ, είναι ένα τρομακτικό ρεσιτάλ ανθρώπινης τραγωδίας και κινηματογραφικού ψέματος. Η τελευταία πράξη μιας αξιολύπητης και αμετανόητης, που από τη faux εξπρεσιονιστική της χορογραφία προς το κοντινό πλάνο που τόσο λαχταρά υπονοείται πως ήταν μάλλον λιγότερο ταλαντούχα απ’ ό,τι νόμιζε. Άρα, η φήμη της ήταν μια κατασκευασμένη σύμπτωση και ο μύθος της, τραβεστί.

Ο Γουάιλντερ δεν χαρίστηκε ούτε στην τελευταία ανάσα της ταινίας αυτής. Και το θυμωμένο Χόλιγουντ τον τιμώρησε, δίνοντας τα κύρια Όσκαρ στο «Όλα για την Εύα» (μια υπέροχη ταινία που μιλούσε με κακία για… το θέατρο) και εκείνο της ερμηνείας στην Τζούντι Χόλιντεϊ, για μια απλώς χαριτωμένη θεατρογενή κομεντί που δεν έγινε ποτέ κλασική. Το αποκορύφωμα της ειρωνείας είναι πως στη δεκαετία του ‘80, ακόμη ακμαίος και με σώας τας φρένας του, ο Μπίλι Γουάιλντερ δεν σταμάτησε να κατηγορεί το Χόλιγουντ πως του γύρισε την πλάτη, προτιμώντας παιδαρέλια και μπαλαφάρες έναντι των καλογυρισμένων κωμωδιών και δραμάτων που εκείνος μάταια πρότεινε. Και μεταμορφώθηκε σ’ ένα χαρωπό κειμήλιο, ένα μνημείο στην πόλη που κάποτε αντιμετώπισε με περίσσιο κυνισμό, πικρός και δηκτικός, όπως οι ταινίες του.

Η ταινία «Η Λεωφόρος της Δύσης» κυκλοφορεί σε επανέκδοση στα θερινά σινεμά από την Πέμπτη 15 Αυγούστου.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Υψηλή κοινωνία

Οθόνες / «Υψηλή Κοινωνία»: Η λαμπερή κινηματογραφική συνεύρεση των Μπινγκ Κρόσμπι, Φρανκ Σινάτρα και Γκρέις Κέλι

Από τις σαλονάτες μουσικό-ρομαντικές κομεντί των 50s το «High Society» είναι από τις πιο καλοραμμένες, αν και στο στρίφωμα φαίνεται η έλλειψη πρωτοτυπίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

6 αποκαλυπτικά ντοκιμαντέρ για τη ζωή και τον κόσμο που ζούμε τώρα

Οθόνες / 6 αποκαλυπτικά ντοκιμαντέρ για τη ζωή και τον κόσμο που ζούμε τώρα

Το Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Καστελλορίζου πρόβαλε φέτος ταινίες πολιτικά φορτισμένες που οραματίζονται ένα μέλλον χωρίς σύνορα. Έξι από αυτές έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση χάρη στην αισθητική και την προβληματική τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο ξεχασμένος απαγωγέας Τόνι Κυρίτσης, που ενέπνευσε τον Γκας Βαν Σαντ για το Dead Man's Wire

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Dead Man’s Wire»: Η χλιαρή επιστροφή του Γκας βαν Σαντ

Μετά από πέντε χρόνια ο Αμερικανός σκηνοθέτης επανέρχεται με την ξεχασμένη ιστορία ενός απαγωγέα, κάνοντας μια βιογραφία με νόημα, που όμως δεν προσθέτει κάτι στη φιλμογραφία του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βίκι Κριπς στη LIFO: «Καθένας επιλέγει το δικό του δηλητήριο»

Οθόνες / Βίκι Κριπς: «Καθένας επιλέγει το δικό του δηλητήριο»

Η ηθοποιός που στάθηκε σαν ίση προς ίσο απέναντι σε ολόκληρο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις μιλάει στη LiFO σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης με αφορμή την κυκλοφορία του «Hot Milk», που συμπεριλαμβάνει γυρίσματα στη χώρα μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
To αριστουργηματικό Ran του Κουροσάβα και 8 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Οθόνες / To αριστουργηματικό Ran του Κουροσάβα και 8 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Μια ταινία βασισμένη σε βιβλίο του Στίβεν Κινγκ, η επιστροφή του Ντάρεν Αρονόφσκι, η καλύτερη ταινία του Κουροσάβα σε επανέκδοση και το τέταρτο μέρος της σειράς ταινιών θρίλερ «Το Κάλεσμα» – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
«Η φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» ζωντανεύει στη Βενετία

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Η φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» ζωντανεύει στη Βενετία

Έκκληση από τους συντελεστές της ταινίας της Κάουτερ Μπεν Χάνια να σταματήσουν επιτέλους οι δολοφονίες παιδιών στη Γάζα, με αφορμή το σπαρακτικό τηλεφώνημα της 6χρονης Παλαιστίνιας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
A House of Dynamite

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «House of Dynamite»: Η Κάθριν Μπίγκελοου πατάει το κουμπί – και μας κόβει την ανάσα

Με χειρουργική ακρίβεια, η πρώτη γυναίκα που τιμήθηκε με Όσκαρ σκηνοθεσίας μας πείθει ανατριχιαστικά για τον επικείμενο πυρηνικό όλεθρο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο μάγος του Κρεμλίνου

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Ο μάγος του Κρεμλίνου»: Ο ρυθμιστής του Πούτιν δεν χωρά σε ταινία

Πίσω από το ψυχρό πρόσωπο της εξουσίας, κρύβεται ο ψίθυρος ενός σύγχρονου Ρασπούτιν. Ο Ολιβιέ Ασαγιάς τον ακολουθεί – αλλά μήπως τον πρόδωσε η φόρμα;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
No other choice

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «No other choice»: Η ταινία που θα οδηγήσει τον Παρκ Τσαν-γουκ στα Όσκαρ

Ο Κορεάτης σκηνοθέτης παραμένει ένας από τους μεγάλους σύγχρονους κινηματογραφιστές, αν και η αντικαπιταλιστική του σάτιρα «No other choice» δεν είναι η καλύτερή του ταινία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Είναι σαν να κάνεις τον Δράκουλα χορτοφάγο»: Γιατί το σέξι τέρας του Φρανκενστάιν που παίζει ο Τζέικομπ Ελόρντι είναι λάθος

Οθόνες / Γιατί το σέξι τέρας του νέου «Φρανκενστάιν» είναι λάθος

Στη διασκευή του κλασικού μυθιστορήματος της Μέρι Σέλεϊ από τον Γκιγιέρμο ντελ Τόρο πρωταγωνιστεί ο «εξωφρενικά όμορφος» Τζέικομπ Ελόρντι στον ρόλο του τέρατος – πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα μια ταινία χωρίς ειρμό. 
THE LIFO TEAM
O Στίβεν Κινγκ στο σινεμά: Οι 10 καλύτερες μεταφορές

Οθόνες / O Στίβεν Κινγκ στο σινεμά: Οι 10 καλύτερες μεταφορές

Είναι εντυπωσιακός ο αριθμός διασκευών του έργου του δημοφιλούς συγγραφέα που θα δούμε στο πανί, στο γυαλί και στο σανίδι, κι αυτό στάθηκε αφορμή για ένα αφιέρωμα στις καλύτερες ταινίες που ενέπνευσαν τα γραπτά του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Φρανκενστάιν: Ένα θεσπέσιο μελόδραμα που σε παρασύρει και σε ματώνει

Ανταπόκριση από τη Βενετία / Φρανκενστάιν: Ένα θεσπέσιο μελόδραμα που σε παρασύρει και σε ματώνει

O Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο θα έκανε την Μέρι Σέλεϊ περήφανη. Ο δικός του Φρανκενστάιν κατορθώνει να μην προδώσει το πνεύμα του πολυδιασκευασμένου μυθιστορήματός της.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
After the Hunt: Το #MeToo στα χέρια του Λούκα Γκουαντανίνο είναι μια μπερδεμένη υπόθεση

Ανταπόκριση από τη Βενετία / After the Hunt: Το #MeToo στα χέρια του Γκουαντανίνο είναι μια μπερδεμένη υπόθεση

Ο Λούκα Γκουαντανίνο νοσταλγεί τη χαμένη τέχνη του διαλόγου, αλλά το After the Hunt χάνει το δίκιο του στην ακαδημαϊκή φλυαρία και τις σεναριακές αστοχίες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ