Αυτό το κείμενο απευθύνεται σε όλους τους καπνιστές, και όχι μόνο. Απευθύνεται και σε αυτούς που δεν καπνίζουν ακόμη, αλλά μπορεί να το κάνουν στο μέλλον. Οφείλω να σας ενημερώσω ότι αυτό το κείμενο προέρχεται από έναν φανατικό αντικαπνιστή. Ξέρω πως πολλοί από εσάς τους καπνιστές ήδη με αντιπαθήσατε σφόδρα. Μπορώ να αισθανθώ από τώρα όλη αυτήν την αρνητική αύρα να ξεχειλίζει απ' την ψυχή σας, η οποία συνοδεύεται από ένα αυστηρό κατακόκκινο από τις αρτηρίες βλέμμα, το οποίο θα προσπαθήσετε να γαληνέψετε παίρνοντας μία βαθιά ανάσα και θα εκπνεύσετε με σταθερό ρυθμό, αδειάζοντας τα μολυσμένα, αν όχι σάπια πνευμόνια σας. Και αν δεν με αντιπαθήσατε όλοι από την αρχή, το κάνατε τώρα. Παρόλα αυτά σας παρακαλώ να το διαβάσετε αυτό το κείμενο μέχρι τέλους. Ίσως να μην σας είμαι και τόσο αντιπαθητικός στο τέλος, θα δείξει. Λοιπόν, ονομάζομαι Χρήστος, είμαι 22 ετών και δεν έχω τραβήξει ούτε μία τζούρα από τσιγάρο μέχρι τώρα στην ζωή μου. Σκέφτηκα πολλές φορές να το δοκιμάσω. Ήθελα να δω τι είναι αυτό που τους κάνει όλους να το θέλουν τόσο πολύ. Αλλά δεν τα κατάφερα. όχι γιατί φοβόμουν τον καρκίνο ή χίλιες δυο άλλες ασθένειες που μπορούσε να με προκαλέσει. Αλλά από μικρός που ήμουν, μέχρι και τώρα δεν μπορώ ούτε στο ελάχιστο να ανεχτώ την μυρωδιά αυτή. Ξέρω πως δεν υπάρχουν πολλοί σαν και εμένα αλλά μπορώ να πω πως είναι κληρονομικό αφού το ίδιο πρόβλημα έχει και ο πατέρας μου. Τέλος πάντων, μπορείτε να φανταστείτε πόσο δύσκολη είναι η ζωή μου στην Ελλάδα και πόσο δύσκολη κάνω την ζωή των άλλων, των καπνιζόντων, στην Ελλάδα. Ως φοιτητής δεν μπορούσα να πηγαίνω σε κανένα club. Και εάν πήγαινα, αναγκαζόμουν ανά τέταρτο να βγαίνω έξω για περίπου 5 λεπτά για να καταφέρω να συνέλθω. Στις καφετέριες κάθομαι πάντα στα έξω τραπέζια, ακόμη και τις μέρες που έχει πολύ κρύο, αλλιώς αν κάτσω μέσα θα πρέπει να κάνω κάτι παρόμοιο όπως κάνω και στα club. Στην παρέα μου το 90% των ατόμων καπνίζουν. Οπότε καταλαβαίνετε πόσο δύσκολο με ήταν να πηγαίνω στα σπίτια τους ή και να τους καλέσω στο δικό μου. Η επιλογή μου στις κοπελιές δεν ξεκινάει ούτε από το χρώμα των μαλλιών ούτε από τα μάτια. Ξεκινάει πάντα από το εαν καπνίζουν. Όταν γυρνάω σπίτι μυρίζει τσιγαρίλα μέχρι και το μποξεράκι μου. Αυτά ήταν μερικά από τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζω στην Ελλάδα εν έτη 2017. Προσπάθησα λοιπόν να τα αντιμετωπίσω όλα αυτά προχωρώντας στην έσχατη λύση. Άρχισα να ζητάω από τον κοινωνικό μου περίγυρο να σβήνει το τσιγάρο του σε κλειστούς χώρους ή έστω να πηγαίνουν να το κάνουν κάπου έξω. Το μίσος, η αγένεια και η > που αντιμετώπισα ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Ξεκίνησα πηγαίνοντας κατευθείαν στο άτομο που κάπνιζε και του ζήταγα να σβήσει το τσιγάρο του γιατί με ενοχλεί. Κάποιοι με είπαν πως θα κρατάν το τσιγάρο από το άλλο χέρι, αλλά τους εξηγούσα ότι και πάλι με ενοχλεί. Κάποιοι με λέγαν ότι έξω κάνει πολύ κρύο, άλλοι ότι δεν είναι οι μόνοι που καπνίζουν στο μαγαζί και άλλοι ότι δεν πρόκειται με τίποτα να το σβήσουν γιατί δεν μπορούν να απολαύσουν τον καφέ τους ή το ποτό τους χωρίς αυτό. Κάποιοι πάλι με ζήτησαν να βγω εγώ για 10 λεπτά από το μαγαζί και μόλις τελειώσουν το τσιγάρο θα έρθουν να με φωνάξουν. Ο παραλογισμός έπιανε κορυφή όταν έκανα το λάθος να τους ενημερώσω για τον αντικαπνιστικό νόμο στην Ελλάδα. Με ενημέρωσαν και αυτοί λοιπόν ότι εδώ είναι Ελλάδα και δεν είσαι υποχρεωμένος να εφαρμόζεις τον νόμο εάν δεν συμφωνείς μαζί του, ενώ προς μεγάλη μου έκπληξη ανακάλυψα ότι είμαι ένα πρόβατο και δούλος ενός συστήματος υποταγής τηςνέας γενιάς από την κυβέρνηση. Είπα, λοιπόν, να αλλάξω λίγο την τεχνική και να ζητάω από τον μπάρμαν ή από τον υπεύθυνο του μαγαζιού να ζητάει από τους πελάτες του να σβήσουν το τσιγάρο. Δυστυχώς τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα. Στην καλύτερη ο υπεύθυνος με έλεγε ότι θα χάσει την πελατεία του, ενώ στην χειρότερη διέκρινα τον μπάρμαν να λέει στον πελάτη ότι εγώ έχω πρόβλημα με το τσιγάρο του, όχι ότι ο ίδιος έχει πρόβλημα αλλά ο νόμος είναι δυστυχώς μαζί μου. Και τότε ξεκίνησαν να έρχονται οι καπνιστές σε εμένα για να διευθετήσουμε το πρόβλημα και να με εξηγήσουν το πόσο λάθος είμαι, ενώ πολλοί από αυτούς προσπάθησαν να με δώσουν συμβουλές του τύπου να πίνω τον καφέ μου στο σπίτι μου. Θέλω να τονίσω ότι όταν ζήταγα από τους άλλους ανθρώπους να σβήσουν το τσιγάρο τους είχα κανονίσει με την παρέα μου να μην καπνίζουν ούτε πριν αλλά ούτε και μετά μέσα στο μαγαζί. Και κάπως έτσι σταμάτησα λοιπόν να προσπαθώ. Όχι να προσπαθώ να τους κάνω να σταματήσουν το τσιγάρο. Ούτε να προσπαθώ να τους μάθω να τηρούν την νομοθεσία. Γιατί αν νομίζατε πως όλα αυτά τα έκανα γιατί αυτός ήταν ό στόχος μου κάνετε μεγάλο λάθος. Σταμάτησα να προσπαθώ να περάσω καλά. Ναι. Σταμάτησα να προσπαθώ να περάσω καλά. Γιατί δεν περνάω καλά. Δεν περνάω καλά όταν είμαι υποχρεωμένος εγώ να βγαίνω έξω από το μαγαζί για να καπνίζουν οι άλλοι μέσα. Δεν περνάω καλά όταν αφού περάσει πολύ ώρα ούτε αυτό πιάνει γιατί έχει ντουμανιάσει μέσα ο χώρος και είμαι υποχρεωμένος να φύγω. Αλλά τι πειράζει; Ούτως ή άλλως αν δεν το κάνω εγώ αυτό, σημαίνει ότι για να περάσω καλά εγώ, θα πρέπει να μην περάσουν καλά όλοι αυτοί. Γιατί θα πρέπει να βγαίνουν αυτοί κάθε τρεις και λίγο έξω και να τους χαλάω την διασκέδαση. Όμως ποιος είμαι εγώ για να τους το κάνω αυτό; Ποιος είμαι εγώ που τολμώ να ζητήσω να περάσω καλά; Ποιος είμαι εγώ που δεν θέλω να είμαι παθητικός καπνιστής; Ποιος είμαι εγώ που βλέπω το τσιγάρο στο χέρι τους σαν όπλο, που εκτοξεύει καρκινογόνες σφαίρες, και αρνούμαι να κάτσω να τις φάω στην μάπα; Μήπως τελικά εγώ είμαι ο λάθος; Μήπως εγώ είμαι ο εγωιστής που δεν σκέφτομαι την απόλαυση και την χαρά του άλλου; Και τι με πειράζει που ο άλλος καπνίζει και αυξάνει τις πιθανότητές μου για ένα σορό ασθένειες; Σάμπως και εγώ ζω υγιεινά; Όλη την ώρα τρώω ανθυγιεινές βλακίες. Πίνω αμέτρητες ποσότητες αλκοόλ και δεν γυμνάζομαι καθόλου. Ίσως τελικά δεν με πειράζει που δεν με αφήνουν να περάσω καλά. Ίσως τελικά δεν με πειράζει που τους βλέπω και με φαίνονται άνθρωποι που αυτοκτονούν. Ίσως τελικά το μόνο που με πειράζει είναι ότι είμαι και εγώ μέρος της αυτοκτονίας τους.