La La Land

0

Στο Λος Άντζελες, την πόλη όπου γεννιούνται και πεθαίνουν τα όνειρα, δύο νέοι ερωτεύονται, προσπαθώντας ταυτόχρονα να φτάσουν τους στόχους τους: εκείνη να γίνει μια διάσημη ηθοποιός, εκείνος να γίνει αναγνωρισμένος μουσικός. Θα καταφέρει η αγάπη τους να επιβιώσει στη σκληρή πραγματικότητα των συνεχών απογοητεύσεων και της απόρριψης;

Με την πρώτη κιόλας σκηνή, ένα ζαλιστικό πανοραμικό μουσικοχορευτικό νούμερο πάνω σε έναν τυπικό αυτοκινητόδρομο του Λος Άντζελες που εύχεσαι να μην τελειώσει, παραδόθηκα αμαχητί στο La La Land, ένα από τα μεγάλα φαβορί στην επερχόμενη κούρσα των Όσκαρ, με πολλά βραβεία κριτικών στο ενεργητικό του. Το είχα ανάγκη, όπως το χρειάζεται η εποχή – μια απόδραση από τον ρεαλισμό, με πολύ ταλέντο και καμία χαζομάρα. Η τυχαία γνωριμία των εποχούμενων Ράιαν Γκόσλινγκ και Έμα Στόουν γίνεται επεισοδιακά, ενώ παίρνουμε μια πρώτη, γερή γεύση για μια έντονη κινητικότητα με το ξέσπασμα στο μποτιλιάρισμα και για το πώς ο Ντάμιεν Σαζέλ δεν θα κάτσει ήσυχος ούτε θα καρφώσει εύκολα την κάμερά του σε ένα σημείο, εκτός κι αν υπάρχει σοβαρός λόγος – κι έτσι έγινε.

Οι αναφορές της ταινίας είναι πολυάριθμες και εκλεκτικές από έναν δημιουργό που, πριν από το οσκαρικό Χωρίς Μέτρο, έκανε το ντεμπούτο του με τη μεγάλου μήκους προέκταση του διδακτορικού του στο Χάρβαρντ, το ελεύθερης ροής, ασπρόμαυρο, επίσης τζαζοκεντρικό Guy and Madeline on a Park Bench. Ξεκινώντας από το φρενήρες πνεύμα, με θέμα κυρίως τα θεατρικά παρασκήνια, της σωρείας των μιούζικαλ από τη δεκαετία του '30 και αντίστοιχα την Έμα Στόουν (καταπληκτική, διάφανη, συγκινητική και διασκεδαστική, σαν μελαχρινή εκδοχή της Τζόαν Μπλοντέλ από το Gold Diggers του 1933), και περνώντας από τα καλύτερα της MGM με τους ιπτάμενους Φρεντ Αστέρ και Τζιν Κέλι, το φιλμ διασχίζει με γενναιόδωρη περπατησιά και μονταζιακό νεύρο τους μεγάλους Αμερικανούς τεχνίτες, την ίδια στιγμή που διαπνέεται από την απαλή μελαγχολία που έχουν τα αριστουργήματα του Ζακ Ντεμί, οι Ομπρέλες του Χερβούργου και οι Δεσποινίδες του Ροσφόρ, με τη μουσική του Τζάστιν Χέρβιτς να εμπνέεται εξίσου από το american songbook, την κλασική τζαζ και την εκδοχή του Μισέλ Λεγκράν. Το σημείο αναφοράς είναι το On the Town των Ντόνεν και Κέλι, το πρώτo, 13 χρόνια πριν από το West Side Story, που βγήκε στους δρόμους και ανέπνευσε τον ρεαλισμό της πόλης μακριά από τα επαναλαμβανόμενα σκηνικά και τη μηχανική υπερβολή που είχε αρχίσει να κουράζει και τους πιο φανατικούς.

Με παιχνιδιάρικη ειρωνεία, διάσπαρτη σκληρότητα, αλλά ποτέ κυνισμό –αλίμονο, σε μιούζικαλ βρισκόμαστε–, ο Σαζέλ τοποθετεί την ιστορία του στις τέσσερις εποχές του χρόνου που δεν διαφοροποιούνται ποτέ (έμμεση αναφορά στην αγαπημένη του ταινία, It's always fair weather), ξεκινώντας από κάποια ηλιόλουστα Χριστούγεννα, φωτίζοντας μοναδικά, ανάμεσα στην κινηματογραφική φαντασία και μια ντεμί πραγματικότητα, που, είναι αλήθεια, δεν έχει αλλάξει και πολύ σε αυτή την πόλη, καθώς το μεγαλύτερο κομμάτι του αστικού σκηνικού παραμένει ως είχε και τα νέα παιδιά κυνηγάνε πάντα ανέφικτα όνειρα στον χώρο του θεάματος. Σταδιακά, το La La Land, το πιο συνηθισμένο παρατσούκλι της Πόλης των Αγγέλων, γίνεται κτήμα του Σαζέλ και οι χαρακτήρες ζούνε άφοβα και αφομοιωμένα στις αναφορές τους, από το Επαναστάτης Χωρίς Αιτία, με μια καταπληκτική σεκάνς στο εμβληματικό Πλανητάριο του Griffith Park, μέχρι το παλιό σινεμά που παρακμάζει και το κλαμπάκι που θέλει να μισθώσει, αν ποτέ βρει τα λεφτά, ο Γκόσλινγκ για να παίζει τη μουσική που αγαπά, την τζαζ, όπως τη γέννησαν οι τιμημένοι προκάτοχοί του. Στην πόλη που «προσκυνάει τον καθένα και δεν εκτιμά κανέναν» τα διλήμματα που προκύπτουν κινούνται επίσης παράλληλα. Η Στόουν έχει φτάσει στα όριά της με τις ακροάσεις που δεν την οδηγούν πουθενά κι έναν θεατρικό μονόλογο όπου αποκαλύπτει με μελωδική αβρότητα τα σώψυχα της και ο Γκόσλινγκ καλείται να διαλέξει αν θ' ακολουθήσει το μεροκάματο του πιανίστα για δεξιώσεις κι εστιατόρια ή μια safe, μίζερη, ανέμπνευστη καριέρα ως μουσικός σε συγκρότημα ενός παλιού φίλου του, ο οποίος ξεκίνησε μεν με τις ίδιες βάσεις, αλλά εξελίχθηκε σε fusion σταρ, μπασταρδεύοντας ένα είδος που, κατά τον Γκόσλινγκ, απαγορεύεται να μιανθεί – έξυπνα, τον φίλο υποδύεται ο Τζον Λέτζεντ, ο οποίος έχει κάνει υπολογίσιμη καριέρα, αναβιώνοντας μια πιο μελωδική, και σίγουρα παλιακή R&B, με ψυχή.

Σε αυτό το μήκος κύματος χορεύει και τραγουδάει η ταινία. Το τι είναι πιο σημαντικό, το νέο ή το παλιό, το αν το νέο είναι επίφοβο και το παλιό αφορά τους μεσόκοπους και ποιο από τα δύο θα πουλήσει περισσότερο, είναι ένα ψευτοερώτημα, σαν τέρας με πολλά κεφάλια, και δεν μπορεί να απαντηθεί με σιγουριά, ούτε καν από τους ειδικούς. Ο Σαζέλ μας λέει, με όλα τα μέσα που έχει στα χέρια και τη φαντασία του, πως η φόρμα δεν έχει ηλικία, πως σημασία έχει ο καθαρισμός της συνείδησης από το μπέρδεμα που φέρνει η αναμονή και η έλλειψη επιλογών αλλά και πως η κατάκτηση ενός ονείρου, παρ' ότι φέρνει τεράστια ικανοποίηση, δεν εγγυάται την ευτυχία, όπως την αποτυπώνει το σινεμά της υπόσχεσης και της διαφυγής. Και αυτό, ευτυχώς, τον ξεχωρίζει από τη στάνταρ αφήγηση των παλιών μιούζικαλ με το (κατ)αναγκαστικό happy end ή την ολοσχερή, μελό τραγωδία, όπως το Ένα αστέρι γεννιέται. Δεν υπονομεύει το είδος και δεν το υπηρετεί δουλικά. Διότι άλλο είναι να αραδιάζεις, με τεχνική δεξιοτεχνία τις πηγές σου σαν να μη σε αφορούν πραγματικά κι άλλο να τις αξιοποιείς σε έναν φόρο τιμής με προσωπικό γούστο και νέες ιδέες. Και φυσικά, με ένα αξέχαστο, γλυκόπικρο ρομάντσο. Η ηθοποιός και ο μουσικός. Ο συμβιβασμός και η ελπίδα. Το όνειρο και η πραγματικότητα. Πιο Λος Άντζελες, πεθαίνεις...

Oscars Critics
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Είναι η «Κιούκα» η «ελληνική ταινία της χρονιάς»;

The Review / Τι είναι αυτό που κάνει την ταινία «Κιούκα» να συζητιέται τόσο;

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την ταινία «Κιούκα: Πριν το τέλος του καλοκαιριού» του 31χρονου Κωστή Χαραμουντάνη. Πώς καταφέρνει το όραμα ενός millennial σκηνοθέτη να ξεχωρίζει στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά — και γιατί αξίζει την προσοχή μας;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Οθόνες / Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Με αφορμή την έξοδο του «Oh, Canada» στις εγχώριες αίθουσες, ανατρέχουμε στο σύνολο της καριέρας ενός σταρ που οι περισσότεροι θεωρούμε δεδομένο, ίσως επειδή όσα κάνει στην οθόνη φαντάζουν τόσο ανεπιτήδευτα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ανταπόκριση από τις Κάννες / Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ως άλλος Αμερικανός στο Παρίσι του ’60, ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ με τη φετινή του συμμετοχή, το ασπρόμαυρο «Nouvelle Vague», αποτίνει φόρο τιμής στον θρυλικό auteur του γαλλικού Νέου Κύματος, υπενθυμίζοντάς μας την τέχνη (και το θράσος) της νεότητας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Οθόνες / Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Ο Θοδωρής Σελέκος μεγάλωσε στο Νέο Ηράκλειο και ασχολείται με τον κινηματογράφο . Στα πρώτα του βήματα ήταν μέρος της κολεκτίβας ATH KIDS. Έχει σκηνοθετήσει βιντεοκλίπ για καλλιτέχνες όπως ο Ethismos, ο Saske, οι Sworr και διαφημιστικά για brands όπως η Muerte Inc. Παλιότερα άκουγε περισσότερη hip-hop μουσική. Τώρα ακούει jazz και soul. Η πρώτη ταινία μικρού μήκους του ονομάζεται «Can you water a garden with tears?». Του αρέσει η ησυχία και οι αργές ταινίες.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΚΟΥΛΑΚΗ
Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Κάννες 2025 / Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Στην τελετή έναρξης του Φεστιβάλ Καννών, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο εξαπέλυσε για ακόμη μία φορά σφοδρή κριτική κατά της αμερικανικής πολιτικής, μια μικρή γαλλική ταινία εγκαινίασε το φεστιβάλ, ενώ οι λαμπερές σταρ υποχρεώθηκαν να περιορίσουν τις ημίγυμνες εμφανίσεις τους στο κόκκινο χαλί.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ;

Οθόνες / Λεός Καράξ: Ποιος είναι ο σκηνοθέτης του Holy Motors;

«Δεν είμαι εγώ», δηλώνει ο ασυμβίβαστος Γάλλος δημιουργός στον τίτλο της φιλμικής του αυτοβιογραφίας, εντείνοντας το μυστήριο γύρω από το πρόσωπό του και προσθέτοντας ακόμη μία ψηφίδα σε ένα συναρπαστικό καλλιτεχνικό work in progress.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Μυθολογίες / «Όποτε θέλω να κλάψω, βλέπω το The Hours»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Το πρώτο ερωτικό σκίρτημα ήρθε με το Persona του Μπέργκμαν. Όταν είδε το Happy Together του Wong Kar-Wai, ήθελε να ουρλιάξει. Τα παθιασμένα συναισθήματα έχουν τον πρώτο λόγο στην κινηματογραφική λίστα του ηθοποιού και σκηνοθέτη.
«Becoming Led Zeppelin»: Το χρονικό του βαρύτερου ροκ συγκροτήματος όλων των εποχών

Pulp Fiction / Led Zeppelin: Ένα ντοκιμαντέρ για το «βαρύτερο» ροκ συγκρότημα όλων των εποχών

Το ντοκιμαντέρ «Becoming Led Zeppelin» του Μπέρναρντ ΜακΜάχον παρουσιάζει την ιστορία του θρυλικού hard rock συγκροτήματος, φωτίζοντας το background των μελών του και τις περιστάσεις που οδήγησαν στην ίδρυσή του, φτάνοντας μέχρι και την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ τους και την απαρχή της απόλυτης δόξας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
movies

Οθόνες / Η Σταχτοπούτα αλλιώς και 5 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Το διάσημο παραμύθι γίνεται ταινία τρόμου, εφηβικά δράματα και η καινούργια σκηνοθετική δουλειά του διεθνούς φήμης Έλληνα διευθυντή φωτογραφίας Φαίδωνα Παπαμιχαήλ – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
Φαίδων Παπαμιχαήλ: «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Pulp Fiction / «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Με αφορμή τη νέα του ταινία, ο σημαντικός διευθυντής φωτογραφίας και σκηνοθέτης Φαίδων Παπαμιχαήλ αφηγείται στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο τη συναρπαστική διαδρομή της ζωής του από τα πρώτα του βήματα μέχρι τις μεγαλύτερες στιγμές της καριέρας του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
El Eternauta: Το θρυλικό κόμικ μεταφέρθηκε στο Netflix σε μια σειρά υψηλών προδιαγραφών

Daily / El Eternauta: Το θρυλικό κόμικ μεταφέρθηκε στο Netflix σε μια σειρά υψηλών προδιαγραφών

«Ο κοσμοναύτης του απείρου» έκανε πρεμιέρα πριν από μερικές μέρες, σε μια μεταφορά αντάξια του θρύλου που συνοδεύει τόσο το έργο όσο και τον δημιουργό του, ο οποίος βρήκε τραγικό τέλος στα χέρια της αργεντινής χούντας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ