Με ιδιαίτερη χαρά, η Γκαλερί Δύο Χωριά ανακοινώνει την ατομική έκθεση «Hosts and Parasites», της Ελληνίδας καλλιτέχνιδας Ντόρας Οικονόμου. Η έκθεση εγκαινιάζεται στις 5 Ιουνίου 2025, στις 8 μ.μ., στην γκαλερί Δύο Χωριά, παρουσία της καλλιτέχνιδας.
Η Ντόρα Οικονόμου δημιουργεί με υλικά ταπεινής προέλευσης και μαζικής παραγωγής και με παραδοσιακά σχέδια οριγκάμι, ακολουθώντας μια μεθοδολογία που θυμίζει προγραμματισμό ανοιχτού κώδικα. Παράγει αυθεντικά και εντελώς προσωπικά έργα, βασισμένα σε μια αρχαία, τυποποιημένη γλώσσα τεχνικών, αξιοποιώντας όμως σύγχρονα, καθημερινά προκατασκευασμένα υλικά. Έτσι, ενώ η αισθητική των έργων της μοιάζει έντονα χειροποίητη και μη βιομηχανική, η ίδια η δημιουργική της διαδικασία στηρίζεται σε λειτουργικές αρχές αντίστοιχες με αυτές της τεχνητής νοημοσύνης — τις οποίες, ωστόσο, επαναπροσδιορίζει μέσα από την ανθρώπινη βούληση και την προσωπική, βιωματική αίσθηση του ωραίου. Αυτή η αντιφατική σχέση ανάμεσα στη δημιουργικότητα και την τυποποίηση — όπως και μια έμμεση
αναφορά στον «ψηφιακό θόρυβο» της εποχής— αντανακλάται ξεκάθαρα στον τίτλο της έκθεσης «Hosts and Parasites».
Η Οικονόμου πάντα δίνει ιδιαίτερη σημασία στους τίτλους των εκθέσεών της, καθώς λειτουργούν ως ενοποιητικό κλειδί για την αποκωδικοποίηση του αλληγορικού νοήματος των επιμέρους έργων. Ο τίτλος της παρούσας έκθεσης αγγίζει τον πυρήνα όχι μόνο της αφήγησης που ξεδιπλώνεται στον χώρο της γκαλερί, αλλά και της συνολικής δημιουργικής φιλοσοφίας της εικαστικού.
Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού της στη Βραζιλία, η Ντόρα Οικονόμου ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την έννοια του ξενιστή και του παρασίτου, εμπνευσμένη από τα εντυπωσιακά δέντρα του Ρίο ντε Τζανέιρο, στα οποία φυτρώνουν ορχιδέες: τεχνικά πρόκειται για παρασιτικά φυτά, που απορροφούν θρεπτικά συστατικά από τους
κορμούς και τις ρίζες των δέντρων. Παρ’ όλα αυτά, ομορφαίνουν τα δέντρα και τα καθιστούν πιο ελκυστικά στα μάτια των περαστικών, κερδίζοντας έτσι τη φροντίδα και την προσοχή των κατοίκων της πόλης. Η χαρακτηριστική, καμπυλόγραμμη μορφή αυτών των λουλουδιών και γενικότερα το αρχέτυπο του πλεγμένου, αναρριχώμενου παρασίτου, όπως είναι ο κισσός— βρίσκει τη θέση του στην έκθεση μέσα από αυστηρά διπλωμένες, παστέλ κατασκευές από βαμβάκι, στo έργο Τούμπου Τούμπου Ζα Τούμπου Ζίτσου Α Κάπου Κουλουκουπού Κουλουκουπού Κουλουκουπά, αλλά και στο μάλλινο Cian Cuna Macan Ata Locs Alonlao. Παράλληλα, αυτές οι γλυπτικές μορφές παραπέμπουν και στα ταξίδια της καλλιτέχνιδας το τελευταίο έτος, στην Ταϊλάνδη, το Χονγκ Κονγκ, τον ποταμό Μεκόνγκ και την Ιαπωνία. Το πολυπολιτισμικό αυτό μωσαϊκό αποτυπώνει τον στοχαστικό και μεταφορικά τον παρασιτικό χαρακτήρα του έργου της, που βασίζεται στην ανάμειξη και την ενίσχυση διαφορετικών παραδόσεων και επιρροών.
Μέσα από αυτό το πρίσμα, η έκθεση διερευνά τη ρευστή δυαδικότητα της σχέσης ξενιστή-παρασίτου: ποιος είναι αυτός που επωφελείται και ποιος υφίσταται τη ζημία; Το ερώτημα που τίθεται είναι καίριο: Ο δανεισμός και η αναπροσαρμογή των διαχρονικών εκφράσεων των παραδοσιακών τεχνών —τους προσδίδουν, άραγε, νέα
πνοή ή συντελούν στη φθορά τους, εκμεταλλευόμενοι άδικα τα επιτεύγματα και το βάθος τους; Και οι καλλιτεχνικοί θεσμοί —οι γκαλερί, οι συλλέκτες— στηρίζουν πράγματι τα οράματα των δημιουργών ή μήπως τα εντάσσουν, συχνά άθελά τους, σε μια δυναμική όπου τα αρχικά οράματα κινδυνεύουν να αλλοιωθούν από τις επιταγές
του θεσμικού πλαισίου; Το έργο Ουαγκάγκα Μπουμ Μπουμ Χι γκάφα Γκους Μπιρλί Γκαγκάκη Αούγκιγκι Αούγκιγκι Μπάγκαλα Γκάουγκα Γκα ενσαρκώνει αυτήν την
προβληματική, αντιπαραβάλλοντας τη λεπτότητα και την αυστηρή ακρίβεια ενός παραδοσιακού οριγκάμι σε μορφή κάμπιας με τις εντυπωσιακά μεγάλες, σχεδόν
απειλητικές, και συνάμα σαγηνευτικές διαστάσεις των γιγαντιαίων εντόμων.
Υπάρχει ακόμη ένα ζήτημα που συνδέεται άρρηκτα με την έννοια του ξενιστή και του παρασίτου: το αποικιακό παρελθόν πολλών από τις περιοχές που ενέπνευσαν τα έργα της καλλιτέχνιδας—ένα παρελθόν επώδυνο, σύνθετο, γεμάτο αντιφάσεις, τόσο για εκείνους που το βίωσαν ως κατακτητές όσο και για εκείνους που υπήρξαν υποτελείς. Αν και σήμερα δεν χρησιμοποιούμε πια τον όρο «αποικία», ούτε μιλάμε ανοιχτά για «εκπολιτισμό» των «άλλων», η λογική του αποικιακού παρασιτισμού επιβιώνει με άλλους όρους: στις πολυεθνικές εταιρείες, στον μαζικό τουρισμό, στην εξορυκτική εκμετάλλευση φυσικών πόρων, στον εξευγενισμό των πόλεων.
Η Ελλάδα και, ειδικότερα, η Αθήνα δεν αποτελούν εξαίρεση—και η γειτονιά όπου βρίσκεται η γκαλερί Δύο Χωριά είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της συνύπαρξης. Όμως, ποιος είναι ο ξενιστής και ποιος το παράσιτο σε αυτή τη σχέση; Η Ντόρα Οικονόμου μας υπενθυμίζει ότι η απάντηση σε τέτοιου είδους ερωτήματα δεν είναι ποτέ ξεκάθαρη και καθολική.
Η Ντόρα Οικονόμου (γ. 1974, Ελλάδα) ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Είναι απόφοιτη της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας και του Pratt Institute στο
Μπρούκλιν. Έχει συμμετάσχει σε residencies και εργαστήρια, ενώ έχει εκθέσει το έργο της στην Ελλάδα, την Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ιαπωνία.
Πρόσφατες ατομικές εκθέσεις περιλαμβάνουν τις: «In conversation – chapter #3», RIBOT, Μιλάνο; «East Of The Sun West Of The Moon», Høstscena, Όλεσουντ, Νορβηγία (στο πλαίσιο καλλιτεχνικής φιλοξενίας); «Rock Soft», Akiyoshidai International Art Village, Ιαπωνία; «Continuity», Δημοτικό Μουσικό Θέατρο Ολυμπίας, Αθήνα; «Sun Rises Sun Sets», Akwa Ibom, Αθήνα και Ρότερνταμ, καθώς και «Representation», Radio Athènes, Αθήνα;
Πρόσφατες ομαδικές εκθέσεις περιλαμβάνουν: «the collective purr», «Κτήριο Νόμπελ, Αθήνα; «Frequencies (and Atmospheres) », γκαλερί Eva Presenhuber, Ζυρίχη; Prizing Eccentric, Talents III», P.E.T. Projects, Αθήνα; «We Tell Ourselves Stories In Order To Live», Callirroe, Αθήνα και «Geometries», Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στις εκθέσεις σε μουσεία συγκαταλέγονται οι: «Landlord Colors: on Art, Economy, and Materiality», Cranbrook Art Museum, Μίσιγκαν και «Αντι Δομή», Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, Αθήνα. Διεθνείς υποτροφίες περιλαμβάνουν: Υποτροφία στο Akiyoshidai International Art Village, Ιαπωνία, 2020.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0