ΟΤΑΝ ΤΟ 1884 πρωτοδημοσιεύτηκε το μυθιστόρημα του Μαρκ Τουέιν «Οι περιπέτειες του Χάκλμπερι Φιν», υπήρξαν κριτικοί που υποστήριξαν ότι μόνο σε τρώγλες είναι κατάλληλο για να μπει, όχι σε δημόσιες βιβλιοθήκες… Ωστόσο, μερικές δεκαετίες αργότερα ο Χέμινγουεϊ θα το χαρακτήριζε το «καλύτερο βιβλίο που έχουμε», αυτό από το οποίο ξεπήδησε «όλη η σύγχρονη αμερικανική λογοτεχνία». Σήμερα ο «Χακ Φιν» (μτφρ. Ρ. Χατχούτ, Ζαχαρόπουλος) θεωρείται το πιο αντιπροσωπευτικό μυθιστόρημα της αμερικανικής λογοτεχνίας στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και οι λόγοι, όπως τους συνοψίζει η Ντόρα Τσιμπούκη στη μελέτη της «Αμερικανικές ταυτότητες» (εκδ. Πατάκη), είναι οι εξής:
Επειδή είναι γραμμένο σε διάφορες διαλέκτους της καθομιλουμένης –ανοίγοντας έτσι δρόμους σε συγγραφείς όπως ο Φόκνερ, ο Φιτζέραλντ και φυσικά ο Χέμινγουεϊ– κι έχει για αφηγητή μια αρχετυπικά αμερικανική προσωπικότητα, έναν ήρωα που ορθώνει το ανάστημά του αρνούμενος κάθε κοινωνικό συμβιβασμό. Επίσης, επειδή αντικατοπτρίζει ένα βασικό θέμα της αμερικανικής λογοτεχνίας, δηλαδή την αναζήτηση της απόλυτης ελευθερίας και της δημοκρατικής αδελφότητας. Κι ακόμη, επειδή υμνεί τη μεθοριακή γραμμή, βαρυσήμαντο σύμβολο για τον αμερικανικό πολιτισμό. Όπως σημειώνει η Τσιμπούκη, το συγκεκριμένο έργο του Τουέιν «αποτελεί την τελευταία φορά που ένας συγγραφέας έχει τη δυνατότητα να εκθειάσει τη γεωγραφική ελευθερία, την ελευθερία του Χακ “να του δίνει από την επικράτεια πρώτος απ’ όλους”»…
Τοποθετημένο χρονικά στις αρχές του 19ου αιώνα, πριν από τον εμφύλιο, στην εποχή της δουλείας, το βιβλίο του Τουέιν αποτυπώνει τη σταδιακή ωρίμανση του ανήλικου ήρωά του, θίγοντας ζητήματα που ανακύπτουν μέσα από τα δίπολα αλήθεια-ψεύδος, άτομο-κοινωνία, φύση-πολιτισμός.
Γνώριμος στους αναγνώστες του Τουέιν από τον «Τομ Σόγερ» που είχε προηγηθεί, ο κολλητός φίλος του Τομ, ο Χακ Φιν, είναι ένας δωδεκάχρονος ορφανός ο οποίος το σκάει από τη σκληρή και στενόμυαλη χήρα που έχει αναλάβει την κηδεμονία του και μαζί με έναν μαύρο σκλάβο φυγά, τον Τζιμ, ταξιδεύει πάνω σε μια σχεδία, κατά μήκος του Μισισιπή. Σε αντίθεση με τον «Τομ Σόγερ», η αφηγηματική φωνή εδώ δεν ανήκει στον συγγραφέα αλλά στον μικρό, εύστροφο κι ελάχιστα καλλιεργημένο Χακ. Ένα παιδί γαλουχημένο με τα κηρύγματα του κατηχητικού σχολείου και τους φυλετικούς διαχωρισμούς της εποχής του, που βρίσκει τη δύναμη να τους εναντιωθεί και να ενώσει, έστω και πρόσκαιρα, την τύχη του με τον μαύρο φυγά.

Ο ίδιος ο Τουέιν, χρόνια μετά τη δημοσίευση του βιβλίου, έλεγε πως πρόκειται για ένα μυθιστόρημα στο οποίο «μια σθεναρή καρδιά έρχεται σε σύγκρουση με μια διαστρεβλωμένη συνείδηση και η συνείδηση ηττάται κατά κράτος». Το δίλημμα που ταλανίζει τον Χακ είναι αν πρέπει να επιστρέψει τον σκλάβο φίλο του στην αφεντικίνα του. Ενώ όμως στην αρχή μαρτυράει πού βρίσκεται ο Τζιμ, στη συνέχεια ξεχύνεται μαζί του στους ανοιχτούς ορίζοντες συμφιλιωμένος με το ενδεχόμενο να τιμωρηθεί πηγαίνοντας… στην κόλαση. Τα μάτια του Χακ δεν αντικρίζουν πλέον έναν «νέγρο» αλλά μια ανθρώπινη ύπαρξη κι έναν πολύτιμο φίλο.
Τοποθετημένο χρονικά στις αρχές του 19ου αιώνα, πριν από τον εμφύλιο, στην εποχή της δουλείας, το βιβλίο του Τουέιν αποτυπώνει τη σταδιακή ωρίμανση του ανήλικου ήρωά του, θίγοντας ζητήματα που ανακύπτουν μέσα από τα δίπολα αλήθεια-ψεύδος, άτομο-κοινωνία, φύση-πολιτισμός. Η παρουσίαση εντούτοις εκ μέρους του της χριστιανικής ανατροφής ως υπαίτιας για τη διαστρέβλωση της συνείδησης ήταν για την εποχή του πράξη ανατρεπτική. Κι ο ίδιος «τιμωρήθηκε» βλέποντας το έργο του ν’ απορρίπτεται από δημόσιες βιβλιοθήκες και δεχόμενος επιπλήξεις από ομοτέχνους του, όπως η Λουίζα Μέι Άλκοτ (βλ. «Μικρές κυρίες»).

Το δυστύχημα είναι πως ο «Χακ Φιν» παραλίγο να διαγραφεί από τους καταλόγους βιβλίων στα σχολεία των ΗΠΑ στα τέλη του 20ού αιώνα, παρασυρμένος από τις υπερβολές της πολιτικής ορθότητας. Υπήρξαν διανοούμενοι που αντέδρασαν στην πληθωρική παρουσία τής –υβριστικής για τους έγχρωμους– λέξης nigger, χαρακτηρίζοντας τον λιλιπούτειο Χακ σχεδόν ως ρατσιστή! Η νομπελίστρια Τόνι Μόρισον, πάντως, προλογίζοντας την οξφορδιανή έκδοση των Απάντων του Τουέιν, έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Μόνο με την παρέα του Τζιμ, επισήμανε, ζει ο Χακ δίχως φόβο, μελαγχολία και σκέψεις αυτοκτονίας. Τι κι αν οι δρόμοι τους, αναπόφευκτα, κάποια στιγμή χωρίζουν; Ο Τουέιν, υποστηρίζει η Μόρισον, μένοντας πιστός στην πραγματικότητα των φυλετικών σχέσεων της εποχής του, ταυτόχρονα τις υπονόμευσε, πλάθοντας ένα γεμάτο έμπνευση και αγάπη πορτρέτο του μαύρου Τζιμ.
Πού να ’ξερε ο Τουέιν ότι εκατόν σαράντα χρόνια μετά τη δημοσίευση του βιβλίου του θα ερχόταν η σειρά ενός άλλου συγγραφέα να φιλοτεχνήσει ξανά το πορτρέτο του μαύρου φίλου του Χακ! Ο λόγος για το «Τζέιμς» του κορυφαίου πειραματιστή Πέρσιβαλ Έβερετ, που απέσπασε δύο από τα κορυφαία λογοτεχνικά βραβεία των ΗΠΑ, το Πούλιτζερ και το National Book Award (μτφρ. Μ. Γκανά, εκδ. Ψυχογιός).