Η φυλακή είμαστε εμείς

Η φυλακή είμαστε εμείς Facebook Twitter
Τελικά, δεν είμαστε παρά σάρκα και αίμα που τρέφονται από τα πιο οδυνηρά σκοτάδια, τα οποία ενίοτε φωτίζονται από κάτι αλλόκοτους προφήτες όπως ο Τσίβερ. Του οφείλουμε ακόμη πολλά για όσα έγραψε και κυρίως για όσα λάθρα βίωσε και ποτέ δεν είπε...
0

Η φυλακή είμαστε εμείς Facebook Twitter
Είχε τον δικό του τρόπο να τρυπώνει ανάμεσα σε φαινομενικά πετυχημένους ήρωες και να τους ξεγυμνώνει ανακτώντας την ιδιότητα του πιο ικανού λογοτέχνη, του φυσιοδίφη ή του ψυχαναλυτή.

 

Ζούμε με αυταπάτες και εξαρτήσεις. Με κυρίαρχους μύθους που δημιουργούν ένα ατιθάσευτο όνειρο και οδηγούν αριθμητικά στον γκρεμό. Κανείς δεν γλίτωσε ποτέ από τον εαυτό του, κανείς δεν κατάφερε να τα βάλει με το περιβάλλον του και να βγει σώος κι ευτυχής. Τουλάχιστον κάπως έτσι έχουν τα πράγματα για όποιον θυσιάζει καθημερινά την επιθυμία στον βωμό της κοινωνικής ασφάλειας ή αναγκάζεται να υποβάλει το βαθύ θέλω στον αφρό των ημερών. Αν κάτι δεν πάει καλά και η εφήμερη ευτυχία –της καριέρας, της σχέσης, της οικογενειακής θαλπωρής– αρχίσει να παραπαίει, τότε οι ψυχικές τρικυμίες παρασύρουν τα πάντα στο διάβα τους. Τις διαπιστώσεις αυτές που ανέδειξαν την άλλη όψη της μεσοαστικής ευτυχίας ο Αμερικανός συγγραφέας Τζον Τσίβερ τις επεξεργάστηκε με τέτοια ενδελέχεια και τέτοιο συγγραφικό βάθος, που αποκάλυψε τη γύμνια μέχρι το τελευταίο κύτταρο, ψυχική και υλική, μεταφυσική και εγκόσμια.

Πολλοί τον είπαν «Τσέχωφ των αμερικανικών προαστίων» – και όχι άδικα. Είχε τον δικό του τρόπο να τρυπώνει ανάμεσα σε φαινομενικά πετυχημένους ήρωες και να τους ξεγυμνώνει ανακτώντας την ιδιότητα του πιο ικανού λογοτέχνη, του φυσιοδίφη ή του ψυχαναλυτή. Έκανε φύλλο και φτερό κάθε ικμάδα μεσοαστικού μεγαλείου και κάθε προσδοκία ότι το παραμύθι –προσωπικό ή κοινωνικό– έχει πάντα χάπι-εντ. Στο μικρό του διαμάντι, το Φάλκονερ, που μόλις εξέδωσε ο Καστανιώτης σε υποδειγματική μετάφραση από την Ιλάειρα Διονυσιοπούλου (είχε κυκλοφορήσει παλαιότερα χωρίς καν να ακουστεί), ο Τσίβερ είναι ακόμη πιο αιχμηρός απ' ό,τι στα διηγήματά του. Εδώ δείχνει να δίνει το λογοτεχνικό του αίμα μέχρι τελευταίας ρανίδος χωρίς να αφήνει να στάξει τίποτα έξω από τις κοφτερές του λέξεις, μετατρέποντας τελικά τον προβληματικό του εαυτό σε απονενοημένο λογοτεχνικό alter ego: εν προκειμένω, ο Φάλκονερ είναι ο ίδιος ο Τσίβερ.

Έκανε φύλλο και φτερό κάθε ικμάδα μεσοαστικού μεγαλείου και κάθε προσδοκία ότι το παραμύθι –προσωπικό ή κοινωνικό– έχει πάντα χάπι-εντ.

Για τις ανάγκες του βιβλίου είναι ένας τυραννισμένος πρώην καθηγητής πανεπιστημίου που φλέρταρε δραματικά με τα όρια, λάτρεψε τα ναρκωτικά και τις εξαρτήσεις, παραδόθηκε αβίαστα στα θέλγητρα της σάρκας και κατέληξε σε μια αδιευκρίνιστη στιγμή πάθους να σκοτώσει τον ίδιο του τον αδελφό. Αντίστοιχα με τον ήρωά του, η καλογραμμένη βιογραφία του Τσίβερ από την ίδια του την κόρη, επίσης συγγραφέα Σούζαν Τσίβερ, τονίζει τη στενή έως παθολογική σχέση με τον αδελφό του, ενώ κάνει γνωστή μέσα από σημειώσεις, γράμματα και προσωπικά ημερολόγια την ομοφυλοφιλία του. Η ταλανιζόμενη σεξουαλικότητά του που καταπιέστηκε από έναν συντηρητικό περίγυρο κι έναν ασφυχτικό γάμο είναι, άλλωστε, που οδήγησε στην κατάδυσή του στον αλκοολισμό, από τον οποίο κατάφερε να απεξαρτηθεί λίγο πριν από το τέλος της ζωής του, νοσηλευόμενος στο κέντρο αποκατάστασης Smithers της Νέας Υόρκης. Ένα μέρος που, όπως μας αποκαλύπτει η μεταφράστρια του Τσίβερ, ο Τρούμαν Καπότε είχε παρομοιάσει κάποτε με Νησί του Διαβόλου. Δεν είναι να απορείς που αμέσως μετά την έξοδό του ο καθαρός πια συγγραφέας έγραψε το Φάλκονερ, για τα έργα και τις ημέρες του ομώνυμου έγκλειστου ήρωά του μέσα στη φυλακή. Όχι ότι κατοικώντας εκεί μέσα ο πρωταγωνιστής του βιβλίου του αποδεικνύεται λιγότερο ελεύθερος από τους απέξω: οι αυταπάτες του εξωτερικού κόσμου, τα εσωτερικά διλήμματα και η απόγνωση που δημιούργησαν τα αδιέξοδα ενός δήθεν απατηλού βίου στις σελίδες του Φάλκονερ είναι κυρίαρχα όσο ποτέ. Ιδού πώς περιγράφει ο έγκλειστος Φάλκονερ τους «ελεύθερους» επισκέπτες των φυλακών: «Μερικοί από τους επισκέπτες κρατούσαν χαρτοσακούλες, κουβαλώντας από το σπίτι τους τα απαγορευμένα που προσπαθούσαν να δώσουν στους αγαπημένους τους. Ήταν ελεύθεροι, ελεύθεροι να τρέξουν, να χοροπηδήσουν, να γαμήσουν, να πιουν, να πάνε αεροπορικώς στο Τόκυο. Ήταν ελεύθεροι, μα αντιμετώπιζαν το πολύτιμο προνόμιό τους τόσο αδιάφορα, σαν να το χαράμιζαν. Με τις κινήσεις τους δεν έδειχναν να εκτιμούν την τόση ελευθερία τους. Ένας άνδρας έσκυψε για να σηκώσει τις κάλτσες του. Μια γυναίκα ψαχούλεψε την τσάντα της για να βεβαιωθεί ότι έχει τα κλειδιά της. Μια νεότερη γυναίκα, κοιτώντας τον συννεφιασμένο ουρανό, άνοιξε μια πράσινη ομπρέλα. Μια ηλικιωμένη και πολύ άσχημη γυναίκα σκούπισε τα δάκρυά της με ένα μαντιλάκι. Ιδού, λοιπόν, οι φραγμοί τους, τα ίχνη των δεσμών τους, μα η φυλάκισή τους απέπνεε φυσικότητα, ελαφρότητα, κάτι που τόσο βασανιστικά έλειπε από τον ίδιο, που τους κοιτούσε πίσω από τα κάγκελα».

Η φυλακή είμαστε εμείς Facebook Twitter

Την ελαφρότητα αυτή ο Φάλκονερ, ωστόσο, δεν τη βρήκε ποτέ μέσα στη φυλακή: όχι τόσο γιατί ήταν έγκλειστος αλλά γιατί ήξερε ότι τίποτε απ' όσα βρίσκονται εκεί έξω δεν είναι επαρκή – ούτε καν ελπιδοφόρα. Τα τρία γράμματα που στέλνει στον κυβερνήτη, τον εκφραστή της κοινωνίας, στον πνευματικό του, της θρησκείας, και στον μοναδικό έρωτα που θεωρούσε ότι είναι αληθινός δείχνουν ότι οι αυταπάτες, ύστερα από τα γράμματα αυτά, έχουν τελειώσει. Το μόνο που μένει είναι η νοσταλγία για τις όμορφες στιγμές και τις φευγαλέες αισθήσεις τις οποίες έντονα αναπολεί –όπως το ποτισμένο χώμα, τη μυρωδιά ενός καλού φαγητού και την αλμύρα της θάλασσας– ή ο νόστος για την απλότητα που εκφράζει το πιο απτό συναίσθημα και η ανάγκη μιας αγκαλιάς. Αλλά και η νοσταλγία είναι και εδώ εξαγοράσιμη, αφού έχει προ πολλού τεθεί στην υπηρεσία του αμερικανικού ονείρου: «Η Νοσταλγία σχετίζεται με ό,τι θυμάσαι με ευχαρίστηση: έτσι ξετρυπώνεις τις ευχάριστες αναμνήσεις του πιθανού επενδυτή και μετά τις παίζεις στα γαμημένα σου δάχτυλα». Το ίδιο συμβαίνει και με τη μόρφωση: τα πανεπιστημιακά ιδρύματα γίνονται ένας τόπος για την εξασφάλιση του μελλοντικού κέρδους μέσω της παραγωγής κίβδηλων ιδεών. «Η Σχολή της Επιτυχίας. Η Σχολή της Σαγήνης. Η Σχολή της Αφρόκρεμας. Η Σχολή των Επίδοξων Εκατομμυριούχων. Σε όλες έχω πάει και όλες ίδιες είναι. Βλέπεις, Λαγέ, οι τραπεζικές συναλλαγές και όλα αυτά τα σκατά τώρα γίνονται με υπολογιστές κι έτσι ο βασικός σου στόχος είναι να εμπνεύσεις την εμπιστοσύνη του πιθανού επενδυτή. Ιδού, λοιπόν, το μεγάλο μυστήριο του σύγχρονου χρηματο-οικονομικού συστήματος. Για παράδειγμα, ξεκινάς με χαμόγελο. Όλα τα μαθήματα που έχω κάνει ξεκινούν με χαμόγελο. Στέκεσαι έξω από την πόρτα και αναλογίζεσαι καθετί σπουδαίο που σου συνέβη τη μέρα εκείνη, τη χρονιά εκείνη, στη ζωή σου όλη. Πρέπει να είναι αληθινό. Το χαμόγελο δεν πουλάει, αν είναι ψεύτικο».

Το σίγουρο είναι ότι το όνειρο, το αμερικανικό όνειρο, στα εκλεκτά συγγραφικά χέρια του Τσίβερ φαντάζει για πάντα αποσυναρμολογημένο, ριγμένο στα τάρταρα μιας βιαστικής ευτυχίας που χτίστηκε πάνω στην άμμο της εύθραυστης ανθρώπινης φύσης.

Αλλά, πάλι, κανείς δεν ξέρει τι είναι αληθινό και τι όχι. Τουλάχιστον, μέσα στη φυλακή τα όρια της απόγνωσης, του θυμού και της οδυνηρής νοσταλγίας είναι ρευστά – όπως και η αλήθεια. Στο περίκλειστο σύμπαν οι εχθροί δεν ξεχωρίζουν από τους φίλους και οι πιο βάρβαροι τύποι αποδεικνύονται ψυχούλες. Αντίστοιχα, και η απόγνωση της σάρκας γίνεται σταδιακά έρωτας και αφορμή να τεθούν εκ νέου θέματα της προσωπικής κι εσωτερικής ταυτότητας. «Ο Φάραγκατ ξάπλωσε στο κρεβάτι του. Λαχταρούσε τον Τζόντι. Ο πόθος του γεννήθηκε στα βουβά γεννητικά του όργανα, που είχαν για διερμηνέα τους τα εγκεφαλικά του κύτταρα. Έπειτα, ο πόθος προχώρησε από τα γεννητικά όργανα στα σωθικά του και από κει στην καρδιά, στην ψυχή, στο μυαλό του, ώσπου ολόκληρο το κουφάρι του ξεχείλισε από πόθο». Ο πόθος αργοσαλεύει μέσα στα όνειρα του φυλακισμένου με μια ύπουλη επιβράδυνση της ταχύτητας που σταδιακά αυξάνεται και γίνεται έρωτας, πάθος και οδυρμός. Ο Φρόιντ κάνει πάρτι στις τελευταίες σελίδες του Φάλκονερ, όταν ο ήρωας έρχεται απογυμνωμένος και μόνος να αντιμετωπίσει τα πιο κρυφά δεδομένα της συνείδησής του – τον έρωτά του για έναν άνδρα, την κοινωνική καταπίεση, την «εικόνα τα οικογένειάς του, των μισητών καταβολών του». Όνειρα εναλλάσσονται με εφιάλτες και οι κρίσεις στέρησης των ναρκωτικών αποδεικνύονται συνώνυμες με τις κρίσεις συνείδησής. «Ο θάνατος και η τρέλα δεν του έμοιαζαν πιθανά, όμως δεν έδειχνε κι αποφασισμένος να ανακαλύψει τι θα γινόταν εάν συναρμολογούσε το όνειρο». Το σίγουρο είναι ότι το όνειρο, το αμερικανικό όνειρο, στα εκλεκτά συγγραφικά χέρια του Τσίβερ φαντάζει για πάντα αποσυναρμολογημένο, ριγμένο στα τάρταρα μιας βιαστικής ευτυχίας που χτίστηκε πάνω στην άμμο της εύθραυστης ανθρώπινης φύσης. Τελικά, δεν είμαστε παρά σάρκα και αίμα που τρέφονται από τα πιο οδυνηρά σκοτάδια, τα οποία ενίοτε φωτίζονται από κάτι αλλόκοτους προφήτες όπως ο Τσίβερ. Του οφείλουμε ακόμη πολλά για όσα έγραψε και κυρίως για όσα λάθρα βίωσε και ποτέ δεν είπε.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Βιβλίο / «Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Το πρωτότυπο science fiction μυθιστόρημα «Οι υπάλληλοι» της Δανής Όλγκα Ράουν κερδίζει υποψηφιότητα για Booker, προβλέποντας εικόνες από τη ζωή αλλόκοτων υπαλλήλων στο μέλλον, βγαλμένες από το πιο ζοφερό παρόν.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει – και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Βιβλίο / Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας μιλά στη LiFO με αφορμή το βιβλίο του «Πέρα από τη συναίνεση» για μερικά από τα πιο δύσκολα ζητήματα της εποχής: τη βία μέσα στη φαντασίωση, τον νέο πουριτανισμό, τα όρια της επιθυμίας και την εύθραυστη, συνεχώς μεταβαλλόμενη έννοια του τι σημαίνει να είσαι άνδρας σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Lgbtqi+ / Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο «Τρανσφοβία» που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, η τρανσφεμινίστρια Μοντ Ρουαγιέ επιχειρεί να καταγράψει τη νέα πραγματικότητα για την τρανς συνθήκη και τα τρανς δικαιώματα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
H παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πύλες της

Αποκλειστικές φωτογραφίες / Η παλιά Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει ξανά τις πόρτες της

Η LiFO μπήκε στο ιστορικό Βαλλιάνειο Μέγαρο το οποίο, μετά την ολοκλήρωση των αναγκαίων εργασιών αποκατάστασης και συντήρησης, θα υποδεχθεί ξανά το κοινό στις αρχές του 2026.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Gaslighting»: Είναι όλα στο μυαλό σου!

Βιβλίο / «Gaslighting»: Είναι όλα στο μυαλό σου!

Τι είναι το gaslighting; Το επίκαιρο και διαφωτιστικό δοκίμιο της Kέιτ Άμπραμσον αποτελεί μια διεξοδική, εις βάθος ανάλυση ενός όρου που έχει κατακλύσει το διαδίκτυο και την ποπ κουλτούρα και χρησιμοποιείται πλέον ευρέως.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Το woke στο «καναβάτσο»

Βιβλίο / Τι είναι τελικά το woke; Δύο βιβλία εξηγούν

Δύο αξιόλογα βιβλία που εστιάζουν στην πολυσυζητημένή και παρεξηγημένη σήμερα woke κουλτούρα κυκλοφόρησαν πρόσφατα στα ελληνικά, εμπλουτίζοντας μια βιβλιογραφία περιορισμένη και μάλλον αρνητικά διακείμενη.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σκοτ Φιτζέραλντ «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ»

Το πίσω ράφι / «Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ». Ένα αριστούργημα. Δίχως υπερβολή

O Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ ζωντανεύει την εκλεπτυσμένη βαρβαρότητα της αμερικανικής αστικής τάξης, το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου και μαζί τη διάλυση μιας κολοσσιαίας ψευδαίσθησης.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Βιβλίο / Η Έλεν ντε Γουίτ έγραψε τον «Τελευταίο Σαμουράι». Χρειάστηκε 25 χρόνια για το νέο της βιβλίο

Η μυθιστορηματική περίπτωση της Ντε Γουίτ αποδεικνύει ότι οι καλοί συγγραφείς πάντα δικαιώνονται. Και το βιβλίο της «Οι Άγγλοι καταλαβαίνουν το μαλλί», τη σπάνια ευφυΐα της.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Προδημοσίευση / Μαρία Μήτσορα «Ζήτα Ήτα Θήτα»

Μια αποκλειστική πρώτη δημοσίευση από το εν εξελίξει βιβλίο «Ανθός ΜεταΝοήματος» της Μαρίας Μήτσορα, μιας αθόρυβης πλην σημαντικότατης παρουσίας στην ελληνική λογοτεχνία, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη μέσα στο 2026.
THE LIFO TEAM
«Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το πίσω ράφι / «Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το μυθιστόρημα «Δαμάζοντας το κτήνος» της Έρσης Σωτηροπούλου είναι χτισμένο στην εικόνα της «μοναξιάς που μοιράζονται πολλοί άνθρωποι μαζί». Επανεκδίδεται σε λίγες μέρες από τον Πατάκη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Βιβλίο / Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Μία από τις σημαντικότερες συγγραφείς της εποχής μας. Στη συνέντευξή της στη LifO δίνει (ανάμεσα σε άλλα) οδηγίες για το γράψιμο και τη ζωή, τη γνώμη της για τον Πλάτωνα αλλά και για την αξία των συμβολικών μύθων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Βιβλίο / Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Στο νέο βιβλίο του, που κυκλοφορεί δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Ρόμπι Ρόμπερτσον, ο ηγέτης του θρυλικού συγκροτήματος The Band, μιλάει για όσα έζησε με τον διάσημο σκηνοθέτη και κολλητό του στο ηδονιστικό Χόλιγουντ της δεκαετίας του '70.
THE LIFO TEAM
Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Βιβλίο / Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Τα έργα-σταθμοί της λογοτεχνίας, από την υψηλή ποίηση μέχρι τη μυθοπλασία, ανέκαθεν αποτύπωναν τα ακραία σημεία των καιρών, γι’ αυτό είναι επίκαιρα. Παραθέτουμε τέσσερα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα που βγήκαν πρόσφατα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ