Δημοσιογράφοι που έγιναν πολιτικοί: μια βλαπτική ιστορία καιροσκοπισμού, δημαγωγίας και ψευδαισθήσεων

Δημοσιογράφοι που έγιναν πολιτικοί: μια βλαπτική ιστορία καιροσκοπισμού, δημαγωγίας και ψευδαισθήσεων Facebook Twitter
Το σίγουρο είναι ότι οι συγκεκριμένοι βλάπτουν εξίσου και την δημοσιογραφία και την πολιτική...
0

Σε αυτό το κείμενο που για πολλούς θεωρείται το σημαντικότερο πολιτικό κείμενο του 20ου αι., ο Max Weber (1864-1920) θίγει μεταξύ άλλων και ένα θέμα που συζητείται προεκλογικά στην Ελλάδα: την εμπλοκή των δημοσιογράφων στην πολιτική. Τη δημαγωγία ορισμένων. Τον καιροσκοπισμό και την ανάγκη τους να βολευτούν. Την ψευδαίσθηση δύναμης που αποκτούν εφαπτόμενοι στα σαλόνια των ισχυρών. Την ορισμένες φορές άδικη περιφρόνηση της κοινωνίας προς αυτούς. Τον τρόπο που η διαφήμιση στα μέσα επηρεάζει το παιχνίδι της πολιτικής. Το πώς τελικά η δημοσιογραφία βλάπτεται ανεπανόρθωτα από τον σχετισμό της με την επαγγελματική πολιτική... Αυτά και άλλα πολλά αναλύονται με τρόπο διαυγή και πυκνό στο κείμενο αυτής της διάλεξης που μεταφράστηκε πρόσφατα στα ελληνικά και που θα μπορούσε να έχει ως επιμύθιο το εξής: Μη ψηφίζετε δημοσιογράφους· οι συγκεκριμένοι βλάπτουν την δημοσιογραφία και την πολιτική εξίσου.

Αξίζει να ληφθεί υπ' όψιν το ιστορικό πλαίσιο: Βρισκόμαστε στο 1919, στην περίοδο της Γερμανικής Επανάστασης, λίγες μόλις μέρες μετά τη δολο­φονία των ηγετών του Κομμουνιστικού Κόμματος, Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζας Λούξεμπουργκ. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει μόλις λήξει, με τη Γερμανία ηττημένη. Το Ράιχ έχει καταλυθεί, ο Κάιζερ έχει παραιτηθεί απ' το θρόνο, ενώ η Δημοκρατία της Βαϊμάρης δεν έχει εγκαθιδρυθεί ακόμα.

 


 

ΕΝΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:

Ήδη από τη γένεση του συνταγματικού κράτους, κι ακόμα περισσότερο από την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, ο κύριος τύπος πολιτικού ηγέτη στη Δύση είναι ο «δημαγωγός». Η δυσάρεστη επίγευση της λέξης δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνάμε πως όχι ο Κλέων, αλλά ο Περικλής ήταν ο πρώτος που αποκλήθηκε έτσι. Χωρίς αξίωμα, ή από τη μόνη θέση που —σε αντίθεση με τα κληρωτά αξιώματα της αρχαίας δημοκρατίας— προϋπέθετε την ψήφο, εκείνη του αρχιστράτηγου, ηγήθηκε της κυρίαρχης εκκλησίας του δήμου των Αθηναίων. Και η σύγχρονη δημαγωγία καταφεύγει βέβαια στη ρητορική, και μάλιστα σε τεράστια έκταση, αν αναλογιστεί κανείς τους προεκλογικούς λόγους που οφείλει να εκφωνήσει ένας σύγχρονος υποψήφιος. Όμως ακόμα περισσότερο χρησιμοποιεί τον έντυπο λόγο. Ο πιο λαϊκός δημοσιολόγος, προπάντων ο δημοσιογράφος, είναι στήν εποχή μας ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του είδους.

Στο πλαίσιο της διάλεξης αυτής, θα ήταν εντελώς αδύνατη ακόμη και μια απλή σκιαγράφηση της κοινωνιολογίας της σύγχρονης πολιτικής δημοσιογραφίας, μιας και πρόκειται για κεφάλαιο από κάθε άποψη ξεχωριστό. Λίγα μόνο οφείλω να αναφέρω. Ο δημοσιογράφος έχει ένα κοινό με τους άλλους δημαγωγούς, όπως άλλωστε και με το δικηγόρο (και τον καλλιτέχνη) — στην ηπειρωτική Ευρώπη τουλάχιστον, σε αντίθεση με τα ισχύοντα στην Αγγλία, παλαιότερα μάλιστα και στην Πρωσία. Όπως εκείνοι, έτσι κι αυτός δεν μπορεί να ταξινομηθεί κοινωνικά με ασφάλεια. Ανήκει σε μια κάστα παρίων, την οποία η «κοινωνία» συνηθίζει να κρίνει με βάση τους ηθικά χθαμαλότερους εκπροσώπους της. Εξού και κυκλοφορούν οι πιο παράδοξες απόψεις γι’ αυτούς και τη δουλειά τους. Δεν καταλαβαίνουν όλοι ότι ένα πράγματι καλό δημοσιογραφικό άρθρο απαιτεί τουλάχιστον τόσο «πνεύμα» όσο κάθε άλλο λόγιο επίτευγμα — ιδίως επειδή πρέπει να παραχθεί αμέσως, κατόπιν παραγγελίας, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να επιδράσει αμέσως, αν και βεβαίως γράφεται υπό τελείως διαφορετικές συνθήκες απ’ ό,τι ένα ακαδημαϊκό γραπτό. Ότι η ευθύνη εδώ είναι πολύ μεγαλύτερη, ότι μάλιστα το αίσθημα ευθύνης του έντιμου δημοσιογράφου δεν στέκει χαμηλότερα από εκείνο του λογίου —αλλά υψηλότερα, όπως μας δίδαξε ο πόλεμος— δεν αναγνωρίζεται σχεδόν ποτέ, διότι όπως είναι φυσικό η μνήμη μας συγκρατεί ακριβώς τις πιο ανεύθυνες επιδόσεις των δημοσιογράφων εξαιτίας των συχνά αποκρουστικών συνεπειών τους. Κανένας δεν πιστεύει ότι οι δημοσιογράφοι που έχουν δείξει με κάποιο τρόπο την αξία τους είναι άνθρωποι διακριτικότεροι από τον μέσο όρο. Και όμως, έτσι είναι. Οι ασύγκριτα μεγαλύτεροι πειρασμοί που αντιμετωπίζει κανείς στο επάγγελμα και οι λοιπές συνθήκες του δημοσιογραφείν σήμερα, γέννησαν τις συνέπειες που έθισαν το κοινό να βλέπει τον Τύπο με ένα μείγμα αποστροφής και —αξιοθρήνητης— δειλίας. Τι πρέπει να γίνει, δεν μπορούμε να το συζητήσουμε απόψε.

 

Κανένας δεν πιστεύει ότι οι δημοσιογράφοι που έχουν δείξει με κάποιο τρόπο την αξία τους είναι άνθρωποι διακριτικότεροι από τον μέσο όρο. Και όμως, έτσι είναι. Οι ασύγκριτα μεγαλύτεροι πειρασμοί που αντιμετωπίζει κανείς στο επάγγελμα και οι λοιπές συνθήκες του δημοσιογραφείν σήμερα, γέννησαν τις συνέπειες που έθισαν το κοινό να βλέπει τον Τύπο με ένα μείγμα αποστροφής και —αξιοθρήνητης— δειλίας.

 

Εδώ μας ενδιαφέρει το ζήτημα του πολιτικού πεπρωμένου των δημοσιογράφων, του ενδεχομένου να βρεθούν σε πολιτικές ηγετικές θέσεις. Αυτό ήταν μέχρι τώρα πιθανό μόνον στο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Αλλά στους κόλπους του τα πόστα των συντακτών είχαν ως επί το πλείστον χαρακτήρα θέσεων υπαλληλικών, και δεν αποτελούσαν εφαλτήριο ανόδου στα ηγετικά αξιώματα. Στα αστικά κόμματα, κρίνοντας γενικά, οι ευκαιρίες απόκτησης πολιτικής ισχύος μέσω αυτής της οδού έχουν μάλλον χειροτερέψει σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη γενιά. Βεβαίως, κάθε πολιτικός περιωπής ήταν υποχρεωμένος να καλλιεργεί σχέσεις με τον Τύπο και να τον επηρεάζει. Αλλά το να αναδεικνύονται οι κομματικοί ηγέτες από τις τάξεις του Τύπου ήταν κάτι το απρόσμενο, η εξαίρεση. Ο λόγος είναι η οξύτατη «μη διαθεσιμότητα» των δημοσιογράφων —προπάντων όσων δεν διαθέτουν περιουσία και, συνεπώς, εξαρτώνται από τη δουλειά τους— την οποία επιβάλλει η αδιανόητη άνοδος της έντασης του επαγγέλματος και η υποχρέωση να παρακολουθείς αδιαλείπτως την επικαιρότητα. Το να πρέπει να βγάζει τα προς το ζην αρθρογραφώντας κάθε μέρα ή έστω κάθε εβδομάδα, είναι χαλκάς στο πόδι για έναν πολιτικό· γνωρίζω μάλιστα περιπτώσεις όπου ηγετικές φυσιογνωμίες στον αγώνα τους να ανέλθουν στην εξουσία παρέλυσαν απ’ αυτόν το λόγο εξωτερικά, κυρίως όμως εσωτερικά. Ότι ο σχετισμός του Τύπου με τους κρατούντες στην κυβέρνηση και τα κόμματα του παλαιού καθεστώτος ήταν ό,τι το βλαπτικότερο για το επίπεδο της δημοσιογραφίας είναι άλλο κεφάλαιο. Στις αντίπαλές μας χώρες το πράγμα είχε αλλιώς. Αλλά και σε αυτές και σ’ όλα τα άλλα σύγχρονα κράτη το συμπέρασμα ήταν, καθώς φαίνεται, το ίδιο: ο εργαζόμενος δημοσιογράφος συγκεντρώνει όλο και λιγότερη πολιτική επιρροή, ενώ αντίθετα ο καπιταλιστής μεγιστάνας του Τύπου —λ.χ. του είδους του «λόρδου» Νόρθκλιφ— όλο και περισσότερη

Στην Γερμανία, τα μεγάλα καπιταλιστικά δημοσιογραφικά συγκροτήματα, αφότου μάλιστα απέκτησαν τον έλεγχο των τοπικών φύλλων των «μικρών αγγελιών» και των διαφημιστικών καταχωρήσεων, ήταν συνήθως τυπικοί καλλιεργητές της πολιτικής αδιαφορίας. Διότι ασκώντας ανεξάρτητη πολιτική δεν μπορούσαν να προσδοκούν κέρδη, πολλώ δε μάλλον να εξασφαλίσουν τη χρήσιμη για τα συμφέροντά τους εύνοια των κρατούντων. Η διαφήμιση στάθηκε επίσης η οδός μέσω της οποίας επιχειρήθηκε συστηματικά στη διάρκεια του πολέμου ο πολιτικός επηρεασμός του Τύπου, απόπειρα που, όπως φαίνεται, θα συνεχιστεί. Μολονότι αναμένεται ότι οι μεγάλες εφημερίδες θα ξεφύγουν από την πίεση, η κατάσταση των μικρών φύλλων είναι πολύ δυσχερέστερη. Εν πάση περιπτώσει, αυτή τη στιγμή η δημοσιογραφική σταδιοδρομία, όσα θέλγητρα κι αν έχει και όση επίδραση κι αν ασκεί, προπάντων όση πολιτική ευθύνη κι αν συγκεντρώνει, εδώ σ’ εμάς συνήθης οδός για την ανάδειξη των πολιτικών ηγετών δεν είναι — δεν είναι πλέον ή δεν είναι ακόμη, θα φανεί μελλοντικά.

Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί αν η εγκατάλειψη της αρχής της ανωνυμίας που ζητούν κάποιοι δημοσιογράφοι —όχι όλοι— μπορεί ν’ αλλάξει κάτι. Τον τρόπο με τον οποίο «διηύθυναν» κατά τη διάρκεια του πολέμου τις εφημερίδες μας οι δεινές πένες που προσελήφθησαν επί τούτου, και που μάλιστα πάντοτε υπέγραφαν επωνύμως τα κείμενά τους, τον ζήσαμε. Και δυστυχώς, σε κάποιες απ’ τις γνωστότερες περιπτώσεις μάς έδειξε ότι δεν είναι βέβαιο πως έτσι καλλιεργείται υψηλότερο αίσθημα ευθύνης, όπως κανείς θα πίστευε. Διότι ήταν ακριβώς τα κατά κοινή ομολογία χείριστα φύλλα του κίτρινου τύπου που —ανεξαρτήτως κόμματος— επεδίωξαν και επέτυχαν έτσι την αύξηση της κυκλοφορίας τους. Περιουσίες ολόκληρες κέρδισαν οι εν λόγω κύριοι, εκδότες και σκανδαλοθήρες δημοσιογράφοι — τιμή όχι βέβαια. Για την αρχή της ανωνυμίας αυτό δεν λέει βέβαια τίποτε· το ζήτημα είναι εξαιρετικά περίπλοκο, και τα φαινόμενα αυτά δεν έχουν καθολική ισχύ. Αλλά μέχρι τώρα ο δρόμος των γνήσιων ηγετών ή της υπεύθυνης πολιτικής δεν ήταν αυτός. Πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, μένει να το δούμε.

Η δημοσιογραφική καριέρα παραμένει πάντως μία οδός από τις σημαντικότερες προς την επαγγελματική πολιτική. Οδός όχι για όλους. Πολύ λιγότερο μάλιστα για αδύναμους χαρακτήρες, πρωτίστως ανθρώπους που δεν είναι σε θέση να διαφυλάξουν την εσωτερική ισορροπία τους παρά μόνο όταν είναι κοινωνικά εξασφαλισμένοι. Αν ο βίος του νεαρού λογίου είναι κι αυτός επισφαλής, εντούτοις οι σταθερές κοινωνικές συνθήκες γύρω του τον προφυλάσσουν από τον εκτροχιασμό. Όμως η ζωή του δημοσιογράφου συνιστά από κάθε άποψη την απόλυτη αστάθεια, και μάλιστα υπό συνθήκες που θέτουν σε δοκιμασία την εσωτερική του ασφάλεια με τρόπο που δεν συναντάται σχεδόν σε καμιά άλλη περίπτωση. Και οι συχνά πικρές εμπειρίες του επαγγέλματος δεν είναι ίσως καν το χειρότερο.

Ιδίως οι επιτυχημένοι δημοσιογράφοι τίθενται αντιμέτωποι με δυσχερέστατες εσωτερικές προκλήσεις. Δεν είναι διόλου μικρό πράγμα να συχνάζεις στα σαλόνια των ισχυρών της γης ως, υποτίθεται, ίσος μεταξύ ίσων, να σε περιστοιχίζουν συχνά με κολακείες οι πάντες γιατί σε φοβούνται, και να γνωρίζεις την ίδια στιγμή ότι με το που θα πατήσεις το πόδι σου στην πόρτα της εξόδου ο οικοδεσπότης σου θα σπεύσει να δικαιολογηθεί επί τούτου στους καλεσμένους του που είναι αναγκασμένος να συναναστρέφεται τη «δημοσιογραφική αλητεία». Όπως δεν είναι διόλου ασήμαντο να καλείσαι να αποφανθείς ακαριαία και ωστόσο πειστικά για το καθετί, για ό,τι απαιτήσει η «αγορά», για όλα τα βιοτικά προβλήματα που μπορεί κανείς να διανοηθεί, χωρίς να ξεπέσεις όχι μόνον στην απόλυτη ρηχότητα αλλά προπάντων στην αναξιοπρέπεια της αυτοέκθεσης και στις αδυσώπητες συνέπειές της. Δεν εκπλήσσει τόσο ότι πολλοί δημοσιογράφοι πράγματι ως άνθρωποι εκτροχιάστηκαν και ατιμάστηκαν, όσο ότι, παρ’ όλα αυτά, ειδικά το συγκεκριμένο κοινωνικό στρώμα περιλαμβάνει στους κόλπους του τόσους άξιους και απόλυτα έντιμους ανθρώπους, που οι απ’ έξω δύσκολα θα μπορούσαν να το υποψιαστούν.

________________

Μαξ Βέμπερ, Η Πολιτική ως κάλεσμα και επάγγελμα, Μετάφραση: Κώστας Κουτσουρέλης, Επιμέλεια: Θάνος Σαμαρτζής, Θεώρηση: Νίκος Κουμπιάς, 108 σελ., Εκδ. Δώμα

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LiFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ