ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΕΚΕΙΝΟΙ ΚΑΙ ΕΚΕΙΝΕΣ που πιστεύουν πως τα έιτις υπήρξαν η τελευταία πολύ σημαντική δεκαετία στην ιστορία της ποπ μουσικής. Η δεκαετία αυτή στηρίχτηκε μορφικά σε ό,τι της παρέδωσαν τα σίξτις και τα σέβεντις, ντύνοντας τα καινούρια τραγούδια με τις μελωδίες και τους ρυθμούς που προσέφεραν τα νέα, τότε, λαϊκά όργανα της εποχής, που δεν ήταν άλλα από τα συνθεσάιζερ. Φυσικά γράφτηκε και καλό ροκ στη δεκαετία του ’80, αλλά τα σύνθια ήταν εκείνα που χαρακτήρισαν, στις διάφορες αποχρώσεις τους, τα μουσικά έιτις.
Τα τραγούδια που επιλέγω πιο κάτω, για ένα μικρό σχολιασμό, προέρχονται φυσικά από τη δεκαετία του ’80 και είναι τέσσερα «ξένα» κι ένα ελληνικό. Τον χαρακτηρισμό «ξένα» τον χρησιμοποιώ και τον τοποθετώ μέσα σε εισαγωγικά, γιατί έπαιζε ακόμη στις κασέτες, που έγραφαν, άκουγαν και αντάλλασσαν οι νέοι άνθρωποι εκείνα τα χρόνια, ιδίως όταν αυτές (οι κασέτες) προορίζονταν για τα διάφορα μικρο-πάρτυ (φοιτητικά ή άλλα). Το να έγραφες μια «ενενηντάρα» κασέτα με... ξένα χορευτικά, το 1985, ισοδυναμούσε, πολλές φορές, με θησαυρό – καθώς μια καλή κασέτα, με «σωστές» επιλογές και περασμένη μέσα από κάποιον υποτυπώδη μίκτη, αντιγραφόταν πάραυτα, για να ακολουθήσει πιο μετά τη δική της ανεξιχνίαστη πορεία. Έτσι κάπως δημιουργούνταν οι playlists εκείνη τη δεκαετία.
Ο Jim του τίτλου ήταν ο άγνωστος φυσαρμονικίστας Jim Lieber, τον οποίον είχαν δει οι It’s Immaterial να παίζει με μια blues μπάντα σ’ ένα μπαρ του Milwaukee, καλώντας τον να συμμετάσχει και στην ηχογράφηση του τραγουδιού.
Θα μπορούσα να διαλέξω μία από τις δικές μου κασέτες με... ξένες χορευτικές επιτυχίες, που έχουν διασωθεί, και να τις σχολιάσω track το track, όμως το κείμενο θα τράβαγε πολύ σε μάκρος, αφού θα έπρεπε να γράψω για καμιά 20αριά τραγούδια. Προτιμώ, λοιπόν, να επιλέξω πέντε μόνο, και να πω λίγα λόγια για το καθένα, καθότι η αφαίρεση έχει πάντα μεγάλο ενδιαφέρον – πολύ μεγαλύτερο από την πρόσθεση. Περιττό να πω πως αυτά τα πέντε τραγούδια αποτελούν δικά μου διαχρονικά αγαπημένα (πέρα από δεκαετίες), μα και πολλών άλλων υποθέτω, παρότι δεν πρόκειται για εντελώς αναμενόμενες επιλογές.
1.
YELLO: Call it love (1987)
(από το LP “One Second” σε ετικέτα Mercury)

Οι Ελβετοί Yello ήταν ένα από τα καλύτερα συγκροτήματα της δεκαετίας του ’80 (υπάρχουν μέχρι τις μέρες μας) ανεξαρτήτως υφών, ειδών και επιμέρους προτιμήσεων. Μέσα στη συγκεκριμένη δεκαετία ηχογράφησαν τους καλύτερους δίσκους τους, έδωσαν τα ωραιότερα τραγούδια τους και υμνήθηκαν από τους fans τους ως ένα μοναδικό synth-pop σχήμα, εντελώς εστέτ, με τη δική του μοναδική electro αφήγηση και την περφεξιονιστική εικαστική επιμέλεια των βιντεοκλίπ του. Κάπως σαν κυρίαρχοι του στυλ.
Το “Call it love” ήταν μια σύνθεση του Boris Blank, που έπαιζε διάφορα πλήκτρα και σύνθια, κάνοντας τον προγραμματισμό και την ενορχήστρωση, βασισμένη σε λόγια του Dieter Meier, που περαιτέρω τραγουδούσε, και η οποία προερχόταν από το πέμπτο άλμπουμ των Yello, το καταπληκτικό “One Second”. Πέραν των Blank και Meier στο τραγούδι ακούγονται, ακόμη, το drum machine του Beat Ash, η ηλεκτρική κιθάρα του Chico Hablas και τα φωνητικά του πρόωρα χαμένου Billy MacKenzie.
Yello - Call It Love
2.
Propaganda: P-machinery (1985)
(από το LP “A Secret Wish” σε ετικέτα Island / ZTT)

Οι Propaganda ήταν Γερμανοί από το Ντίσελντορφ, σχηματίστηκαν το 1982 (υπάρχουν και σήμερα) και πρωταρχικό μέλος τους ήταν ο κιμπορντίστας Ralf Dörper (πριν στους industrial Die Krupps). Το 1985, όταν θα κυκλοφορούσαν το πρώτο και καλύτερο άλμπουμ τους, που είχε τίτλο “A Secret Wish”, οι Propaganda ήταν βασικά τετραμελείς έχοντας στη σύνθεσή τους τις Claudia Brücken και Susanne Freytag στις φωνές, τον Michael Mertens στα ντραμς και βεβαίως τον Ralf Dörper στα σύνθια.

Το “A Secret Wish” περιλάμβανε πολλά καλά τραγούδια, αλλά το “P-machinery”, στο ξεκίνημα της δεύτερης πλευράς, ήταν το κορυφαίο κομμάτι το δίσκου, γνωρίζοντας αμέσως επιτυχία σε πολλές χώρες της Ευρώπης (μπαίνοντας στα σχετικά Top-10), όπως και στην Αμερική (φθάνοντας μέχρι τη θέση #10 στο Hot Dance Club Play του Billboard).
Κάποια μικρή συμμετοχή στη σύνθεση αυτού του ύμνου της synth-pop φαίνεται πως είχε και ο David Sylvian – με το τραγούδι να ακούγεται αρκετά, και να χορεύεται, και στην Ελλάδα του ’85.
Propaganda - P:Machinery (Studio Performance '85)
3.
SHRIEKBACK: This big hush (1985)
(από το LP “Oil and Gold” σε ετικέτα Arista)

Άλλη μία από τις καλύτερες βρετανικές μπάντες της δεκαετίας του ’80. Οι Shriekback είχαν ξεκινήσει το 1981 κινούμενοι πιο κοντά σ’ ένα funky new-wave στυλ, αλλά, καθώς περνούσαν τα χρόνια άρχισαν να χρησιμοποιούν και άλλα πιο αρτίστικα ηχοχρώματα, χωρίς ποτέ να εγκαταλείψουν τα πρώιμα χαρακτηριστικά τους.

Το 1985 το γκρουπ το αποτελούσαν οι Dave Allen μπάσο (πριν στους Gang of Four), Barry Andrews πλήκτρα, σύνθια, φωνή (πριν στους XTC, The League of Gentlemen), Martyn Barker ντραμς και Carl Marsh κιθάρες, φωνή (πριν στους Out On Blue Six) και μ’ αυτή τη line-up θα έγραφαν το ωραιότερο άλμπουμ της διαδρομής τους, που είχε τίτλο “Oil and Gold”. Το κομμάτι που τράνταζε από ’κει ήταν το νωχελικό, υποβλητικό “This big hush”, ένα από τα πολύ μεγάλα «σκοτεινά» κομμάτια των έιτις.
Πολλοί μπορεί να θυμούνται το “This big hush” από το σάουντρακ της ταινίας “Manhunter” (1986) του Michael Mann και η αλήθεια είναι πως δύσκολα θα έβρισκες καλύτερο οπτικό υλικό, γι’ αυτό το υποχθόνιο τραγούδι, από τις «γυάλινες», σε αποχρώσεις του μπλε, εντελώς στυλιζαρισμένες εικόνες του «Ανθρωποκυνηγού», ενός από τα καλύτερα θρίλερ εκείνης της περιόδου.
Να προσθέσω πως στην ηχογράφηση του “Oil and Gold” συμμετείχαν ο κιθαρίστας Lu Edmonds (από Damned, Mekons κ.λπ.) και ο Hans Zimmer (ο γνωστός κινηματογραφικός συνθέτης).
manhunter - this big hush by shriekback
4.
IT’S IMMATERIAL: Driving away from home (Jim’s tune) (1986)
(από το LP “Life’s Hard and Then You Die” σε ετικέτα Siren)

Οι It’s Immaterial σχηματίστηκαν το 1980 στο Λίβερπουλ, και από τότε μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει μόλις τέσσερις μεγάλους δίσκους. Ο τελευταίος βγήκε πριν από λίγες μέρες και περιλαμβάνει τα BBC Sessions που έκαναν, για λογαριασμό του John Peel, ανάμεσα στα χρόνια 1981-85.

Το 1986, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο άλμπουμ τους υπό τον τίτλο “Life’s Hard and Then You Die”, το γκρουπ ήταν ουσιαστικά διμελές (δεν αναφέρομαι στο βοηθητικό προσωπικό) αποτελούμενο από τους Jarvis Whitehead και John Campbell. Αυτοί οι δύο άνθρωποι θα έγραφαν και τη μεγαλύτερη επιτυχία, που θα γνώριζαν ποτέ οι It’s Immaterial – το “Driving away from home (Jim’s tune)”, που θα έφθανε μέχρι τη θέση #18 του UK Singles Chart τον Απρίλιο εκείνης της χρονιάς.
Ο Jim του τίτλου ήταν ο άγνωστος φυσαρμονικίστας Jim Lieber, τον οποίον είχαν δει οι It’s Immaterial να παίζει με μια blues μπάντα σ’ ένα μπαρ του Milwaukee, καλώντας τον να συμμετάσχει και στην ηχογράφηση του τραγουδιού. Και κάπως έτσι η φυσαρμόνικα θα έδινε έξτρα ομορφιά, σ’ ένα ούτως ή άλλως συναρπαστικό κομμάτι –ένα από τα ωραιότερα τραγούδια «δρόμου» στην ιστορία της ποπ–, που θα ακουγόταν αρκετά και στη χώρα μας εκείνα τα χρόνια.
It's Immaterial - Driving Away From Home (1986)
5.
Γιάννης Μηλιώκας: Τακτοποιημένη (1986)
(από το LP «Για το Καλό μου» σε ετικέτα Minos)

Μου κάνει εντύπωση, όταν μιλάνε πολλοί για την ελληνική μουσική δεκαετία του ’80 να θυμούνται τους Φατμέ και τον Πορτοκάλογλου, τους Τερμίτες και τον Μαχαιρίτσα, τους Κατσιμιχαίους, τον Παπάζογλου, τον Γερμανό και άλλους διαφόρους και να ξεχνάνε, σχεδόν πάντα, τον Μηλιώκα. Πολλοί ταυτίζουν τον Μηλιώκα με ένα είδος σατιρικού και ευτράπελου τραγουδιού –μια επέκταση των τραγουδιών των Γιάννη Λογοθέτη-Θέμη Ανδρεάδη στα έιτις–, όμως ο τραγουδοποιός αυτός δεν ήταν μόνο... «Ποιμενικόν rock» και «Δεν ξαναβόσκω άλλες βοβάλες». Είχε κι άλλα κομμάτια «κρυμμένα» στους δίσκους του, που δεν προσέχθηκαν όσο και όπως θα έπρεπε σε πρώτο χρόνο.

Η «Τακτοποιημένη», από τον δεύτερο δίσκο του Γιάννη Μηλιώκα που είχε τίτλο «Για το Καλό μου», είναι ένα από τα ωραιότερα ελληνικά έιτις τραγούδια απ’ όποια πλευρά και να το δεις (μουσική, στιχουργική, ενορχηστρωτική ή ό,τι άλλο).
Το τραγούδι είναι μπαλάντα στα κουπλέ (με ωραία τζαζ γεμίσματα στο σαξόφωνο από τον David Lynch) και ροκιά στο ρεφρέν, ξεγυρισμένη ροκιά (με την κιθάρα του Άγγελου Σκορδίλη να σπαρταράει και με το μπάσο-ντραμς των Γιώργου Ζηκογιάννη-Νίκου Αντύπα, πίσω, να ακούγεται σαν ποδοβολητό). Γενικά η ενορχηστρωτική προσέγγιση στο τραγούδι από τον Χάρη Ανδρεάδη είναι πρώτου μεγέθους.
Όμως ένα τραγούδι, όσο τέλεια και να κινείται μουσικά-ηχητικά, θα μείνει πίσω αν δεν έχει και ανάλογους στίχους. Στην «Τακτοποιημένη (με παρέα σικ)» ο Μηλιώκας διαπρέπει και σ’ αυτό τον τομέα, αφού κάθε λέξη του έχει, εδώ, μεγάλη σημασία. Από το πώς περιγράφει τον έρωτα δύο καθημερινών νέων ανθρώπων, που δεν τους τρέχουνε τα φράγκα από τα μπατζάκια («Ήταν μια βραδιά που δεν ξεχνάω / ήταν μια στιγμή μοναδική / μου ’πες μ’ αγαπάς και σ’ αγαπάω / κι έσβησε μεμιάς η λογική...»), μέχρι το τέλος, όταν παρασύρονται αμφότεροι από την... μπάλα της ζωής. Τι άλλο να πεις; Τα λέει όλα το τραγούδι από μόνο του...
Τακτοποιημένη