— Το παρακολούθησες το χθεσινοβραδινό φινάλε;
Κρύφτηκα στο βάθος του δωματίου χθες το βράδυ και το παρακολούθησα. Μου ήταν δύσκολο. Είναι μια καταστροφή σε αργή κίνηση για τον Κένταλ και είναι βασανιστικό για μένα να την βλέπω να εξελίσσεται με τον τρόπο που εξελίχθηκε. Έπιασα τον εαυτό μου να εύχεται να είχαν συμβεί διαφορετικά τα πράγματα.
— Μέχρι ένα σημείο όμως φαινόταν ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να εξελιχθούν διαφορετικά.
Ναι, αυτή ήταν η ομορφιά αυτού του επεισοδίου – ο τρόπος που ο [δημιουργός της σειράς] Τζέσι Άρμστρονγκ μαζεύει τα τρία αδέλφια στα Μπαρμπάντος και εκείνες οι στιγμές, στην παραλία και στην κουζίνα... βλέπεις αυτόν τον χαρακτήρα να χαμογελάει πραγματικά, ίσως για πρώτη φορά. Δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη φορά που να υπήρξε πάνω του αυτή η γνήσια και απροκάλυπτη ευτυχία.
«Ο τρόπος που επέλεξε να τελειώσει τη σειρά ο Τζέσι, είναι πολύ πιο δυνατός από φιλοσοφική άποψη, και συμβατός προς το γενικότερο ζοφερό όραμά του για την ανθρωπότητα – που βασικά είναι ότι οι άνθρωποι δεν αλλάζουν πραγματικά».
— Είναι απίστευτο αυτό το χαμόγελο στο πρόσωπό του. Σαν να είναι η στιγμή της ζωής του, σωστά;
Ναι, είναι η στιγμή της ζωής του. Νιώθει να πραγματώνεται αυτό που του υποσχέθηκε ο πατέρας του όταν ήταν επτά ετών, το οποίο ήταν υπόσχεση αλλά ταυτόχρονα και ένα είδος θανατικής καταδίκης. Όλη του η ζωή έχει περάσει κυνηγώντας αυτό του άπιαστο πράγμα που του το προσφέρουν τελικά στη μέση του φινάλε, για να του το πάρουν 15 σελίδες αργότερα. Για μένα – όχι απαραίτητα για τον Τζέσι ή για οποιονδήποτε άλλον – ολόκληρη η σειρά θα μπορούσε να είχε ονομαστεί «Ο θάνατος του Κένταλ Ρόι». Ο αργός, αδυσώπητος θάνατος του Κένταλ Ρόι που διαρκεί τέσσερεις κύκλους και που αντικατοπτρίζει, κατά κάποιον τρόπο, τον θάνατο ενός συστήματος και μιας χώρας. Βλέπουμε το θάνατο του φωτός σε αυτό το πρόσωπο. Και παράλληλα, βλέπουμε το θάνατο του φωτός στον ύστερο καπιταλισμό.
— Θα μπορούσε να είναι το [όγδοο] επεισόδιο των εκλογών το τέλος της σειράς;
Θα μπορούσε. Είχε γράψει κάτι ο Τζέσι στις σκηνοθετικές οδηγίες για το τρίτο επεισόδιο, όταν πεθαίνει ο πατέρας μας, κι εγώ είμαι στο πάνω κατάστρωμα του σκάφους προσπαθώντας να μάθω στο τηλέφωνο αν ζει ή αν πέθανε. Και ο Τζέσι είχε γράψει ότι κλείνοντας το τηλέφωνο, ο Κένταλ στέκεται ουσιαστικά στο σταυροδρόμι της ιστορίας, στην άκρη του Μανχάταν ατενίζοντας την περιοχή της Γουόλ Στριτ και το Άγαλμα της Ελευθερίας. Το χειρότερο πράγμα έχει συμβεί, και αυτός είναι ακόμα εκεί.
Σαν να έχει ξεφύγει ο κόσμος από τον άξονά του, αλλά αυτός είναι καλά, και νιώθει σαν να μπορούσε πλέον να είναι είτε φάντασμα είτε υπερ-ήρωας. Για το υπόλοιπο του κύκλου, έτεινα κυρίως προς την δεύτερη εκδοχή... και μετά στο τέλος, στα τελευταία τρία λεπτά της σειράς, ο Κένταλ γίνεται φάντασμα, στοιχειό. Όταν ο Ρόμαν λέει «είμαστε ένα τίποτα», αυτός είναι ο φόβος που κρύβεται πάντα κάτω από πολλές μεγάλες φιλοδοξίες.
— Το νερό αποτελεί ένα είδους μοτίβου στη σειρά – το κρουαζιερόπλοιο, ο πνιγμένος σερβιτόρος, ο παρ' ολίγον θάνατος του Κένταλ στην πισίνα, και μετά αυτή η τελευταία στιγμή που κάθεται μπροστά στο East River. Πες μου για την τελευταία σκηνή.
Εκείνη τη μέρα, κάναμε γυρίσματα στο Battery Park, και ήταν η πιο κρύα μέρα του τελευταίου αιώνα στη Νέα Υόρκη. Μια από εκείνες τις μέρες του Φλεβάρη που κλείνουν τα σχολεία. Ποτέ δεν είχα νιώσει τόσο κρύο σε όλη μου τη ζωή.... Έπιασα τον εαυτό μου να σκέφτεται τον ένατο κύκλο της κόλασης, ο οποίος στην Κόλαση του Δάντη είναι μια παγωμένη λίμνη. Το κρύο ήταν τόσο έντονο που σχεδόν έκαιγε. Δεν είχα ξαναδεί τέτοια κύματα στο East River. Ήταν βιβλικό σχεδόν. Και ακουγόταν ένα διαρκές χτύπημα σε κάποιες σκαλωσιές εκεί κοντά. Δεν ξέραμε τι ακριβώς ψάχναμε, αλλά κάτι βαθύ συνέβη. Είχαμε μόνο οκτώ λεπτά περίπου για να γυρίσουμε αυτά τα τελευταία πλάνα πριν δύσει ο ήλιος. Το νερό με καλούσε.
Ο τρόπος όμως που επέλεξε να τελειώσει τη σειρά ο Τζέσι, είναι πολύ πιο δυνατός από φιλοσοφική άποψη, και συμβατός προς το γενικότερο ζοφερό όραμά του για την ανθρωπότητα – που βασικά είναι ότι οι άνθρωποι δεν αλλάζουν πραγματικά. Δεν κάνουν το θεαματικό, δραματικό άλμα. Αντ' αυτού, είμαστε όλοι εγκλωβισμένοι σε μια καταδίκη, και ο Κένταλ στο φινάλε μένει παγιδευμένος σε μια σιωπηλή κραυγή με τον Κόλιν πίσω του να βρίσκεται εκεί ως σωματοφύλακας αλλά και ως δεσμοφύλακας...
— Η τελευταία εικόνα της Σιβ με τον Τομ στο αυτοκίνητο είναι μια διαφορετική εκδοχή αυτής της σιωπηλής κραυγής;
Είναι τρομερό για εκείνη. Η πατριαρχία έχει νικήσει ξανά και η Σιβ μοιάζει μουμιοποιημένη στη ζωή μαζί του. Και ο Ρόμαν, αυτό το χαμόγελο πάνω από το Martini του είναι τρομακτικό. Σε κάποιο επίπεδο, πιστεύω ότι αυτό είναι που πραγματικά ήθελε. Δεν νομίζω ότι ήθελε να αναλάβει την εξουσία. Νομίζω ότι θέλει να είναι σε εκείνο το μπαρ, αλλά επίσης ανησυχώ ότι αυτή είναι ίσως η αρχική στιγμή της μεγάλης καθόδου. Ο Κένταλ έχει ήδη βρεθεί εκεί πολλές φορές. Τον έχουμε δει να χάνει τόσες πολλές φορές. Νομίζω ότι η αντίληψη του Τζέσι για την σειρά αλλά και γενικότερα είναι ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει εξέλιξη. Η ζωή δεν είναι γραμμική, είναι κυκλική. Και αυτό για μένα είναι ίσως το πιο τραγικό απ’ όλα…
Mε στοιχεία από το Vanity Fair