Λεός Καράξ: Ποιος είναι ο σκηνοθέτης του Holy Motors;

Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ; Facebook Twitter
«C’est pas moi», μας λέει ο Λεός Καράξ και πιθανότατα κυριολεκτεί, μα αυτή του η δήλωση μπορεί να ερμηνευτεί κι αλλιώς: σαν εκείνο το «δεν ήμουν εγώ» που λένε τα μικρά παιδιά για να μεταθέσουν την ευθύνη όταν έχουν κάνει μια σκανταλιά. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image
0

Ποιος είναι ο Λεός Καράξ; Σ’αυτό το ερώτημα κλήθηκε να απαντήσει ο Γάλλος δημιουργός με τη νέα, μεσαίου μήκους φιλμική αυτοπροσωπογραφία του, που φέρει τον εύγλωττο τίτλο C’est pas moi (2024) – «δεν είμαι εγώ», δηλαδή.

Για να μην περιμένετε άσκοπα, όταν πέσουν οι τίτλοι τέλους, θα φύγετε από την αίθουσα με περισσότερες ερωτήσεις παρά απαντήσεις. Ο δημιουργός του παραμένει «ένας γρίφος, τυλιγμένος σε ένα μυστήριο, μέσα σε ένα αίνιγμα» – τι ωραία αυτή η αγγλοσαξονική έκφραση και πόσο χρήσιμη για να δώσουμε άφεση στην εγγενή αδυναμία μας να εξηγήσουμε τα ανεξήγητα.

Δεν περιμέναμε τίποτα λιγότερο από έναν άνθρωπο συνεσταλμένο, πεισματικά δυσπρόσιτο, κατά μερικούς και δύστροπο, που επέλεξε να συστηθεί στην κινηματογραφική κοινότητα όχι με το κανονικό του όνομα, αλλά με έναν αναγραμματισμό: Λεός Καράξ δεν είναι παρά ένα γλωσσικό παιχνίδι με το μικρό του όνομα και το Όσκαρ. Ο Καράξ, κατά κόσμον Άλεξ Κριστόφ Ντιπόν, γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου του 1960 στα προάστια του Παρισιού.

Ο πατέρας του εργαζόταν ως δημοσιογράφος σε γαλλικά επιστημονικά περιοδικά, η μητέρα του είναι η κριτικός κινηματογράφου Τζοάν Ντιπόν. Θα έλεγε κανείς ότι το μήλο έπεσε κάτω από τη μηλιά και ότι εκείνη αποτέλεσε τον λόγο που ο νεαρός Άλεξ εντάχθηκε στους κόλπους των θρυλικών «Cahiers du Cinema», ενδέχεται, όμως, αυτή του την επιλογή να την πυροδότησε ο θαυμασμός του για τους δημιουργούς της Nouvelle Vague, ίσως και η επιθυμία του να αποτελέσει συνεχιστή τους.

Το σινεμά του Καράξ αναζητά την αντίδρασή μας την ώρα που το παρακολουθούμε, όχι μετά. Και την ψάχνει διαρκώς, σε κάθε του σκηνή. Είναι ένα σινεμά ερωτευμένο με τη μαγεία της στιγμής, παραδομένο στη σαγήνη του παρόντος (του).

Όταν πέρασε πίσω από την κάμερα, ακαδημαϊκοί και κριτικοί βιάστηκαν να τον εντάξουν στην ίδια κατηγορία με ομολόγους του που εκπροσώπησαν το επονομαζόμενo cinema du look. Ο Ζαν-Ζακ Μπενέξ, όμως, και πολύ περισσότερο ο Λικ Μπεσόν είχαν εγγύτερη σχέση με το pop στοιχείο – κάτι που θα πιστοποιούσε εμφατικά η λυπηρή μελλοντική πορεία του τελευταίου. Το σινεμά τους συγγένευε με τις σελίδες των γαλλικών graphic novels και πόνταρε συχνά στον (ακαταμάχητο) παράγοντα της νοσταλγίας.

Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ; Facebook Twitter
It's Not Me / C'est pas moi (2024).

Κι εδώ, τουλάχιστον για τον υπογράφοντα, έγκειται η ειδοποιός διαφορά του Καράξ, όχι μόνο με τους προαναφερθέντες, αλλά με τους περισσότερους δημιουργούς που επιχειρούν διακινηματογραφικό σινεμά.

Ακόμα κι όταν κομίζεται σε νέο περιτύλιγμα, στο έργο αυτών των σκηνοθετών –και ο μεταγενέστερος Ταραντίνο αποτελεί ένα χαρακτηριστικό, σχεδόν σχολικό παράδειγμα– μπορείς να διαγνώσεις μια νοσταλγική διάθεση, μια επίκληση του κινηματογραφικού παρελθόντος, συνοδευόμενη από την επίγνωση μιας αναφοράς σε καλύτερες μέρες που πέρασαν και, ενδεχομένως, δεν θα ξανάρθουν ποτέ.

Ε, λοιπόν, το σινεμά του Καράξ, σαν εκείνο των πρωτοπόρων της Nouvelle Vague, ακόμα κι αν κουβαλά στις πλάτες του τα μπαγκάζια της ευρύτερης ιστορίας του μέσου, είναι ένας οργανισμός ζωντανός και όχι νεκραναστημένος. Συμβαίνει τώρα, τη στιγμή που το παρακολουθείς. Επιτίθεται στον αμφιβληστροειδή σου με το πάθος και την έπαρση ενός γεγονότος βέβαιου πως εκτυλίσσεται για πρώτη φορά – επί της ουσίας, το έχεις δει άλλες εκατό φορές, μα ποτέ με αυτή την ορμητικότητα. Ω ναι, αν υπήρξε άξιος διάδοχος εκείνου του ρεύματος στο σύγχρονο σινεμά, αυτός είναι ο Καράξ.

Ακόμα και η πρώτη τριάδα της φιλμογραφίας του αναφέρεται με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο στη «γαλλικότερη» των θεματικών, στον περιβόητο «amour fou», πάντα, όμως, με μια ανατροπή. Στο ασπρόμαυρο Βοy Meets Girl (1984) για παράδειγμα, δεν παρακολουθούμε ακριβώς έναν παράφορο, αυτοκαταστροφικό έρωτα, αλλά δύο αυτοκαταστροφικούς νεαρούς με ανεκπλήρωτα συναισθήματα που, μες στην παραφορά τους, ψάχνουν, αν όχι απόκριση, τουλάχιστον την ψευδαίσθησή της.

Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ; Facebook Twitter
Boy Meets Girl (1984).

Και στις τρεις πρώτες ταινίες του ο ήρωας λέγεται Άλεξ και στις τρεις τον υποδύεται ο Ντενί Λαβάν, αυτός ο sui generis ερμηνευτής της ακανόνιστης κινησιολογίας και της σωματοποιημένης συναισθηματικής εκδήλωσης. Το όνομα του ήρωα και οι ερωτικές σχέσεις του σκηνοθέτη με τις πρωταγωνίστριές του προκαλούν για προσωπικές αναγνώσεις του έργου του, αλλά αν περιμένετε να συναινέσει σ’ αυτές, καλή τύχη. «Τα κορίτσια μού έλεγαν να μην περιπλέκω τα πράγματα και το προσπαθούσα, αλλά ήταν δύσκολο», θα δήλωνε. Μπορεί, όμως, αυτή να ήταν απλώς μια αποπροσανατολιστική δήλωση – στις σπάνιες συνεντεύξεις που δίνει για να προωθήσει τις ταινίες του, ο σκηνοθέτης συνηθίζει να παίζει με τους δημοσιογράφους.

Κι εδώ έγκειται άλλη μια διαφορά, ενδεχομένως και μια παρεξήγηση του «τρόπου Καράξ», από εκείνον άλλων «τρομερών παιδιών» που ακολούθησαν. Ο Καράξ δεν κάνει σινεμά με το βλέμμα στη μεταγενέστερη υποδοχή του και στο φεστιβαλικό σούσουρο, δεν ανάγει την πρόκληση σε αυτοσκοπό και ποτέ δεν θα υποστηρίξει το έργο του με εριστική συμπεριφορά – δεν έχει καμία σχέση με δημιουργούς τύπου Γκασπάρ Νοέ, δηλαδή, για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Μόνο στην περίπτωση της ατυχέστατης Pola X (1999) νιώθεις να πλησίασε επικίνδυνα προς αυτή την περιοχή – μα η προβοκατόρικη φύση της ταινίας θα μπορούσε κάλλιστα να εξηγηθεί από τη δεδηλωμένη οργή του για τη χλιαρή κριτική υποδοχή των Amants du Pont-Neuf (1991) και για την αδυναμία του να βρει πόρους για να γυρίσει τα εγχειρήματά του.

Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ; Facebook Twitter
Ο Καράξ δεν κάνει σινεμά με το βλέμμα στη μεταγενέστερη υποδοχή του και στο φεστιβαλικό σούσουρο, δεν ανάγει την πρόκληση σε αυτοσκοπό και ποτέ δεν θα υποστηρίξει το έργο του με εριστική συμπεριφορά.

Το σινεμά του Καράξ αναζητά την αντίδρασή μας την ώρα που το παρακολουθούμε, όχι μετά. Και την ψάχνει διαρκώς, σε κάθε του σκηνή. Είναι ένα σινεμά ερωτευμένο με τη μαγεία της στιγμής, παραδομένο στη σαγήνη του παρόντος (του). Στην πραγματικότητα εκεί έγκειται το «amour fou» της υπόθεσης, όχι στο θέμα και στη χαρακτηρολογία, αλλά στον τρόπο που ο σκηνοθέτης γυρίζει και αντιλαμβάνεται το σινεμά. Και, μοιραία, ο τρόπος του Καράξ έρχεται σε σύγκρουση με την παραδοσιακή αφηγηματικότητα, που προκρίνει την αιτιοκρατία έναντι του χάους.

Όχι τυχαία, η καλύτερη ταινία του, το Holy Motors (2012), έχει την καταλληλότερη φόρμα για τη φιλμική του ιδιοσυγκρασία: απαρτίζεται από βινιέτες, αφιερωμένες στις όσιες μηχανές που προβάλλουν 24 καρέ το δευτερόλεπτο, σε εκείνες τις κινούμενες αγιογραφίες που προσκυνούμε ευλαβικά εμείς, οι πιστοί του σινεμά, αυτοί που παρακολουθούμε λαίμαργα, επειδή δεν μπορούμε να εννοήσουμε τη ζωή μας αλλιώς, όσοι κατοικούμε «σε ένα νησί που λέγεται σινεμά», όπως εύστοχα το θέτει και ο ίδιος ο Καράξ.

Ίσως γι’ αυτό στο C’est Pas Moi, αυτό το παράδοξο, υβριδικό, περήφανα γκονταρικό φιλμικό κολάζ διπλοτυπιών, υπότιτλων, μεσότιτλων και υπέρτιτλων, αυτό το σταυροδρόμι «υψηλής» και pop κουλτούρας, το προσωπικό αρχείο διαπλέκεται με το κινηματογραφικό, όταν ο δημιουργός αναφέρεται στην οικογένειά του: «Εδώ είμαι εγώ με την αδελφή μου», δηλώνει, αλλά στην οθόνη βλέπουμε καρέ με τα παιδάκια της θρυλικής Νύχτας του Κυνηγού (1955) του Τσαρλς Λότον.  

Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ; Facebook Twitter
Holy Motors (2012).

Σας προειδοποιήσαμε και στην εισαγωγή, μην περιμένετε να μάθετε περισσότερα για τον Καράξ παρακολουθώντας την ταινία. Για εκείνο που δεν σας ενημερώσαμε είναι ότι, εντελώς «καραξικά», δεν θα έχετε μάθει περισσότερα ούτε φτάνοντας στο τέλος αυτού του κειμένου. Βλέπετε, δεν γνωρίζουμε καν αν η αλήθεια για την ταυτότητά του κρύβεται στις ταινίες του.

«C’est pas moi», μας λέει και πιθανότατα κυριολεκτεί, μα αυτή του η δήλωση μπορεί να ερμηνευτεί κι αλλιώς: σαν εκείνο το «δεν ήμουν εγώ» που λένε τα μικρά παιδιά για να μεταθέσουν την ευθύνη όταν έχουν κάνει μια σκανταλιά. Ίσως τελικά ο Καράξ να μην είναι τίποτα παραπάνω από ένας μέγιστος κινηματογραφικός σκανταλιάρης και να διαβάζει μέσα στο παριζιάνικο διαμέρισμά του όσα γράφουμε γι’ αυτόν και το έργο του και να γελά κελαρυστά, ακούγοντας το «Modern Love» του Μπόουι στη διαπασών.

It's Not Me / C'est pas moi (2024) - Trailer (English Subs)

Η ταινία «C’est Pas Moi» κυκλοφορεί στις αίθουσες στις 22 Μαΐου από τη Weird Wave.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Είναι «καταραμένη» η κινηματογραφική βιογραφία του Μάικλ Τζάκσον;

Οθόνες / Είναι «καταραμένη» η κινηματογραφική βιογραφία του Μάικλ Τζάκσον;

Νέα αναβολή πήρε η ταινία «Michael» ενώ η παραγωγή ανακοίνωσε την έναρξη επιπλέον γυρισμάτων, τα οποία ενδεχομένως θα επιχειρήσουν να ασχοληθούν με τις βαριές κατηγορίες εις βάρος του αείμνηστου «Βασιλιά της ποπ».
THE LIFO TEAM
Τι είναι το IMAX που, μετά τη Θεσσαλονίκη, έρχεται και στην Αθήνα

Οθόνες / Τι είναι το IMAX που, μετά τη Θεσσαλονίκη, έρχεται και στην Αθήνα

Η ανακοίνωση των Village Cinemas γεμίζει χαρά τους Αθηναίους σινεφίλ που πρόκειται να αποκτήσουν τη δική τους αίθουσα IMAX. Τι είναι, όμως, η τεχνολογία IMAX και γιατί μέχρι πρότινος είχε μόνο η Θεσσαλονίκη πιστοποιημένη αίθουσα;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ερωτικές ιστορίες κάτω από τα αστέρια στο Cine Paris

Οθόνες / Ερωτικές ιστορίες κάτω από τα αστέρια στο Cine Paris

Ένα υπέροχο κινηματογραφικό αφιέρωμα στο στέκι της Πλάκας, με παλιές δόξες, όπως το «Brief Encounter» και το «Roman Holiday» αλλά και πιο σύγχρονες, όπως το κομψοτέχνημα «In the Mood for Love» και το σπαραχτικό «Cold War».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Βασίλη και Δάφνη, πώς γυρίσατε την πιο αφοπλιστική ερωτική σκηνή του ελληνικού σινεμά;

Lifo Videos / Βασίλη και Δάφνη, πώς γυρίσατε την πιο αφοπλιστική ερωτική σκηνή του ελληνικού σινεμά;

Ο βραβευμένος σκηνοθέτης και σεναριογράφος Βασίλης Κεκάτος, μαζί με την πρωταγωνίστριά του, Δάφνη Πατακιά, μιλούν για όσα έζησαν στα γυρίσματα της ταινίας «Οι άγριες μέρες μας» – μιας ιστορίας με χαρακτήρες που είναι «γλυκά τσογλανάκια».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«Made in Vain»: Γιατί ένας άνθρωπος θέλει να γίνει bodybuilder;

Οθόνες / «Made in Vain»: Γιατί ένας άνθρωπος θέλει να γίνει bodybuilder;

Ένα αποκαλυπτικό ελληνικό ντοκιμαντέρ που αποτυπώνει την ωμή αλήθεια για το άθλημα του bodybuilding –έναν κόσμο όπου δοκιμάζονται τα όρια σώματος και πνεύματος– έρχεται στις αίθουσες την Πέμπτη 29 Μαΐου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Είναι η «Κιούκα» η «ελληνική ταινία της χρονιάς»;

The Review / Τι είναι αυτό που κάνει την ταινία «Κιούκα» να συζητιέται τόσο;

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την ταινία «Κιούκα: Πριν το τέλος του καλοκαιριού» του 31χρονου Κωστή Χαραμουντάνη. Πώς καταφέρνει το όραμα ενός millennial σκηνοθέτη να ξεχωρίζει στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά — και γιατί αξίζει την προσοχή μας;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Οθόνες / Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Με αφορμή την έξοδο του «Oh, Canada» στις εγχώριες αίθουσες, ανατρέχουμε στο σύνολο της καριέρας ενός σταρ που οι περισσότεροι θεωρούμε δεδομένο, ίσως επειδή όσα κάνει στην οθόνη φαντάζουν τόσο ανεπιτήδευτα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ανταπόκριση από τις Κάννες / Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ως άλλος Αμερικανός στο Παρίσι του ’60, ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ με τη φετινή του συμμετοχή, το ασπρόμαυρο «Nouvelle Vague», αποτίνει φόρο τιμής στον θρυλικό auteur του γαλλικού Νέου Κύματος, υπενθυμίζοντάς μας την τέχνη (και το θράσος) της νεότητας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Οθόνες / Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Ο Θοδωρής Σελέκος μεγάλωσε στο Νέο Ηράκλειο και ασχολείται με τον κινηματογράφο . Στα πρώτα του βήματα ήταν μέρος της κολεκτίβας ATH KIDS. Έχει σκηνοθετήσει βιντεοκλίπ για καλλιτέχνες όπως ο Ethismos, ο Saske, οι Sworr και διαφημιστικά για brands όπως η Muerte Inc. Παλιότερα άκουγε περισσότερη hip-hop μουσική. Τώρα ακούει jazz και soul. Η πρώτη ταινία μικρού μήκους του ονομάζεται «Can you water a garden with tears?». Του αρέσει η ησυχία και οι αργές ταινίες.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΚΟΥΛΑΚΗ