Ανταπόκριση από το Βερολίνο: Ποζάροντας για την τέχνη

Ανταπόκριση από το Βερολίνο: Ποζάροντας για την τέχνη Facebook Twitter
Ο Τζόνι Ντεπ υποδύεται τον φωτογράφο Γιουτζίν Σμιθ στο «Minamata»
0

Ο επί σειρά ετών καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Βερολίνου, Ντίτερ Κόσλικ, απήλθε και το δίδυμο των Κάρλο Σατριάν (μεταγραφή από το Λοκάρνο) και Μαριέτ Ρίσενμπεκ είχαν να αντιμετωπίσουν μερικά σοβαρά προβλήματα, με το καλημέρα. Το κυριότερο ήταν να διασκεδάσουν όσο γίνεται πιο βελούδινα τη σπίλωση του κύρους του πρωτεργάτη της Μπερλινάλε, Άλφρεντ Μπάουερ.

Ο Γερμανός που βοήθησε στην ίδρυση του φεστιβάλ, στο ξεκίνημα της δεκαετίας του '50, δίνοντας την υπόσχεση να ανοίξει το διαγωνιστικό τμήμα σε χώρες του ανατολικού μπλοκ, και ετησίως δινόταν ένα σημαντικό βραβείο προς τιμήν του, αποκαλύφθηκε πως είχε στενή συνάφεια με τους Ναζί, έχοντας υπηρετήσει στο κεντρικό γραφείο κινηματογραφίας του Γκέμπελς, πριν από τη συνοπτικών διαδικασιών «αποναζιστικοποίησή» του. Το γιατί ένα τόσο νευραλγικό στέλεχος, επιφανές και διόλου κρυφό στις αρμοδιότητές του, δεν είχε εντοπισθεί επί 70 ολόκληρα χρόνια, παραμένει ένα μυστήριο, που η νέα διοίκηση έσπευσε να μαζέψει, καταργώντας αμέσως το βραβείο και κινώντας τις έρευνες για τις περαιτέρω λεπτομέρειες της δράσης του, μέχρι να εκδοθεί το τελεσίδικο πόρισμα.

Το άλλο αγκάθι ήταν ο τρόπος με τον οποίο τα νέα αφεντικά θα γιόρταζαν τα 70 χρόνια ενός από τα τρία μεγαλύτερα ευρωπαϊκά φεστιβάλ. Το χαμηλό τους προφίλ δεν επιτρέπει φανφάρες και οι πρώτες ημέρες όντως κινούνται σε χαμηλές πτήσεις, με προσανατολισμό στο καλλιτεχνικό στρώσιμο ενός εναλλακτικού δρόμου, παρά σε μια φανταχτερή χειραφέτηση, εξού και η κατάργηση ενός επιτυχημένου θεσμού, των ταινιών με επίκεντρο τη γαστριμαργία και το Kulinarische Festival, που προφανώς κρίθηκε παράταιρο.

Το κλίμα μετάβασης του φεστιβάλ σημειώνει ακόμη μεγαλύτερη βουτιά στις θερμοκρασίες, με μια εικόνα όχι και τόσο κολακευτική στην περιοχή που το αγκαλιάζει εδώ και δυο δεκαετίες, μετά τη μετακόμισή του από το δυτικό Βερολίνο, στην Potsdamer Platz. 

Η πιο χτυπητή καινοτομία σε σύγκριση με τον προκάτοχό τους είναι η θέσπιση ενός παράλληλου διαγωνιστικού τμήματος, με τίτλο Encounters – βέβαια, έρχονται αμέσως στο νου τα αντίστοιχα Ένα Κάποιο Βλέμμα και Ορίζοντες, των Καννών και της Βενετίας αντίστοιχα.

Το κλίμα μετάβασης του φεστιβάλ σημειώνει ακόμη μεγαλύτερη βουτιά στις θερμοκρασίες, με μια εικόνα όχι και τόσο κολακευτική στην περιοχή που το αγκαλιάζει εδώ και δυο δεκαετίες, μετά τη μετακόμισή του από το δυτικό Βερολίνο, στην Potsdamer Platz: Το εμπορικό κέντρο Arcaden υπολειτουργεί, έκλεισαν πολλά εστιατόρια αλλά και οι βοηθητικές κινηματογραφικές αίθουσες Star στο Sony Center, που τόσα χρόνια στέγαζαν προβολές του Panorama.

Η κύρια εκδοχή για την πιθανή ανακαίνιση είναι μια επερχόμενη επέτειος, αλλά η αλήθεια είναι πως οι Βερολινέζοι ποτέ δεν αγάπησαν πραγματικά την πολυέξοδη και εντέλει ψυχρή επένδυση στην παλιά νεκρή ζώνη της πόλης τους, προτιμώντας τις πιο ζωτικές και ζωντανές γειτονιές της πόλης για έξοδο και διασκέδαση. Το γεγονός πως ελάχιστοι Κινέζοι δημοσιογράφοι, διανομείς και αγοραστές ταξίδεψαν μέχρι τη Γερμανία φέτος, προσθέτει στην εντύπωση πως η Berlinale έχει πατήσει pause.

Ο Κόσλικ υπέγραψε πέρυσι ένα μνημόνιο καλλιτεχνικής ισότητας, υποσχόμενος ένα γενναίο 50/50 σε γυναίκες και άνδρες σκηνοθέτες στο πρόγραμμα. Οι Σατριάν και Ρίσελμπεκ εξήγγειλαν diversity, εκτός από την πολιτική και τις αποκαλύψεις από τη ναζιστική περίοδο, που αποτελούν σταθερά στο φιλμικό μενού, αλλά από τους 18 συμμετέχοντες στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα, μόλις οι 6 είναι γυναίκες – εκτός αν εννοούν πως τα θέματα με γυναίκες είναι περισσότερα απ' ό,τι συνήθως.

Ανταπόκριση από το Βερολίνο: Ποζάροντας για την τέχνη Facebook Twitter
Η Σιγκούρνι Γουίβερ στο «My Salinger Year»

Το My Salinger Year που εγκαινίασε το φετινό φεστιβάλ είναι σκηνοθετημένο από τον Φιλίπ Φαλαρντό (του Κυρίου Λαζάρ), αν και βασίζεται στο αυτοβιογραφικό memoir της Τζοάνα Ράκοφ, με πρωταγωνίστριες δυο γυναίκες εντελώς διαφορετικών γενεών, την Μάργκαρετ Κουόλι που γνωρίσαμε στο Κάποτε στο Χόλιγουντ και τη (Ρίπλεϊ αυτοπροσώπως) Σιγκούρνι Γουίβερ.

Η ηρωίδα είναι η Τζοάνα, μια νεαρή φοιτήτρια στο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια, που μετακομίζει στη Νέα Υόρκη το 1995 για να αναπνεύσει τον καλλιτεχνικό αέρα της πόλης και να γίνει, αν όλα πάνε καλά, ποιήτρια. Στο μεταξύ, προσλαμβάνεται ως γραμματέας της φοβερής και τρομερής Μάργκαρετ, διευθύντριας του λογοτεχνικού πρακτορείου που εκπροσωπεί, ανάμεσα στα πολλά ηχηρά ονόματα, τον λατρεμένο μέχρι μανίας διαβόητο ερημίτη των αμερικανικών γραμμάτων, Τζέι Ντι Σάλιντζερ, γνωστό στο γραφείο απλά ως Τζέρι.

Αφού παραδέχεται στον φίλο της πως δεν έχει διαβάσει ποτέ στη ζωή της Σάλιντζερ, ούτε καν τον εμβληματικό Φύλακα στη Σίκαλη (ή, κατά τη νέα μετάφραση της Τζένης Μαστοράκη, Στη σίκαλη, στα στάχια, ο πιάστης), γνωρίζει τον συγγραφέα μέσα από τα τηλεφωνήματα και την απροσδόκητη ενθάρρυνσή του προς εκείνην, σα μακρινό μέντορα που θέλει κανάκεμα και ειδικό χειρισμό, αλλά, κάνοντας ένα διάλειμμα στον μόνιμο πανικό από τις μανίες καταδίωξης που τον στοιχειώνουν, μπορεί να προσφέρει γενικές συμβουλές που βρίσκουν τον στόχο.

Η Τζοάνα χειρίζεται την αλληλογραφία του, υπακούοντας στις στάνταρ απαντητικές εντολές του γραφείου, και συμπονά μερικούς από τους φαν του Σάλιντζερ, τους ζηλωτές του Χόλντεν Κόλφιλντ που οδήγησαν τον «Τζέρι» να κρυφτεί στο σπίτι του στα δάση και να αποφεύγει συστηματικά και εμμονικά κάθε επαφή με τη δημοσιότητα και τον έξω κόσμο.

Ο Φαλαρντό δίνει υπόσταση στους αποστολείς των επιστολών, σε ένα τρικ που ως έναν βαθμό λειτουργεί σε παράλληλο επίπεδο, αν και επιμένει σε μια χαλαρή απεικόνιση της κοινωνίας των γραμμάτων, μέσα από τα άδολα μάτια μιας ενθουσιώδους κοπέλας, η οποία έχει ταυτίσει το βάθος της λογοτεχνίας με τον μποέμ αέρα της Νέας Υόρκης, στην εκπνοή της αυθεντικότητάς της, αλλά μόνο στην επιφάνεια των πραγμάτων και στις εντυπώσεις.

Σε αντίθεση με τον ανήλικο πειρασμό που υποδύθηκε στο Κάποτε στο Χόλιγουντ, η Κουόλι συλλαμβάνει τα εσωτερικά διλήμματα ενός «ελαφιού» που σκάλωσε στα φώτα μιας βεβιασμένης ενηλικίωσης, δείχνοντας ποικιλία στο παίξιμο και υποσχέσεις ρόλων με ενδιαφέρον, αλλά η ταινία ανήκει στην πεπειραμένη Σιγκούρνι Γουίβερ και τον μικρότερο και πιο ζουμερό ρόλο της ηγεμονικής Τζοάνα. Παίζοντας μια grande dame με πείσμα και ασάλευτη συμπεριφορά, που σνομπάρει τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και το Διαδίκτυο, χαρακτηρίζοντάς το ως περαστική μόδα, η Γουίβερ αποκαλύπτεται και σπάει προς το τέλος, δείχνοντας πως ακόμη και η πιο ακέραια θεματοφύλακας, μεγαλοαστή και κολλημένη στο πάλαι ποτέ προβάδισμα της πόλης στη λογοτεχνική αιχμή, οπαδός του σοβαρού έργου έναντι της φτηνής εμπορικότητας, υποκλίνεται μπροστά στη χάρη της αθωότητας των καλών προθέσεων και τη σπίθα της ανθρώπινης αγάπης χωρίς αντάλλαγμα.

Ανταπόκριση από το Βερολίνο: Ποζάροντας για την τέχνη Facebook Twitter
Ο Τζόνι Ντεπ στο photo call της ταινίας «Minamata». Φωτο: Andreas Rentz/Getty Images

Ο Γιουτζίν Σμιθ ήταν σκαπανέας του φωτογραφικού δοκιμίου, ένας ευαίσθητος και αυτοκαταστροφικός δημοσιογράφος της κάμερας, με καλλιτεχνική ματιά και μισανθρωπικές τάσεις. Με τις λήψεις του στο παραθαλάσσιο χωριό Minamata της Ιαπωνίας, έφερε στο προσκήνιο ένα άγνωστο έγκλημα, με τραγικούς πρωταγωνιστές ντόπιους που υπέκυψαν σε επώδυνα τραύματα, ανάμεσα στους οποίους μικρά παιδιά και ανθρώπους παραμορφωμένους από τη μόλυνση που προκάλεσε επί δεκαετίες ένα εργοστάσιο υδραργύρου στην περιοχή.

Βρισκόμαστε στο 1971, τη χρονιά που ο Μάρβιν Γκέι κυκλοφόρησε το ανατριχιαστικό τραγούδι του What's Going On, με στίχους που εκτός από τον κοινωνικό αντίκτυπο του Βιετνάμ και τις αναταράξεις στα γκέτο των μεγαλουπόλεων, θίγει και το περιβάλλον, με την αναφορά στο «fish full of mercury».

Ο Σμιθ πέρασε πολλά μέχρι να κάμψει την αρχική καχυποψία του περιοδικού Life, με εβδομαδιαία κυκλοφορία ακόμη τότε, να τον εμπιστευθεί με μια πολυέξοδη αποστολή και στη συνέχεια να κερδίσει τη συμπάθεια των φοβισμένων και βασανισμένων κατοίκων, ως το σημείο της αποτύπωσης του δράματος με μια σειρά εκπληκτικών ασπρόμαυρων ενσταντανέ, εφάμιλλων με έργα τέχνης, αλλά με σημαντικό εκτόπισμα στην κοινή γνώμη.

Μετά από ηθελημένες εκδρομές σε κινηματογραφικές αποδράσεις και ακούσια, αν και σίγουρα επαγγελματικά ζημιογόνα έκθεση στην ταμπλόιντ δημοσιογραφία, ο Τζόνι (Ντεπ) πήρε το όπλο της διασημότητάς του για καλό σκοπό, αυτόν της αφύπνισης και της ευαισθητοποίησης για ένα θέμα που δεν αφορά μόνο το παρελθόν, αλλά απασχολεί και στις μέρες μας, όπως φροντίζουν να μας υπενθυμίσουν οι εικόνες οικολογικής και ανθρώπινης καταστροφής που τρέχουν παράλληλα με τους τίτλους τέλους της ταινίας του Αμερικανού εικαστικού και σκηνοθέτη Άντριου Λέβιτας.

Για να το πετύχει, μεταμορφώνεται εξωτερικά, όπως το συνηθίζει, και αγκαλιάζει με ζέση την πόζα ενός καταραμένου καλλιτέχνη, φορώντας μπίτνικ μπερέ, ακούγοντας τζαζ, λέγοντας αφοριστικά τσιτάτα και φυσικά καπνίζοντας ασταμάτητα και πίνοντας μέχρι τελικής πτώσης. Προειδοποιεί, δηλαδή, με όλα τα δυνατά σήματα και κλισέ, πριν λυτρωθεί. Συνεπώς, είναι σα να προεξοφλεί τη συνέχεια και την έκβαση της ταινίας, η οποία αναδεικνύεται στις φωτογραφικές λήψεις και απλώς συμπληρώνει τα κενά της διαδρομής στο ενδιάμεσο του χρονικού.

Ανταπόκριση από το Βερολίνο: Ποζάροντας για την τέχνη Facebook Twitter
First Cow

Αντίθετα, η Κέλι Ράιχαρτ δείχνει για μια ακόμη φορά πως είναι πραγματική καλλιτέχνις, με πίστη στους ρυθμούς και τη θεματική της, στο First Cow, μια εξαιρετική ταινία που ωστόσο δεν αποτελεί επιτυχία των εκλεκτόρων του Φεστιβάλ Βερολίνου, έχοντας κάνει πρεμιέρα ήδη από τον Αύγουστο του 2019 στο φεστιβάλ του Τέλιουραϊντ, καθώς και μια ακόμη στάση σε σημαντικό αμερικανικό venue, στη Νέα Υόρκη, το περασμένο φθινόπωρο. Η δημιουργός των υπέροχων Wendy and Lucy και Meek's Cutoff φτιάχνει ακόμη ένα γουέστερν από την ευδιάκριτη προοπτική μιας γυναίκας που ενδιαφέρεται για κάτι πρωτόγνωρο για το είδος, τη συναισθηματική δράση, και μάλιστα όπως αυτή αναπτύσσεται και εξελίσσεται ανάμεσα σε δυο άνδρες.

Οι πρωταγωνιστές είναι ο συνεσταλμένος μάγειρας Κούκι και ο συγκρατημένα τυχοδιώκτης Κινέζος Κινγκ Λου, που γίνονται φίλοι και, κλέβοντας το γάλα μιας δυσεύρετης για την περίοδο της αμερικανικής χρυσοθηρίας αγελάδας, φτιάχνουν και πουλάνε σαν χρυσάφι τα πεντανόστιμα μπισκότα τους στους πεινασμένους περαστικούς, ώσπου γίνεται αντιληπτή η λαθραία προέλευση του πολύτιμου υλικού τους.

Οι μεταφορές είναι πολλές και με απόχρωση δηλωμένες – το ίδιο και οι συμβολισμοί του genre, με τους βίαιους κυνηγούς του πλούτου και τη λασπωμένη αναρχία της άγριας δύσης να περιβάλλει τους φιλήσυχους, απροσδόκητους συγκατοίκους και τα όνειρά τους για μια καλύτερη ζωή. Οι σχεδόν ψιθυριστές συζητήσεις των συνοδοιπόρων αποπνέουν μια πολιτισμένη αντιπαράθεση του καπιταλισμού και της εφευρετικότητας, συνθέτοντας διαλεκτικά και ψύχραιμα δυο από τα πιο θεμελιώδη και εύφλεκτα υλικά της αμερικανικής κοινωνίας.

Η Ράιχαρτ επιμένει στην παρατήρηση και την ενδοσκόπηση, αφήνοντας τον ωφέλιμο χρόνο της κάμερας να κυλήσει υπέρ των χαρακτήρων, χωρίς να προτρέχει στα γεγονότα ή να σπεύδει σε συμπληρωματική αφήγηση και επεξηγήσεις, Το First Cow ξεκινά από το σήμερα, δείχνοντας την τυχαία ανακάλυψη δυο σκελετών, θαμμένων δίπλα δίπλα, σε έναν τόπο που μοιάζει με το φλασμπάκ που αποτελεί το κύριο σώμα της ταινίας.

Μέρος της μαεστρίας της Ράιχαρτ είναι πως δεν θα μάθουμε ποτέ το πώς βρέθηκαν εκεί, αλλά θα υποθέσουμε τον τρόπο, τους δράστες και θύματα, ανατρέποντας έτσι την κλασική συνταγή της κλιμακούμενης μονομαχίας στην πλειοψηφία των γουέστερν – κάτι που ο Ζακ Οντιάρ είχε εν μέρει αποπειραθεί στο Sisters Brothers.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Οθόνες / Η Ιζαμπέλ Ιπέρ έπαιξε σε 120 ταινίες. Σε αυτές τις 10 ξεπέρασε τον εαυτό της

Με αφορμή το αφιέρωμα που ετοίμασε το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για μία από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς της εποχής μας, επιλέγουμε 10 ταινίες της, στις οποίες έχει αποτυπωθεί η τεράστια υποκριτική της δυναμική και η ικανότητά της να μεταμορφώνεται εσωτερικά με κάθε ρόλο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Οθόνες / Βιμ Βέντερς: Τι θα δούμε στο μεγάλο αφιέρωμα που έρχεται στη Στέγη

Ένα μοναδικό μεγάλο αφιέρωμα στον σπουδαίο δημιουργό για ένα τριήμερο σε όλους τους χώρους της Στέγης, με προβολές των ταινιών του, ένα masterclass και μια συζήτησή του με την Αφροδίτη Παναγιωτάκου στην Κεντρική Σκηνή.
M. HULOT
Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι να παραμένεις καλός άνθρωπος»

Οθόνες / Steve Blame: «Το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι η καλοσύνη»

Υπήρξε από τις πιο αναγνωρίσιμες διεθνώς τηλεοπτικές περσόνες, όντας ο κεντρικός παρουσιαστής του MTV. Σήμερα ο 66χρονος τηλεοπτικός παραγωγός, συγγραφέας και σεναριογράφος ζει πλέον μόνιμα στην Αθήνα, όμως ο έρωτας με την Ελλάδα κρατάει από πολύ παλιά. Ο Steve Blame αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Oι 10 Καλύτερες Ελληνικές Ταινίες των ‘20s μέχρι τώρα

Η λίστα / Oι 10 καλύτερες ελληνικές ταινίες των '20s μέχρι τώρα

Ποιες ελληνικές ταινίες της τρέχουσας δεκαετίας έχουν ξεχωρίσει μέχρι στιγμής; Ρωτήσαμε 20 κριτικούς κινηματογράφου, ανθρώπους του ευρύτερου κινηματογραφικού χώρου και αθεράπευτους σινεφίλ και σας παρουσιάζουμε το top 10 που προέκυψε μέσα από το συναρπαστικό, σύνθετο μωσαϊκό του σύγχρονου ελληνικού σινεμά.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να εξηγήσω απόλυτα γιατί επιστρέφω διαρκώς εκεί»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Επιστρέφοντας, μπορεί να πιάσουμε πάλι το νήμα»

Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Κουτσιαμπασάκος μας μιλά για το χωριό όπου γεννήθηκε, το Αρματολικό στη νότια Πίνδο, αλλά και για το νέο του ντοκιμαντέρ, «Τα τέρματα του Αυγούστου», που διαδραματίζεται εκεί.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Οθόνες / Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει τα πιο ψαγμένα αφιερώματα

Από μια ρετροσπεκτίβα στην Ιζαμπέλ Ιπέρ μέχρι έναν πλήρη οδηγό του έργου του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και από το spotlight στον Μαρσέλ Πανιόλ μέχρι μια ανατρεπτική ματιά στην έννοια του plot twist, οι θεματικές ενότητες του φεστιβάλ διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιούλη Τσαγκαράκη: «Κάθε σπίτι έχει τον δικό του Νετανιάχου, τον δικό του Τραμπ»

Οθόνες / Γιούλη Τσαγκαράκη: Η θεία Σταματίνα από τις «Σέρρες» του Γιώργου Καπουτζίδη μιλά στη LifO

Η ταλαντούχα ηθοποιός με τον ρόλο της ίντερσεξ θείας έσπασε ταμπού και άνοιξε ξανά μια σειρά συζητήσεων για το φύλο, την LGBTQI+ κοινότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα. Πώς ετοιμάστηκε για το ρόλο; Πώς βλέπει τις αντιδράσεις;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Σινεμά / Τι θα δούμε στο 66ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Η νέα ταινία της Ιζαμπέλ Ιπέρ, φιλμ που έρχονται από τις Κάννες, πρεμιέρες, οι μικρού μήκους του Γιώργου Τσεμπερόπουλου και οι ελληνικές συμμετοχές των διαγωνιστικών τμημάτων είναι μερικοί από τους λόγους που θα μας στείλουν και φέτος στις αίθουσες του αγαπημένου κινηματογραφικού θεσμού.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Pulp Fiction / Το αμερικανικό σινεμά δίνει τη μία μάχη μετά την άλλη

Προτροπή για αντίσταση ή παραίνεση για τρομοκρατία; Το αριστούργημα του Πολ Τόμας Άντερσον «Μια μάχη μετά την άλλη», οι εξαιρετικές πρόσφατες αλληγορίες «Weapons» και «Eddington», αλλά και οι αξέχαστες κινηματογραφικές αναφορές τους απασχολούν τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο και τον αρχισυντάκτη της LiFO Γιάννη Πανταζόπουλο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Ιδέες / Επιτρέπεται να θαυμάζουμε σήμερα τη Λένι Ρίφενσταλ;

Με αφορμή το νέο ντοκιμαντέρ για μια από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες του 20ού αιώνα, ξαναθυμόμαστε τι είχαν απαντήσει στη LiFO οι Πέπη Ρηγοπούλου, Θωμάς Μοσχόπουλος, Δημήτρης Στεφανάκης, Θάνος Παπακωνσταντίνου, Πάνος Κούτρας και Θεόφιλος Τραμπούλης.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Boots»: Μια σειρά για το τι σημαίνει «να είσαι gay στον στρατό»

Οθόνες / «Boots»: Kάτι καλό θα κάνει αυτή η σειρά για να την αποκαλούν «woke σκουπίδι»

H τηλεοπτική σειρά οκτώ επεισοδίων του Netflix, που έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, προσεγγίζει με μοναδικό και συγκινητικό τρόπο το θέμα της ομοφοβίας στον στρατό. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η Ειρήνη Παπά μέσα από 9 ταινίες και 1 ντοκιμαντέρ

Οθόνες / Ειρήνη Παπά: Οι σημαντικότερες ταινίες της για ένα πενθήμερο στην Ταινιοθήκη

Την αποκάλεσαν «Καρυάτιδα», συνέβαλε στο να φτάσει το αρχαίο δράμα στο Χόλιγουντ, υπήρξε μια αληθινή σταρ. Αυτή την εβδομάδα μπορούμε να δούμε ξανά την «Αντιγόνη», τις «Τρωάδες», το «Ζ» και άλλες ταινίες που η Ειρήνη Παπά σφράγισε με την ερμηνεία της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Η αιώνια και οικουμενική θεία Μπεμπέκα

Daily / Η αιώνια και οικουμενική θεία Μπεμπέκα

Η αναγγελία του θανάτου της Άννας Κυριακού προκάλεσε βαθιά συγκίνηση και θλίψη καθώς πολλοί έμοιαζαν να πενθούν όχι τόσο την απώλεια της ίδιας της ηθοποιού όσο του χαρακτήρα της στις «Tρεις Χάριτες», κι ας έχουν περάσει τρεις δεκαετίες από τότε.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ