Παγκόσμια Ημέρα Ζώων:

Οι πιο πιστοί μας φίλοι
 
 
Η Cheesa η όμορφη, που με έκανε να κλάψω όσο ποτέ
Το σύντομο μα αξέχαστο πέρασμα μιας British blue από τη ζωή μου
Από τον M. HULOT | Οκτ 04, 2018

Η Cheesa ήταν ένα πλάσμα που ήρθε στη ζωή μου και την άλλαξε. Την είδα στην βιτρίνα του pet shop να με «καρφώνει» με αυτά τα μουσταρδί λαμπερά μάτια και ήταν αδύνατο να μην μπω να την πάρω στην αγκαλιά μου. Την πήρα, την χάιδεψα, με χάιδεψε κι αυτή με την πατούσα της και δεν την άφησα ποτέ, μέχρι την τελευταία της στιγμή. Ήταν ασημένια, όχι ακριβώς γκρίζα, οι άκρη της τρίχας της λαμπύριζε και της έδινε μια σταχτιά μεταλλική απόχρωση. Δεν είχα ξαναδεί πιο όμορφη γάτα. Την πήρα στο σπίτι χωρίς να το έχω καθόλου σκεφτεί, χωρίς να έχω αποφασίσει ότι θέλω μια γάτα στη ζωή μου, ήταν ξαφνική απόφαση γιατί ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος. Και αμοιβαίος γιατί, είμαι σίγουρος ότι με αγάπησε όσο την αγάπησα. Ήταν τόσο απότομη η αλλαγή, που δεν μου πέρασε από το μυαλό να της δώσω καν όνομα.

Την Cheesa την βάφτισε ο Larry Gus, την είδε να κουλουριάζεται στα πόδια του και να γουργουρίζει και μου είπε «αυτή είναι η τσίσα», -τσίσα; καθόλου ελκυστικό όνομα για μία γάτα, αλλά όταν το έβλεπες γραμμένο Cheesa άλλαζε διάσταση. Οπότε από εκείνη την ημέρα έγινε η Cheesa.

Η Cheesa δεν ήταν σαν γάτα, ήταν περισσότερο σαν σκύλος, δεν της άρεσε καθόλου να είναι μόνη, με ακολουθούσε όπου και αν πήγαινα στο σπίτι και στεκόταν δίπλα μου, της άρεσε να με κοιτάζει όταν έγραφα στο πληκτρολόγιο, όταν διάβαζα, όταν ξυριζόμουν, όταν έκανα μπάνιο, όταν ντυνόμουν, όταν έτρωγα, ανέβαινε στην καρέκλα και με κάρφωνε με τα μάτια της όπως την πρώτη μέρα στη βιτρίνα. Μετά σκαρφάλωνε πάνω μου και κουλουριαζόταν στα πόδια μου, έμπαινε κάτω απ΄το χέρι μου και χαϊδευόταν μόνη, μετά με χάιδευε με το πόδι της, ήταν τόσο τρυφερή που δεν είχε καμία σχέση με τις γάτες που είχαν περάσει από τη ζωή μου. Κάθε πρωί που πήγαινα στη δουλειά με συνόδευε μέχρι την πόρτα και όταν γυρνούσα με περίμενε ανεβασμένη στο μπράτσο του καναπέ. Και όταν έπεφτα για ύπνο, ερχόταν και χωνόταν κάτω απ’ το πάπλωμα και ξάπλωνε πάνω στα πόδια μου.

Δεν άγγιζε ποτέ πιάτο με φαγητό, ήταν μαθημένη να τρώει ξηρά τροφή και δεν πλησίαζε καν το φαγητό στο τραπέζι. Στεκόταν μόνο στην άκρη του και απολάμβανε τον ήλιο.

Η Cheesa ήταν το πιο καλό ζώο που μου έτυχε ποτέ. Και το πιο όμορφο. Μάλλον πρέπει να είμαι τυχερός που πέρασε απ' τη ζωή μου, έστω και για τόσο λίγο.

Την Cheesa δεν την αποχωρίστηκα ποτέ, πήγαμε μαζί διακοπές, ξαναπήγαμε, και από διακοπές είχαμε γυρίσει όταν πρόσεξα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, ότι είχε χάσει την ζωντάνια της και την διάθεσή της για παιχνίδι. Σταμάτησε να ανεβαίνει στο τραπέζι το πρωί για να λιαστεί, έτρωγε ελάχιστα, κοιμόταν πολύ. Και ξαφνικά, άρχισε να φουσκώνει η κοιλιά της. Στην αρχή σκέφτηκα ότι κάποιος γάτος είχε καταφέρει να φτάσει στον δεύτερο και είχαν ζευγαρώσει, ποτέ δεν ξέρεις μέχρι πού μπορεί να φτάσει ένας γάτος, αλλά οι πιθανότητες ήταν πολύ μικρές, έτσι έτρεξα στην κτηνίατρο.

Ο γιατρός με το που την είδε με πρησμένη κοιλιά, και πριν ακόμα την εξετάσει, με προετοίμασε για το χειρότερο. Μου είπε ότι τα πράγματα δεν φαίνονται καθόλου καλά, γιατί είναι θέμα ράτσας, και αυτή η ράτσα, η British blue, πολύ συχνά παθαίνει μια αρρώστια που καταστρέφει το συκώτι της. Είναι θέμα κληρονομικότητας και δεν υπάρχει θεραπεία. Της έκανε εξετάσεις, της αφαίρεσε το υγρό από την κοιλιά και μου είπε ότι έχει το πολύ έναν μήνα ζωής. Ένιωσα να μου κόβονται τα πόδια.

Την πήγα στο σπίτι και έκλαψα όσο δεν είχα κλάψει ποτέ στη ζωή μου. Την κρατούσα αγκαλιά και έκλαιγα και έκλαιγα κάθε φορά που την έβλεπα να με κοιτάει με αυτό το βλέμμα που είχε χάσει πια την λάμψη του, αλλά ήταν πάντα το ίδιο αγαπησιάρικο. Έκλαιγα μέρα-νύχτα για έναν μήνα, μέχρι που άρχισε να χειροτερεύει πολύ και έπρεπε να ξαναπάμε στο γιατρό για να της κάνει ευθανασία. Μου είχε πει ότι όταν σταματήσει να τρώει ήταν καλό να την ανακουφίσουμε, να μην την αφήσουμε να υποφέρει άλλο. Την έβαλε σε ένα κλουβί, της έβαλε ορό και είχα την ελπίδα να συνέλθει για να μην χρειαστεί να πάρω τέτοια απόφαση. Ήταν εξαντλημένη, με τα μάτια κλειστά και δεν είχε κουράγιο ούτε να με χαιρετήσει. Ανέπνεε με δυσκολία. Σκέφτηκα ότι είχε έρθει η ώρα να πάρω την απόφαση και να τη βοηθήσω να ηρεμήσει.

Δεν τα κατάφερα.

Όταν άρχισα να της χαϊδεύω το κεφάλι μάζεψε κουράγιο, σηκώθηκε όρθια και με κοίταξε στα μάτια όπως έκανε πάντα, κάθε φορά που έμπαινα στο σπίτι και στεκόταν στο 'μπράτσο' του καναπέ περιμένοντας χάδια και αγκαλιές. Ξενύχτησα προσπαθώντας να σκεφτώ πιο ψύχραιμα και να αποφασίσω αυτό που μου φαινόταν αδιανόητο, για να μην υποφέρει, αλλά μου έκανε τη χάρη κι έφυγε μόνη της. Δεν χρειάστηκε η ευθανασία. Κουλουριάστηκε, έκλεισε τα μάτια και έφυγε.

Ήταν το πιο καλό ζώο που μου έτυχε ποτέ. και το πιο όμορφο. Μάλλον πρέπει να είμαι τυχερός που πέρασε απ' τη ζωή μου, έστω και για τόσο λίγο.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ