Ο Κούντερα αγαπά το Ασήμαντο (και το γιορτάζει!)

Ο Κούντερα αγαπά το Ασήμαντο (και το γιορτάζει!) Facebook Twitter
Οι ήρωές του, αποκαλύπτουν ή, μάλλον, αποτυπώνουν μια όψη της πραγματικότητας που βρίσκεται ανάμεσα στο πραγματικό και στη φαντασία, ανάμεσα στην κυριολεξία και τη μεταφορά... Εικονογράφηση: Dreyk the Pirate / LIFO
1

 

Ο Μίλαν Κούντερα γράφει στην καρδιά του δυτικού μυθιστορήματος – ή, μάλλον, στα περιθώριά του. Ξεκίνησε να στήνει το περίτεχνο σύμπαν του συλλέγοντας τα πιο ποταπά αφηγηματικά κομμάτια –το ασήμαντο, το δευτερεύον, το ιλαρό και το γελοίο– ακριβώς για να αναδείξει την πρωτόφαντη δύναμη που κατέκτησε το ευρωπαϊκό μυθιστόρημα από τη στιγμή που εγκατέλειψε την εμμονή της σπουδαιότητάς του. Ήρωες που ταρακούνησαν την αφηγηματική συνθήκη ως δευτεραγωνιστές, ασήμαντες λεπτομέρειες μιας κατά τα άλλα λεπτεπίλεπτης αφήγησης, πάσης λογής εκφραστές της αβελτηρίας και ιλαρογενείς αναφορές, όλα λειτούργησαν στην εντέλεια για να συνθέσουν αυτό που αποτέλεσε τον κεντρική εμμονή του Τσέχου μυθιστοριογράφου: το ασήμαντο ή το γελοίο. Θέτοντας ως απαρχή τον Ραμπελαί και τον Θερβάντες, ο Κούντερα κατέφυγε στο ασήμαντο και το γελοίο ακριβώς για να καταδείξει τη νέα επαναστατική φάση στη δυτικοευρωπαϊκή αφήγηση, ειδικά μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Σάμπως η Ευρώπη να έπρεπε να καταστραφεί κυριολεκτικά και μεταφορικά για να ανακαλύψει τα πιο δημιουργικά της κομμάτια. «Η Ευρώπη που χτες ακόμα (εντελώς φυσικά, εντελώς αθώα) θεωρούσε την ιστορία της και την κουλτούρα της πρότυπο για ολόκληρο τον κόσμο συναισθάνθηκε τη μηδαμινότητά της» έγραφε ο ίδιος στη Συνάντηση. Από τη στιγμή που απενοχοποιημένα –κι αυτό έχει σημασία στον Κούντερα– έδωσε πλέον τον λόγο στο ασήμαντο, η δυτική λογοτεχνία ξαναέγινε αλλιώς μεγάλη. Ή, τουλάχιστον, μπόρεσε να το γιορτάσει επειδή δεν ήταν πλέον τέτοια.


Σε αυτό το πλαίσιο ακριβώς κινείται στην άρτι εκδοθείσα Γιορτή της Ασημαντότητας (πάντα σε μετάφραση Γιάννη Χάρη) ο Μίλαν Κούντερα, επαναφέροντας αριστοτεχνικά το γελοίο και το ασήμαντο στην καρδιά της αφηγηματικής του ατζέντας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά στα 85 του μπορεί και το γιορτάζει ως την αποθέωση αυτού που εκλαμβάνει ως σκοπό –αν υπάρχει– της λογοτεχνίας: το τσακίρ κέφι της εκφραστικής της παρεκτροπής, την ώρα που μέσω της γελοιοποίησης και της ειρωνείας μπορεί και βλέπει τον κόσμο με άλλα μάτια, αποκαθηλώνοντας τους μεγάλους της ήρωες και δίνοντας πραγματική –και άρα αστεία– διάσταση στο δράμα. Η σέπια της μελαγχολίας επιτέλους απομακρύνεται στη Γιορτή της Ασημαντότητας, καθώς σημασία δεν έχουν πια οι δραματικοί ήρωες αλλά οι φίλοι που στοχάζονται κάθε λογής βλακεία: ο Αλαίν εκλαμβάνει τον αφαλό των γυναικών ως κέντρο του κόσμου, ο άλλος, που δεν λέγεται τυχαία Κάλιμπαν (δευτερεύων ήρωας στην Τρικυμία του Σαίξπηρ), περνάει την ώρα του επινοώντας ένα αλλόκοτο ιδίωμα της πακιστανικής γλώσσας, ενώ ο Σαρλ εμπνέεται από τις δραματικές ουτοπίες του περασμένου αιώνα για να γράψει ένα κουκλοθέατρο. Ταυτόχρονα, ο Ραμόν (αναγραμματισμός του Ρομάν; – ήτοι λογοτέχνημα στα γαλλικά) εξυφαίνει διάφορες αδιανόητες θεωρίες για το ασήμαντο, όπως «για τα παρατηρητήρια που είναι χτισμένα σε διάφορα σημεία της Ιστορίας απ' όπου κουβεντιάζουν οι άνθρωποι χωρίς να καταλαβαίνονται». Με άλλα λόγια, τέσσερις πρωταγωνιστές ή τέσσερις φίλοι περιφέρονται άσκοπα στους Κήπους του Λουξεμβούργου σαν αλλοτινοί επισκέπτες των Επικούρειων Κήπων, όπου η ειρωνεία και η αποστασιοποίηση θέτουν τις προτεραιότητες σε άλλες βάσεις. Εσκεμμένα δεν εκφράζουν κάποια βαθύτερη θεωρία, ούτε επιδιώκουν να επιδείξουν κάποια ιδιαίτερη κλίση – άλλωστε, η αναζήτηση του ασήμαντου δεν μπορεί παρά να συνοδεύεται από την ταυτόχρονη επικράτηση του τυχαίου. Όταν δεν υπάρχει βαθύτερη θεωρία, ηθική τάση ή συγκεκριμένος στόχος, τότε η λογοτεχνία και οι πρωταγωνιστές της απελευθερώνονται από τις καταπιεστικές επιταγές ή εκφραστικές νόρμες και κάνουν τη διαφορά. Γίνονται, με άλλα λόγια, ελεύθεροι. Όπως έγραφε κι ο ίδιος ο Κούντερα στις Προδομένες Διαθήκες του: «Απεχθανόμουν πάντοτε, βαθιά και βίαια, αυτούς που θέλουν να βρουν σε ένα έργο τέχνης κάποια στάση (πολιτική, φιλοσοφική, θρησκευτική κ.λπ.) αντί να αναζητήσουν κάποια πρόθεση για γνώση, για κατανόηση, για αποτύπωση μιας όψης της πραγματικότητας».

Κι αυτό ακριβώς κάνουν εδώ οι ήρωές του, αποκαλύπτουν ή, μάλλον, αποτυπώνουν μια όψη της πραγματικότητας που βρίσκεται ανάμεσα στο πραγματικό και στη φαντασία, ανάμεσα στην κυριολεξία και τη μεταφορά. Σε αντίθεση με τους δραματικούς ήρωες του παρελθόντος, έναν Οιδίποδα ή έναν Άμλετ, που το δράμα δεν τους επέτρεπε να εξομοιωθούν με τα μεγέθη της πραγματικής ζωής, οι «ασήμαντοι» ήρωες του Κούντερα μπορούν, μέσω του χιούμορ, να απολαμβάνουν, και άρα να γιορτάζουν, το πραγματικό: παίζουν, ακκίζονται, αστειεύονται, χαζεύουν. Χρησιμοποιούν την ειρωνεία και το χιούμορ ως μοναδικό και περιούσιο όπλο μιας ευφάνταστης ανατροπής που στόχο έχει να ακυρώσει οτιδήποτε προβλέψιμο – ακόμα και την ίδια τους τη μοίρα. Μόνο όταν η ειρωνεία παρεισφρέει στην πορεία του μυθιστορήματος –αλλά και του ίδιου του κόσμου– φαίνεται ότι μπορούν και αλλάζουν άρδην τα δεδομένα. «Αυτή ήταν, εξάλλου, η στρατηγική όλων μας. Καταλάβαμε από καιρό ότι δεν είναι πια δυνατόν να ανατρέψουμε τον κόσμο, ούτε να τον ξαναφτιάξουμε, ούτε να σταματήσουμε την ολέθρια πορεία του προς τα μπρος. Μόνο μια μορφή αντίστασης ήταν εφικτή: να μην τον παίρνουμε στα σοβαρά» ομολογούν οι πρωταγωνιστές στη Γιορτή της Ασημαντότητας.


Εξ ού και το ότι το ασήμαντο βρίσκεται εγγύτερα στην πραγματική ζωή – δεν πλάθεται από εξωραϊσμούς και αποκαλύπτει το αληθινό μέγεθος των πραγμάτων. Σε μια ιστορία που διαβάζει ο πρωταγωνιστής του Σαρλ ο ίδιος ο Στάλιν αποκαλύπτεται όχι ως σωτήρας ή αμετανόητος φονιάς αλλά ως ένας άνθρωπος που ειρωνεύεται τους μελλοντικούς ανταγωνιστές του. Οι σύντροφοί του εύλογα αμφισβητούν την ιστορία που τους αφηγείται ο ίδιος για το πώς κατάφερε να σκοτώσει σε δύο δόσεις 24 πέρδικες (12 στην αρχή και όταν ξέμεινε από φυσίγγια, επέστρεψε σπίτι του για να πάρει άλλα 12 και να εξοντώσει τις υπόλοιπες) και από εδώ ο Χρουστσόφ εκτιμά ότι άρχισε η λογική της αμφισβήτησης απέναντι στον Στάλιν – επειδή ακριβώς ο ηγέτης τους έλεγε αδιανόητα ψέματα. Πώς είναι δυνατόν οι πέρδικες να τον περίμεναν να επιστρέψει ακίνητες πάνω στο δέντρο; Κανείς δεν σκέφτηκε το ενδεχόμενο ο «πατερούλης» να έφερνε στα όρια την παντοδύναμη εικόνα του ακριβώς γιατί αυτός ήταν ο μόνος που είχε τη δύναμη να το κάνει. Μόνο ο ίδιος μπορούσε να αποδομήσει την πιο σοβαρή εκδοχή του εαυτού του, αφού αυτός ήταν η πηγή του νοήματος για όλους τους Σοβιετικούς – κι αυτό έκανε ίσως με την αδιανόητη υπερβολή του. Αντίστοιχα, πάλι, είναι η υπερβολή της υπερβολής –κι αυτό κάνει ο ίδιος ο Κούντερα με το μυθιστόρημα– που καταργεί το περιεχόμενο της αφήγησης και δείχνει τα πραγματικά μέτρα της λογοτεχνίας (όπως συμβαίνει με τις αδιανόητες περιγραφές στον Ραμπελαί, που κανείς δεν μπορεί να εκλάβει ως αληθοφανείς). Ο Στάλιν ήταν θνητός όχι μόνο επειδή δεν μπορούσε να σκοτώσει σερί 24 πέρδικες –πόσο μάλλον να τις κάνει να τον περιμένουν στο κλαδί– αλλά επειδή ήταν ο ίδιος το μέτρο βάσει του οποίου διαχωριζόταν το σημαντικό από το ασήμαντο. Σε ακριβή αντιστοιχία με τον ισχυρισμό του Κούντερα ότι η λογοτεχνία είναι η μόνη που μπορεί να επανεφεύρει το σπουδαίο ή τον εντελώς χθαμαλό εαυτό της, αρκεί να καταργήσει τα βαθυστόχαστα μηνύματα και να αφεθεί απόλυτα στην τυχαιότητά της. «Είχα πετύχει ως μυθιστοριογράφος γιατί είχα καταφέρει τη συντήρηση της ηθικής ασάφειας της περίστασης. Είχα μείνει πιστός στην ουσία. Και η ειρωνεία δεν δίνει δεκάρα για μηνύματα!» εξηγεί σχετικά ο Κούντερα στην Τέχνη του Μυθιστορήματος, αποδεικνύοντας γιατί το μυθιστόρημα μπορεί να ανιχνεύσει τη δύναμή του στα πιο ασήμαντα κομμάτια του. Σημασία έχει να δώσει προτεραιότητα στα ίδια τα εργαλεία της μυθοπλασίας, τη φόρμα, τη μουσική της σύνθεσης, τη γλώσσα, και όχι στην ανίχνευση ενός υποτιθέμενα βαθύτερου περιεχομένου που, σε τελική ανάλυση, είναι καταδικασμένο να χαθεί στην ανεξάντλητη ισχύ της γνώσης. Όπως έλεγε ο Κούντερα σε παλιότερο βιβλίο του, ένας λαϊκός και άρα εύχαρις λογοτέχνης, όπως ο ομοεθνής του Χράμπαλ, μπορεί να κάνει περισσότερη και αποτελεσματικότερη δουλειά από έναν υψιπετή μυθιστοριογράφο ή, αντίστοιχα, ένα πολιτικό μήνυμα μπορεί να έχει μεγαλύτερη επίδραση, αν ο φορέας του δεν είναι ένας ευειδής ήρωας αλλά μια αηδιαστική κατσαρίδα (όπως συμβαίνει στην αγαπημένη του Κούντερα κι εντελώς αστεία γι' αυτόν Μεταμόρφωση του Κάφκα). Γι' αυτό και η Γιορτή της Ασημαντότητας είναι η μεγαλύτερη γιορτή που μπορεί να επιφυλάσσει η λογοτεχνία για τον εαυτό της, στον βαθμό που «η ασημαντότητα που μας περιβάλλει είναι το κλειδί της σοφίας, είναι το κλειδί της ευδιαθεσίας».


Το παν, επομένως, είναι να μπορέσουμε να το απολαύσουμε, να αφεθούμε απενοχοποιημένα στο τυχαίο και το ποταπό για να βρει η λογοτεχνία το χαμένο της κέφι –να παρασυρθούμε μαζί της στην καρδιά ενός πάρκου, να χαρούμε την εικόνα της βροχής, τον βάρβαρο ήχο ενός γέλιου, την αυθόρμητη ριπή από κακαρίσματα– και όλα τα άμεσα πράγματα που συστήνουν τη μοναδική πηγή της ευτυχίας. Τίποτε, άλλωστε, στη ζωή δεν διαρκεί πολύ, τίποτα δεν είναι για πάντα, κι αυτό ο Κούντερα το ξέρει καλύτερα από τον καθένα.

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ

σχόλια

1 σχόλια
Εξαιρετικό βιβλίο. Το μεγαλείο του είναι πως όταν το διαβάζεις προσπαθείες ακριβώς να βρεις το κρυμμένο νόημα και θεωρείς πως γράφει βλακείες και παίζει χρησιμοποιώντας την φήμη του. Όσο περνάνε οι μέρες αφήνει μέσα σου μία ανεκτίμητη εσωτερική μουσική, από χόρδες μίας άρπας που μόνο οι γίγαντες γνωρίζουν να παίζουν.