Μια Κυριακή πριν δυο εβδομάδες, η Gwyneth Paltrow λάνσαρε στο περιθώριο της εβδομάδας μόδας της Νέας Υόρκης την GWYN, τη νέα της ετικέτα μόδας που διαδέχεται την αποτυχημένη προηγούμενη απόπειρά της, G- Label. «Λίγο πιο διεθνής, με μικρότερη δόση Καλιφόρνιας», σχολίασε η ίδια, περιγράφοντας μια σειρά από βασικά, κλασικά κομμάτια, που δεν θα φέρουν επανάσταση στη μόδα, ωστόσο έχουν προοπτική στο μερίδιο της αγοράς όπου κινούνται οι αδελφές Olsen με το brand The Row και η Victoria Beckham με το προσωπικό της label.
«Ανανεώσαμε πρόσφατα το site μας, και σκέφτηκα ότι ήταν καιρός για μια αλλαγή σ΄ αυτό το κομμάτι της επιχείρησης που είναι για μένα και το πιο προσωπικό. Κατέληξα στο όνομα GWYN (αγαπώ τις λέξεις με 4 γράμματα), για να απηχεί εμένα. Η συλλογή αυτή σχεδιάστηκε γύρω από εμένα, κάπως εγωϊστικά. Τί θα ήθελα να φορέσω, ας πούμε, τον Μάιο που έχει πολλά επαγγελματικά, εγκαίνια γκαλερί ή αποφοιτήσεις των παιδιών», είπε με το χαρακτηριστικό της χαμόγελο, φορώντας ένα συντηρητικό (πείτε το και μίνιμαλ) αμάνικο σκούρο γκρι φόρεμα, χαμηλόμεσο, που κατέληγε σε πλισέ φούστα.
Στο καθιστικό του showroom, σε ένα ακριανό τραπεζάκι, μια οικογενειακή φωτογραφία της Γκουίνεθ σε νεαρή ηλικία με τους γονείς της, τον σκηνοθέτη Μπρους Πάλτροου και την ηθοποιό Μπλάιθ Ντάνερ, υπενθύμιζε στους παρευρισκόμενους ότι η οικοδέσποινα εκφράζει κάτι πολύ ευρύτερο από μια σύγχρονη επιχειρηματία του art of living.
Η Gwyneth –η σταρ που, σας θυμίζουμε, το 2013 είχε κατονομαστεί από το περιοδικό Star ως η πιο μισητή celebrity, και το «γύρισε» με το Goop σε πείσμα των επικριτών της–, καλωσόρισε τις καλεσμένες της σε έναν χώρο που θα μπορούσε να είναι και το διαμέρισμά της. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για ένα showroom φωτιστικών στο οποίο είχε στήσει μια παράσταση οικιακής θαλπωρής με καθαρή ενέργεια και ζεν νότες, όπως το τραπεζάκι με τους κρυστάλλους στο χολ όπου κάποιος διάβασε κάρτες Ταρώ.

Αν το καλοσκεφτείς, αυτός ο τρόπος λανσαρίσματος ήταν μονόδρομος για την γυναίκα που το μακρινό 2008 επινόησε τη βιομηχανία του wellness, προσκαλώντας –κατά μια έννοια «παγιδεύοντας»– τον κόσμο στην ελιτίστικη εκκεντρικότητα με την οποία ζούσε. Σερβίροντας λεπτές φέτες προσούτο, σπιτικές μπάρες ξηρών καρπών, αγγουράκια και κολοκύθες (με το Gwyth χαραγμένο στον φλοιό τους), μαζί με καρτέλες συνταγών του περίφημου «boyfriend’s breakfast» που ετοιμάζει για τον νέο της σύζυγο, η Πάλτροου έδειξε ρούχα αντάξια της, φτιαγμένα, δηλαδή, πάνω στην εικόνα της: Κασμιρένια πλεκτά, κλασικά πανωφόρια, τζιν πουκάμισα σε στυλ ΄90ς, δερμάτινες φούστες, παντελόνια με αντρικό κόψιμο και φορέματα με πιέτες. «Δείτε το περισσότερο σαν ένα ξεκαθάρισμα, μια αποτοξίνωση (του G-Label), όχι τόσο σαν νέο λανσάρισμα», απάντησε σε σχετικές ερωτήσεις.
Σκόρπιες φωτογραφίες πάνω στο τραπέζι με looks της συλλογής αφηγούνταν την έμπνευση της ιδρύτριας και της σχεδιάστριας της, Sofía Menassé, που ήρθε στο Goop από το Maison Margiela της περιόδου Galliano.
«Κάθε κομμάτι φτιάχνεται στην Ιταλία, από όμορφα υλικά και επιδέξια χέρια», σχολίασε η Γκουίνεθ για τα 36 σοφιστικέ basics της (σε τιμές από 395 έως 1300 δολάρια), κομμάτια που είναι προφανές ότι βγήκαν από την γκαρνταρόμπα της, ένα κράμα ασκητικού μινιμαλισμού (σαν παλιά Jil Sander) και χρηστικής άνεσης (σε στυλ Theory).
Στο καθιστικό του showroom, σε ένα ακριανό τραπεζάκι, μια οικογενειακή φωτογραφία της Γκουίνεθ σε νεαρή ηλικία με τους γονείς της, τον σκηνοθέτη Μπρους Πάλτροου και την ηθοποιό Μπλάιθ Ντάνερ, υπενθύμιζε στους παρευρισκόμενους ότι η οικοδέσποινα εκφράζει κάτι πολύ ευρύτερο από μια σύγχρονη επιχειρηματία του art of living.
Είναι το προνομιούχο κορίτσι που μεγάλωσε σε ένα πενταόροφο πέτρινο σπίτι μια ανάσα από το Σέντραλ Πάρκ, που αποφοίτησε από το Spence, ένα ιδιωτικό σχολείο θηλέων στο Upper East Side, με συμμαθήτριες την Jade Jagger και τις κόρες του Παύλου και της Μαρί Σαντάλ, και η οποία στα 19 της, δάνεισε τη φωνή της σε έναν από τους χαρακτήρες του Hook που σκηνοθετούσε ο νονός της, Στίβεν Σπίλμπεργκ. Ένα αληθινό nepο-baby, κοινώς, με χολιγουντιανό pedigree, που αφοπλιστικά είχε δηλώσει προ ετών στο Vanity Fair ότι η φήμη ήταν «κάτι προκαθορισμένο» για εκείνην.





Η εμφάνιση και οι διασυνδέσεις της την έφεραν γρήγορα σε επαφή όχι μόνο με τη φήμη, αλλά και με την αντιπάθεια ενός κοινού που (όπως στην περίπτωση της Blake Lively αλλά θα λέγαμε και της Τζένιφερ Λόρενς ή της Τέιλορ Σουίφτ), δεν αντέχει να αντικρίζει τόση ευτυχία. Δεν βοήθησε το ότι έβγαινε με τον Μπρατ Πιτ και ότι παντρεύτηκε τον Κρις Μάρτιν …
Ως πρώτο τέτοιο - αρχετυπικό, μάλιστα - θύμα, η Γκουίνεθ τράφηκε από τις αντιπαραθέσεις γύρω από το πρόσωπό της και αναγεννήθηκε ως πρωθιέρεια του σύγχρονου wellness, πρεσβεύοντας μακροβιοτική διατροφή, μια εναλλακτική προσέγγιση στην υγεία και τον μυστικό της δρόμο προ το ευ ζην… άλλοτε σοβαρά, άλλοτε κομπογιαννίτικα, η Πάλτροου έχτισε το Goop της, ένα project που ξεκίνησε σαν online letter (το 2008), για να εξελιχθεί σε ένα lifestyle brand που λατρεύτηκε και φθονήθηκε όσο λίγα.
Κι αυτό γιατί το Goop ταυτίζεται απόλυτα με την εμπνεύστρια του. Η Γκουίνεθ υπήρξε από τους πρώτους διάσημους που πρόβαλε την ίδια της την περσόνα ως “brand”, διαμορφώνοντας μια καταναλωτική κουλτούρα βασισμένη σε προσωπικές σειρές προϊόντων και διαφημιστικές συμφωνίες. Ανάμεσα στις τάσεις και τις θεραπείες που χάρη σ΄εκείνην έγιναν δημοφιλείς υπήρξαν τα εσώρουχα Spanx, η διατροφή χωρίς γλουτένη, οι βεντούζες ή, πιο πρόσφατα, το φίμωμα του στόματος (για ενίσχυση της αναπνοής από τη μύτη και καλύτερο ύπνο!).
Θα θυμάστε ότι το 2017, η Goop έγινε viral λανσάροντας μια λεία πέτρα σε σχήμα αυγού, σχεδιασμένη να διεισδύει στον κόλπο και να παραμένει εκεί όλη τη νύχτα «για να ρυθμίζει τον κύκλο» και να «αναζωογονεί τη ζωτική μας ορμή». Όσοι την χλεύασαν τότε, αποστομώθηκαν από τις παραγγελίες των αυγών Yoni, όπως ονομάζονταν.



Η ίδια 20 χρόνια μετά – μια στεγνή εκδοχή του νεανικού εαυτού της – πρέπει να αισθάνεται δικαιωμένη που το όραμά της για το wellness έχει πάρει διαστάσεις βιομηχανίας. Την ίδια στιγμή, συνεχίζει να γιγαντώνει το brand της: Λίγες μέρες μετά το λανσάρισμα της σειράς GWYTH στη Νέα Υόρκη, βρέθηκε στο Μιλάνο, για να γιορτάσει με το Cabana Magazine την ολοκαίνουρια συνεργασία τους (μια περιορισμένη σειρά λινών ειδών για το τραπέζι Goop X Cabana) και τον ρόλο της ως πρώτης Guest Editor του περιοδικού στο Τεύχος 24 που κυκλοφορεί τον Οκτώβριο.
«Οι πιο όμορφες στιγμές ξεκινούν γύρω από ένα τραπέζι», σχολίασε η Martina Mondatori, ιδρύτρια και editor in chief του Gabbana. “Πιστεύω ότι κάνουμε κάτι αρκετά μοντέρνο», είχε δηλώσει στη Νέα Υόρκη νωρίτερα η Γκουίνεθ, συμπληρώνοντας την παραπάνω σκέψη. «Φτιάχνουμε πραγματικά απολαυστικό φαγητό όπως φτιάχνουμε και κασμιρένια πουλόβερ. Το ίδιο δεν κάνει και ο Ralph Lauren. Πιάνουμε το νήμα από εκεί που το αφήνουν εκείνοι», κατέληξε.
Από άλλον αυτό ακούγεται σαν ύβρις, από την Γκουίνεθ, όμως, μπορεί να είναι και προφητεία.