ΑΝΤΕ ΤΩΡΑ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ ΚΑΠΟΙΟΝ που δεν ασχολείται με τα «αθλητικά» και αποστρέφεται συστηματικά τα «οπαδικά» (αντίληψη που δικαιολογήθηκε πανηγυρικά για άλλη μια φορά με τον οχετό των τελευταίων ημερών) ότι υπάρχουν – ή υπήρξαν – κάποιοι πραγματικά ξεχωριστοί άνθρωποι μέσα σε όλον αυτόν τον κυκεώνα αμαρτιών και παθών. Μια τέτοια περίπτωση ήταν ο Δημήτρης Χατζηχρήστος, ο ιστορικός – και παντοκράτωρ – αρχηγός της Original, του επικρατέστερου συνδέσμου οπαδών της ΑΕΚ («δεν είναι σύνδεσμος, είναι δεσμός» έλεγε ο ίδιος) και ηγέτης της ενωσίτικης εξέδρας (ειδικά στα μυθικά χρόνια της Σκεπαστής στην παλιά Νέα Φιλαδέλφεια) – ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους στο σύμπαν του λεγόμενου «οπαδικού κινήματος» που με την υπερβατική του προσωπικότητα και την εν γένει κοινωνική του συμπεριφορά, έκανε αυτόν τον αόριστο και καταχρηστικό συχνά όρο να μοιάζει σα να έχει κάποιο βαθύ νόημα.
Το προφίλ του και η εκφορά του λόγου του έδιναν την αίσθηση ατόμου με χιούμορ, ρομαντισμό και κοινωνικές ευαισθησίες και δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι χαρακτήριζε τον εαυτό του «Αντιχούλιγκαν» (ψευδώνυμο με το οποίο υπέγραφε και τα κείμενά του)
Και μόνο η φυσιογνωμία του και ο τρόπος του ήταν αρκετά για να σε πείσουν ότι ήταν πραγματικά μια διαφορετική και ξεχωριστή – και απείρως συμπαθητική – περίπτωση επιφανούς «αρρώστου» («η ΑΕΚ ήταν το πιο μεγάλο και το πιο γλυκό μου λάθος», έλεγε, αποδεχόμενος ότι η πετριά που έφαγε μικρός με την ομάδα και με την όλη συλλογική ατμόσφαιρα, του είχε προκαλέσει μια μόνιμη και αθεράπευτη «βλάβη»). Ήπιος και χαμογελαστός κατά κανόνα, διατηρούσε αυτά τα στοιχεία ακόμα και όταν ανέβαινε ως Μεσσίας της Σκεπαστής σε συντροφικούς ώμους για να καθοδηγήσει την εξέδρα, συχνά με συνθήματα που μόλις είχε σκαρφιστεί (με βάση ίσως κάποιο ξένο σουξέ της εποχής), και που ποτέ δεν ήταν υβριστικά. Το προφίλ του και η εκφορά του λόγου του έδιναν την αίσθηση ατόμου με χιούμορ, ρομαντισμό και κοινωνικές ευαισθησίες και δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι χαρακτήριζε τον εαυτό του «Αντιχούλιγκαν» (ψευδώνυμο με το οποίο υπέγραφε και τα κείμενά του). Με το «δωματιάκι» και με το «εφημεριδάκι» χάρισε σε μιάμιση, τουλάχιστον, γενιά νεαρών και ανερμάτιστων οπαδών της ΑΕΚ την γλυκιά και πολύτιμη αίσθηση μιας μυστικής κοινότητας με κοινούς κώδικες που υπερέβαιναν τον στείρο οπαδισμό. Και την ψευδαίσθηση ότι δεν είναι τυχαίο αλλά μοιραίο το ότι επέλεξες τη συγκεκριμένη ομάδα.
«Πάντα έμενα στο κέντρο», έλεγε πριν από μια δεκαπενταετία, ως πρόεδρος τότε της ερασιτεχνικής ΑΕΚ, στη συνέντευξη που είχε δώσει ως «Αθηναίος» στη Lifo, παρότι κι αυτός, όπως κι εγώ, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, την οποία δήλωνε ότι αγαπά, και ήρθε μωρό στην πρωτεύουσα. «Το δημοτικό μου ήταν στην Κωλέττη, το γυμνάσιο στη Βαλτετσίου, το Βαρβάκειο, τα φροντιστήριά μου στη Σόλωνος και η Νομική στη Σόλωνος. Όλη μου τη ζωή την πέρασα στα Εξάρχεια. Δεν έχει καμία σχέση με τώρα. Αυτό το περί ενεργητικότητας και περί προβληματισμού, που λένε ότι υπάρχει στα Εξάρχεια, είναι μια μπαρούφα. Βέβαια, αυτό το καταλαβαίνεις όταν περάσεις τα 35 και τα 40. Μέχρι τότε, υπάρχει μια άλλη κουλτούρα…».
Πράγματι, «υπάρχει μια άλλη κουλτούρα» όταν είσαι νέος. Και για μένα, όπως και για πολλούς άλλους που βρέθηκαν σε τρυφερή ηλικία υπό την επήρεια του «μηνύματος» αυτού του ονειροπόλου τύπου, ένα κομμάτι από αυτή την κουλτούρα θα φέρει τη σφραγίδα της προσωπικότητας του Δημήτρη Χατζηχρήστου. Οτιδήποτε αμφιλεγόμενο και μεμπτό συνέβη αργότερα (με τον Μπάγιεβιτς, με τα διοικητικά, με το ένα και με το άλλο) όταν ούτε εκείνος αλλά ούτε και εμείς ήμασταν πια τόσο νέοι, παραγράφεται.