Πάολο Κολόμπο

Πάολο Κολόμπο Facebook Twitter
Φωτο: Σπύρος Στάβερης για τη LifO
0

Γεννήθηκα στο Τορίνο της Ιταλίας στις 25 Μαΐου του 1949. Έμεινα εκεί 10 χρόνια και ύστερα μπήκα οικότροφος σ’ ένα σχολείο στη γερμανόφωνη Ελβετία, όπου έμεινα μέχρι τα 18. Ο πατέρας μου είχε ένα κατάστημα με υφάσματα και όταν ήμουν 11 χρεοκόπησε. Ύστερα δούλευε στο τμήμα επικοινωνίας μιας εταιρείας σχεδιασμού αυτοκινήτων και πέθανε όταν ήμουν 18. Η μητέρα μου, που τώρα είναι 90, παντρεύτηκε έναν Ελβετό και μένει στη Γενεύη. Καπνίζει, κάνει ταξίδια μόνη της και είναι σε τέλεια φόρμα.

Τέλειωσα το σχολείο και πήγα στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, όπου σπούδασα γλώσσες. Ύστερα πήρα υποτροφία για τις ΗΠΑ, όπου σπούδασα έναν χρόνο στο Γέιλ κι έναν χρόνο στο Κολούμπια. Η αλήθεια είναι πως επιδίωξα να πάω στο Γέιλ γιατί η κοπέλα που αγαπούσα τότε νοσηλευόταν σε μια νευρολογική κλινική εκεί κοντά κι έπρεπε να βρω έναν τρόπο να είμαι δίπλα της. Αργότερα το έσκασε από την κλινική και την έψαχνα μάταια για πολλούς μήνες. Ύστερα έφυγα για τη Νέα Υόρκη και δεν την ξαναείδα, παρά 20 χρόνια αργότερα. Οι ΗΠΑ με κούρασαν αρκετά και η Ιταλία μου προκαλούσε ανάλογα συναισθήματα. Έτσι ήρθα στην Αθήνα, όπου έμεινα από το 1977 μέχρι το ’81.

Αισθάνομαι την Ελλάδα σαν την πατρίδα μου, την αγαπημένη μου χώρα. Είναι ένα υπέροχο μέρος. Όπως λέει ο Έλιοτ στα Τέσσερα Κουαρτέτα, «home is where you start from». Το μέρος απ’ όπου ξεκινάς δεν έχει σχέση με το μέρος όπου γεννιέσαι, είναι ο τόπος στον οποίο ανακαλύπτεις τον εαυτό σου και νιώθεις ελεύθερος. Σε μένα όλα αυτά συνέβησαν εδώ, γι’ αυτό είμαι τόσο δεμένος με την Ελλάδα. Μου αρέσει ο πολιτισμός της, οι άνθρωποι, η μουσική, η ιστορία, η αισθητική. Οι Έλληνες είναι αναρχικοί. Όχι με την πολιτική έννοια, αλλά με την πολιτισμική. Είναι ελεύθεροι άνθρωποι. Έχουν ελεύθερο νου. Προέρχονται από μια βαθιά ιστορία κι έχουν δυνατές ρίζες.

Μέχρι τα 12-13 σιχαινόμουν το διάβασμα, μέχρι που μου τράβηξαν την προσοχή δύο βιβλία: το ένα ήταν του Πόε και το άλλο του Τολστόι. Έτσι άρχισε η σχέση μου με το διάβασμα.

Δεν πήγαινα πολύ σινεμά μικρός. Μία από τις ταινίες που με είχε εντυπωσιάσει ήταν το La Strada του Φελίνι, που είδα στο οικοτροφείο στα 12. Με είχαν εντυπωσιάσει η βία και η ανικανότητα του Ζαμπάνο να νιώσει την αγάπη της Τζελσομίνα.

Όταν ήμουν 12 χρόνων είχαμε στο οικοτροφείο μάθημα καλλιτεχνικών. Την πρώτη μέρα μπήκε ο δάσκαλος στην τάξη και μας είπε ν’ αγοράσουμε νερομπογιές, γκουάς, βούρτσες και χάρακα. Τη δεύτερη μέρα έκανε στον πίνακα ένα σχέδιο που έμοιαζε με την Παναγία και μας είπε να το χρωματίσουμε όπως θέλουμε. Την τρίτη μέρα το μάθημα διήρκεσε δυο ώρες. Ο δάσκαλος ήρθε κρατώντας ένα βιβλίο και μας διάβασε μερικές σειρές από τον Tόνιο Κρέγκερ του Τόμας Μαν. Μας είπε να ζωγραφίσουμε τη σκηνή που ο Tόνιο Κρέγκερ βλέπει το ζευγάρι να περπατάει στην παραλία. Εκείνη τη στιγμή ανοίχτηκε ένας ολόκληρος κόσμος μπροστά μου. Γι’ αυτό, κάθε φορά που κάποιος με ρωτάει πώς κατάλαβα ότι αγαπώ την τέχνη, απαντώ ότι δεν ευθύνεται κανένα βιβλίο και καμία ταινία, αλλά ένας δάσκαλος. Ο δάσκαλος αυτός έκανε μάθημα σε δύο τάξεις, που η καθεμιά είχε τρία παιδιά. Από αυτά τα έξι παιδιά εγώ έγινα επιμελητής, δύο έγιναν καλλιτέχνες, ο ένας εκδότης βιβλίων τέχνης και ο άλλος συλλέκτης.

Στην αρχή ξεκίνησα ως καλλιτέχνης. Στα 23 μου έκανα την πρώτη μου έκθεση στο Μιλάνο. Έχω εκθέσει έργα μου στη Νέα Υόρκη και σε πολλά ακόμα μέρη. Το 1978-79 και στην Αθήνα, με την Bernier. Κάπως έτσι γνώρισα τον Νίκο Μπάικα, με τον οποίο είμαστε πολύ καλοί φίλοι μέχρι σήμερα. Πιστεύω ότι είναι ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή καλλιτέχνες, ένας νοήμων άνθρωπος, εξαιρετικά φιλοσοφημένος.

Όταν ήρθα στην Ελλάδα ένιωθα πολύ μόνος. Είχα νοικιάσει ένα μικρό διαμέρισμα στο Κολωνάκι, με πολύ ωραία θέα, που το χρησιμοποιούσα και ως στούντιο. Ξυπνούσα το πρωί και μπορεί να δούλευα για 12 ώρες και στις 10 το βράδυ συνειδητοποιούσα ότι δεν είχα μιλήσει σε άνθρωπο. Ένας φίλος μού πρότεινε να γραφτώ σε μία σχολή μπαλέτου για να μη νιώθω μόνος. Δεν το είχα δοκιμάσει μέχρι τότε κι έτσι το έκανα. Ξεκίνησα, λοιπόν, τα μαθήματα, ερωτεύτηκα την Αμερικανίδα δασκάλα μου, την παντρεύτηκα κι εκείνη ήθελε να γυρίσουμε στο Σικάγο. Δυστυχώς, κάτι που με θέα τον Παρθενώνα μοιάζει ρομαντικό δεν είναι το ίδιο με θέα το Sears Τower, κι έτσι χωρίσαμε.

Στο Σικάγο παντρεύτηκα πάλι και ήταν το 1986 που σταμάτησα να εργάζομαι ως καλλιτέχνης και ξεκίνησα να κάνω διαφορετικά πράγματα. Έμεινα 4 χρόνια στη Φιλαδέλφεια και ύστερα πήγα στη Γενεύη, όπου για 11 χρόνια ήμουν διευθυντής στο Centre d’ Art Contemporain. Μετά από αυτό έκανα το 1999 την Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης και στη συνέχεια προσλήφθηκα ως καλλιτεχνικός σύμβουλος στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Κωνσταντινούπολης, όπου δουλεύω μέχρι και σήμερα.

Μου αρέσει πολύ ο κινηματογράφος και γι’ αυτό προσπαθώ πάντα στις ομαδικές εκθέσεις να εισάγω πολιτισμικό υλικό που να έχει μεγαλύτερη ανταπόκριση ως θεματική για την έκθεση. Έτσι, στην έκθεση «Faces» που παρουσιάζεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, η ταινία του Κασσαβέτη, που αγαπώ πολύ, λειτούργησε ως πόλος έλξης για όσους δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με τη σύγχρονη τέχνη, ίσως επειδή δεν έχουν τα «κλειδιά» για να κατανοήσουν τον σκοπό της. Το Faces είναι μια ταινία για την αποξένωση και τις δυσκολίες στις σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών, είναι μια ταινία για το πρόσωπο από την εποχή του θεάτρου, τότε που λειτουργούσε ως εργαλείο για να κρύψεις τα συναισθήματά σου και όχι να τα εκδηλώσεις. Έτσι, σκέφτηκα να κάνω μια έκθεση που να έχει ως θεματική τον ρόλο της μάσκας και να μεταφέρει το συναισθηματικό φορτίο της ταινίας στην τέχνη, του παρελθόντος και του παρόντος.

Στην έκθεση αυτή παρουσιάζεται ένα αγαπημένο μου έργο, το βίντεο του Λουκά Σαμαρά με τίτλο self. Πρώτη φορά είδα το βίντεο αυτό στην Αθήνα, και συγκεκριμένα στην Bernier το 1978, όπου παρουσίαζα κι εγώ κάτι. Ως επιμελητής, πλέον, όπου και να κάνω έκθεση, από τη Γενεύη μέχρι την Κωνσταντινούπολη, προσπαθώ πάντα να δείχνω αυτό το βίντεο του Σαμαρά. Είναι ένα εκπληκτικό έργο, ο τρόπος που έχει μονταριστεί κι επεξεργαστεί μουσικά το κάνει να αποτελεί ένα αριστούργημα. Είναι σαν να έχει αφήγηση, χωρίς να υπάρχει στην ουσία αφήγηση. Πραγματικά, όποτε μου δίνεται ευκαιρία, δείχνω αυτό το βίντεο, κι έχει καταλήξει αστείο να τον ρωτάω πάντα «μπορώ να δείξω το self;» και αυτός να μου απαντάει «ναι, μπορείς».

Όταν δεν δουλεύω πάω στο σούπερ μάρκετ, μαγειρεύω, κάνω μπουγάδα και οτιδήποτε μπορεί να κάνει κανείς στο σπίτι του. Διαβάζω, ακούω μουσική. Η μουσική μου αρέσει πολύ. Έχω μία πολύ καλή φίλη, την Καίτη Κουλιά, που είναι επίσης εκπληκτική μουσικός. Είναι από την Κάλυμνο και τραγουδάει νησιώτικα μαζί με μερικούς άλλους μουσικούς από την Κρήτη. Την είχα καλέσει στην Μπιενάλε της Θεσσαλονίκης να τραγουδήσει μαζί με τον Σόλωνα Λέκκα, ο οποίος, κατά τη γνώμη μου, είναι μία από τις μουσικές ιδιοφυΐες που υπάρχουν στον χώρο. Μου αρέσουν επίσης οι Ιμάμ Μπαϊλντί, τους οποίους και παρακολούθησα τις προάλλες στο Μπενάκη.

Οι Αθηναίοι
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αγνή Πικιώνη: «Η Αθήνα έχει εξελιχθεί σ’ ένα μαζικό λούνα παρκ»

Οι Αθηναίοι / «Δυσκολεύονταν να με πλησιάσουν επειδή ήμουν η κόρη του Πικιώνη»

Η Αγνή Πικιώνη, κόρη του οραματιστή αρχιτέκτονα που είχε αφοσιωθεί στη λαϊκή αρχιτεκτονική, μιλά για τη ζωή της δίπλα σε εκείνον, που της έμαθε ότι «ένας απλός άνθρωπος μπορεί να φτιάξει κάτι σημαντικό». Αρχιτέκτονας και η ίδια, φρόντισε να διασώσει και να ταξινομήσει το έργο του. Τη θυμώνει η μεταμοντέρνα αρχιτεκτονική και πιστεύει ότι η Αθήνα έχει χάσει το στοίχημα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κρίστη Στασινοπούλου: «Έχω φάει τη νύχτα με το κουτάλι, προτιμώ πια να κάθομαι σπίτι»

Οι Αθηναίοι / Κρίστη Στασινοπούλου: «Έχω φάει τη νύχτα με το κουτάλι, προτιμώ πια να κάθομαι σπίτι»

Όλοι τη ρωτούν για τον Παύλο Σιδηρόπουλο όμως έχει ζήσει περισσότερα δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη. Έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα στην Eurovision, αισθάνεται περήφανη που μεγαλώνοντας κατέληξε να κάνει μόνο πράγματα που της αρέσουν. Έχει γυρίσει τον κόσμο με τον Στάθη Καλυβιώτη και τη μουσική τους, μόλις κυκλοφόρησε ένα βιβλίο για τα ταξίδια τους που μετράνε πια 25 χρόνια.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ριάνα Κούνου

Οι Αθηναίοι / Ριάννα Κούνου: «Τους βλέπεις όλους να φοράνε μαύρα γιατί φοβούνται να ξεχωρίσουν»

Η σχεδιάστρια πίσω από το πολυτελές και ανερχόμενο brand Rianna+Nina, που έμαθε κάποτε στην Αθήνα τι πάει να πει «designer vintage», έχει μια περιπετειώδη ζωή να αφηγηθεί. Και όσο της αρέσει να είναι ανώνυμη στο Βερολίνο όπου ζει, τόσο απολαμβάνει το να κάθεται στην Ηροδότου στο Κολωνάκι και να τους χαιρετάει όλους.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Σωκράτης Σωκράτους

Εικαστικά / Σωκράτης Σωκράτους: «Δεν έχω αίσθηση του φόβου, δεν καταλαβαίνω Χριστό άμα είναι να κάνω κάτι»

Μετακόμισε στην Αθήνα των '90s και δεν θέλησε να μείνει πουθενά αλλού, έβαλε τα κλάματα την πρώτη φορά που είδε από κοντά έργο του Τσαρούχη. Έχει σκηνογραφήσει πολύ για το ντόπιο θέατρο του οποίου δεν ήταν φαν κάποτε, έχει εκπροσωπήσει την Κύπρο στη Μπιενάλε της Βενετίας. Βρίσκεται στη μόνιμη συλλογή του Πομπιντού, συμφώνησε να συνεργαστεί με την Hermès για έναν χρόνο και το έκανε για δεκαπέντε. Κι είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
M. HULOT
Από το Μπανγκλαντές ως τη Μόρια και την Αθήνα: Η απίστευτη ιστορία της τρανς πρόσφυγα Oliveya Myrah

Οι Αθηναίοι / Μπανγκλαντές / Μόρια / Αθήνα: Η απίστευτη ιστορία της τρανς πρόσφυγα Ovileya Myrah

«Για πολύ καιρό ο κόσμος μόνο έπαιρνε από μένα. Τώρα προσπαθώ κι εγώ να κερδίσω πράγματα, να νιώσω ότι έχω μια θέση»: Η διερμηνέας και ακτιβίστρια ανθρωπίνων δικαιωμάτων στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και σερβιτόρα στο Shamone είναι η Αθηναία της εβδομάδας. (Προσοχή: Το κείμενο περιλαμβάνει περιγραφές σεξουαλικής κακοποίησης και αυτοτραυματισμού.)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Μανώλης Παπουτσάκης

Οι Αθηναίοι / Μανώλης Παπουτσάκης: «Νομίζεις ότι το χαίρεται ο εστιάτορας που αγοράζει και πουλάει ακριβά;»

Χαρούπι και Δέκα Τραπέζια στη Θεσσαλονίκη, Pharaoh στην Αθήνα. Ένας σεφ με μεγάλες επιτυχίες στο παλμαρέ του μιλά για το τώρα της γαστρονομίας, εξηγεί γιατί η ελληνική κουζίνα σήμερα δεν έχει σχέση με αυτό που ήταν κάποτε και ανοίγει το θέμα που συζητάνε οι foodies: Το sitting στα εστιατόρια.
M. HULOT
Κ.atou: «Kάποιοι χαλάνε λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Οι Αθηναίοι / Κ.atou: «Kάποιοι ξοδεύουν λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Η DJ που έχει δει στο Ντιτρόιτ να ακούνε το set της δυο κουνέλια έμαθε πρόσφατα τι πάει να πει «τέκνο με κ», ενώ η πόλη που πιστεύει ότι έχει την καλύτερη ηλεκτρονική σκηνή τώρα δεν είναι το Βερολίνο. Έχοντας ταξιδέψει σε τόσα μέρη, είναι χαρούμενη που ζει στην Αθήνα, αλλά δεν μπορεί να μείνει στο κέντρο της.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Cara Hoffman, συγγραφέας, δημοσιογράφος

Οι Αθηναίοι / Cara Hoffman: Από κράχτης σε ξενοδοχείο του Σταθμού Λαρίσης, συγγραφέας best-seller

Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη, ζει στα Εξάρχεια. Εγκατέλειψε το σχολείο για να γυρίσει τον κόσμο και στα δεκαεννέα έφτασε στον σιδηροδρομικό σταθμό της Αθήνας απένταρη, πιστεύοντας ότι θα πιάσει δουλειά σε ελαιώνες. Αυτή η πόλη την έκανε «καπάτσα», «της πιάτσας», της έμαθε πώς να γράψει ένα μυθιστόρημα, τους «Κράχτες» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg.
M. HULOT
Πηνελόπη Γερασίμου

Οι Αθηναίοι / Πηνελόπη Γερασίμου: «Βαρεθήκαμε στα υπόγεια, η διασκέδαση πρέπει να στραφεί προς το φως»

Η μουσική είναι απόλυτα συνδεδεμένη με τη δουλειά της, τα τελευταία χρόνια καταγράφει με τον φακό της μερικά από τα πιο σημαντικά events της Aθήνας. Η φωτογράφος που γνωρίζει καλά πώς κινείται η νύχτα της πόλης ξέρει πως πια παίζουν και πάρτι στα οποία δεν «χωράει», γιατί εκείνοι που τα διοργανώνουν δεν θέλουν να τα μάθει.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Αντώνης Βαβαγιάννης: Ο κομίστας πίσω από τα «Κουραφέλκυθρα», που δεν είναι καν λέξη

Οι Αθηναίοι / Κουραφέλκυθρος: «Αν δεν σε μισήσουν οι φασίστες, τι κάνεις σε αυτήν τη ζωή;»

Ο Αντώνης Βαβαγιάννης, ο κομίστας πίσω από τα «Κουραφέλκυθρα», που κάποτε τα είχαν απορρίψει όλα τα έντυπα ενώ τώρα έγιναν ταινία στο Cinobo, λαμβάνει για τα πολιτικά του σκίτσα μηνύματα σύμφωνα με τα οποία κάθε εβδομάδα τα παίρνει από άλλο κόμμα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ