Με τους Mech▲nimal στο Domahar

Με τους Mech▲nimal στο Domahar Facebook Twitter
Φωτο: Δήμητρα Ματσούκα
0

Το περασμένο καλοκαίρι, το απόγευμα που ξεκίνησε το «Σύνταγμα», ο Ion (aka Γιάννης Παπαϊωάννου) πήγε στην πλατεία, ηχογράφησε τις φωνές των διαδηλωτών, μετά γύρισε σπίτι, έγραψε τους πιο εμβληματικά επίκαιρους στίχους για την εποχή και ύστερα φώναξε τον Freddie F. να τους απαγγείλει πάνω από ένα εντεκάλεπτο, σκοτεινό, επαναλαμβανόμενο, τέκνο μπιτ που το ακούς και νομίζεις ότι μπαίνεις σε κάποιο τούνελ χιλιομέτρων γύρω από άνυδρα βουνά - ένα θρίλερ. Αυτή η συνεργασία για το κομμάτι (το «Low Land») γέννησε σαν μεταλλικό άλιεν τη μηχανή των Mech▲nimal (με την προσθήκη του Τάσου Νικογιάννη, κιθαρίστα των «θρυλικών» Make Believe από τα ‘90s), ένα υβρίδιο dance, industrial και indie, ακαλουπάριστο στη φόρμα του και τη δομή του. «Παρόλο που έχουμε διαφορετικά ακούσματα ο καθένας, το industrial είναι το link μεταξύ μας. Είναι και μια μουσική που δεν θεωρεί τον ήχο της κιθάρας ευτελή. Οι Τhrobbing Gristle, που ήταν το πρώτο industrial συγκρότημα, είχαν κιθάρα και ήταν το μεγαλύτερο industrial συγκρότημα όλων των εποχών. Oι Nine inch nails ήταν ένα heavy metal πράγμα», λέει ο Ion, o άνθρωπος που έχει γράψει πολλά χιλιόμετρα στην ελληνική underground σκηνή, ήταν ιδρυτικό μέλος των Rehearsed Dreams, που πίσω στο 1985, πάνω στον αφρό του κύματος του new wave, κυκλοφόρησαν στην Creep Records το «Repulsion» (έναν δίσκο που παραδόξως αποθεώθηκε από τους γκοθάδες), έφτιαξε το 1991 μαζί με τον Σπύρο Φάρο την Elfish Records (την πρώτη ανεξάρτητη ελληνική δισκογραφική εταιρείας ηλεκτρονικής μουσικής), μας έμαθε μέσα απο το «01» τι είναι το κυβερνοπάνκ, το IRC και το Detroit techno και, αφού πέρασε από διάφορες μπάντες (Spider’s Web, Raw), ακολούθησε σόλο καριέρα ως Ιon. Στο Domahar παίζει το «On the road again» του Willie Nelson και ο αμερικανοτραφής και τρομερός εικονοκλάστης φωτογράφος Freddie F. ξέρει όλους τους στίχους απ’ έξω. «Μεγάλωσα στην Ελλάδα απομονωμένος σε μια αμερικανική βάση, μέσα σ’ έναν κλειστό κύκλο, και άρχισα να βγαίνω από αυτόν πολύ αργά. Ήμουν σε μια βάση με απλούς στρατιώτες και όχι upper class. Ήμουν με τους μαύρους, τους Κορεάτες, τους Ελληνοαμερικάνους, και τα έζησα όλα. Άκουγα από Θεοδωράκη μέχρι χιπ χοπ. Όταν βγήκα εξω από όλο αυτό, εκεί κάπου στα ‘90s, υπήρχε ένας τεράστιος διαχωρισμός -από εδώ όσοι άκουγαν indie και από κει όσοι άκουγαν dance-, αλλά εγώ δεν το καταλάβαινα αυτό το πράγμα. Για μένα ήταν πάντα μία η μουσική». Το μπαρ μοιάζει βγαλμένο από χολιγουντιανές πειρατικές ταινίες του ‘50 (όπως το Treasure Island), έχει σ’ ένα σημείο έναν τηλέγραφο αντίκα, μια μπουκαπόρτα από μηχανοστάσιο έχει μετατραπεί σε τραπέζι, ένα φακός από ναυαγοσωστική λέμβο κρέμεται δίπλα στα ποτήρια, δυο τοιχογραφίες απεικονίζουν με τεχνική κόμικ πειρατικές μάχες, ένα ομοίωμα φαντάσματος κρέμεται απ’ το πατάρι, σφραγίζοντας όλη τη σκοτεινή και μ’ έναν περίεργο -θαλασσινό- τρόπο παγανιστική ατμόσφαιρα των πειρατών. Ο ιδιοκτήτης κύριος Νίκος, κοντά στα 50 πια, είχε ανοίξει στα 18 του το πρώτο λαϊβάδικο του Πειραιά, το Rock palais, δίπλα στον Δουράμπεη («πέρασαν ολες οι μπάντες της εποχής από εκεί»), για να γίνει δημόσιος υπάλληλος μέχρι να παραιτηθεί και να φτάσει ως εδώ, στην πλατεία Πλαστήρα. Και μετά ξαναμιλάμε για το παρελθόν, για τα σκοτεινά, απροσδιόριστα ‘80s και για την ελληνική indie σκηνή των ‘90s, που τότε έδειχνε alive & kicking (και μάλιστα χωρίς τα σημερινά δεκανίκια του ίντερνετ και τα φτηνά αεροπορικά για το Λονδίνο). «Eντάξει, υπήρχε σκηνή, αλλά η σκηνή είχε να κάνει περισσότερο με την έννοια της κοινότητας των μουσικών, παρά με τη ταυτότητα του ήχου. Δηλαδή, υπήρχαν πάρα πολλές μπάντες που βοηθούσαν η μία την άλλη, υπήρχε και η νοοτροπία του DIY πολύ πιο έντονα σε σχέση με τώρα, που υπάρχει, βέβαια, αλλά σε τελείως διαφορετική λογική. Τότε έπρεπε να βγεις στον δρόμο για να κάνεις πράγματα. Έπρεπε να κάτσεις να φτιάξεις demο, να στείλεις γράμματα, να πας από δισκάδικο σε δισκάδικο», λέει ο Τάσος Νικογιάννης. «Επειδή είχα την τύχη και τη δυστυχία μαζί να ζήσω από την αρχή την ελληνική ανεξάρτητη μουσική σκηνή, θα έλεγα ότι τα ‘80s δεν είχαν καθόλου χιούμορ. Δηλαδή, υπήρχε η Creep Records που ήταν πάρα πολύ σοβαρή γιατί ήθελε να κρατήσει αυτό το στυλ και μόνο οι Vyllies είχαν διατηρήσει λίγο το χιούμορ τους μέσα σε όλη αυτήν τη φάση κι εμείς, ως Rehearsed Dreams, που κάναμε την πλάκα μας, γράφαμε μαύρα τραγούδια και μας βγάλανε το νο 1 γκόθικ συγκρότημα όλων των εποχών στην Ελλάδα! Οι γκοθάδες μας προσκυνάνε. Τα βλέπω στο YouTube και γελάω. Μετά, στη δεκαετία του ’90, υπήρξε μαζική στροφή προς αυτό που λέμε σήμερα dance, δηλαδή μπήκαν και άλλες μουσικές μέσα και το rock and roll επανεμφανίστηκε πλέον σε μια νέα μορφή και άλλαξαν όλα. Αυτό το πράγμα πήγαινε να βγάλει κάτι καινούργιο, αλλά, τελικά, δεν το έβγαλε. Καμια ουσιαστική μουσική επανάσταση δεν ήρθε τα επόμενα χρόνια», λέει ο Ion. Ακούω τα καινούργια τους κομμάτια, αυτά που θα κυκλοφορήσουν σ’ ένα EP στις αρχές του 2012. Δεν μοιάζουν με τίποτα απ’ όσα έχουν καταχωρηθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο τελευταία ως «η νέα ελληνική σκηνή», δεν μοιάζουν με τίποτα που έχει hype αυτήν τη στιγμή (και αυτό είναι ευλογία), είναι η μοναδικότητα των συνιστωσών δεκάδων διαφορετικών αντικρουόμενων επιρροών - αυτό που κάνει τη μουσική των Mech▲nimal μοναδικά σπουδαία. «Μπορεί αυτό που κάνουμε να έχει δεκαπέντε χιλιάδες επιρροές για έναν έμπειρο ακροατή, αλλά για μας είναι κάτι πραγματικά καινούργιο. Είμαστε τρεις διαφορετικοί άνθρωποι που ενώνονται κάτω από ένα πράγμα στο οποίο μπαίνει ο ένας στον κόσμο του άλλου. Δεν έχει σημασία ποιος κερδίζει και ποιος χάνει σε αυτό το παιχνίδι, αλλά ότι παίζεις και κάνεις μουσική», λέει ο Ion. Και μετά βάζει ο DJ το Aquarius και τραγουδάμε όλοι εν χορω «This is the dawning of the age of Aquarius, Age of Aquarius / Aquarius! / Aquarius! / Aquarius! / Aquarius!

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Ταβέρνα «Πλάτων» στο Βούπερταλ

Γεύση / «Kάθε φορά που μυρίζω ούζο, θυμάμαι την ταβέρνα Πλάτων στο Βούπερταλ»

Ο Παύλος και η Ελένη, μετανάστες στη Γερμανία, δημιούργησαν μια αυθεντική ελληνική ταβέρνα, που εδώ και τρεις δεκαετίες σερβίρει απλά αλλά πεντανόστιμα πιάτα και είναι διάσημη για τον λεπτοκομμένο χειροποίητο γύρο της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η αγκινάρα

Γεύση / «Ο καλύτερος μεζές είναι η κεφαλή της άγριας αγκινάρας»

Χοιρινό με αγκιναρόφυλλα κοκκινιστά στη Σητεία, κεφαλές αγκινάρας γεμιστές με ρύζι στην Κάσο και αγκινάρες-μουσακά στην Άνδρο: η αγκινάρα δίνει τόσο πολλά τη στιγμή που διεκδικεί μόνο το ελάχιστο.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Aspasia: Πώς η Σταυριανή Ζερβακάκου έστησε ένα εστιατόριο-προορισμό

Γεύση / Aspasia: Ένα εστιατόριο που ανταμείβει κάθε στροφή του δρόμου προς τη Μάνη

Στο απόγειο της φήμης της, η Σταυριανή Ζερβακάκου αποφάσισε να επιστρέψει σε έναν τραχύ τόπο και να στήσει ένα εστιατόριο-προορισμό σε έναν μικρό ορεινό οικισμό, αξιοποιώντας στην κουζίνα της όσα άγρια της δίνει το μέρος.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Η άνοιξη και το καλοκαίρι της ρίγανης

Γεύση / H ρίγανη που δίνει γεύση στα καλοκαίρια μας

Είναι το πιο δημοφιλές μυριστικό της Aνατολικής Μεσογείου και δίνει ιδέες για μερικά από τα πιο αντιπροσωπευτικά καλοκαιρινά εδέσματα, όπως η ριγανάδα, ο ντάκος, η χωριάτικη σαλάτα και οι ριγανάτες σαρδέλες.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Quinn’s: Γιατί όλοι πίνουν Dry Martini «στου Ηλία» Μαρινάκη 

Γεύση / Quinn’s: Γιατί όλοι πίνουν Dry Martini στου Ηλία Μαρινάκη 

Στην πιάτσα των Ιλισίων, σε ένα μέρος όπου όλα είναι μελετημένα, ένας πολύπειρος και προσγειωμένος μπάρμαν μας καλεί να χαθούμε στον «Κήπο των επίγειων απολαύσεων», συζητώντας και πίνοντας κλασικά αλλά αναβαθμισμένα κοκτέιλ.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΜΠΑΚΑΛΙΚΑ, DELI

Γεύση / Ο μεγάλος οδηγός του Αθηναίου καλοφαγά: Τα 51 πιο νόστιμα σημεία της πόλης

Εξειδικευμένα παντοπωλεία, deli με αλλαντικά και τυριά από την Ελλάδα και τον κόσμο, χασάπικα για κρέατα άριστης ποιότητας, κάβες και φούρνοι με ψωμιά παραδοσιακά αλλά και νέας εποχής, σε μια λίστα που μπορεί να είναι ο παράδεισος του foodie.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Είναι η τούρτα αμυγδάλου του Μπόζα η πιο ωραία στην Αθήνα;

Γεύση / Είναι η τούρτα αμυγδάλου του Μπόζα η πιο ωραία τούρτα της Αθήνας;

Όσο και αν η τέχνη της ζαχαροπλαστικής έχει κάνει άλματα στη χώρα μας, δεν έχουμε πάψει ποτέ να αγαπάμε τα «παλιά γλυκά» που μας θυμίζουν παιδικά χρόνια, οικογενειακές συγκεντρώσεις, γενέθλια και γιορτές.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ωδή στην pure σεβεντίλα: Ένα σπίτι που μοιάζει με μικροοργανισμό.

Γεύση / Ένα σπίτι στο Παλαιό Φάληρο που αποθεώνει τα απίθανα '70s

Το σπίτι του Γιώργου Κελέφη, εκδότη του περιοδικού ΟΖΟΝ, στο Παλαιό Φάληρο ‒σχεδιασμένο από τους σπουδαίους αρχιτέκτονες Δημήτρη και Σουζάνα Αντωνακάκη‒ μοιάζει με χρονοκάψουλα που σε μεταφέρει στη δεκαετία του ’70.
ΤΖΟΥΛΗ ΑΓΟΡΑΚΗ