Jackie

1

Στις 22 Νοεμβρίου του 1963, κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας στο Ντάλας, ο John F. Kennedy δολοφονείται και το ροζ ταγέρ της Jackie ποτίζεται από το αίμα του συζύγου της. Ο κόσμος και η πίστη της θρυμματίζονται. Παρά το τραύμα της, μια εβδομάδα μετά καλείται να αντιμετωπίσει το αδιανόητο: να παρηγορήσει τα δυο μικρά παιδιά της, να αδειάσει το σπίτι που ανακαίνισε με πολύ κόπο και να οργανώσει την κηδεία του άντρα της.

Όταν ο Ντάρεν Αρονόφσκι είδε το El Club στο Φεστιβάλ Βερολίνου πλησίασε τον δημιουργό Πάμπλο Λαραΐν, του δήλωσε τον θαυμασμό του και του ζήτησε να σκηνοθετήσει τη βιογραφία της Τζάκι Κένεντι σε σενάριο του Νόα Οπενχάιμ. «Ετοιμαζόμουν να γυρίσω το Νερούδα και μου ζητήθηκε να ξεκινήσω γυρίσματα αμέσως μετά. Στα 39 μου χρόνια δεν γινόταν να προσπεράσω τέτοια ευκαιρία» δήλωσε ο Χιλιανός, που δέχτηκε την πρόκληση για το αγγλόφωνο ντεμπούτο του. Ο Αρονόφσκι έψαχνε έναν μη Αμερικανό για να δώσει τη δική του ματιά σε ένα πρόσωπο οικείο, σχεδόν μπανάλ, προτιμώντας κάποιον με μεγάλο ταλέντο, χωρίς τις προκαταλήψεις και τις κοινότοπες προσλαμβάνουσες που έχουν αποκτήσει οι Αμερικανοί με τα χρόνια. Είχε απόλυτο δίκιο! Η Τζάκι του Λαραΐν, υποβοηθούμενη από το στοιχειωτικό μουσικό σκορ της Μίκα Λέβι κι ένα καθηλωτικό μοντάζ, δεν είναι απλώς απαλλαγμένη από τους βαρετούς πλατειασμούς και τις συνηθισμένες πρακτικές των σύγχρονων βιογραφιών αλλά ακολουθεί τη μύχια προσέγγιση που τόσο πρωτότυπα εφάρμοσε ο σκηνοθέτης στο επερχόμενο Νερούδα και αποκαλύπτει, αντί να περιγράφει, πράγματα που ήδη γνωρίζουμε.

Καλύπτοντας τα γεγονότα που ακολούθησαν τη δολοφονία του Κένεντι στο Ντάλας, το φιλμ δεν απομακρύνεται από το τραγικό συμβάν αλλά ενώνει το αρχειακό υλικό της πρωτοφανούς και δημοφιλέστατης ξενάγησης/παρουσίασης που έκανε η Πρώτη Κυρία στον άρτι ανακαινισθέντα Λευκό Οίκο μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, με μια συνέντευξη που έδωσε σε έναν μάλλον πιεστικό δημοσιογράφο, στο Hyannis Port, μόνη και ασυνόδευτη, χωρίς προσωπικό και παρατρεχάμενους. Στο προεδρικό μέγαρο φαίνεται το τρακ της περφόρμανς, το άγχος της να αρέσει, η επιθυμία της να παρουσιάσει άρτια τη «διακοσμητική» πλευρά της και η ανάγκη της να σταθεί σωστά ως νεαρή και κομψή σύζυγος του δυνατού άνδρα, δείχνοντας προς τα έξω τη βιτρίνα που καλλιέργησε με επιστημονική ευλάβεια. Στη συνέντευξη της ξεφεύγουν η οργή, η πίκρα και ο πόνος, αλλά επανέρχεται αστραπιαία και σχεδόν απαγορεύει στον ρεπόρτερ να δημοσιεύσει αυτά που δεν εννοεί πραγματικά, από τα πολλά που του λέει. Στο ενδιάμεσο στάδιο, που αποτελεί και τον κύριο όγκο του Τζάκι, η αντίφαση εγκράτειας και συντριβής είναι αυτό που χαρακτηρίζει μια αποφασιστική γυναίκα, που μόνο πολύ αργότερα έπαψε να θεωρείται μια «ελαφρόμυαλη debutante». Η παρουσία του Τζον Κένεντι δηλώνεται ως η επίδραση ενός ανθρώπου με αδυναμίες και αρετές και όχι ως η σκιά ενός γίγαντα που στις μέχρι τώρα αναφορές κυμαινόταν από την πολιτική παντοδυναμία ως την τερατώδη απιστία, χωρίς μεσαία στάδια. Εδώ είναι κοντά, δίπλα, μέσα στην ψυχή της Τζάκι και η ταινία τον υπολογίζει στο μέγεθος της απόγνωσης και της απώλειας που εκείνη νιώθει, βίαια και εσπευσμένα, καθώς υποχρεώνεται να τον αποχαιρετήσει δημόσια και να αλλάξει ζωή μέσα σε λίγες ημέρες.

Κατά κανόνα, οι ταινίες με θέμα τον –ή τους– Κένεντι επικεντρώνονται στο τέλος της πολιτικής αθωότητας για την Αμερική, σε μια απότομα ματαιωμένη, εξιδανικευμένη θητεία, και ιχνογραφούν την επιμελημένη φιγούρα της Τζάκι και όχι ακριβώς την ίδια, τις σκέψεις και τα συναισθήματά της. Ο Λαραΐν αναζητά την μπερδεμένη ψυχή της, την κυριολεκτικά ματωμένη της εμφάνιση, τον επιθετικό εκνευρισμό της, τη ρήξη και το άδοξο τέλος του οικογενειακού Κάμελοτ – σαν το μιούζικαλ που τόσο αγαπούσε ο Κένεντι και ακούμε σε σκηνές-κλειδιά, που στήθηκε σαν παραμύθι και έληξε σαν αδόκητος εφιάλτης, μέσα σε αναπάντητα ερωτήματα και βεβιασμένες κινήσεις. Τα πλάνα της διαδρομής του μοιραίου αυτοκινήτου και της κηδείας είναι γυρισμένα από γωνίες που δεν έχουμε ξαναδεί και διαθλούν το déjà vu που γεννιέται με την επανάληψη. Επιπρόσθετα, η αποχώρηση της μητέρας με τα δυο παιδιά από το μέγαρο, οι συζητήσεις με τους δικούς της ανθρώπους και κυρίως με τον Μπόμπι Κένεντι, οι διαφωνίες με τον Τζακ Βαλέντι, οι γεμάτες νόημα, κλεφτές ματιές στην εγκατάσταση των Τζόνσον στον Λευκό Οίκο ενισχύουν την έξτρα διάσταση της Τζάκι, μιας γυναίκας σίγουρα όχι ζεστής, αγαπητής για τον αέρα και το στήσιμό της και παρεξηγημένης για τους λάθος λόγους.

Στο Νερούδα ο Χιλιανός αναρωτήθηκε τι πραγματικά απασχολούσε τον εμβληματικό ποιητή της χώρας του και κινήθηκε γύρω από τον αληθινό χαρακτήρα του, ενσωματώνοντας αφήγηση μέσα στην αφήγηση. Αποφεύγει τη γραμμική διαδρομή, αλλά δεν γίνεται ποτέ ανακόλουθος. Ίσα ίσα, το στυλ του είναι απαιτητικό και αποζημιώνει. Το δύσκολο εγχείρημα λειτούργησε περίφημα, αλλά ευτυχώς στο Τζάκι δεν επαναλαμβάνει το ίδιο ιμπρεσιονιστικό πείραμα. Το κατατμημένο παζλ μιας προσωπικότητας πολυφωτογραφημένης και ταυτόχρονα αινιγματικής αποκτά ζωή πέρα από τα όρια του εγκεκριμένου μύθου. Για να το θέσω διαφορετικά, αν ζούσε η Τζάκι Κένεντι, μάλλον δεν θα ενέκρινε τέτοιου τύπου βιογραφική ταινία. Όχι γιατί βγάζει στη φόρα απόρρητες συνομιλίες ή απαγορευμένα μυστικά αλλά γιατί διαπερνά αποτελεσματικά, σαν έργο ενός pointilliste με κρυφή κάμερα, το τείχος μιας ντελικάτης ιδιωτικής στιγμής και ξεγυμνώνει μια γυναίκα που υπερασπίστηκε σφοδρά τα κίνητρα πίσω από τις επιλογές της, προβάλλοντας μια αντισηπτική εικόνα τελειότητας «υψηλής ραπτικής».

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

KINDS OF KINDNESS

Ανταπόκριση / «Ιστορίες Καλοσύνης»: Το σινεμά του Λάνθιμου είναι πλέον ένα είδος από μόνο του

Τρεις ιστορίες που στάζουν καλοσυνάτο φαρμάκι η μία στην άλλη και παρακολουθούν στενά, δαιμονικά και κοενικά την ανθρώπινη ανάγκη για τυραννικό έλεγχο και επώδυνη αλληλεξάρτηση. Pure Lanthimos, wicked fun.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Megalopolis

Ανταπόκριση / Megalopolis: Ο Κόπολα μετέτρεψε τη Νέα Υόρκη του 21ου αιώνα σε αρχαία Ρώμη

Η ελληνορωμαϊκή προειδοποίηση του Φράνσις Φορντ Κόπολα για τη σύγχρονη διαφθορά των αξιών εξάπτει το ενδιαφέρον, αλλά συντρίβεται από το ντελιριακό και ειλικρινές άγχος του να χωρέσει τα πάντα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Pulp Fiction: Οι Κάννες, το mega-σκάνδαλο που βράζει και η υπέροχη Μέριλ Στριπ

Pulp Fiction / Οι Κάννες, το mega-σκάνδαλο που βράζει και η υπέροχη Μέριλ Στριπ

Στις υπεραστυνομευόμενες Κάννες ένα τσουνάμι αποκαλύψεων σκιάζει το κλίμα που ο διευθυντής, Τιερί Φρεμό, επιθυμεί διακαώς να διαφυλάξει σε κινηματογραφικό πλαίσιο, ενώ στην τελετή έναρξης πρυτάνευσε η οσκαρική λογική. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
‘Spacey Unmasked’: Δεν έχει τέλος το κατηγορητήριο εναντίον του Κέβιν Σπέισι

Οθόνες / Spacey Unmasked: Δεν έχει τέλος το κατηγορητήριο εναντίον του Κέβιν Σπέισι

Νέες καταγγελίες για σεξουαλικές επιθέσεις στο αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ για τον Κέβιν Σπέισι, με τον αδελφό του ηθοποιού να δηλώνει ότι ο πατέρας τους ήταν ένας αρνητής του Ολοκαυτώματος που διοργάνωνε ναζιστικές συναντήσεις στο σπίτι τους.
THE LIFO TEAM
Ρότζερ Κόρμαν (1926-2024)

Απώλειες / Ρότζερ Κόρμαν (1926-2024): Ο βασιλιάς των b-movies και του απενοχοποιημένου exploitation

Κόπολα, Σκορσέζε, Νίκολσον, Μπογκντάνοβιτς, Χάουαρντ, Κάμερον αλλά και όλο το ανεξάρτητο αμερικανικό σινεμά έχουν λόγο ύπάρξης χάρη στον Αμερικανό σκηνοθέτη που πέθανε πριν από λίγες μέρες στα 98 του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ινδία, Νεπάλ, Μπουτάν: Καταγράφοντας τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, την τεχνητή νοημοσύνη και όσα πρεσβεύει η «γκουρού» Βαντάνα Σίβα

Οθόνες / Δύο Έλληνες κινηματογραφιστές ψάχνουν στην Ινδία μια απάντηση για το μέλλον του πλανήτη

Ο Χρόνης Πεχλιβανίδης και η Μαρία Γιαννούλη ξεκίνησαν μια έρευνα σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη και την «έξυπνη γεωργία», ταξίδεψαν σε Ινδία, Νεπάλ και Μπουτάν και συζήτησαν με τη διάσημη περιβαλλοντική ακτιβίστρια, Βαντάνα Σίβα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Επιτέλους, ξανά Cine Paris

Οθόνες / Επιτέλους, ξανά Cine Paris

Η ωραιότερη θερινή κινηματογραφική αίθουσα-ταράτσα της Πλάκας είναι έτοιμη να υποδεχθεί το κοινό έπειτα από τέσσερα χρόνια απουσίας υπό τη νέα διαχείριση του Cinobo με ένα προσεκτικά σχεδιασμένο πρόγραμμα προβολών για όλο το καλοκαίρι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Ζαν Ζενέ - Νίκος Παπατάκης: Το χρονικό μιας μεγάλης φιλίας και μιας διπλής προδοσίας

Οθόνες / Ζαν Ζενέ - Νίκος Παπατάκης: Το χρονικό μιας μεγάλης φιλίας και μιας διπλής προδοσίας

Όταν μια μέρα συναντήθηκαν τυχαία στον δρόμο, ο Παπατάκης ήταν νηστικός δύο ημέρες. Ο Ζενέ έβγαλε από το πορτοφόλι του και του έδειξε, με περιφρόνηση, μια δεσμίδα χαρτονομισμάτων. Ο Παπατάκης θέλησε να του ρίξει μια γροθιά.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ