LIVE!

Όταν η Ντίκινσον θυμίζει στις μεταφράσεις της Βάρναλη και Τσιφόρο

Γιατί δυστυχούν (τόσο) οι ξένοι ποιητές στις ελληνικές μεταφράσεις; Facebook Twitter
Αρτίρ Ρεμπό και Έμιλι Ντίκνσον έχουν ατυχήσει στις μεταφράσεις των ποιημάτων τους. Εικονογράφηση: bianka/LIFO
0


ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ αναφερθεί κανείς στο αμετάφραστο της ποίησης και στις σχετικές θεωρίες  για τους στίχους που χάνονται στη μετάφραση για να αντιληφθεί τη δυσκολία της μεταγραφής της ποίησης σε άλλη γλώσσα, αν και ο Τζορτζ Στάινερ επέμενε στο Μετά τη Βαβέλ ότι είναι αυτές ακριβώς οι αστοχίες που φωτίζουν ακόμα περισσότερο τους διαφορετικούς σκοπούς του ποιητή. Πολύ εύστοχα ο Μπόρχες, στις περίφημες διαλέξεις του στο Χάρβαρντ, είχε μιλήσει για το ναρκοπέδιο που απλώνεται κάτω από το χώμα όπου πατάει ο μεταφραστής αλλά και για τις προβληματικές αποδόσεις των ομηρικών στίχων στα αγγλικά, επιμένοντας στον υπαινιγμό και όχι στην κυριολεξία στην απόδοση.

Ωστόσο, αν στη λογοτεχνία είναι άπειρες οι ευτυχείς περιπτώσεις των αποδόσεων των πρωτοτύπων κειμένων στα ελληνικά, στην ποίηση οι περισσότεροι ποιητές έχουν τουλάχιστον δυστυχήσει, είτε λόγω της έντονης προσωπικής σφραγίδας που άφησαν με το επιβλητικό τους ύφος οι μεταφραστές τους είτε λόγω της εμμονής σε δικά τους γλωσσικά και θεωρητικά δεδομένα (ακόμα και η συζήτηση περί εκμοντερνισμού της γλώσσας παίζει εδώ σημαντικό ρόλο).

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των μεταφράσεων των ποιημάτων της Έμιλι Ντίκινσον, μιας ποιήτριας που έχει απασχολήσει κατά κόρον τους κριτικούς με το ιδιότυπο ύφος της, τον πρόωρο μοντερνισμό της και την ανάγκη της να εκφράσει τους δικούς της ταυτολογικούς κανόνες – ταυτόχρονα «εμερσόνεια και μη εμερσόνεια» την είχε αποκαλέσει ο Χάρολντ Μπλουμ, ο οποίος της έδωσε σημαίνουσα θέση στον κανόνα του.

Η λεπτή γυναικεία ειρωνεία τύπου Κόλεριτζ που υιοθετεί η Ντίκινσον στα ποιήματά της να ακούγεται στα ελληνικά, στην καλύτερη περίπτωση, σαν τους «Μοιραίους» του Βάρναλη και στη χειρότερη σαν σκωπτικά κομμάτια κωμωδίας του Τσιφόρου

Δυστυχώς, η γυναίκα που τόλμησε να υψώσει το γεμάτο όπλο της απέναντι στον Θεό –«My Life had stood a loaded gun»– και να τον απειλήσει ότι θα ζήσει περισσότερο από αυτόν, που έβλεπε κάθε στιγμή του φωτός να διαπερνάει τους απέριττους στίχους της και ούρλιαζε πιο δυνατά από τη σιωπή, δεν κατάφερε να περιδιαβεί το πνευματικό κόσμο της Ελλάδας με αυτά ακριβώς τα όπλα. Αν εξαιρέσεις κάποιες μεταφραστικές απόπειρες του Διονύση Καψάλη, εμπνευσμένες από τις παραπομπές του Χάρολντ Μπλουμ στον Δυτικό Κανόνα και πιο κοντά στο σαιξπηρικό ύφος, τις πιο πρόσφατες του Χάρη Βλαβιανού (160 ποιήματα από τις εκδόσεις Πατάκη) και τον μεγάλο τόμο 44 ποιήματα και 3 γράμματα από τον Ερρίκου Σοφρά και τις εκδόσεις Το Ροδακιό, που δείχνει να είναι πιο κοντά στο πνεύμα της σπουδαίας Αμερικανίδας ποιήτριας, οι υπόλοιπες αποδόσεις παραμένουν άκρως προβληματικές.

Γιατί δυστυχούν (τόσο) οι ξένοι ποιητές στις ελληνικές μεταφράσεις; Facebook Twitter
Δυστυχώς, η γυναίκα που τόλμησε να υψώσει το γεμάτο όπλο της απέναντι στον Θεό –«My Life had stood a loaded gun»– και να τον απειλήσει ότι θα ζήσει περισσότερο από αυτόν, που έβλεπε κάθε στιγμή του φωτός να διαπερνάει τους απέριττους στίχους της και ούρλιαζε πιο δυνατά από τη σιωπή, δεν κατάφερε να περιδιαβεί το πνευματικό κόσμο της Ελλάδας με αυτά ακριβώς τα όπλα.

Απόδειξη η πρόσφατη έκδοση με ποιήματα της Έμιλι Ντίκινσον από τις εκδόσεις Κίχλη σε εκλογή(!), προλεγόμενα και μετάφραση Κώστα Κουτσουρέλη, ένα εγχείρημα που ίσως να είναι πολύ πιο φιλόδοξο και σίγουρο για τις μεταφραστικές επιλογές του απ’ ό,τι οι αμφίθυμες, αντιφατικές και γοητευτικά αβέβαιες ποιητικές επιλογές της ακαταπόνητης «παρθένας ερημίτισσας» (με τα 1.800 ποιήματά της να προκαλούν ακόμα αντιδικίες ανάμεσα τους κριτικούς όλου του κόσμου).

Η Αιμιλία, όπως την αποκαλεί χαρακτηριστικά ο έμπειρος, κατά τα άλλα, και με στιβαρή γλωσσική σκευή Κώστας Κουτσουρέλης, εμφανίζεται, μέσα από τη δική του απόδοση, παραπάνω κυριολεκτική από όσο επιτάσσει το αφαιρετικό, εξπρεσιονιστικό ύφος της και μάλλον πολύ πιο «γνωμοδιδακτική» από όσο η ίδια θα ήθελε. Και ενώ ο ίδιος ο μεταφραστής με ευστοχία λέει στα προλεγόμενά του ότι «οι στίχοι της Ντίκινσον είναι ένα διαρκές ανάκρουσμα οριακών συναισθημάτων, μια ακρίβεια πάνω στο δίκοπο ξυράφι της συντριβής και της ευδαιμονίας», η αποστράγγισή τους από κάθε ένταση στην απόδοση καταργεί εντελώς οποιαδήποτε τέτοια οπτική.

Γιατί τι σχέση μπορεί να έχει το ανατρεπτικά διονυσιακό και τολμηρό
«I taste a liquor never brewed - I taste a liquor never brewed - From Tankards scooped in Pearl - Not all the Frankfort Berries / Yield such an Alcohol! Inebriate of air-am I-And Debauchee of Dew-Reeling-thro-endless summer days-From inns of molten Blue- When “Landlords” turn the drunken Bee / Out of the Foxglove’s door-When Butterflies-renounce their “drams” I shall but drink the more!»
με την ελληνική απόδοση
«Πίνω έν’ανήκουστο ποτό / σε κούπα από σεντέφι-δεν βγάζει η Έσση σαν αυτό  /μούρα όσο κι αν έχει! Μες στο γλαυκό το καπηλειό / του ανέμου εγώ βακχεύω,/ στ’άσωτο θέρος σκουντουφλώ,/ πλάι στη δροσιά αλητεύω / Σαν θα πετάει ο κάπελας / έξω αργά ένα βράδυ / τη μεθυσμένη μέλισσα / στης πίκρας το λιβάδι / και το γυαλί θα παρατούν / οι πεταλούδες κάτω,/ εγώ το ποτηράκι μου / θ’αδειάζω άσπρο πάτο!».

dickinson
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Έμιλι Ντίκινσον, Ποιήματα, Μτφρ,: Κώστας Κουτσουρέλης, εκδόσεις Κίχλη

Εκτός από τις προφανείς παρερμηνείες, άκρως προβληματική είναι, εν προκειμένω, η απόδοση του ύφους που κάνει τη λεπτή γυναικεία ειρωνεία τύπου Κόλεριτζ που υιοθετεί η Ντίκινσον στα ποιήματά της να ακούγεται στα ελληνικά, στην καλύτερη περίπτωση, σαν τους «Μοιραίους» του Βάρναλη και στη χειρότερη σαν σκωπτικά κομμάτια κωμωδίας του Τσιφόρου. Επιπλέον, δεν γίνεται αντιληπτό γιατί το 2023 άνθρωποι εγνωσμένης γλωσσικής ικανότητας να εμμένουν σε μια απαρχαιωμένη δημοτικίζουσα ή μαλλιαρή γλώσσα, επιλέγοντας λέξεις όπως «φυσομάνημα», «αυθέντης»(!) ή «έχθρισσα».

Με εξαίρεση κάποιες εξαιρετικές αποδόσεις όπως αυτή στο «Μια καρδιά αν σώσω από το ράγισμα», στο «Είναι ένας πόνος τόσο ακραίος» και στο επιγραμματικό «Μια ώρα είν’ όλη η ζωή», τα περισσότερα ποιήματα στην ελληνική τους απόδοση κινούνται μεταξύ μιας αλλόκοτης βεβαιότητας που καταργεί όλες τις γοητευτικές εγγενείς αμφιβολίες και ενός βαρύγδουπου ύφους που καμία σχέση δεν έχει με την «ουράνια πληγή», όπως έλεγε ο Μπλουμ, και έκανε τα τραύματα της Ντίκινσον ακόμα πιο φωτεινά και άμεσα στους νέους αναγνώστες.

Χαρακτηριστικό είναι το απέριττο και τόσο υπαρξιακό της ποίημα «To see the summer sky», που είναι ίσως ο καλύτερος ορισμός που έχει δοθεί στην ποίηση, «To See the Summer Sky / Is Poetry, though never in a Book it lie-/ True Poems flee-», αποδίδεται ως εξής: «Μόνο στο θάλπος τ’ουρανού / μπορείς στ’αλήθεια να τους δεις-/ στους τόμους σου δεν θα τους βρεις,/ οι αληθινοί στίχοι πετούν» – μόνο που οι αληθινοί στίχοι δεν «πετούν» αλλά «δραπετεύουν», καθώς πρόκειται για εσφαλμένη μετάφραση από τα αγγλικά (fly=πετώ και flee=δραπετεύω, τρέπομαι σε φυγή). 

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με το βιβλίο με ποιήματα του Αρτίρ Ρεμπό που μετέφρασε ο Βασίλης Πατσογιάννης για τις εκδόσεις Πλέθρον, όπου περιλαμβάνονται αποσπασματικά μερικά από τα πλέον γνωστά του τρομερού παιδιού της ποίησης, κυρίως αυτά που έγραψε σε παραδοσιακό στίχο.

rempo
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Αρτίρ Ρεμπό, Ποιήματα, Μτφρ.: ​​​Βασίλης Πατσογιάννης, εκδόσεις Πλέθρον

Από τη σαιξπηρική «Οφηλία» του, που ενέπνευσε τον Μπρεχτ και το υπαρξιακό «Κακό» μέχρι τον οντολογικά πολιτικό «Χορό των κρεμασμένων», το βλάσφημο «Είδωλο ή σονέτο της κωλοτρυπίδας» αλλά και το διάσημο «Μεθυσμένο Καράβι», η συλλογή αναλαμβάνει να ρίξει φως σε όλο το ποιητικό εύρος του σπουδαίου εφήβου που κράτησε ζωντανή μια φλόγα στο εσωτερικό της ποίησης που δεν έσβησε ποτέ. Αυτός ο βρομερός «voyou/voyant» (αλήτης και οραματιστής), όπως τον είχαν αποκαλέσει, που περιφερόταν στον κόσμο και την Πόλη του Φωτός ως μεγάλος ρέμπελος και ως μοιραίο θύμα, που εμπνεύστηκε από την Κομμούνα, για να αλλάξει γνώμη στη συνέχεια, που επέλεξε τη βρόμα ως μορφή αντίστασης, πλέκοντας τον ύμνο στις «Ξεψειρίστες», είναι ταυτόχρονα εκείνος που εγκατέλειψε τον τότε πολύ δημοφιλή αλεξανδρινό στίχο χάριν ενός ιδιότυπου μοντερνισμού.

Ταυτόχρονα, εγκαινίασε τη Νέα Ποίηση που έπρεπε πλέον να βιώνεται με τη σάρκα και να γράφεται με το αίμα σε μια γλώσσα πολύ πιο ανατρεπτική και βλάσφημη απ’ ό,τι είχε δει η ποίηση ως τότε – και θα δει στο μέλλον.

Ως εκ τούτου, δεν είναι κατανοητό πώς ένα ποίημα όπως το άκρως αισθαντικό «Sensation», που καθιέρωσε τις λεγόμενες «μπλε» ώρες της ημέρας, που μαζεύονται οι πότες στα καμπαρέ, και την αποθέωση του πλάνητα με ένα άμεσο, αδιαμεσολάβητο ύφος (Par les soirs bleus d’été, j’irai dans les sentiers / Picoté par les blés, fouler l’herbe menue:/ Rêveur, j’en sentirai la fraîcheur à mes pieds / Je laisserai le vent baigner ma tête nue / Je ne parlerai pas, je ne penserai rien:/ Mais l’amour infini me montera dans l’âme / Et j’irai loin, bien loin, comme un bohémien / Par la Nature, – heureux comme avec une femme») αποδίδεται στα ελληνικά ως ένα βαρύγδουπο ρομαντικό παραλήρημα με δημοτικίζοντες νεολογισμούς: «Θα βγω στα μονοπάτια ένα γαλάζιο βράδυ θερινό, στάχυα θα με τσιμπάνε και το νιο χορτάρι θα πατώ,/ και τη δροσιά στα πόδια μου, ονειρόβιος, θα νιώσω / Καμιά κουβέντα δεν θα κάνω και κανένα στοχασμό:/ Μα στην ψυχή θα ανέβει ο έρωτας χωρίς τελειωμό,/ μακριά, σαν τον αλήτη, έως τα πέρατα του δρόμου / μέσα απ’ τη Φύση, θηλυκό σαν να είχα στο πλευρό μου».

Αντίστοιχες δημοτικίζουσες αποδόσεις τύπου «πυρήνας τρυφεράδας», «δριμιά αύρα», «αέρας σαματατζής» βρίσκουμε, όμως, και στα υπόλοιπα ποιήματα. Εν ολίγοις, δεν μπορεί η δεινότητα μιας κοφτερής ποίησης, όπως αυτή του Ρεμπώ, να υπόκειται στους κανόνες μιας ξεπερασμένης προφορικότητας και μιας αναχρονιστικής λόγιας παράδοσης και ταυτόχρονα η ασπαίρουσα ζωντάνια των στίχων του να χάνεται κάτω από τον αναγκαστικό εξωραϊσμό της ρίμας (κάτι που προφανώς ο Ρεμπό υπονόμευε από τα μέσα).

Κρατάμε τον άκρως ενδιαφέροντα και καλογραμμένο επίλογο του βιβλίου, όπως και τις κατατοπιστικές σημειώσεις, που έρχονται σε αντίθεση με πολλές από τις μεταφραστικές επιλογές του ουσιαστικού, όσον αφορά το περιεχόμενο, γνώστη της ποίησης του Ρεμπό, Βασίλη Πατσογιάννη.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΜΙΛΙ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ ΕΔΩ

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΡΤΙΡ ΡΕΜΠΟ ΕΔΩ

Βιβλίο
0

LIVE!

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LiFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ