μοιάζει ατελείωτα αν σκεφτείς πως από μαζεύω ακόμα. έβαλα ηλεκτρική εταιρεία καθαρισμού ολικού έφερα και μαστόρους να αλλάξουμε πλακάκια. πίστευα απαλλάχθηκα έμοιαζε με καινούρια. δεν αρκείθα έρχεται πάντα αυτό το πρωινό της Κυριακής, θα πατάς κάποιο ξεχασμένο γυαλάκι θα σου ανοίγει πληγή τεράστια θα αρχίζει να τρέχει το αίμα σαν συντριβάνι και τα δάκρυα ταυτόχρονα δεν θα ξέρεις τι να πρωτοσκουπίσειςέκλαψα όταν έφυγεςέκλαψα μέχρι που άλλα δάκρυα δεν υπήρχαν. ποιο είναι αυτό το εσύ πια δεν θυμάμαι, μα θυμάμαι πως ένιωσα σαν ένα τεράστιο ολοστρόγγυλο μηδέν, που μεγάλωνε και φούσκωνε με κάθε αποχώριση. νόμιζα σε περίμενα. νόμιζα σε περιμένω μα γίνεται να έρθει ό,τι τρέμεις; μπήχτηκε το γυαλί της Κυριακής γελώντας. φοβάμαι την αγάπη αγάπη μουφοβάμαι την αγάπη όσο φοβάμαι την απόρριψη, την εγκατάλειψη, τους δρόμους που χωρίζουν, τους ανθρώπους που μεγαλώνουν μαζί, μα θέλουν να γεράσουν μόνοι, όσους πολιτισμένα δίνουν το χέρι σε μια βουβή παραδοχή πως βαρέθηκαν σε μια αστεία συμφωνία να συνεχίσουν μόνοι ή με άλλους, μα όχι μαζί, το μαζί κουράζει, το μαζί σέρνει βάρη το μαζί κουβαλάει σκόνη, το μαζί θέλει χώρο στην ντουλάπα το εγώ σου στριμωγμένο στην άκρη, κουράγιο και ιδρώτανόμιζα σε έψαχναμα φοβάμαι το μαζί