Ο Νικόλας Μυλωνόπουλος είναι ποιητής. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές, η μία αγγλόφωνη, και αυτές τις μέρες κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο από τις εκδόσεις Ταξιδευτής, μια συλλογή λυρικών ποιημάτων με τίτλο «Σπέρματα». Ο Νικόλας είναι πολύ ειδική περίπτωση ποιητή, γιατί βιοπορίζεται ως ποδοσφαιριστής και πορνοστάρ (είναι ο θρυλικός «Μάγος της Καλαμάτας»), ένας ποδοσφαιριστής και πορνοστάρ που όμως αγαπάει τον Άλφρεντ Τένισον, τον Αντονέν Αρτό και τον Καραβάτζο και έχει πολλά να πει για την ποίηση του Γουίτμαν και τον Τζέιμς Κλερκ Μάξγουελ. Η συζήτηση μαζί του ήταν μια μεγάλη έκπληξη, γιατί εκεί που θα περίμενες να μιλάει τη γλώσσα ενός σημερινού τριαντάχρονου, χρησιμοποιεί σχεδόν καθαρεύουσα και λέξεις που οι περισσότεροι συνομήλικοί του θα χρειάζονταν λεξικό για να τις καταλάβουν (κατά τη διάρκεια της απομαγνητοφώνησης, έκανα κάμποσες φορές στο Google search).
Ο Νικόλας έχει σπουδάσει Ψυχολογία, Συμβουλευτική και Ψυχοθεραπεία στο Πανεπιστήμιο του Μπόλτον και τα αγγλικά του είναι τόσο καλά όσο τα ελληνικά του. Το παιδί που την πρώτη φορά που πάτησε στην Αγγλία, στα 14 του, δήλωσε στους δικούς του «I’m writing history with golden letters» σήμερα μπορεί να καυχιέται αστειευόμενος ότι είναι «ο πιο ευφυής πορνοστάρ όλων των εποχών».
Ως άνθρωπος είμαι αυτάρκης, δεν θέλω τα πολλά για να ζήσω καλά. Όπως λέει ο Αμερικανός ποιητής Γουόλτ Γουίτμαν, που ήταν και υπέρμαχος των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων, «έχω μάθει ότι το να είμαι μ’ αυτούς που μ’ αρέσουν είναι αρκετό».
Αυτή είναι η κουβέντα με έναν «κατ’ ουσίαν αιρετικό».
— Λίγο πριν ξεκινήσουμε την κουβέντα μας σε άκουσα να λες «πιστεύω ακράδαντα πως ποιητής γεννιέσαι, πεζογράφος γίνεσαι».
Για μένα η πεζογραφία είναι βάδισμα. Η λυρική ποίηση που υπηρετώ είναι μια χορική γυμνότητα της ψυχής. Είναι χορός. Όπως το σύμπαν εκσπερματώνει την ενέργεια, και η Γη βρίσκεται εντός αυτού του σύμπαντος, ο λυρικός ποιητής μέσω του αγόγγυστου δονούμενου ψυχισμού του προσπαθεί να εναρμονίσει την ψυχή του με τις συμπαντικές εκρήξεις και να δημιουργήσει. Ο πεζογράφος μπορεί μέσω της ευρυμάθειάς του ή της εμβρίθειάς του σε έναν τομέα να εισχωρήσει στον χώρο των γραμμάτων. Ποιητής όμως γεννιέσαι, είναι δώρημα θεών σε αυτόν που εισήλθε στη διακονία του έρωτος. Και μιλάμε για τον ακραιφνή ποιητή, γιατί δεν είναι ποίηση όταν πετάμε ατάκτως στο χαρτί διάφορα λογάκια. Σίγουρα μπορεί να υπάρξει πεζόμορφη ποίηση που να ενέχει λυρισμό, αλλά τα ποιήματα που γράφονται σήμερα είναι στην πλειονότητά τους πεζόμορφα, σαν μικροί υποτυπώδεις στοχασμοί.

— Εσένα γιατί σε ενδιαφέρει μόνο η λυρική ποίηση; Και η ομοιοκαταληξία;
Έχει να κάνει με την πειθαρχία. Γενικώς στη ζωή μου έχω αυστηρή αυτοπειθαρχία, που τη μετουσιώνω σε δημιουργία όσον αφορά τη ρίμα και την ενυπάρχουσα φιλοσοφικότητα. Γιατί προσπαθώ σε ένα ποίημα –δηλαδή σε ένα αυτοτελές έργο– να συνδυάσω τη ρίμα και τη φιλοσοφικότητα, και ο αναγνώστης μέσω της εν διεγέρσει ταξιδεύτρας ψυχής του να ταξιδέψει. Γιατί ένα σονέτο, μια μπαλάντα, μπορεί να καταστεί αυτοτελές έργο τέχνης· το εκάστοτε σονέτο είναι ένα αυτοτελές βιβλίο. Θέλω να είμαι αντάξιος της παλιάς ρίμας των τροβαδούρων και των βάρδων της Προβηγκίας, της Ιταλίας – μην ξεχνάμε ότι ο μεγάλος Ιταλός ποιητής Πετράρχης έγραψε τα 365 σονέτα για τη Λάουρα, ή ότι ο Δάντης Αλιγκέρι έγραψε για τη Βεατρίκη, την πρωίμως εκλιπούσα γυναίκα του. Είναι δύσκολο το είδος, όπως και οι μπαλάντες, ο φημισμένος γενάρχης των καταραμένων ποιητών, κατά τον Αρθούρο Ρεμπό, ήταν ο Φρανσουά Βιγιόν. Έγραφε μπαλάντες γαλλικού τύπου, εγώ τις λέω «μυλωνοπούλειες μπαλάντες», γιατί διαφοροποιώ έναν στίχο σε κάθε στροφή, αλλά συνολικά είναι 28 στίχοι.

— Γιατί ασχολήθηκες με την ποίηση; Tι ανάγκη σού ικανοποιούσε;
Είναι ψυχική τέρψη και ηδονή. Στη ζωή μου έχω υπάρξει ένας άκρατα ηδονοθηρικός άνθρωπος, και η ποίηση σου παρέχει μια ηδονή γιατί είναι άμεσα συνυφασμένη με τη μούσα σου ή με τις μούσες σου, και πάνω απ’ όλα με τις Ελικωνιάδες Μούσες, που είναι η δύναμις για να προχωρήσεις, να πραγματώσεις και να μετουσιώσεις κάτι το εφήμερο σε κλέος άφθιτον στους αιώνες. Είναι κάτι το οποίο με γεμίζει ψυχικά και με κάνει να αισθάνομαι ότι παράγω έργο και πνευματικά κληροδοτήματα. Όπως στην πρόσφατη ποιητική μου συλλογή, στα «Σπέρματα», βάζουμε ένα στάρι ως βινιέτα, διότι το σπέρμα ως σπερματικός λόγος είναι μια σπορά. Μπορεί να εμπνεύσει, μπορεί να δημιουργήσει τέχνη, οιαδήποτε μορφή τέχνης, ένα ποίημα μπορεί να μετουσιωθεί σε πράξη. Ο μέγας Γκαίτε έλεγε ότι εν αρχή ην η πράξις και όχι ο λόγος, και συμφωνώ, γιατί ο άνθρωπος γεννιέται από μια ερωτική περίπτυξη. Από μια πράξη γεννιέται κάθε άνθρωπος· μετά ο άνθρωπος μπορεί να αρθρώσει λόγο, να κάνει πράγματα στη ζωή του που να τον γεμίζουν και να έχει μια πολυμήχανη χροιά, ή γενικώς να προοδεύσει στη ζωή του σε οποιοδήποτε τομέα –είμαι ανθρωπιστής και θέλω την ανέλιξη– και να κάμνει πράγματα στη ζήση του που θα επιφέρουν ψυχική πλησμονή.
— Πώς γεννήθηκε η αγάπη σου για τη λογοτεχνία; Και ειδικά για την ποίηση;
Ο πατέρας μου πέθανε όταν ήμουν τεσσάρων ετών. Ο αδελφός του πατέρα μου, ο Δημήτριος Ν. Μυλωνόπουλος, το αίμα μου, είναι ένας άνθρωπος πολυεπιστήμονας, καθηγητής πανεπιστημίου με πάνω από 12 πτυχία και φιλότεχνος. Σε κάποια ταξίδια με τη θεία μου με έπαιρναν μαζί, και από παιδάκι μελετούσα κλασική λογοτεχνία, διάβαζα Σαίξπηρ σε ηλικία δέκα χρονών. Και σε μουσεία πηγαίναμε, στο Λούβρο επί παραδείγματι, όπου είδα έναν πίνακα, τη «Σφαγή της Χίου» του Ντελακρουά, και καθόμουν και παρατηρούσα. Είναι αυτό που λέει ο μεγάλος ποιητής της αρχαιότητας, ο Σιμωνίδης ο Κείος: «η ποίηση είναι ζωγραφική ομιλούσα και η ζωγραφική είναι ποίηση σιωπώσα». Θωρούσα πίνακες και η φαντασία μου άρχιζε να καλλιεργείται, να δονείται και να σφυρηλατεί ένα ενδότερο αίσθημα πραγματώσεως μιας κατάστασης, η οποία αργά ή γρήγορα θα «ικανοποιούσε» το χάρισμά μου στην ποίηση. Διάβαζα λογοτεχνία και μελετούσα ζωγραφική. Στη συλλογή μου «Σπέρματα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ταξιδευτής περιλαμβάνονται δύο σχετικά ποιήματα, ένα ελληνόψυχο, η «Χρυσή Περικεφαλαία» –υπάρχει ομότιτλος πίνακας του Ρέμπραντ που λέγεται «Golden Helmet» και βρίσκεται στην Πινακοθήκη του Βερολίνου– και ένα αγγλόφωνο ποίημα, μπαλάντα, που τιτλοφορείται «The lute player». Και γι’ αυτό υπάρχει ομότιτλος πίνακας του Καραβάτζο. Θέλω κάπως να υπάρχει μια συνέχεια ζωγραφικής και ποίησης, και όπως είχε γράψει ο Νικόλαος Γύζης σε μια επιστολή του, «αν ξαναγεννηθώ, θα ήθελα να γίνω ποιητής και μουσικός».

— Αυτές σου οι επιρροές προέρχονται από τις περιηγήσεις που έκανες με τον θείο σου;
Η βοήθεια του θείου μου ήταν καταλυτική. Και η θεία μου είναι καθηγήτρια πανεπιστημίου, είναι φιλότεχνοι και οι δύο, και είναι η ζωή τους αυτή. Με τον θείο μου είχαμε πάει να σπουδάσουμε μαζί αγγλική γλώσσα το 2009 στο Spinnaker School στο Πόρτσμουθ της Αγγλίας. Μείναμε εκεί ένα διάστημα και παρότι υπήρχε ένα χάσμα ηλικίας, γιατί ο θείος μου τότε ήταν 48 χρονών κι εγώ 14, ήμασταν στο ίδιο επίπεδο κατ’ ουσίαν. Οι συμφοιτητές μας ήταν από όλη την υφήλιο. Μάλιστα, η καθηγήτρια με έβαζε να τους κάνω μάθημα γραμματικής και συντακτικού της αγγλικής γλώσσης, γιατί έβλεπε ότι ήμουν σε ανώτερο επίπεδο, παρότι ήμουν ο νεότερος. Μετά, όταν πήρα την απόφαση να σταματήσω τον επαγγελματικό αθλητισμό και συγκεκριμένα το ποδόσφαιρο, πήγα για σπουδές στην Αγγλία πάνω στην Ψυχολογία, τη Συμβουλευτική και την Ψυχοθεραπεία στο Πανεπιστήμιο του Μπόλτον που βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή του Μάντσεστερ. Τα καλά αγγλικά μου μού επέτρεψαν από νωρίς να διαβάζω σύγχρονη ποίηση στην αγγλική γλώσσα και να διαπιστώσω πως οι ποιητές πλέον, όταν γράφουν ένα σονέτο, δεν διατηρούν την πειθαρχία και τη φόρμα του παραδοσιακού σονέτου. Πλέον λένε «sonnet τάδε» και από κάτω δεν υπάρχει ούτε ρίμα ούτε τίποτα. Επί της ουσίας, αυτοί οι δημιουργοί προσβάλλουν τους προπάτορές τους που υπερασπίστηκαν αυτό το είδος και χάλασαν πολλή φαιά ουσία ούτως ώστε να διαμορφωθεί ένα ποιητικό οικοδόμημα τεραστίου εκτοπίσματος. Εγώ ηδονίζομαι που μπορώ να γράψω ένα αγγλικό σονέτο που να θυμίζει τον παλιό καλό καιρό.
— Ασχολήθηκες ποτέ επαγγελματικά με το αντικείμενο των σπουδών σου;
Όχι, όμως το άσκησα ανιδιοτελώς και αφιλοκερδώς για φίλους. Έχω κάνει συνεδρίες για να βοηθήσω, αλλά επί της ουσίας επιχειρώ μια ενδοσκόπηση του εαυτού μου και προσπαθώ να ερμηνεύσω τη ροπή που είχα προς τη λογοτεχνία. Διότι όταν σπούδαζα πήγαινα στη βιβλιοθήκη και έψαχνα τις περιπτώσεις σπουδαίων λογοτεχνών οι οποίοι έπασχαν από διάφορες ψυχικές διαταραχές όπως ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο μεγάλος Αμερικανός ποιητής και πεζογράφος, ο πρόδρομος του αστυνομικού μυθιστορήματος, ο οποίος έπασχε από διπολική διαταραχή. Βεβαίως, τον 19ο αιώνα που έζησε ο Πόε δεν υπήρχε διάγνωση για τη μανιοκατάθλιψη, η οποία τώρα στα ψυχιατρικά εγχειρίδια ονομάζεται διπολική διαταραχή ή διπολική συναισθηματική διαταραχή. Κι ο Μότσαρτ ήταν διπολικός, πολλοί μεγάλοι καλλιτέχνες, ζωγράφοι, μουσικοί, ποιητές έπασχαν από διπολική διαταραχή, και από σχιζοφρένεια. Γενικώς μου άρεσε να κάνω τέτοιες μελέτες μόνος μου, να κινούμαι και να συνδέω περιπτώσεις πάνω στη λογοτεχνία. Για να απαντήσω στην ερώτησή σου, όχι, δεν την ασκώ την ψυχολογία.
— Θα μου λύσεις μια απορία; Πώς ένας άνθρωπος με τόσο καλλιτεχνικές και πνευματικές ανησυχίες βιοπορίζεται από το ποδόσφαιρο;
Το ποδόσφαιρο για μένα είναι ένα είδος ψυχοθεραπείας, για να ξεφεύγω απ’ τα γραπτά μου. Από το να ανέβω στον Παρνασσό νοσταλγώντας τα περασμένα ή να πάω στο Κωρύκειο Άντρο, προτιμώ να παίζω ποδόσφαιρο, να βγάζω κάποια φράγκα –πέρα από άλλα εισοδήματα που έχω–, να χαλαρώνω και να αποδιώχνω την αρνητική ενέργεια και όλο αυτό που μου φέρνει η δημιουργία. Γιατί δημιουργώ με ταχείς ρυθμούς. Μπορεί μέσα στα «Σπέρματα» να περιέχονται 37 ποιήματα συν μία μετάφρασή μου ενός ποιήματος του Πέρσι Μπις Σέλεϊ, του μεγάλου φιλέλληνος Άγγλου λυρικού ποιητού, αλλά έχω δημιουργήσει 350 λυρικά ποιήματα. Πάντοτε μου αρέσουν ο λόγος και ο αντίλογος, με όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως φυλής, ερωτικού προσανατολισμού, κοινωνικού status. Δεν μου αρέσει να συμφωνώ, μου αρέσει να υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις, γιατί, στο κάτω-κάτω της γραφής, η συζήτηση είναι μια κοινή αναζήτηση προς κάτι. Οδηγούμεθα προς μια κατεύθυνση για να μπορέσουμε να βγάλουμε ένα συμπέρασμα. Ή, αν δεν μπορέσουμε, να εξασκήσουμε τον νου μας, όπως γυμνάζουμε τα πόδια και τα χέρια, με ασκήσεις, με ποδόσφαιρο, με μπάσκετ, με γυμναστήρια. Να γινόμαστε και καλύτεροι άνθρωποι.

— Οι εμπειρίες σου από τις άλλες ιδιότητές σου σε βοηθούν στην ποίηση;
Εννοείς απ’ τις ταινίες που έχω γυρίσει; Ένας από τους λόγους που έχω γυρίσει ερωτικές ταινίες, πορνογραφικές ταινίες είναι και το γεγονός ότι, επειδή δεν είναι αυτός κατ’ ουσίαν ο πραγματικός μου εαυτός, ήθελα να βρω έναν τρόπο ώστε, αργά ή γρήγορα, να μπορέσω να μετουσιώσω σε δημιουργία το ψυχικό άλγος που αισθανόμουν· το ψυχικό άλγος από τη μία πλευρά, και από την άλλη πλευρά μια πολύπλευρη ηδονή. Μέσω του πόνου οδηγούμαι στη δημιουργία, αν δεν νιώθω πόνο δεν μπορώ να δημιουργήσω. Θυμάμαι πως, όταν ευρισκόμουν σε ένα ταξίδι με τη δεύτερη σχέση μου, την πρώην μου, μια πόρνη πολυτελείας στο Μάντσεστερ, είχαμε πάει ένα ταξίδι στη Γρανάδα, στην Ανδαλουσία της Ισπανίας, και έβλεπα τον ήλιο που έλαμπε με τις πασιφαείς αχτίδες του, και της είχα πει «όλα καλά». Υπάρχει τεράστια πραότητα μέσα μου, πρέπει να με γκρεμίσω και να με αναστηλώσω, κάτι που θα μου δώσει μεγαλύτερη ηδονή από το να έχω την απτή ηδονή της ερωτικής συνευρέσεως με μια γυναίκα και όλο αυτό το οποίο εξελίσσεται μέσω της ερωτοπάλης.
— Οι άλλοι ποδοσφαιριστές, οι συνάδελφοί σου, πώς αντιδρούν όταν σε ακούνε να μιλάς με αυτόν τον τρόπο; Εγώ θα σε φοβόμουν λίγο.
Στην τελευταία μου ομάδα διετέλεσα αρχηγός, έβγαζα λόγους και οι συμπαίκτες μου με ξέρουν καλά, επειδή και στα έργα μου χρησιμοποιώ την καθαρεύουσα, λόγιες εκφράσεις που με γεμίζουν, γιατί με κάνουν να εναρμονίζομαι με το αμήχανον κάλλος της ελληνικής γλώσσης – η καθαρεύουσα είναι πολύ κοντά στα ελληνικά (σ.σ. τα αρχαία ελληνικά). Έχω χρησιμοποιήσει και λόγιες εκφράσεις, για παράδειγμα «έπεα πτερόεντα» ή, όπως έλεγαν οι Λατίνοι, «verba volant, scripta manent», τα λόγια φτερουγίζουν και χάνονται, τα γραπτά μένουν, αν δεν μετουσιωθούν σε πράξεις, ή «το δέον γενέσθαι είναι γενηθήτω», το πρέπον πρέπει να το διεκπεραιώσουμε μέσα στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Οι συμπαίκτες μου μπορεί να γελάσουν λίγο, να πουν «τι εννοεί;». Εντάξει, τα παιδιά που ασχολούνται με το ποδόσφαιρο δεν έχουν κάποιο υπόβαθρο πνευματικό και το περιμένω αυτό, αλλά δεν έχω εισπράξει αρνητική ενέργεια ή καχυποψία, ή ερωτήσεις του τύπου «γιατί το κάνει αυτό»; Δεν προσπαθώ να κάνω επίδειξη γνώσεων, το κάνω επειδή μου το ζητούν. Ειρήσθω εν παρόδω και ορμώμενος από αυτό που λες, βλέπω σε συναναστροφές στα social media, λ.χ., στο Instagram, πως όταν μιλάω με κάποια κοπέλα για να την προσεγγίσω ερωτικά, αν χρησιμοποιήσω έναν λόγο πιο ποιητικό, με μια λογοτεχνική ροή, με λέξεις προσεγμένες, καλοδουλεμένες, με αντιμετωπίζει με καχυποψία και με μπλοκάρει.
— Ο λόγος τρομάζει πιο πολύ από μια dick pic. Είναι φοβερό.
Έχει τεράστια δύναμη ο λόγος και βέβαια μπορεί να τρομάξει. Αυτό είμαι, δεν μπορώ να αλλοιώσω τον εαυτό μου για να συμβαδίσω με τα δεδομένα της σύγχρονης εποχής. Πιστεύω στην αυθεντική διαφορετικότητα, και την υπερασπίζομαι από όπου κι αν προέρχεται. Κι επειδή έχω κάνει αρκετά διαφορετικά πράγματα στη ζωή μου τα οποία δεν έχουν και κάποια συνοχή μεταξύ τους, είμαι ένας άνθρωπος που ενδεχομένως να παρεξηγηθεί. Για παράδειγμα, γιατί και ερωτική ταινία και ποίηση και τερματοφύλακας; Στην πρώτη μου ερωτική ταινία απήγγειλα Σοφοκλέους Αντιγόνη από το πρωτότυπο. Η συμπρωταγωνίστριά μου είπε «με έφερε εδώ ο σκηνοθέτης για να γυρίσω πορνό ή για να κάνω μάθημα αρχαίων ελληνικών;». Αυτή η κοπέλα ήθελε να κάνουμε σχέση μετά. Πιστεύω ότι όσοι άνθρωποι γουστάρουν αυτό που είναι ο Νικόλας Μυλωνόπουλος γουστάρουν αυτό που είμαι εγώ, καθ’ ολοκληρίαν εμένα, όχι μεμονωμένες πτυχές μου. Είναι σημαντικό να γουστάρεις ο ίδιος τον εαυτό σου, να είσαι αγέρωχος. Δεν πιστεύω τόσο πολύ στους κινούμενους δείκτες, πιστεύω στο άχρονο, στο διαχρονικό. Πιστεύω ότι η Ιστορία κάνει κύκλους. Πιστεύω πάρα πολύ στον Έλληνα του είδους: μπορεί ο άλλος να είναι από οπουδήποτε και να είναι Έλληνας στο είδος, και ο Έλληνας στο είδος είναι πολύ ανώτερος από τον Έλληνα στο γένος. Αυτός είναι πολύ μεγαλύτερος από εκείνον που λέει «είμαι Ελληναράς» και υπάρχει αυτός ο δηθενισμός και αυτό το ψευδεπίγραφο και αυτή η ρέουσα κιβδηλότητα της εποχής μας με όλα αυτά τα φάσματα που βλέπουμε, φασισταριά και όλα αυτά τα βδελύγματα και τα απολειφάδια τα σύγχρονα.

— Πώς γράφεις;
Ό,τι γράφω εν γένει είναι χειρόγραφο. Πρώτα τα γράφω με το χέρι και μετά τα μεταφέρω στον υπολογιστή, και στην Αγγλία όταν έγραφα τις φοιτητικές μου εργασίες το ίδιο έκανα. Είμαι παλαιάς κοπής άνθρωπος, πάντοτε τα γράφω στο χαρτί και μετά τα περνάω σε ηλεκτρονική μορφή, δεν το γνωρίζω και πολύ καλά το word, ξέρω μόνο να γράφω. Δεν είμαι κατά της τεχνολογίας, άλλωστε κι εγώ μόλις έγινα 30 ετών, δεν μου αρέσει όμως που τα περισσότερα παιδιά ενστερνίζονται άκριτα μια πληροφορία χωρίς να την επεξεργαστούν, γιατί δεν έχουν αναπτύξει κριτική ικανότητα, δεν έχουν διαβάσει ένα βιβλίο, και με αυτόν τον τρόπο χάνεται και το βιβλίο, αυτή η ανθρωπιστική προσέγγιση των πραγμάτων, το humanism. Όταν πας να αντικαταστήσεις τον ανθρωπισμό με την τεχνητή νοημοσύνη, φονεύεις εμμέσως τον άνθρωπο, τον «ευνουχίζεις», τον θεωρείς ένα ξεπερασμένο είδος, εναντιώνεσαι στη φύση. Το ChatGPT σε λίγα χρόνια θα οδηγήσει πάρα πολλούς νέους ανθρώπους στην κατάθλιψη ή σε ακόμα χειρότερα πράγματα, διότι τρελαίνει. Βλέπω τον κολλητό μου επί παραδείγματι, ο οποίος κάθεται στο ChatGPT και μιλάει για προηγούμενες σχέσεις του και ρωτάει τι πήγε λάθος, και μου λέει «αυτά που μου έχεις πει εσύ τα λέει και το ChatGPT», αλλά εγώ δεν είμαι ένα bot. Συμβουλεύεται το GPT για το τι να κάνει στη σχέση του και του ζητάει να σχολιάσει τη συμπεριφορά της συντρόφου του… Είμαστε στα όρια της ψυχοπάθειας. Το χάδι το άμεσο, το ανθρώπινο, είναι η ισχύς της συναισθηματικής φόρτισης και της συναισθηματικής πλησμονής.
Πλησίον είναι η ποίηση, ένα χάδι στην ψυχή που μπορεί να ξεκλειδώσει και τη βιωματικότητα του εκάστοτε ανθρώπου. Μέσα σ’ ένα ποίημα μπορεί κανείς να εντοπίσει πράγματα συγκεκριμένα και διαβάζοντάς το μετά από 20 χρόνια να διακρίνει διαφορετικά πράγματα, να το δει αλλιώς, με βάση όσα έχει περάσει κατά τη διάρκεια του lifespan, του κύκλου της ζωής του. Εξαλείφεται η ανθρωπότητα σιγά-σιγά και με όλα αυτά που γίνονται στο παγκόσμιο γίγνεσθαι αποκαλύπτεται ότι ο άνθρωπος δεν έχει καμία αξία, καμία υπόληψη, και γι' αυτό έχει αποκτήσει barcode, είναι ένας αριθμός. Λες και είναι φυλακισμένος. Οι άνθρωποι νομίζουν ότι είναι χειραφετημένοι, νομίζουν ότι έχουν ουσιαστική ελευθερία, όμως δεν έχουν, δεν σκέφτονται, κι άμα δεν σκέφτεσαι, είσαι αντικείμενο. Πιστεύω ότι και ο ποιητής αλλά και ο πεζογράφος ασκούν επιρροή, είναι ελεύθεροι. Γράψε μια πρόταση αυθεντική, δική σου. και κάν’ τη ζωή. Και είσαι ελεύθερος. Δεν χρειάζεται να γράψεις ένα αυτοτελές ποίημα ή να ζωγραφίσεις έναν πίνακα ή να γίνεις ένας Γιαννούλης Χαλεπάς και να δημιουργήσεις μια Κοιμωμένη. Γράψε μια πρόταση απλή, ένα απόφθεγμα, μια ρήση, και κάν’ το ζωή.
Ως άνθρωπος είμαι αυτάρκης, δεν θέλω τα πολλά για να ζήσω καλά, δηλαδή είναι αυτό που λέει ο Αμερικανός ποιητής Γουόλτ Γουίτμαν, που ήταν και υπέρμαχος των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων, «έχω μάθει ότι το να είμαι μ’ αυτούς που μ’ αρέσουν είναι αρκετό». Είμαι ένας εξαιρετικά ευαίσθητος άνθρωπος – το πρόθημα «ευ-» σημαίνει καλός, είναι αυτός που έχει καλές αισθήσεις. Μέσα σε έναν κόσμο που έχει μετατραπεί από κόσμημα των κοσμίων σε κάτι απόκοσμο, οτιδήποτε κακό βάλλει εναντίο της ανθρωπότητος εμένα με προβληματίζει, με φθείρει ψυχικά. Δηλαδή ένας ακραιφνής ποιητής πρέπει να επωμίζεται ολάκερη την ευθύνη. Είναι αυτό που λέει ο Νίκος Καζαντζάκης, ότι «εγώ έχω την ευθύνη», κι αν τα πάντα γκρεμίζονται γύρω μου, εγώ έχω την ευθύνη να σώσω τον κόσμο. Είμαι ένας άνθρωπος που γενικά πονάει πολύ, αλλά αυτό είναι και κάτι που με ταλανίζει πάρα πολύ επειδή έχω αντιφατικές ιδιότητες.
— Τι είναι αυτό που σε ταλανίζει περισσότερο;
Ένα πράγμα που με ταλανίζει σε έκδηλο βαθμό είναι ένα είδος υστεροφημίας που θέλω να έχω, θέλω οι άνθρωποι κάποια στιγμή να με μελετήσουν και να με θυμούνται ως ποιητή. Γενικώς ό,τι έχω κάνει στη ζωή μου το έχω κάνει για χάρη της ποίησης. Και για να διώξω λίγο τη μελαγχολία μου, είμαι ο πιο ευφυής πορνοστάρ όλων των εποχών!