«Μέρες δίχως τέλος»: Μια ιστορία αγάπης δύο στρατιωτών με φόντο των Αμερικανικό εμφύλιο

«Μέρες δίχως τέλος»: Μια ιστορία αγάπης δύο στρατιωτών με φόντο των Αμερικανικό εμφύλιο Facebook Twitter
Tα αγόρια δεν έχουν δικαίωμα στον φόβο αλλά μόνο στην παράλογη ορμή. Φωτογραφία: Library of Congress
2

Δύο αγόρια ερωτεύονται σφόδρα και μένουν να ανακαλύπτουν ο ένας τον άλλο κάτω από τις πιο άθλιες συνθήκες και την πλέον δύσβατη ιστορική συγκυρία. Δεν μιλάμε για οποιεσδήποτε περιπτώσεις, αφού ο φερμένος από την Ιρλανδία Τόμας Μακνάλτι και ο σύντροφός του Τζον Κόουλ παλεύουν με δαίμονες και αγγέλους στην αμερικανική ήπειρο του Εμφυλίου, σκοτώνουν και σχεδόν σκοτώνονται, βλέπουν Αμερικανούς στρατιώτες να εξοντώνουν τους Ινδιάνους αλλά και εκείνους να παίρνουν ως αναμνηστικό τα σκαλπ, άλλους να ακρωτηριάζονται και τους περισσότερους να φεύγουν γρήγορα από τη ζωή, χωρίς καν να έχουν καταλάβει τον λόγο.

Σε αυτό το τοπίο, όπου εκκολάπτεται η βαναυσότητα, κανένας δεν έχει λόγο να ελπίζει: και όμως, σε αυτήν ακριβώς τη συνθήκη ο γενεαλογικά αισιόδοξος Ιρλανδός αφηγητής του βιβλίου, ο οποίος βιώνει μέρες δίχως τέλος –απ' όπου και ο τίτλος του ομώνυμου βιβλίου του Σεμπάστιαν Μπάρι σε μετάφραση Μαρίας Αγγελίδου–, έχει έναν βασικό λόγο να ονειρεύεται, και αυτός δεν είναι άλλος από την αγάπη. Αγάπη για τον σύντροφό του και συναγωνιστή Τζον Κόουλ, αγάπη για τη Γουινόνα, τη μικρή Ινδιάνα που θα υιοθετήσουν μαζί αργότερα, διαμορφώνοντας μια ιδιόμορφη οικογένεια, αγάπη για μια τραυματισμένη περιστέρα ή για τα ταλαιπωρημένα άλογα που πάσχουν –και αυτά μαζί με τους μαχητές–, αλλά αγάπη και για την κάθε μέρα που τους χαρίζει απλόχερα το φως της.

Ώρες-ώρες ο αναγνώστης νιώθει ότι καταρρέει υπό το έντονο βάρος των αδρών περιγραφών που δεν επιτρέπουν καμία ουδετερότητα: από τις σκηνές των συγκρούσεων που αποκαλύπτονται στην πιο πρωτόφαντη, ιλιαδική τους λεπτομέρεια έως τις μάχες που δίνουν οι δύο φίλοι και εραστές καθημερινά για να επιβιώσουν


Ώρες-ώρες ο αναγνώστης νιώθει ότι καταρρέει υπό το έντονο βάρος των αδρών περιγραφών που δεν επιτρέπουν καμία ουδετερότητα: από τις σκηνές των συγκρούσεων που αποκαλύπτονται στην πιο πρωτόφαντη, ιλιαδική τους λεπτομέρεια έως τις μάχες που δίνουν οι δύο φίλοι και εραστές καθημερινά για να επιβιώσουν, όπου νιώθεις κάθε πεινασμένη ανάσα και το ελάχιστο δευτερόλεπτο που το σώμα παλεύει να παραμείνει στη ζωή. Και είναι εδώ ακριβώς που υπεισέρχεται ο παράγοντας «υψηλή λογοτεχνία», αφού η μαστοριά του Μπάρι όχι μόνο αποδίδει με ακρίβεια το θάμβος της ύπαρξης αλλά αποκαλύπτει μια ιδανική ακροβασία ανάμεσα στη μελωδία του ρυθμού και στην τραχύτητα των λέξεων, επιτρέποντας να ακουστούν ακόμα και οι σιωπές.

Ας μην ξεχνάμε ότι για τους Ιρλανδούς –με πρωτομάστορα τον Μπέκετ– η ανάσα είναι μια ολόκληρη κληρονομιά και δεν υπάρχει περίπτωση να μην τη νιώσεις στις φράσεις αλλά και στην ίδια τη φύση, ακόμα και τις άγονες εκείνες μέρες, όταν, όπως τονίζει ο συγγραφέας, «φλέβες από φως, λεπτές και μακριές, κατεβαίνουν ίσαμε κάτω στη σοβαρή, στην αμείλικτη κι ασάλευτη γη». Αυτές οι μέρες μοιάζουν να διαδέχονται χωρίς νόημα η μία την άλλη και διαφοροποιούνται μόνο όταν ενσκήπτει κάποιο φονικό, όταν έρχεται, πάντα με τεράστια καθυστέρηση, η κρατική βοήθεια και όταν καταφέρνουν να φτάσουν (σχετικά) σώοι στο επόμενο χωριό.

Ο ατελεύτητος κύκλος της μάχης για την επιβίωση, σε σημείο που αναρωτιέσαι πού διαφοροποιείται η ανθρώπινη υπόσταση από εκείνη των υπόλοιπων όντων, είναι αδιανόητος, είτε οι στρατιώτες παλεύουν με την απόλυτη παγωνιά είτε με τον αδιανόητο καύσωνα, με τους Ινδιάνους στην πρώτη φάση του πολέμου ή με τους αντιπάλους τους από τον αμερικανικό Νότο στη δεύτερη. Εκ των πραγμάτων, τα αγόρια δεν έχουν δικαίωμα στον φόβο αλλά μόνο στην παράλογη ορμή: «Οι φόβοι μας καίγονται στη φωτιά της μάχης, στάχτη γίνονται κι αφήνουν πίσω τους φονικό κουράγιο. Παιδιά του ουρανού είμαστε τώρα και κλέβουμε μήλα απ' το περιβόλι του Θεού δίχως φόβο, δίχως φόβο, δίχως κανένα φόβο».


Ενίοτε έχεις την αίσθηση ότι ο Μπάρι, ένας αυθεντικής στόφας συγγραφέας, δεν μιλάει μόνο για τους συντοπίτες του, οι οποίοι, όπως ο ορφανός Ιρλανδός πρωταγωνιστής του Τόμας Μακνάλτι, βρέθηκαν σε έναν άγνωστο τόπο και συνέβαλαν με τον τρόπο τους στο να στηθεί ένα κράτος από την αρχή, αλλά αναφέρεται στο διαχρονικό στάτους των προσφύγων και του ξεριζωμού εν γένει. Σαν να ορίζει το γενεαλογικό μονοπάτι που οδηγεί στην αρχέγονη θέση του πρόσφυγα και στην αθλιότητα που περιβάλλει κάθε νεοφερμένο: «Σκουλήκια, ψύλλοι, ψείρες, σκάβουνε τα κορμιά. Άνθρωποι τόσο άρρωστοι, που δεν χρειάζεται να πεθάνουν από τις αρρώστιες τους – πεθαίνουν από τον θάνατο τον ίδιο. Άνθρωποι τόσο γεροί, που δύσκολα τους σκοτώνει κανείς. Όταν σου δίνουν το ξεροκόμματό σου, το χώνεις όλο βιάση στο στόμα σου, να το καταπιείς πριν σου το βουτήξουν. Ούτε χαρτιά ούτε μουσική, μόνο βουβό πεισματάρικο μαρτύριο. Κάποιοι χάνουν τα μυαλά τους – κι είναι τυχεροί. Άλλους τους σκοτώνουν επειδή γελιούνται και πατάνε την απαγορευμένη γραμμή, μια σειρά άσπρα πασσαλάκια κοντά στον ξύλινο φράχτη του καταυλισμού. Στέκονται σαν χαμένοι, δεν ξέρουν πού βρίσκονται... Στέκουν αμίλητοι, με βλέμμα τρελό, και κοιτάνε το άνοιγμα της σκηνής τους. Γένια μακριά, μουστάκια μακριά. Στέκουν έτσι όλη μέρα, βδομάδες, βδομάδες, μετά πλαγιάζουν και δεν σηκώνονται. Όσο για τους μαύρους, οι Αντάρτες τους μισούνε. Σαράντα βουρδουλιές σ' έναν πληγωμένο. Μια πιστολιά στο κεφάλι, στα καλά καθούμενα. Ο Τζον Κόουλ πάει να μιλήσει, αλλά τον σταματάω, ξανά και ξανά».

«Μέρες δίχως τέλος»: Μια ιστορία αγάπης δύο στρατιωτών με φόντο των Αμερικανικό εμφύλιο Facebook Twitter
Η μαστοριά του Μπάρι όχι μόνο αποδίδει με ακρίβεια το θάμβος της ύπαρξης αλλά αποκαλύπτει μια ιδανική ακροβασία ανάμεσα στη μελωδία του ρυθμού και στην τραχύτητα των λέξεων, επιτρέποντας να ακουστούν ακόμα και οι σιωπές.

Αρκεί κανείς να φανταστεί ότι οι μοναδικές ωραίες στιγμές για τον Τόμας και τον Τζον ήταν όταν αναγκάστηκαν ως έφηβοι να δουλέψουν σε ένα σαλούν όπου, αντί πινακίου φακής, φορούσαν γυναικεία ρούχα και λικνίζονταν για τους μεταλλωρύχους που σύχναζαν στο μέρος! Όταν στα 17 κρίνονται πια μεγάλοι για να διατηρήσουν ζωντανό το ενδιαφέρον των θαμώνων, θα καταταγούν στον αμερικανικό στρατό. Οι μετατοπίσεις, από την πιο παράδοξη θέση του χορευτή με τα γυναικεία ρούχα σε αυτήν του πιο σκληρού ρόλου του πολεμιστή, αυτομάτως καταργούν τα όρια των στερεοτύπων, αποκαλύπτοντας νέες εκφάνσεις σε ρόλους που κανείς δεν έχει φανταστεί.


Έτσι, όλα μοιάζουν φυσικά σε ένα περιβάλλον εντελώς αφύσικο κι αυτό δεν είναι το πλέον παράδοξο στον τρόπο που λειτουργούν οι αντιφάσεις. Εκεί όπου υπάρχει απόγνωση διαφαίνεται η χαρά –ναι, τα δύο αγόρια χαίρονταν να χορεύουν για τους άνδρες!– και εκεί όπου κατισχύει το αδιέξοδο, εμφανίζεται άξαφνα η λύση. Ο αέναος κύκλος της λογοτεχνίας και της ζωής. Ακριβώς επειδή όλα φαντάζουν σχεδόν φυσικά –οι εναλλασσόμενοι ρόλοι, η ατέρμονη βία και οι θάνατοι– το μόνο που μπορεί να αντισταθμίσει το αίσθημα ενοχής είναι ο άγραφος κανόνας της τιμιότητας που κάνει τους δύο πρωταγωνιστές να μη χάνουν τη στοιχειώδη ανθρώπινη υπόστασή τους: αυτός τους οδηγεί στο να σεβαστούν τους Ινδιάνους που ζητάνε ανακωχή ή τις γυναίκες που πέφτουν θύματα της αλόγιστης βίας.

Αλλά, και πάλι, όλα αυτά δεν συνιστούν το κατεξοχήν όπλο που βοηθάει τους δύο πρωταγωνιστές να αντέχουν και δεν είναι άλλο, όπως είπαμε αρχικά, από την αγάπη. Αυτή είναι που κάνει τον αφηγητή Τόμας να ανασταίνεται κάθε φορά που βλέπει το πανέμορφο πρόσωπο του φίλου του: «Κι αυτό δεν θ' άλλαζε ποτέ. Φούσκωνε η καρδιά και η ψυχή τραγουδούσε. Ολοζώντανοι στην καρδιά της ζωής ήμασταν. Κι ευτυχισμένοι σαν τα χελιδόνια στις φωλιές τους, κάτω από τις μαρκίζες της σκεπής».

Ακόμα και ο σκληρός, πλην όμως ακριβοδίκαιος λοχίας των στρατιωτών, το μόνο πράγμα για το οποίο θα μετανιώσει, όπως τουλάχιστον θα ομολογήσει στο νεκροκρέβατό του, δεν είναι για τους νεκρούς αλλά για το ότι παντρεύτηκε μια γυναίκα που δεν αγαπούσε. Αγάπη νιώθουν αμφότεροι οι πρωταγωνιστές για τη μικρή Ινδιάνα που υιοθετούν, αγάπη για όλα όσα θα καταφέρουν να μοιραστούν ή, τουλάχιστον, ελπίζουν να έρθουν στο μέλλον. Η αγάπη ωραιοποιεί την απόλυτη ασχήμια και καταυγάζει ομορφιά από κει που απουσιάζει ακόμα και στοιχειωδώς οτιδήποτε αξιοσήμαντο – αλλά αυτό, τελικά, δεν είναι που κάνει ο συγγραφέας με το έργο του;

Άλλωστε, πίσω από την ομολογία του πρωταγωνιστή προς τον εραστή του κρύβεται η γεμάτη αγάπη εξομολόγηση του ίδιου του συγγραφέα Σεμπάστιαν Μπάρι στον γιο του, ο οποίος τόλμησε να προβεί σε δημόσια δήλωση για την ομοφυλοφιλία του και να χειροκροτηθεί από τον ίδιο του τον πατέρα, δείχνοντας πως η λογοτεχνία μπορεί τελικά να καταφέρει ό,τι δεν έχει λύσει η κοινωνία ή η οικογένεια και τελικά να το αποθεώσει ακόμα και στην πιο βάρβαρη συνθήκη.

Βιβλίο
2

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Αρχαιολογία / Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Η διακεκριμένη ιστορικός Mary Beard στο βιβλίο της «Οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες. Οι ηγεμόνες του αρχαίου ρωμαϊκού κόσμου», παρουσιάζει τη ζωή και το έργο των αυτοκρατόρων μέσα από ανεκδοτολογικές αφηγήσεις και συναρπαστικές λεπτομέρειες, που θυμίζουν απολαυστικό μυθιστόρημα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια εστιάζει στον ρόλο των δούλων, τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και στη σεξουαλική ζωή των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
M. HULOT
Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Βιβλίο / Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Από την Αμοργό ως την Αλεξανδρούπολη και από την Ξάνθη ως τη Μυτιλήνη, τα μικρά βιβλιοπωλεία αποκτούν για πρώτη φορά συλλογική φωνή. Βιβλιοπώλες και βιβλιοπώλισσες αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Lifo Videos / «Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Η Αγλαΐα Παππά διαβάζει ένα απόσπασμα από τις βέβηλες και αμφιλεγόμενες «120 Μέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, ένα βιβλίο αναγνωρισμένο πλέον ως αξεπέραστο λογοτεχνικό αριστούργημα και χαρακτηρισμένο ως «εθνικός θησαυρός» της Γαλλίας.
THE LIFO TEAM
Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

2 σχόλια