«ΠΟΣΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΕΧΩ υψωμένα;». Ο Γουίνστον Σμιθ, ο πρωταγωνιστής του «1984», απαντά με βάση αυτό που του λένε τα μάτια του: τέσσερα. Όμως ο εκπρόσωπος του κόμματος που διευθύνει την επανεκπαίδευσή του επιμένει ότι είναι πέντε. Με ηλεκτροσόκ και διάφορες μορφές βασανιστηρίων, αρχίζει να αμφιβάλλει για τη δική του αντίληψη, ώσπου στο τέλος του βιβλίου συμφωνεί και ο ίδιος: είναι πέντε, χωρίς αμφιβολία. Αυτό το απόσπασμα από το διάσημο δυστοπικό μυθιστόρημα του Τζορτζ Όργουελ, στο οποίο η αλήθεια υποκύπτει στην πίεση της εξουσίας, δίνει τον τίτλο στο νέο ντοκιμαντέρ του 70χρονου σκηνοθέτη Ραούλ Πεκ, «Orwell: 2+2 = 5», που έκανε την επίσημη πρεμιέρα του στο πρόσφατο φεστιβάλ των Καννών.
Αυτή η σκηνή είναι το σύμβολο που επέλεξε ο Πεκ για να περιγράψει μια κοινωνία στην οποία οι θέσεις του Όργουελ δεν αποτελούν πλέον προβλέψεις για το μέλλον, αλλά τωρινή πραγματικότητα. Το όραμά του –βασισμένο σε νεολογισμούς όπως «Big Brother», «newspeak», «doublethink» ή «thoughtcrime»– διασταυρώνεται με ένα παρόν που χαρακτηρίζεται από διαρκή επιτήρηση, κοινωνικό φόβο και την καταρράκωση της έννοιας της αλήθειας. Με αφηγητή τον ηθοποιό Ντέμιαν Λιούις, το ντοκιμαντέρ συνυφαίνει τα κείμενα και τις επιστολές του Όργουελ με αρχειακές φωτογραφίες, αποσπάσματα από τις κινηματογραφικές μεταφορές του 1984 (μία γυρισμένη το 1956, με τον Έντμουντ Ο'Μπράιαν, και μία άλλη το 1984, με τον Τζον Χερτ), καθώς και σκηνές από άλλες ταινίες, από τον «Όλιβερ Τουίστ» μέχρι το «Νότινγκ Χιλ» (!), και εικόνες που προέρχονται από την τηλεόραση και τα κοινωνικά δίκτυα.
«Είναι σαν να προστίθενται κάθε χρόνο νέες λέξεις στο μεγάλο λεξικό του newspeak. Νέες λέξεις που, όμως, εξυπηρετούν πάντα την ίδια λειτουργία: να εμποδίζουν τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα».
Για τον Όργουελ, κάθε του έργο ξεκινούσε με μια αίσθηση αδικίας με την οποία ήθελε να αναμετρηθεί. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι για τον Πεκ ισχύει το ίδιο. Από την πρώτη του ταινία μικρού μήκους με θέμα την επίσκεψη του Κουβανού τροβαδούρου Κάρλος Πουέμπλα στο Βερολίνο του Ψυχρού Πολέμου, μέχρι τις ταινίες του για τον Τζέιμς Μπόλντουιν (I Am Not Your Negro) ή για τον Νοτιοαφρικανό φωτογράφο Έρνεστ Κόουλ, που έκανε πρεμιέρα στις Κάννες πέρυσι, ο κινηματογράφος του ακολουθεί μια σαφή και συνεπή πολιτική γραμμή. «Προέρχομαι από την Αϊτή», λέει ο ίδιος. «Από πολύ νωρίς είδα τις υποκρισίες εκείνων που διακηρύσσουν ότι υπερασπίζονται τη δημοκρατία. Επίσης είμαι μαύρος και κατά συνέπεια έχω βρεθεί αντιμέτωπος με κοινωνίες που είχαν αποφασίσει ότι δεν είχα δικαίωμα ύπαρξης».

Περισσότερο από μια συνηθισμένη βιογραφική προσέγγιση, το ντοκιμαντέρ ανακαλεί τον Όργουελ στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Άρρωστος από φυματίωση και απομονωμένος σε μια απομακρυσμένη φάρμα σ’ ένα μικρό νησί της Σκωτίας, ήταν αποφασισμένος να ολοκληρώσει το «1984» πριν να είναι πολύ αργά. Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1949, μόλις έξι μήνες πριν από τον θάνατό του.
Ο Πεκ έχει ως αφετηρία το περίφημο εξουσιαστικό σλόγκαν του που δομεί το μυθιστόρημα: «Ο πόλεμος είναι ειρήνη. Η ελευθερία είναι σκλαβιά. Η άγνοια είναι δύναμη». Και το χρησιμοποιεί για να εξετάσει τους τρόπους με τους οποίους ο φασισμός απειλεί να επιστρέψει σε όλο τον κόσμο. Μέσα από τις εικόνες του, παρελαύνουν ο Πούτιν, ο Νετανιάχου, ο Μιλέι και η Μελόνι, αν και ο μεγάλος πρωταγωνιστής είναι φυσικά ο Ντόναλντ Τραμπ και η συστηματική περιφρόνηση της αλήθειας.
Ένα από τα πιο συναρπαστικά κεφάλαια του ντοκιμαντέρ είναι αφιερωμένο στο «newspeak», την ειδησεογραφική γλώσσα που έχει σχεδιαστεί για να περιορίζει την κριτική σκέψη μέσω ευφημισμών και προκατασκευασμένων φράσεων. «Είναι σαν να προστίθενται κάθε χρόνο νέες λέξεις στο μεγάλο λεξικό του newspeak», λέει. «Νέες λέξεις που, όμως, εξυπηρετούν πάντα την ίδια λειτουργία: να εμποδίζουν τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα».
Στο ντοκιμαντέρ, ο Πεκ απαριθμεί μια μακρά σειρά από πρόσφατα παραδείγματα τέτοιων ευφημισμών, όπως «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» (πόλεμος), «νόμιμη χρήση ισχύος» (αστυνομική βία), «περικοπές» (μείωση κοινωνικών προγραμμάτων) ή «φορολογική βελτιστοποίηση» (φοροδιαφυγή). Και ένα ακόμη πιο αμφιλεγόμενο: Ο «αντισημιτισμός» που χρησιμοποιείται «για την απονομιμοποίηση κάθε κριτικής στις στρατιωτικές ενέργειες του κράτους του Ισραήλ», όπως λέει ο Πεκ, θέση που έγινε δεκτή με χειροκροτήματα στην πρεμιέρα της ταινίας στις Κάννες. «Δεν λέω ότι ο αντισημιτισμός δεν υπάρχει, αλλά αυτό είναι άλλο πράγμα. Και κανείς δεν πρέπει να με κατηγορήσει ότι λέω κάτι αμφιλεγόμενο ή διφορούμενο. Οι περισσότερες από τις ταινίες μου έχουν μιλήσει για το Ολοκαύτωμα», λέει.

Πιστεύει ότι οι καταπιεσμένοι έχουν πάντα δίκιο, όπως υποστήριζε ο Όργουελ; «Βασικά, ναι. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι υποστηρίζω όλες τις μεθόδους. Για παράδειγμα, δεν υποστηρίζω τη Χαμάς και τις πολιτικές της. Υποστηρίζω την αντίσταση, επειδή πρόκειται για έναν λαό που καταλαμβάνεται από έναν άλλο, αλλά όχι αυτόν τον τρόπο σύγκρουσης», διευκρινίζει ο Πεκ. Για τον ίδιο, η τρομοκρατία δεν έρχεται από το πουθενά: εμφανίζεται όταν όλοι οι άλλοι τρόποι έχουν αποτύχει.
«Κανείς δεν γεννιέται με γιλέκο αυτοκτονίας. Όταν αφαιρείς τα πάντα από έναν άνθρωπο –την ταυτότητά του, την αξιοπρέπειά του, τη δυνατότητα επιβίωσης– τον μετατρέπεις σε ζώο. Αυτό έκαναν οι Ναζί με τους Εβραίους: τους μετέτρεψαν σε έντομα ή αρουραίους. Το να περιφρονείς έναν λαό με αυτόν τον τρόπο είναι σαν να κατασκευάζεις τους τρομοκράτες του μέλλοντος. Και αυτό πρόκειται να συμβεί στη Γάζα. Υπάρχουν χιλιάδες παιδιά που μεγαλώνουν στην κόλαση. Αν επιβιώσουν, τι θα γίνουν;»
Με στοιχεία από El Pais