Η Nancy Olson και η 70ή επέτειος της «Λεωφόρου της Δύσης» Facebook Twitter
Η ηθοποιός αποτέλεσε μέρος του πιο εμπνευσμένου κάστινγκ στην ιστορία του κινηματογράφου.

Η Nancy Olson και η 70ή επέτειος της «Λεωφόρου της Δύσης»

0

Ποιος το περίμενε πως ο ο πιο απίθανος άνθρωπος, ο Ντόναλντ Τραμπ, θα επανέφερε στη δημοσιότητα το Sunset Boulevard σε ένα από τα πολλά, εντελώς ασυνάρτητα και ντελιριακά χτυπήματα εναντίον του Χόλιγουντ, που το μισεί γιατί τον σιχαίνεται, λίγες μέρες μετά τον θρίαμβο των Παρασίτων στα Όσκαρ; «Δεν φτάνει που έχουμε προβλήματα με τις εμπορικές σχέσεις μας με τη Νότια Κορέα, τους έδωσαν και το Όσκαρ της καλύτερης ταινίας; Φέρτε πίσω το Όσα παίρνει ο άνεμος. Ή τη Λεωφόρο της Δύσης» αντιπρότεινε, αποσπώντας θερμά χειροκροτήματα για το πασίγνωστο έπος του αμερικανικού εμφυλίου και μια σαφώς πιο αμήχανη αντίδραση από το παρτιζάνικο ακροατήριο της συγκέντρωσης των φανατικών οπαδών του.

Το να ξεχωρίσει το τρίωρο, εν μέρει αμφιλεγόμενο για τις τοποθετήσεις του περί δουλείας και λευκής κυριαρχίας, υπερδραματικό ρομάντσο φαντάζει ως λογική επιλογή εύκολης νοσταλγίας. Αλλά το Sunset Boulevard; Μόνο ένα τραβηγμένο επιχείρημα θα μπορούσε να το δικαιολογήσει: το έργο είναι τόσο εναντίον του Χόλιγουντ, που ο Τραμπ, ένας τετραπέρατος άνθρωπος, που ωστόσο δεν έχει δώσει αποχρώσες ενδείξεις σοφιστικέ διανοημάτων, ταυτίστηκε με το δολοφονικό DNA μιας βιομηχανίας που εκμεταλλεύεται ταλέντα και τα φτύνει άκαρδα.

Μιλώντας στον συντάκτη του «Hollywood Reporter» από το τηλέφωνο, εν μέσω καραντίνας, αν και τα σπίτια τους βρίσκονται σε απόσταση μερικών μέτρων στο Beverly Hills, η Νάνσι Όλσον δεν κολακεύτηκε διόλου από την αναφορά του Προέδρου στην πιο γνωστή ταινία της πενιχρής φιλμογραφίας της και εξέφρασε τον φόβο πως μια πιθανή επανεκλογή του θα θέσει τη χώρα και τη δημοκρατία σε κίνδυνο.

Η δύναμη της ταινίας όχι μόνο δεν έχει αναχαιτιστεί αλλά με τα χρόνια ενισχύεται και περιβάλλεται από την αίγλη του μυθικού επιτεύγματος, και ο ρόλος της καθαρής και ξάστερης Μπέτι εξακολουθεί να τη στοιχειώνει, «με την καλή έννοια».


Η Όλσον, προικισμένη με πρόσωπο υγιές και λαμπερό, χαρακτήρα θετικό κι ενθουσιώδη, με όνειρα για ακαδημαϊκή κατάρτιση και σταδιοδρομία στο θέατρο, μετακόμισε στο Pacific Palisades στην Καλιφόρνια για να σπουδάσει τέχνες, εντοπίστηκε νωρίς από τα λαγωνικά της κινηματογραφικής πιάτσας και γρήγορα υπέγραψε συμβόλαιο με την Paramount – μια επταετή δέσμευση που συνηθιζόταν εκείνη την εποχή και φυσικά συνέφερε τα στούντιο που έδιναν την εντύπωση πως πρόσφεραν προνόμιο στους νεαρούς φιλόδοξους «μετανάστες» του Λος Άντζελες.

Στα 21 της χρόνια συνάντησε τον Μπίλι Γουάιλντερ και θυμάται τις συνομιλίες της μαζί του σαν μια σειρά από παράξενες και διαφωτιστικές κουβέντες, βασικά ερωτήσεις από εκείνον για τις απόψεις της για τη ζωή και τη συγγραφή. Αναδρομικά, συνειδητοποίησε πως ουσιαστικά ο ύψιστος Αυστριακός εμιγκρές σκηνοθέτης τής έκανε μια παρατεταμένη, έμμεση οντισιόν για τον ρόλο της Μπέτι Σέιφερ, μιας script reader του στούντιο, που έγραφε κρυφά ένα σενάριο, ήταν δεσμευμένη με έναν συμπαθή τύπο, αλλά ερωτεύτηκε τον επίσης σεναριογράφο Τζο Γκίλις, όσο δούλευαν μαζί τους διαλόγους της επικείμενης ταινίας της.

«Ο Γουάιλντερ έψαχνε μια κοπέλα που ονειρευόταν τη συγγραφή σεναρίων, συνεπώς δεν γινόταν να διαλέξει κάποια από τις στάρλετ που κυκλοφορούσαν στα πλατό εκείνη την περίοδο αλλά μια ηθοποιό που ήξερε να αρθρώνει λόγο και αυτό τέσταρε με τις απαντήσεις που του έδινα, χωρίς ποτέ να μου το ομολογήσει» λέει η Όλσον.

Η ηθοποιός αποτέλεσε μέρος του πιο εμπνευσμένου κάστινγκ στην ιστορία του κινηματογράφου. Η Γκλόρια Σουάνσον, την οποία η ίδια δεν γνώριζε αλλά έμαθε ποια ήταν ρωτώντας τη μητέρα της, ήταν όντως μια αξιοπρεπώς ξεπεσμένη, σίγουρα ξεπερασμένη σταρ του βωβού, που ενσάρκωνε τη μικροκαμωμένη, τραυματισμένη ντίβα στο γιγαντιαίο παλάτι-απολίθωμα της συλλογικής και προσωπικής μνήμης. Ο Έρικ φον Στροχάιμ, ο μπάτλερ της, υποδύθηκε μια αντίστροφη παραλλαγή της επιβλητικής, εκκεντρικής περσόνας του. Ο Μπάστερ Κίτον ήταν περίπου ο σιωπηλός, βλοσυρός εαυτός του. Και ο Γουίλιαμ Χόλντεν δεν απείχε πολύ από τον μαραμένο, οξύθυμο Γκίλις: αδυνατώντας να εκπληρώσει την υπόσχεση που έδωσε το 1939 στο ντεμπούτο του στο Golden Boy πλάι στην Μπάρμπαρα Στάνγουικ, διέσχισε πικρόχολα τη δεκαετία του '40 με δεύτερους, ασήμαντους ρόλους κι έναν ραγισμένο γάμο, το έριξε στο ποτό και έμοιαζε απελπισμένος στο κυνήγι του μεγάλου ρόλου. Ήταν ένας από τους πολλούς άνδρες που στην ακμή της ατιμώρητης σεξουαλικής παρενόχλησης την έπεσε στην Όλσον στο καμαρίνι του, αλλά όταν εκείνη τον έβαλε στη θέση του ευγενικά, εκείνος το δέχτηκε σαν gentleman και έγινε καλός της φίλος, αντίθετα με άλλους, που είδαν με κακό μάτι το κορίτσι από το Γουισκόνσιν και τις ευθείες αποκρούσεις της στα πιεστικά τους αιτήματα.

Η Nancy Olson και η 70ή επέτειος της «Λεωφόρου της Δύσης» Facebook Twitter
H Γκλόρια Σουάνσον με τον Μπίλι Γουάιλντερ, 1950.
Η Nancy Olson και η 70ή επέτειος της «Λεωφόρου της Δύσης» Facebook Twitter
Η Νάνσι Όλσoν με τον Γουίλιαμ Χόλντεν.

Ωστόσο δεν ήταν αυτός ο λόγος που η Όλσον κατάλαβε πως το Χόλιγουντ που γνώρισε δεν ήταν πολύ διαφορετικό από εκείνο που έπλασε ο Γουάιλντερ στην ταινία. «Όλα ήταν υπερβολικά, εξεζητημένα» εξηγεί, και ο τόπος δεν συμφωνούσε με τις επιθυμίες της. Δουλεύοντας για 350 δολάρια την εβδομάδα, ήταν υποχρεωμένη να δέχεται όποιον ρόλο της πρότειναν και η Paramount την υποχρέωνε να ερωτοτροπεί με ηθοποιούς, όπως ο Ράντολφ Σκοτ και ο Μπινγκ Κρόσμπι, που φαίνονταν, και ήταν, πολύ μεγαλύτεροι σε ηλικία από εκείνην – «θα μπορούσαν να είναι πατεράδες μου». Τους ανακοίνωσε την ίδια χρονιά πως δεν είχε καμία όρεξη να επιδοθεί στο σπορ της πρόθυμης στάρλετ και μετά χαράς την ξέγραψαν.

Όταν όμως η Λεωφόρος της Δύσης βγήκε στις αίθουσες, άρεσε πολύ στο κοινό και τους κριτικούς και έφτασε να διεκδικεί 11 Όσκαρ (κέρδισε τελικά 3, υποχωρώντας στην ορμή του Όλα για την Εύα), με την Όλσον να αποσπά υποψηφιότητα για δεύτερο ρόλο, την πίεσαν ασφυκτικά να αναθεωρήσει την άρνησή της για μια ελεγχόμενη καριέρα. Τη βραδιά της απονομής έχασε από την Τζοζεφίν Χαλ, αλλά επέστρεψε την επόμενη χρονιά για να παραλάβει τον Όσκαρ Σεναρίου για τον Αμερικανό στο Παρίσι εκ μέρους του συζύγου της, Άλαν Τζέι Λέρνερ, ο οποίος έμεινε στη Νέα Υόρκη για να παρασταθεί στον ετοιμοθάνατο πατέρα του.

Η Όλσον υπέκυψε σποραδικά στον πειρασμό. Μετά από τρία εύλογα συνταιριάσματα με τον Χόλντεν στα ξεχασμένα πολεμικά Union Station, Force of Arms και Submarine Command, αραίωσε τις εμφανίσεις της στο σινεμά γιατί μεγάλωσε τρία παιδιά και έστρεψε το ενδιαφέρον της στο θέατρο τη δεκαετία του '60, πρωταγωνιστώντας στο Tunnel of Love, στο Send me no flowers και στο Mary, Mary.


Ιδιαίτερα όμορφη στη δέκατη δεκαετία της ζωής της, σύμφωνα με τον Φάινμπεργκ, η Όλσον κάνει πάντα αισθητή την παρουσία της, ο κόσμος ακόμα την αναγνωρίζει και καταφέρνει να γεμίζει αίθουσες όταν παρίσταται σε βραδιές αφιερωμένες στο Sunset Boulevard. Η δύναμη της ταινίας όχι μόνο δεν έχει αναχαιτιστεί αλλά με τα χρόνια ενισχύεται και περιβάλλεται από την αίγλη του μυθικού επιτεύγματος, και ο ρόλος της καθαρής και ξάστερης Μπέτι εξακολουθεί να τη στοιχειώνει, «με την καλή έννοια», όπως διευκρινίζει.

Η έπαυλη της ρομαντικής φρίκης, που δεν βρισκόταν στον αριθμό 10086 της πραγματικής Sunset Boulevard αλλά στη γωνία της λεωφόρου Wilshire και της οδού Irving, γκρεμίστηκε το 1957. Όλοι οι συντελεστές έχουν πεθάνει εδώ και πολλά χρόνια και μένει μόνη της στη σκυταλοδρομία του καλλιτεχνικού κρίκου που συνδέει το απαύγασμα του σκεπτόμενου, μεταπολεμικού αμερικανικού σινεμά (που απηχούσε με τη σειρά του μια κριτική των πρώτων χρόνων του Χόλιγουντ) με την επιχειρηματική λογική των cineplex και των blockbusters. Η Όλσον είχε απολαύσει τα γυρίσματα και ακόμη θυμάται πώς η ενδυματολόγος Ίντιθ Χεντ προσπαθούσε να τη σουλουπώσει με έμφαση κομψότητας, αλλά ο Γουάιλντερ τη γείωνε, υποδεικνύοντας πως ο χαρακτήρας της Μπέτι Σέιφερ όφειλε να φορά τα ίδια ρούχα με την ταπεινή, καθημερινή γκαρνταρόμπα της Όλσον.

Όσο για τη διαβόητη κόντρα του Γουάιλντερ με το αφεντικό του, τον δεσποτικό και αγενή Λούι Μπ. Μέγιερ, η μοναδική και κατά τεκμήριο αξιόπιστη survivor της προφορικής ιστορίας λέει: «Δεν ήμουν παρούσα στην πρώτη ιδιωτική προβολή, αλλά συνάδελφοι και φίλοι που βρέθηκαν στην αίθουσα μου είπαν πως μόλις έπεσαν οι τίτλοι τέλους, ο Μέγιερ στάθηκε μπροστά στον Γουάιλντερ και τον ρώτησε πώς μπόρεσε να κάνει κάτι τέτοιο σε αυτούς, τη βιομηχανία που του χάρισε δόξα και χρήματα. Ο Γουάιλντερ σηκώθηκε από το κάθισμά του και του απάντησε "Άντε και γαμήσου!"».

 
Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο μάγος του Κρεμλίνου

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Ο μάγος του Κρεμλίνου»: Ο ρυθμιστής του Πούτιν δεν χωρά σε ταινία

Πίσω από το ψυχρό πρόσωπο της εξουσίας, κρύβεται ο ψίθυρος ενός σύγχρονου Ρασπούτιν. Ο Ολιβιέ Ασαγιάς τον ακολουθεί – αλλά μήπως τον πρόδωσε η φόρμα;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
No other choice

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «No other choice»: Η ταινία που θα οδηγήσει τον Παρκ Τσαν-γουκ στα Όσκαρ

Ο Κορεάτης σκηνοθέτης παραμένει ένας από τους μεγάλους σύγχρονους κινηματογραφιστές, αν και η αντικαπιταλιστική του σάτιρα «No other choice» δεν είναι η καλύτερή του ταινία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Είναι σαν να κάνεις τον Δράκουλα χορτοφάγο»: Γιατί το σέξι τέρας του Φρανκενστάιν που παίζει ο Τζέικομπ Ελόρντι είναι λάθος

Οθόνες / Γιατί το σέξι τέρας του νέου «Φρανκενστάιν» είναι λάθος

Στη διασκευή του κλασικού μυθιστορήματος της Μέρι Σέλεϊ από τον Γκιγιέρμο ντελ Τόρο πρωταγωνιστεί ο «εξωφρενικά όμορφος» Τζέικομπ Ελόρντι στον ρόλο του τέρατος – πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα μια ταινία χωρίς ειρμό. 
THE LIFO TEAM
O Στίβεν Κινγκ στο σινεμά: Οι 10 καλύτερες μεταφορές

Οθόνες / O Στίβεν Κινγκ στο σινεμά: Οι 10 καλύτερες μεταφορές

Είναι εντυπωσιακός ο αριθμός διασκευών του έργου του δημοφιλούς συγγραφέα που θα δούμε στο πανί, στο γυαλί και στο σανίδι, κι αυτό στάθηκε αφορμή για ένα αφιέρωμα στις καλύτερες ταινίες που ενέπνευσαν τα γραπτά του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Φρανκενστάιν: Ένα θεσπέσιο μελόδραμα που σε παρασύρει και σε ματώνει

Ανταπόκριση από τη Βενετία / Φρανκενστάιν: Ένα θεσπέσιο μελόδραμα που σε παρασύρει και σε ματώνει

O Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο θα έκανε την Μέρι Σέλεϊ περήφανη. Ο δικός του Φρανκενστάιν κατορθώνει να μην προδώσει το πνεύμα του πολυδιασκευασμένου μυθιστορήματός της.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
After the Hunt: Το #MeToo στα χέρια του Λούκα Γκουαντανίνο είναι μια μπερδεμένη υπόθεση

Ανταπόκριση από τη Βενετία / After the Hunt: Το #MeToo στα χέρια του Γκουαντανίνο είναι μια μπερδεμένη υπόθεση

Ο Λούκα Γκουαντανίνο νοσταλγεί τη χαμένη τέχνη του διαλόγου, αλλά το After the Hunt χάνει το δίκιο του στην ακαδημαϊκή φλυαρία και τις σεναριακές αστοχίες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα του γάμου δύσκολα: 10 ταινίες για να δείτε μετά το «Ρόουζ εναντίον Ρόουζ»

Οθόνες / Όλα του γάμου δύσκολα: 10 ταινίες για να δείτε μετά το «Ρόουζ εναντίον Ρόουζ»

Από το «Awful Truth» του Λίο ΜακΚάρεϊ στο «Gone Girl» του Ντέιβιντ Φίντσερ κι από τις μπεργκμανικές «Σκηνές από έναν γάμο» στο «Revolutionary Road» του Σαμ Μέντες, ανατρέχουμε σε δέκα ταινίες για όσους ενώθηκαν ενώπιον Θεού κι ανθρώπων «μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος».   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΟΥΓΟΝΙΑ

Ανταπόκριση από τη Βενετία / «Βουγονία»: Κριτική για τη νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου

«Είναι περιπέτεια η "Βουγονία", fun και πιο περίπλοκη απ’ ότι δείχνει» - Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος καταγράφει τις εντυπώσεις του από την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στο 82ο Φεστιβάλ Βενετίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Terence Stamp (1938-2025): Ο μάγκας του Λονδίνου που θα γινόταν Τζέιμς Μποντ

Οθόνες / Terence Stamp (1938-2025): Ο μάγκας του Λονδίνου που θα γινόταν Τζέιμς Μποντ

«Το άτακτο αγόρι του βρετανικού σινεμά βρήκε τον δρόμο του σε ώριμες επιλογές, είτε παίζοντας κάποιον αδυσώπητο κακό είτε αφήνοντας τα λακωνικά του διακριτικά σαν στάμπα, όνομα και πράγμα, σε σύντομες εμφανίσεις – εννοείται πως έχει υποδυθεί και τον διάβολο!»
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Karate Kid: Πώς η «ταινιούλα που δεν θα έβλεπε κανείς» εξελίχθηκε σε παγκόσμιο φαινόμενο

Οθόνες / The Karate Kid: Πώς η «ταινιούλα που δεν θα έβλεπε κανείς» εξελίχθηκε σε παγκόσμιο φαινόμενο

Η ταινία σημάδεψε μια γενιά εφήβων που φαντασιώνονταν ότι θα αντιστεκόντουσαν ηρωικά στους νταήδες που τους κακοποιούσαν καθημερινά. Και τώρα, ο μύθος επιστρέφει για έκτη φορά στην οθόνη, με πρωταγωνιστές τον Τζάκι Τσαν και τον Ραλφ Μάτσιο
THE LIFO TEAM
Ο άνθρωπος που έφερε την μαύρη μουσική κουλτούρα στο σαλόνι εκατομμυρίων σπιτιών

Daily / Ο άνθρωπος που έφερε τη μαύρη μουσική κουλτούρα στο σαλόνι εκατομμυρίων σπιτιών

Το ντοκιμαντέρ «Sunday Best: The untold story of Ed Sullivan» αναδεικνύει τη συμβολή του Εντ Σάλιβαν και της δημοφιλέστατης τηλεοπτικής εκπομπής του στην ανάδειξη τεράστιων μορφών της μαύρης μουσικής, από τη Nίνα Σιμόν και τον Τζέιμς Μπράουν μέχρι την Tίνα Τέρνερ και τον Στίβι Γουόντερ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Έντουαρντ Νόρτον: Γεννημένος σε λάθος εποχή

Οθόνες / Έντουαρντ Νόρτον: Γεννημένος σε λάθος εποχή

Με αφορμή τα σημερινά του γενέθλια, ανατρέχουμε στην καριέρα ενός ηθοποιού με την ερμηνευτική στόφα των μεγάλων ονομάτων του New Hollywood, μα καταδικασμένου να εργάζεται σε καιρούς που η κινηματογραφική βιομηχανία δεν ξέρει τι να κάνει μαζί του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ana Kokkinos: «Αν ήμουν ένας στρέιτ, Άγγλος άντρας, η ζωή θα ήταν ευκολότερη»

Οθόνες / Ana Kokkinos: «Αν ήμουν ένας στρέιτ, Άγγλος άντρας, η ζωή θα ήταν ευκολότερη»

Η ελληνικής καταγωγής Αυστραλή σκηνοθέτιδα πίσω από το «Ten Pound Poms» μιλά στη LiFO για τη στάση των Αυστραλών απέναντι στους μετανάστες, την ταινία της που εξόργισε την ομογένεια, και το πώς είναι να νιώθεις παρείσακτος ακόμη κι όταν το έργο σου έχει δει πολύς κόσμος.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

Οι Αθηναίοι / Μιχάλης Ρέππας: «Θέλω να διασκεδάζω. Πέρασα τα 65 και έχει αρχίσει να μη με νοιάζει»

«Τρεις Χάριτες», «Βίρα τις Άγκυρες», «Δις εξαμαρτείν», «Safe Sex», «Το Κλάμα βγήκε από τον Παράδεισο», «Μπαμπάδες με ρούμι». Λίγοι μας έχουν κάνει να γελάσουμε τόσο τα τελευταία 30 χρόνια όσο ο Μιχάλης Ρέππας. Ο ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης που εξαιτίας του «το Τζέλα Δέλτα δεν είχε φουγάρα» αφηγείται τη ζωή του στη LifO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ