Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation

Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Η Φαντασία δεν έμοιαζε με τίποτε άλλο που είχε προηγηθεί μέχρι τότε.
0

Με αφορμή τη φθίνουσα δημοτικότητα του αγαπημένου του Μίκυ Μάους, ο Γουόλτ Ντίσνεϊ βρήκε την ευκαιρία να βάλει με μεγαλοπρέπεια τη σφραγίδα του στο κινούμενο σχέδιο, ένα είδος που ούτως ή άλλως είχε εξακοντίσει σε τρομακτικά ύψη δημιουργικότητας και πρωτοτυπίας.

Η Φαντασία δεν έμοιαζε με τίποτε άλλο που είχε προηγηθεί μέχρι τότε. Βλέποντας το κόστος παραγωγής του Sorcerer's Apprentice, με ήρωα τον Μίκυ, σε κλασσική μουσική υπόκρουση (μια ασυνήθιστη επιλογή), να αυξάνει δυσανάλογα προς τη συνηθισμένη διατίμηση των ταινιών μικρού μήκους που σκάρωνε κάτω από την ομπρέλα των Silly Symphonies, αποφάσισε να το συμπεριλάβει σε ένα ακόμη ασχημάτιστο σπονδυλωτό του όραμα, πάντα με συνοδεία κλασσικών κομματιών. Έπεισε τον Λέοπολντ Στοκόφσκι να διευθύνει την ορχήστρα της Φιλαδέλφειας (αν και στην ταινία ένας άλλος ενορχηστρωτής κρατούσε το μπατόν και εισήγαγε διαδοχικά τα κεφάλαια) και έδωσε εντολή στα «τσακάλια» του, τους αφοσιωμένους animators που εργάζονταν νυχθημερόν, να δώσουν τον καλύτερο τους εαυτό σε ένα σχέδιο που ξέφευγε από τα συνηθισμένα. Επειδή το βίτσιο του Ντίσνεϊ ήταν να ξεπερνάει τον εαυτό του βάζοντας ψηλά τον πήχη, έδωσε μεγάλη σημασία στον ήχο, καθώς το πάντρεμα της «ποιοτικής» κλασσικής μουσικής με τα «λαϊκά» καρτούν δεν είχε ξαναγίνει στο παρελθόν - τουλάχιστον όχι σε τέτοια κλίμακα. Το ηχητικό σύστημα που παρήγγειλε κόστισε πάνω από 200 χιλιάδες δολάρια, μια περιουσία για τα προπολεμικά δεδομένα. Ο Ντίσνεϊ θέλησε να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση στον θεατή πως ακούει μια ζωντανή ορχήστρα στην αίθουσα και οι ηχολήπτες πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό το ποθούμενο αποτέλεσμα, εγγράφοντας σε πολλαπλά κανάλια, κάνοντας overdubs και ελαττώνοντας θορύβους και φυσήματα. Οι εφευρέσεις αυτές, που αποτυπωμένες στην ηχητική μπάντα γέννησαν ένα στερεοφωνικό surround σύστημα που βαφτίστηκε «fantasound», ήταν πρωτότυπες και ριζοσπαστικές, αποτέλεσαν δε τη βάση για την εξέλιξη των ηχογραφήσεων που θα ακολουθούσαν πολύ αργότερα, στο σινεμά αλλά κυρίως στη δισκογραφία.

Μετά τον θάνατο και του τελευταίου Ντίσνεϊ στην εταιρεία, κανένα πλάνο για συνέχεια, προσθήκη ή υποσημείωση στη Φαντασία δεν έχει ανακοινωθεί.

Αυτή η υπερφιλόδοξη «κουρελού» υψηλής πιστότητας και σχεδιασμού που αψηφούσε κάθε κατηγορία, καθώς απευθυνόταν εξίσου στα παιδιά και τους ενήλικες, τους σινεφίλ και τους μελομανείς, τους αστούς και την επαρχία, έκανε πρεμιέρα το Νοέμβριο του 1940, σε επιλεγμένες και αποκλειστικές προβολές, το λεγόμενο roadshow που κάποτε προϋπάντιζε μια ταινία-γεγονός, συνήθως σε διακεκριμένα κινηματοθέατρα. Οι κριτικές ήταν εξαιρετικά θετικές στο σύνολο τους, αλλά το φιλμ δεν είχε καριέρα στην Ευρώπη, καθώς η συγκυρία ήταν δραματικά αρνητικά: ο πόλεμος είχε ήδη ξεσπάσει και το ευρωπαϊκό κοινό έμελλε να δει τη Φαντασία, όπως και τις περισσότερες αμερικανικές ταινίες μετά το 1945. Η RKO που έλεγχε αρκετές αίθουσες είχε ενστάσεις ως προς τη φύση και τη μεγάλη διάρκεια του φιλμ, που ξεπερνούσε τις 2 ώρες, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται στο αναγκαστικό διάλειμμα. Τα χρήματα που ξοδεύτηκαν (πάνω από 2 εκατομμύρια δολάρια) η Φαντασία δεν τα έβγαλε στην πρώτη προβολή και την πρώτη επανέκδοση της.

Ακολούθησαν πολλές στις επόμενες δεκαετίες και τελικά, μαζί με τις εισπράξεις της Ευρώπης και τα έσοδα από το home entertainment, το στοίχημα του Ντίσνεϊ καρποφόρησε. Το επόμενο μεγάλο χτύπημα του μάστορα του κινουμένου σχεδίου ήταν η υλοποίηση της πρώτης Disneyland στην Καλιφόρνια, αλλά το magnum opus του παραμένει η κατά βάση ανομοιογενής, ενίοτε κιτς και υπερβολική, αλλά συχνότατα ιδιοφυής συρραφή διαφορετικών ιστοριών, από τη Νύχτα στο Φαλακρό Βουνό μέχρι τους ιπποπόταμους που χορεύουν σα μπαλαρίνες με μια σειρά από χαρακτήρες που το μόνο τους κοινό ήταν η αχαλίνωτη φαντασία των σχεδιαστών και φυσικά η κλασσική μουσική υπόκρουση.

Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Το βίτσιο του Ντίσνεϊ ήταν να ξεπερνάει τον εαυτό του βάζοντας ψηλά τον πήχη.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στις ΗΠΑ, στις αρχές της δεκαετίας του '30, ο Σεργκέι Αϊζενστάιν είχε εξάρει την τελειομανία του Ντίσνεϊ σε ότι κι αν καταπιανόταν, τη φορμαλιστική, πρωτεϊκή δύναμη των σκίτσων του και κυρίως την ικανότητά του να προκαλεί έκσταση στις μάζες, και να τις τροφοδοτεί με αρχέτυπα που γέμιζαν την ανθρώπινη ψυχή. Η Φαντασία ήταν ίσως η απάντηση του Αμερικανού πρωτοπόρου στους επαίνους του μεγάλου Ρώσου κινηματογραφιστή (και θεωρητικού). Παρά τις πρακτικές δυσκολίες και την απολογητική στάση του Ντίσνεϊ για τις χαμένες ευκαιρίες στις λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να είχαν γίνει ακόμη καλύτερες, ο ίδιος δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει το στάνταρ που έθεσε. Πού να το φανταζόταν αυτό το βασικά συντηρητικό συμπίλημα υπερκαπιταλιστή επιχειρηματία και ασυμβίβαστου καλλιτέχνη, πως ένα νεόκοπο κοινό, κυρίως από ανήσυχους φοιτητές, θα έβλεπαν την ταινία στην επανέκδοση στις αίθουσες το 1969, και θα την άκουγε κανονικά, κάτω από την επήρεια ψυχοτροπικών ουσιών! Η έκσταση, που έλεγε και ο Σεργκέι...

Ακριβώς 60 χρόνια αργότερα, ο ανιψιός του, ο Ρόι Ντίσνεϊ (που του έμοιαζε πολύ στην εμφάνιση αλλά όχι και στο drive) έπεισε το αφεντικό του στα Disney Studios, τον Μάικλ Άισνερ, να ολοκληρώσουν μια ιδέα που σιγοψηνόταν από το 1974, για ένα εξίσου πρωτοποριακό sequel της Φαντασίας. Η Φαντασία 2000 καινοτόμησε ως προς τον συνδυασμό του ψηφιακού σχεδίου με το παραδοσιακό χειροποίητο, αλλά της έλειπε η μαγεία και το κάτι παραπάνω, ή το κάπου παραπέρα από την εποχή. Βαδίζοντας πάνω σε μια παλιομοδίτικη λογική (και αναγκαστικά πάνω στα μονοπάτια του original) η ταινία ακολούθησε την ίδια σπονδυλωτή δομή, με προσωπικότητες όπως ο Κουίνσι Τζόουνς, η Άντζελα Λάντσμπερι και ο Στιβ Μάρτιν στο σύντομο ρόλο του εισηγητή της κάθε μουσικο-κινηματογραφικής ενότητας. Το σκετς της Γαλάζιας Ραψωδίας, ένας σβέλτος, δαιμονιωδώς μονταρισμένος φόρος τιμής στο ύφος του illustrator Αλ Χίρσφελντ, ξεχώριζε αισθητά από το faux μελό και τη βεβιασμένη κωμικότητα της όλης υπόθεσης.

Οι εισπράξεις δεν χτύπησαν κόκκινο, γιατί οι προβολές κυρίως σε IMAX αίθουσες δεν εξασφάλιζαν την χωρητικότητα που απαιτείτο για την απόσβεση. Βλέποντας τις πενιχρές επιδόσεις, ο Άισνερ χαρακτήρισε την ταινία μια «τρέλα του Ρόι», και τον ίδιο ατάλαντο. Μετά τον θάνατο και του τελευταίου Ντίσνεϊ στην εταιρεία, κανένα πλάνο για συνέχεια, προσθήκη ή υποσημείωση στη Φαντασία δεν έχει ανακοινωθεί.

Δείτε φωτογραφίες από το αριστούργημα της Ντίσνεϊ

Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Φαντασία: η αξεπέραστη ταινία του Γουόλτ Ντίσνεϊ που άλλαξε την ιστορία του animation Facebook Twitter
Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μην ανοίγεις την πόρτα

Οθόνες / «Μην ανοίγεις την πόρτα»: Το χειροποίητο αλλά καθόλου ερασιτεχνικό θρίλερ των Unboxholics

Η πρώτη τους ταινία είναι λογικό να αποτελεί τη συνισταμένη των επιρροών τους αλλά και τόσο παρήγορο να συνορεύει με ένα λιντσικό σύμπαν ψυχολογικού θρίλερ, αντί να αναπαράγει απότομες τρομάρες και δωρεάν ανατριχίλες. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Οθόνες / Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Το laugh track στις κωμικές σειρές αντιπροσώπευε την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της. Καμία σειρά με γέλιο-κονσέρβα δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
THE LIFO TEAM
Σάκης Καρπάς: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Οθόνες / Unboxholics: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Καθώς το «Μην ανοίγεις την πόρτα», το σκηνοθετικό ντεμπούτο των Unboxholics, ετοιμάζεται να βγει στις αίθουσες, ο Σάκης Καρπάς μας μιλά για το δάσος και άλλα πράγματα που τους τρομάζουν, για αγαπημένες ταινίες και games τρόμου, αλλά και για την άδικη δαιμονοποίηση των gamers.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Ghostwatch»: H ταινία τρόμου που προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό

Οθόνες / «Ghostwatch»: Γιατί αυτή η ταινία τρόμου προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό το 1992;

H κυκλοφορία του «Late Night with the Devil» στους κινηματογράφους ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μια πρωτοποριακή και πέρα για πέρα ανατριχιαστική δημιουργία του BBC, που προκάλεσε πανικό και ακραίες αντιδράσεις στη Βρετανία το 1992, οδηγώντας έναν νεαρό τηλεθεατή στην αυτοκτονία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Οθόνες / Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Ο διάσημος Ελληνογάλλος σκηνογράφος του Χόλιγουντ μιλά στη LiFO για την τέχνη του, για το «Independence Day», το «Dark City», το «Poor Things» και την «Barbie», και για τότε που ο Φίντσερ του ζήτησε να του σχεδιάσει έναν δονητή.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Back to Black»: Aξίζει η κινηματογραφική βιογραφία της Έιμι Γουάινχαουζ

The Review / «Back to Black»: Είναι η ταινία για την Έιμι Γουάινχαουζ αντάξια του μύθου της;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Άκης Καπράνος είδαν την ταινία της Σαμ Τέιλορ-Τζόνσον μέχρι τέλους, επιβίωσαν και βρέθηκαν στο στούντιο της LiFO για να συζητήσουν για την εμπειρία τους και για τα στοιχεία που κάνουν καλή μια κινηματογραφική μουσική βιογραφία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ