Η εξαντλητική ιστορία της κόπωσης

Η εξαντλητική ιστορία της κόπωσης Facebook Twitter
Η κόπωση είναι ένα φαινόμενο τόσο εκτεταμένο και τόσο συνυφασμένο με την ίδια μας τη ζωή, ώστε η οριοθέτηση του σημείου όπου αρχίζει ή τελειώνει δεν είναι απλή υπόθεση.
0

ΤΟ 1698, Ο ΔΟΥΚΑΣ ΝΤΕ ΜΠΕΡΙ έπαθε ρινορραγία. Η συμφορά αυτή προκλήθηκε από την «υπερένταση» που βίωσε κατά τη διάρκεια κυνηγιού πέρδικας. Τριακόσια δεκαεννέα χρόνια αργότερα, η συγγραφέας Anaïs Vanel παραιτήθηκε από τη δουλειά της ως συντάκτρια και πήγε για σέρφινγκ. Τι κοινό μπορεί να υπάρχει ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο;

Λοιπόν, και οι δύο έχουν κερδίσει με το σπαθί τους μια αναφορά στο «A History of Fatigue» (μτφ: «Η ιστορία της κόπωσης»), ένα τρίτομο βιβλίο του Georges Vigarello, σε μετάφραση της Nancy Erber.

Εδώ καταγράφεται η ιστορία των διαφόρων ειδών κόπωσης – από την ελαφρά κούραση μέχρι το burnout και από την ψυχική εξάντληση στην εργασιακή εκμετάλλευση ανήλικων και εργασιακών σκλάβων, όλα τα είδη της ανθρώπινης κόπωσης παρελαύνουν με παραδείγμα από τις πλέον αναπάντεχες πτυχές της ιστορίας.

Το βιβλίο ξεκινά να ερευνά, με εξαντλητικές λεπτομέρειες η αλήθεια είναι, τους άπειρους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι, συχνά παρά τη θέλησή τους, καταλήγουν εντελώς εξοντωμένοι.

Με την είσοδο της ανθρωπότητας στη βιομηχανική εποχή, τις ατέλειωτες ώρες εργασίας στα εργοστάσια και τη θλίψη και την απόγνωση που προκαλούν στους εργάτες οι επαναλαμβανόμενες μηχανικές κινήσεις σε ένα συγκεκριμένο σημείο της ζωής στο εργοστάσιο, μπορούμε πια να μιλάμε για ρυθμούς και ένταση κόπωσης που καταπνίγει τόσο την ψυχή όσο και το σώμα και το μυαλό.

Ο Vigarello ως διευθυντής ερευνών στην École des Hautes Études en Sciences Sociales, στο Παρίσι, κατά το παρελθόν έχει γράψει βιβλία, μεταξύ άλλων, για την καθαριότητα, την παχυσαρκία και τον αθλητισμό.

Τώρα ήταν η σειρά των αιωνίως κουρασμένων να του «αφηγηθούν» την ιστορία τους και ιδού μερικά παραδείγματα επαγγελματικών κατηγοριών και ιδιοτήτων που ενέταξε στο βιβλίο του: οι Γάλλοι ράφτες, για παράδειγμα, οι οποίοι εργάζονταν «14 έως 18 ώρες στις πιο επώδυνες θέσεις», όπως ανέφερε ένας από αυτούς το 1833. Ή ένας στρατιώτης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου που βρέθηκε «στο χείλος του κενού, μη νιώθοντας τίποτε άλλο παρά εξάντληση και ατονία». Ή, σε ελαφρώς χαμηλότερο επίπεδο ακρότητας, ο ταμίας του σούπερ μάρκετ που, το 2002 που κεραυνοβολήθηκε από έναν ισχυρό πόνο, όταν προσπάθησε να σηκώσει μία συσκευασία με μπουκάλια εμφιαλωμένου νερού. Ατέλειωτη η λίστα των κουρασμένων και των ειδών της κόπωσής τους.

Η κόπωση είναι τόσο εκτεταμένο θέμα και τόσο συνυφασμένο με την ίδια μας τη ζωή, ώστε η οριοθέτηση του σημείου όπου αρχίζει ή τελειώνει δεν είναι απλή υπόθεση.

Ας πούμε, αν η «Ιστορία της κόπωσης» ξεκινούσε με την Ιλιάδα –της οποίας οι πρωταγωνιστές είναι κατάκοποι πριν καν ξεκινήσει η δράση του έπους (αλίμονο, βρίσκονταν σε πόλεμο 9 χρόνια πριν καν ξεκινήσει ο Όμηρος να γράφει...)–, τότε μάλλον θα απογοητευόμασταν.

Δυστυχώς, τίποτα από τον κόσμο των αρχαίων δεν ελκύει τον συγγραφέα, ο οποίος φαίνεται να πιστεύει ότι ο Αχιλλέας επιτέθηκε στον Έκτορα, μόνο και μόνο επειδή αμφότεροι βαριούνταν τη ζωή τους και αναζητούσαν λίγη δράση (ακραίο!).

Οπότε ο Βιγκαρέλο πρακτικά ξεκινά την εξιστόρηση του, από τον Μεσαίωνα και με πρώτη τη... μαρτυρία του Κωνσταντίνου του Αφρικανού, ενός γιατρού του 11ου αιώνα, ο οποίος πρώτος φαίνεται να ξεστομίζει μία εξαιρετικά δυσοίωνη προειδοποίηση: «Πρέπει να αποφεύγετε και να απορρίπτετε τις μεγάλες ευθύνες και τις έγνοιες, διότι η υπερβολική ανησυχία στεγνώνει το σώμα μας, αποβάλλει τις ζωτικές μας ενέργειες, καλλιεργεί την απελπισία στο μυαλό μας και απομυζά το μεδούλι από τα οστά μας».

Εννέα αιώνες και τριακόσιες σελίδες αργότερα, ο Βιγκαρέλο φτάνει επιτέλους στις δοκιμασίες του τώρα, συμπεριλαμβανομένης της συγκλονιστικά άχαρης εμπειρίας της ζωής στο διαδίκτυο. Σε έναν απελπισμένο επίλογο, ρίχνει το βλέμμα του στην πανδημία του Covid-19, αν και παραδόξως όχι σ’ αυτό που ονομάζουμε long Covid, το αίσθημα δηλαδή της μακροχρόνιας κόπωσης που κληροδότησε σε πολλούς από εμάς ο ιός, τη στιγμή που έτσι κι αλλιώς νιώθαμε εξοντωμένοι από την καθημερινότητά μας.  

Όμως, γιατί κουραζόμαστε, ακόμα κι όταν δεν απασχολούμαστε με κάτι; Μπορεί η φρενίτιδα της κάθε μέρας να κάνει την ανατροπή σε μία κατά τ’ άλλα θαυμαστή σειρά επιστημονικών δεδομένων;

Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: ο Jacques Fessard και ο Christian David ερεύνησαν ένα ατύχημα όπου ένας οδηγός γλίστρησε και τραυματίστηκε σοβαρά μετά από ταξίδι 600 χιλιομέτρων. Οι ερευνητές ακολούθησαν μια προσεκτική προσέγγιση: Φταίει η απόσταση αυτής της μακράς διαδρομής; Η έλλειψη διαλειμμάτων ανάπαυσης; Η ανάγκη τήρησης μιας προθεσμίας; Ήταν το αποτέλεσμα του άγχους για την υπόσχεση του οδηγού να συναντήσει, με πολύ λίγο χρόνο στη διάθεσή του, τόσο τη γυναίκα του όσο και την ερωμένη του;

Πού καταλήγουμε, λοιπόν, και τι σκαρώνει στο σώμα μας η κόπωση; Σύμφωνα με τα μεσαιωνικά δεδομένα, όλα είχαν να κάνουν με τα υγρά του σώματος και την προσπάθεια μας να τα διατηρήσουμε στη θέση τους...

Στον μεσαιωνικό ιατρικό χάρτη η δυσκαμψία ήταν σημάδι περιττής προσπάθειας και ο ιδρώτας ένα «επικίνδυνο σύμπτωμα». Τώρα πια το ξέρουμε καλά: η εξίσωση της επίπονης εργασίας / διαδρομής με τον χρόνο μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά ατυχήματα ή ακόμα και στον θάνατο. Η διαταραχή της χημείας του σώματος που προκαλεί μία ζωή χωρίς επαρκή ανάπαυση, δεν κουράζει απλώς – εξοντώνει.

Τι άλλο παρέχει ως στοιχείο ο μεσαίωνας στον συγγραφέα; Τη δυνατότητα να μετρήσει την κόπωση των ιπποτών. Η ιπποσύνη, παρά τα διαδιδόμενα, ήταν μία μάλλον κοπιαστική ιστορία, καθώς το βάρος της πανοπλίας και τα χτυπήματα ήταν να αρκετά για να ρίξουν ξέπνοο, αν όχι νεκρό, τον ιππότη σε χρόνο dt.

Ας πούμε, υπάρχει το παράδειγμα της αναμέτρησης δυο ιπποτών στην αρένα – του Jean Pitois με τον Jacques de Lalaing στις 15 Οκτωβρίου του 1450. Εξήντα τρία χτυπήματα με τσεκούρι και σπαθί ήταν μία κάπως εξαντλητική υπόθεση.

Σε άλλο κεφάλαιο, γίνεται εκτενής αναφορά σ’ αυτό που αποκαλεί ο ερευνητής «λυτρωτική κόπωση»: το αποτέλεσμα της ψυχικής κάθαρσης των προσκυνημάτων και άλλων πράξεων μετάνοιας, που γίνονταν με τους ανθρώπους ξυπόλητους σε εντελώς δύσβατα σημεία γης.

Η περίπτωση του κόμη της Φλάνδρας, Γκυ της Νταμπιέρ, ο οποίος πέθανε το 1305, είναι ενδεικτική κυρίως γιατί ο κόμης προφανώς και γνώριζε ότι η σωτηρία της ψυχής απαιτούσε την αφόρητη κούραση του σώματος και καμία όρεξη δεν είχε για το δεύτερο, κάπως όμως έπρεπε να εξασφαλίσει το πρώτο. Άφησε, λοιπόν, στη διαθήκη του το τεράστιο ποσό των οκτώ χιλιάδων λιρών σε όποιον θα περπατούσε στους Αγίους Τόπους για λογαριασμό του. Κάποιος ήξερε τι πρέπει να κάνει και για να συγχωρεθεί η ψυχή του και για να μην καταβληθεί το σώμα του από την κούραση της δοκιμασίας...

Ωστόσο, η χριστιανική αφήγηση περί εξάντλησης και λύτρωσης έχει αποδειχθεί πεισματικά ανθεκτική. Πλήθη πιστών έχουν καθίσει στα στασίδια των εκκλησιών και την έχουν ακούσει: Ακόμα και οι νέοι θα λιποθυμήσουν και θα κουραστούν, αλλά εκείνοι που περιμένουν τον Κύριο θα ανανεώσουν τις δυνάμεις τους – κατά τας Γραφάς πάντα.

Τι διδασκόμαστε εδώ; Ότι η χριστιανική θρησκεία δεν είναι παρά μία εισαγωγή στα δεινά της κοσμικής ζωής, αλλά όχι πάντα με αίσιο τέλος: δεν ανταμείβονται πάντα όσοι μοχθούν.

Πάντως, αυτή η υψηλή εγγύηση από το βιβλίο του Ησαΐα μεταφέρεται σε έναν μόνο στίχο στο Ευαγγέλιο του Αγίου Ματθαίου, και από εκεί στο βιβλίο της Κοινής Προσευχής: «Ελάτε σε μένα, όλοι όσοι βασανίζεστε και είστε βαρυφορτωμένοι, και εγώ θα σας αναζωογονήσω».

Είτε απορρίπτουμε είτε περιφρονούμε τέτοιες υποσχετικές, η μαύρη αλήθεια είναι ότι και το σπουδαιότερο κεφάλαιο της Χριστιανικής Ιστορίας –η Ανάσταση του Ιησού– γράφτηκε πάνω στην κόπωση (και τον ύπνο) των Ρωμαίων στρατιωτών που περιφρουρούσαν τον τάφο του θεανθρώπου. Η Ανάστασή του –αποτελεσματική και αθόρυβη–, ενώ δίπλα στον τάφο του κοιμούνταν βαθιά ορδές Ρωμαίων στρατιωτών, είναι μια ιστορία αθόρυβου θριάμβου πάνω στην κόπωση.

Ο Vigarello αναφέρεται με πάθος στους συσχετισμούς θρησκευτικής πίστης και κόπωσης. Ταξιδιώτες και προσκυνητές παροτρύνονταν από τον Aldebrandin της Σιένα «να τρώνε μόνο ελαφριά κρέατα και να πίνουν σκέτο νερό ή νερό εμποτισμένο με κρεμμύδι, ξίδι ή ξινά μήλα για να καθαρίσουν τα χνώτα τους».

Πόσο ανακουφιστικό είναι να γνωρίζουμε ότι η συμπάθειά μας για τα διαιτητικά ελιξίρια και τα δυναμωτικά χαπάκια κάθε άλλο παρά μια παροδική μόδα είναι. Πρόκειται για μια από τις αιώνιες σταθερές μας: όταν ο Aldebrandin συμβουλεύει τους αναγνώστες του «να κρατούν ένα κρύσταλλο στο στόμα τους για να ηρεμούν τη δίψα τους», δεν είναι, όπως μπορεί να νομίζουμε, προσκολλημένος σε παράλογες δεισιδαιμονίες, αλλά ανοίγει με θάρρος τον δρόμο για την Γκουίνεθ Πάλτροου..!

Μερικά από τα πιο καυστικά αποσπάσματα του «A History of Fatigue» εστιάζουν στην εμφάνιση της «νωθρότητας» στο λεξιλόγιο των ευκατάστατων και στην ενόχληση που επακολούθησε, όταν τα παράπονα τους περί «κούρασης» τα άκουγαν υπηρέτες και ακάματοι ξωμάχοι.

«Αισθανόμουν κουρασμένη από τότε που έφυγα από το Fontainebleau», έγραφε η Madame de Maintenon σε ένα γράμμα του 1713. «Μπορούσα να ξεκουραστώ περισσότερο εκεί και αυτό επηρεάζει την υγεία μου», καταγράφει με ύφος και διάθεση μπλαζέ.

Αυτό που είναι ενδιαφέρον εδώ είναι η υπόνοια ενός ρήγματος στο νόημα – η ανία διαχωρίζεται από την κούραση. Μπορείτε να είστε κουρασμένοι από κάτι –ή ακόμα χειρότερα κουρασμένοι και άρρωστοι ψυχικά και σωματικά από αυτό το κάτι– παρά το γεγονός ότι δεν κάνατε απολύτως τίποτα.

Μια αξιοζήλευτη πολυτελής ζωή μπορεί να κουράζει αυτούς που τη ζουν (και να εξοργίζει εμάς τους υπόλοιπους που εργαζόμαστε νυχθημερόν για τα βασικά), να «πνίγει» στην πλήξη τις ψυχές τους και οι περισσότεροι να μην καταλαβαίνουν πώς οι τόσο προνομιούχοι μπορεί και να καταβάλλονται από αισθήματα κόπωσης.

Με την είσοδο της ανθρωπότητας στη βιομηχανική εποχή, τις ατέλειωτες ώρες εργασίας στα εργοστάσια και τη θλίψη και την απόγνωση που προκαλούν στους εργάτες οι επαναλαμβανόμενες μηχανικές κινήσεις σε ένα συγκεκριμένο σημείο της ζωής στο εργοστάσιο, μπορούμε πια να μιλάμε για ρυθμούς και ένταση κόπωσης που καταπνίγει τόσο την ψυχή όσο και το σώμα και το μυαλό.

Ο Vigarello γράφει την έμφαση που δίνεται πλέον στον ανθρώπινο σκελετό ή στο πώς το ανθρώπινο σώμα αντιμετωπίζεται πια ως μηχανή που μπορεί να ρυθμιστεί ώστε να λειτουργεί όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά στη διαδικασία παραγωγής. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς εκπαιδευμένος μαρξιστής για να αντιληφθεί το πώς τα παιδιά μπήκαν στην παραγωγική διαδικασία των εργοστασίων του πρωτοκαπιταλισμού και στο πώς από την κόπωσή τους γεννήθηκαν αυτοκρατορίες.

Η παιδική εργασία, όπως σημειώνει ο συγγραφέας, ήταν απαραίτητη στα εργοστάσια – η επιδεξιότητα των δακτύλων τους, η ταχύτητα των κινήσεών τους και το μικρό τους ανάστημα καθιστούσαν αδύνατη την αντικατάσταση των παιδιών από ενήλικες σε όλες τις πτυχές της εργοστασιακής εργασίας χωρίς σημαντική οικονομική απώλεια.

Αυτή είναι μια δήλωση που διαβάστηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων, την τότε κάτω βουλή του γαλλικού κοινοβουλίου, το 1840. Στα δικά μας αυτιά, είναι μια σχεδόν παρωδία δαιμονικού ωφελιμισμού που μας αφήνει βαθιά ευγνώμονες για τη νομοθεσία που –σε πολλές χώρες, αν και όχι σε όλες– έβαλε τέλος σε αυτήν τη χυδαιότητα.

Ο συγγραφέας σ’ αυτό το βιβλίο - ωδή στην κόπωση αφιερώνει ένα μεγάλο κεφάλαιο στο δουλεμπόριο και στους αγώνες αϋπνίας και εξόντωσης των μαύρων σκλάβων, κάνοντας και μία «γέφυρα» με τους άυπνους εργαζόμενους των πολυεθνικών και του ιδιωτικού τομέα του σήμερα.

Στο τελευταίο είδος κόπωσης καταγράφει εκείνην που μπορεί να προσφέρει καθαρή χαρά: την κόπωση των εραστών και των πολύ συνειδητοποιημένων ανθρώπων σ’ αυτή τη ζωή ή –και κυρίως– των εύπορων που έχουν αποφασίσει να μην επαναπαυθούν στον οικογενειακό συσσωρευμένο πλούτο, αλλά να κάνουν κάτι και οι ίδιοι με τα χέρια και τον κόπο τους.

Γι’ αυτή την τελευταία περίπτωση κόπωσης, ο Βιγκαρέλο παραθέτει ένα απόσπασμα και έναν χαρακτήρα από την «Άννα Καρένινα» του Τολστόι.

Ο λόγος για τον Λέβιν, ο οποίος, με μια προθυμία που μπερδεύει τους συναδέλφους του αριστοκράτες όσο και τον Βιγκαρέλο, πηγαίνει στα λιβάδια και θερίζει μαζί με τους αγρότες του κτήματός του. Θέλει να κουραστεί – να φτάσει πέρα από την κούραση, φτιάχνοντας δεμάτια με σανό, να περάσει σε μια κατάσταση απλής ευδαιμονίας.

«Δεν ήταν τα χέρια του που κουνούσαν το δρεπάνι, αλλά το δρεπάνι έμοιαζε να θερίζει από μόνο του. Αυτές ήταν οι πιο ευλογημένες στιγμές». Βέβαια, αυτό που ενθουσιάζει τον Λέβιν για εκείνον είναι στιγμές και για τους εργάτες του κανονικότητα, ολόκληρη η ζωή τους. Η κόπωση του Λέβιν είναι... επιλογή του. Των υπόλοιπων όχι.

Με στοιχεία από New Yorker

Ιδέες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Tι κάνει την αγάπη τόσο δύσκολη;

Βιβλίο / Tι κάνει την αγάπη τόσο δύσκολη;

Γνωστός από το αιρετικό βιβλίο του "Έρωτος Φύσις", ο πατέρας Φιλόθεος αναγνωρίζει τις ομοιότητες μεταξύ ψυχοθεραπείας και θρησκείας και τις προσπάθειες της επίσημης Εκκλησίας να προσεκλύσει "νέα πελατεία". Τονίζει, όμως, πάντα ότι το μέτρο της αληθινής πίστης είναι μόνο η αγάπη.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΑΡΙΑΝ ΛΑΖΑΡΙΔΗ
«Δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση, τελεία και παύλα», σύμφωνα με επιφανή Αμερικανό νευροεπιστήμονα

Ιδέες / «Δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση, τελεία και παύλα», σύμφωνα με επιφανή Αμερικανό νευροεπιστήμονα

Ο Robert Sapolsky, καθηγητής Νευρολογίας και Νευροχειρουργικής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι σχεδόν όλη η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι πέρα από τον συνειδητό μας έλεγχο.
THE LIFO TEAM
Μικαέλ Φεσέλ: «Η αμφισβήτηση του κατεστημένου είναι αδιαχώριστη από μια νέα οικονομία των σωμάτων και των ηδονών»

Βιβλίο / Μικαέλ Φεσέλ: «Η αμφισβήτηση του κατεστημένου είναι αδιαχώριστη από μια νέα οικονομία σωμάτων και ηδονών»

Μπορούμε, άραγε, ζώντας σε έναν άδικο κόσμο, να απολαμβάνουμε απενοχοποιημένα και δίχως να συναινούμε έστω αθέλητα στην ανισότητα και στην εκμετάλλευση; Είναι η ηδονοθηρία καθαρά ατομική, και ατομικιστική, υπόθεση ή μπορεί να ενταχθεί οργανικά στις πολιτικές της επιθυμίας και των σωμάτων; Πόσο επίκαιρα είναι σήμερα συνθήματα όπως το «επανάσταση για την καύλα της»; Ιδού πώς το φιλοσοφεί το θέμα ο συγγραφέας του βιβλίου «Κόκκινα Φανάρια – Η ηδονή και η αριστερά» (εκδ. Πόλις).
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ