Με την εισαγγελικότητα που φαίνεται ότι διακρίνει τη γενιά μου (γεννήθηκα το 1985) θα μου επιτρέψετε να συμβάλω μερικές παρατηρήσεις.Κατ’ αρχάς η απαγγελία μιας ιστορικής κατηγορίας δεν είναι απαραίτητα αντιπαραγωγική ή εκδικητική. Ξέρουμε ότι ο ιδρυτής της ιστορικής επιστήμης θεώρησε σκοπό του έργου του, πλην άλλων, και την αποφυγή επανάληψης των ίδιων λαθών. Ακόμη όμως και αν εμμείνουμε στην ψυχαναλυτική-πατροκτονική ερμηνεία, βλέποντας στα πρόσωπα των νεοτέρων τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή («αύριο θα σε κάψω»), νομίζω ότι το να ξεπεράσεις ή να εξοντώσεις συναισθηματικά τον πατέρα σου είναι πάντοτε ένα βήμα προς τα εμπρός.Πέρα απ΄ αυτό, στην περίπτωση της Γενιάς του Πολυτεχνείου και της αμέσως επόμενης (αν θέλετε, των σημερινών σαρανταφεύγα και άνω), δεν έχουμε να κάνουμε με κοινά ιστορικά λάθη, ούτε με μια απλή και αθώα σύγχυση ή μια υποτίμηση των κινδύνων. Μην ξεχνάτε ότι η μεταπολίτευση ήταν η μακρότερη περίοδος στη νεοελληνική ιστορία κατά την οποία η χώρα δεν γνώρισε ούτε πόλεμο ούτε πραξικόπημα ή άλλη πολιτική εκτροπή. Επιπλέον, όσο και αν οι ρήσεις περί «σκλαβοπάζαρων της Ευρώπης» βρίσκουν σήμερα όψιμα ερείσματα, η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, τουλάχιστον κατά τα πρώτα χρόνια, μόνο όφελος για τα δημοσιονομικά μπορεί να θεωρηθεί ότι σήμανε. Μου ακούγεται σαν παραμύθι, αλλά τα λεγόμενα «πακέτα Ντελόρ» δόθηκαν με εκπεφρασμένη βούληση να επιτευχθεί μια σχετική οικονομική σύγκλιση δυνατών και αδυνάτων, ένα μικρό σχέδιο Μάρσαλ. Σε κάθε περίπτωση, σε ό, τι αφορά την οικονομία, υπήρχε μια νεαρή Ευρωπαϊκή Ένωση, σε μια εποχή που το κύμα από το τέλος του Υπαρκτού Σοσιαλισμού δεν είχε ακόμη διαβρώσει τον δυτικό κόσμο. Η Ευρώπη είχε ευκαιρίες και εμείς ήμασταν οργανικό μέρος της, με γνώμη, ψήφο, φωνή. Θεωρητικά μπορούσαμε να επηρεάσουμε τις εξελίξεις, να δώσουμε στίγμα. Η κατάσταση ήταν σοβαρή.Δε νομίζω ότι σταθήκαμε στο ύψος των περιστάσεων (εσείς ειδικά ξέρετε πότε συμβαίνει αυτό). Δεν θέλω να ερεθίσω το θυμικό κανενός με αποσπασματικές εικόνες μιας εποχής, αλλά αυτές είναι απαραίτητες προκειμένου να κάνω οικονομία στις λέξεις.Θυμάμαι ότι, αντί για συνδικαλισμό, είχαμε κάτι φτηνά πανηγύρια, στο κέντρο της Αθήνας, με τη ντουντούκα-σύμβολο ενός ιδιάζοντος φασισμού της φωνασκίας, να υποκαθιστά την ιερή προσέγγιση των κοινωνικών εταίρων, που στις κανονικές χώρες θεωρούν υποχρέωσή τους να κάθονται τακτικά στο ίδιο τραπέζι ώστε να διατηρηθεί σε ανεκτά επίπεδα η ζωή των εργαζομένων. Τελικά, σαν τον ψεύτη βοσκό, ο αφελής λαός, σήμερα και να φωνάξει, δεν ακούγεται.Θυμάμαι ότι η γενιά σας, αντί για οράματα και ιδανικά, θεωρούσε ύψιστη μαγκιά την αργομισθία στο Δημόσιο. Σχετικά πρόσφατα, εξηντάρης ταξιτζής κόμπαζε ότι ο αδελφός του έπαιρνε επί δεκαετίες παχυλούς μισθούς από ΔΕΚΟ «χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα». Δεν ήταν τερατολόγος, τον πιστεύω.Θυμάμαι ότι, χάρη στη γενιά σας, αντί για συχνότητες τηλεόρασης είχαμε (και έχουμε) κάτι οχετούς πνευματικών λυμάτων, βλαβερών και δύσοσμων. Το πόσο σημαντικά είναι τα μέσα ενημέρωσης σε μια σύγχρονη κοινωνία και δημοκρατία θα σας το πει ο Ουμπέρτο Έκο. Πάντως, η δημόσια Αρχή που θα επόπτευε την ιδιωτική τηλεόραση, περιορίστηκε στο να κόβει πρόστιμα σε όσους έθιγαν κομματικούς ημέτερους, αδιαφορώντας για τον καθημερινό βιασμό της γλώσσας, για την καταλυτική άνοδο της ασημαντότητας, τη μαζική εξηλιθίωση, την αποθέωση του κιτρινισμού, του αυριανισμού, της ηλεκτρονικής κομματοκρατίας, της θανατηφόρα πληκτικής αερολογίας. Μέσα από την τηλεόραση πείστηκα βαθιά ότι η γενιά σας δεν είπε ποτέ ούτε μία κουβέντα με αλάτι, όχι γιατί δεν της δόθηκε το βήμα, αλλά γιατί δεν της το επέτρεψε η νάρκη και η ραστώνη.Θυμάμαι, αντί για πανεπιστήμια, να οργανώνονται κάτι (αγρο)τουριστικές μονάδες που εγκλώβιζαν φοιτητές με ανήκουστα επιστημονικά και τεχνικά αντικείμενα, με μόνο σκοπό να κερδίζει η τοπική κοινωνία της Καλαμάτας (ναι, είναι παράδειγμα) από την τσέπη του μεροκαματιάρη του Περάματος. Για την (μη) χάραξη πολιτικής ανάπτυξης και διαμόρφωσης μιας αγοράς εργασίας, μου είναι πολύ οδυνηρό να μιλήσω.Θυμάμαι-ίσως το χειρότερο- αντί για πολιτικό διάλογο, διαμόρφωση ιδεολογιών και νομοθετική παραγωγή, ένα συνονθύλευμα τέως αφισοκολλητών, πολιτικών τζακιών και τυχάρπαστων που πολύ εύκολα θεώρησαν τη δημόσια ζωή μια παιδική χαρά με διασκεδαστικές πομφόλυγες, αυτοερωτικό ξύλινο λόγο (βλ. Βαγγέλης), με καριέρες ολόκληρες πάνω στο χρόνιο αναμάσημα του τίποτα, και φυσικά υπό την αιγίδα μιας απέραντης απολαυστικής κόλασης οργιαστικής διαφθοράς. Και είμαστε ένας λαός που τόσο έχει ανάγκη τη διαμόρφωση μιας ταυτότητας, μια ψυχοθεραπευτική επεξεργασία του πολυσχιδούς παρελθόντος, μια καθαρή τοποθέτηση πάνω στον κόσμο.Ο κατάλογος δεν τελειώνει, ελπίζω να μπήκατε στο νόημα. Όπως έγραψε κάποτε και ο Χρ. Γιανναράς, τα τελευταία σαράντα χρόνια στην Ελλάδα καταφέραμε να μη λύσουμε ούτε ένα πρόβλημα (πάρτε έναν-έναν τους τομείς, ανά υπουργείο).Όπως καταλαβαίνετε, αν ξεχάσουμε ότι και εμείς, στην περίπτωση που είχαμε γεννηθεί είκοσι ή σαράντα χρόνια νωρίτερα, θα είχαμε οδηγηθεί από τη συγκυρία στα ίδια λάθη και θελήσουμε να συντάξουμε λεπτομερές κατηγορητήριο, αυτό δεν θα αφορά ότι διαβάσατε περιοδικά με ρολόγια, μανικετόκουμπα και γυμνές γκόμενες. Θα είναι μια κριτική επί της ουσίας.
Σχολιάζει ο/η