«Αναμνήσεις ενός μολυβένιου στρατιώτη»: Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του ιστορικού Γιώργου Θ. Μαυρογορδάτου

«Αναμνήσεις ενός μολυβένιου στρατιώτη»: Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του ιστορικού Γιώργου Θ. Μαυρογορδάτου Facebook Twitter
O ιστορικός και τ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος κυκλοφορεί τις επόμενες ημέρες το νέο του βιβλίο Αναμνήσεις ενός μολυβένιου στρατιώτη. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
1

Σαν να τηρεί ένα ετήσιο εκδοτικό ραντεβού, ο ιστορικός και τ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος κυκλοφορεί τις επόμενες ημέρες το νέο του βιβλίο Αναμνήσεις ενός μολυβένιου στρατιώτη. Πρόκειται για αυτοβιογραφικό έργο, στο οποίο ο γνωστός ιστορικός καταπιάνεται με την πανεπιστημιακή του διαδρομή, πρώτα ως φοιτητή και ύστερα ως καθηγητή. Περιγράφει εμπειρίες, στιγμές και κομβικούς σταθμούς, ενώ, παράλληλα, αναδεικνύει παραμορφωτικές πτυχές που διατηρούνται διαχρονικά στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Λίγο πριν βγει στα βιβλιοπωλεία, η LiFO δημοσιεύει τον πρόλογο του βιβλίου που εξηγεί την ταύτιση του συγγραφέα με τον μολυβένιο στρατιώτη του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν και ειδικότερα την ταύτιση της πανεπιστημιακής του σταδιοδρομίας με το ταξίδι του στρατιώτη στον υπόνομο.

Πρόλογος

Όταν ήταν παιδί, ένα από τα αγαπημένα του παραμύθια ήταν ο Μολυβένιος Στρατιώτης του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Όταν πια γέρασε, αναρωτήθηκε γιατί. Ανακάλυψε τότε ότι η ταύτισή του με τον μολυβένιο ήρωα του παραμυθιού είχε τουλάχιστον τρία επάλληλα στρώματα. Πάνω-πάνω βρισκόταν το ερωτικό πάθος του στρατιώτη για τη χάρτινη χορεύτρια. Βαθύτερα βρισκόταν η αμετακίνητη προσήλωση του στρατιώτη στο καθήκον. Άλλωστε ο αρχικός, πλήρης τίτλος του παραμυθιού τον χαρακτήριζε ακριβώς έτσι: Den standhaftige tinsoldat. Στα αγγλικά: The Steadfast Tin Soldier. Τέλος, ακόμη βαθύτερα υπήρχε η εγγενής, η αθεράπευτη διαφορετικότητα του στρατιώτη. Όπως ίσως θυμάστε, ήταν ο τελευταίος της παρτίδας και δεν είχε απομείνει γι' αυτόν αρκετό μέταλλο. Βγήκε έτσι από το καλούπι με ένα μόνο πόδι, αλλιώτικος από τα άλλα είκοσι τέσσερα στρατιωτάκια του κουτιού. Ξεχώριζε, λοιπόν, εξαρχής από τους άλλους και αυτό δεν του βγήκε σε καλό.


Σκεφτόταν τώρα ότι αυτά τα τρία στοιχεία του παραμυθιού χαρακτήρισαν και τη δική του ζωή. Ποτέ δεν μπόρεσε να αποφύγει ούτε να χαλιναγωγήσει τον κεραυνοβόλο έρωτα. Κάθε φορά παραδινόταν σ' αυτόν ολοκληρωτικά και ανεπιφύλακτα, μολονότι τον οδήγησε σε πολλά και στο τέλος ανεπανόρθωτα λάθη. Άλλωστε, η χάρτινη χορεύτρια του παραμυθιού υποδηλώνει ακριβώς την εξιδανίκευση που συνεπάγεται ο έρωτας – φθαρτή και εύφλεκτη σαν χαρτί. Όπως ο κύριος Κόυνερ του Μπέρτολντ Μπρεχτ, έτσι κι εκείνος ζωγράφιζε κάθε φορά ένα πορτρέτο του αγαπημένου προσώπου και πάσχιζε ύστερα να μοιάσει το πρόσωπο στο πορτρέτο.

Το κράτος που είχε φανταστεί δεν έμοιαζε καθόλου με εκείνο του Χομπς, ούτε με εκείνο του Χέγκελ. (Και οι δύο τού προκαλούσαν πάντοτε αλλεργία.) Ήταν αποκλειστικά και μόνο το δημοκρατικό κράτος, στη χώρα όπου έτυχε να γεννηθεί. Αυτό αγάπησε και υπηρέτησε πιστά. Αυτό τον πρόδωσε, όπως τόσες άλλες του αγάπες.


Πιο αινιγματικό, πάντως, του φαινόταν το δεύτερο στοιχείο. Από πού προήλθε, άραγε, η έμμονη ιδέα του καθήκοντος, από την οποία δεν κατάφερε ποτέ να απαλλαγεί; («Να χειραφετηθεί» θα ταίριαζε ίσως περισσότερο, αλλά και τώρα ακόμη δίσταζε να το ξεστομίσει.) Από το οικογενειακό περιβάλλον; Από τα γονίδια; Ο παππούς του έλεγε ότι ήθελε να κυκλοφορεί με το μέτωπο καθαρό (χωρίς να αναφέρεται στη συζυγική πίστη). Έτσι κι εκείνος άρχισε από μικρός να αισθάνεται την προσωπική ακεραιότητα ως απόλυτη ψυχική ανάγκη. Πρωταρχικό του μέλημα: να έχει τη συνείδησή του ήσυχη – ή σχεδόν ήσυχη. Κάθε φορά που χρειάστηκε να διαλέξει ανάμεσα στο συμφέρον του και το καθήκον του, σε μικρά και μεγάλα πράγματα, ήταν βέβαιος ότι, αν προτιμούσε το πρώτο παραβιάζοντας το δεύτερο, αργά ή γρήγορα η ένοχη συνείδηση και προπαντός η μειωμένη αυτοεκτίμηση θα ακύρωναν το όποιο όφελος.

Κάποτε που δίδασκε στην Ιταλία, έτυχε να διαβάσει στην εφημερίδα «La Repubblica» τη νεκρολογία ενός ανώτατου κρατικού λειτουργού. Τον συγκλόνισε και του εντυπώθηκε ανεξίτηλα η εξής φράση για τον νεκρό: «Όλη του τη ζωή υπηρέτησε με αφοσίωση το Κράτος – όχι το Κράτος όπως ήταν στην πραγματικότητα, αλλά την ιδέα που είχε ο ίδιος για το Κράτος». Έτσι κι εκείνος υπηρετούσε ένα κράτος όπως το είχε φανταστεί – όχι αυθαίρετα, αλλά με βάση τα διαβάσματα και τα ακούσματα που τον είχαν διαπλάσει, από μικρή ηλικία μέχρι και το μάθημα του Συνταγματικού Δικαίου στο πρώτο έτος του πανεπιστημίου. Υπήρχε δηλαδή και εδώ το στοιχείο της εξιδανίκευσης, όπως σε κάθε αγάπη, σύμφωνα με τον κύριο Κόυνερ.


Το κράτος που είχε φανταστεί δεν έμοιαζε καθόλου με εκείνο του Χομπς, ούτε με εκείνο του Χέγκελ. (Και οι δύο τού προκαλούσαν πάντοτε αλλεργία.) Ήταν αποκλειστικά και μόνο το δημοκρατικό κράτος, στη χώρα όπου έτυχε να γεννηθεί. Αυτό αγάπησε και υπηρέτησε πιστά. Αυτό τον πρόδωσε, όπως τόσες άλλες του αγάπες.


Μένει το τρίτο στοιχείο: η διαφορετικότητα. Όπως με τον ήρωα του Άντερσεν, αυτή είχε και στη δική του περίπτωση αφετηρίες σωματικές, όπως π.χ. το ότι φόρεσε πολύ μικρός γυαλιά. Ως «γυαλάκιας» βρέθηκε αποκλεισμένος από τις βίαιες συμμορίες και συγκρούσεις των συνομηλίκων του, ενώ απέκτησε και ο ίδιος αποτρεπτική επίγνωση της μειονεξίας του στον αθλητισμό. Δεν υπήρχαν τότε άθραυστα γυαλιά! (Μόνο η ξιφασκία τού ταίριαζε, επειδή ακριβώς η μεταλλική μάσκα προστάτευε τελείως το πρόσωπο και τα γυαλιά του.) Με τις τότε συνθήκες, ήταν ίσως φυσικό ο «γυαλάκιας» να στραφεί στα βιβλία και να γίνει πρόωρα διανοούμενος.


Ωστόσο, αργότερα ανακάλυψε σταδιακά και επώδυνα ότι ξεχώριζε και από τους περισσότερους συγχρόνους του διανοούμενους – τουλάχιστον της χώρας του. Τελικά, η διαφορετικότητά του ήταν προπαντός ψυχολογική. Πήγαζε από τον χαρακτήρα του, που ακόμη και πολλοί φίλοι του δεν δίσταζαν να ονομάσουν «δύσκολο». Ήταν όμως εύκολα προβλέψιμος. Δυσκόλευε τη ζωή των άλλων –και τη δική του– μόνο όποτε προέκυπτε κάποιο ζήτημα που η συναίσθηση του καθήκοντος και το πάθος της ειλικρίνειας δεν τον άφηναν να παραβλέψει. Δυστυχώς γι' αυτόν, στη δουλειά του και στη χώρα του τέτοια ζητήματα προκύπτουν συνεχώς.


Από πού προήλθε άραγε η ανικανότητά του να υποκριθεί και να πει πειστικά ψέματα; Επρόκειτο για κουσούρι, για αληθινή αναπηρία! Όποτε προσπάθησε, κατά κανόνα απέτυχε να πείσει όσο θα ήθελε. Δεν κατάφερε, ιδίως, να κολακέψει όσο του χρειαζόταν. Δεν κατάλαβε ποτέ την ανάγκη των άλλων για κολακεία. Επιπλέον, δεν μπόρεσε ποτέ να κρύψει την ακατάσχετη απέχθειά του για την υποκρισία και τον φαρισαϊσμό.


Μάταια αναζήτησε κάποιαν αφετηρία και εξήγηση αυτής ειδικά της ιδιαιτερότητας. Τον παρηγορούσε πάντως η επίγνωση ότι δεν αποτελούσε πρωτοφανή ούτε μοναδική περίπτωση. Αυτό το έμαθε προπαντός από το θεατρικό έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο που επιγράφεται, ακριβώς, Η ηδονή της τιμιότητας (Il piacere dell'onestà). Άλλωστε, και ο Μισάνθρωπος του Μολιέρου από το ίδιο ανεξέλεγκτο πάθος της ειλικρίνειας κυριαρχείται και οδηγείται τελικά στην πλήρη απομόνωση. Μ' αυτόν ταυτιζόταν απόλυτα.


Απ' όλες αυτές τις απόψεις, το παραμύθι του Άντερσεν προοιώνιζε τη δική του ζωή. Ή μήπως την προκαθόρισε; Δεν θα μπορούσε όμως ποτέ να είχε φανταστεί ότι η πανεπιστημιακή του σταδιοδρομία θα ταίριαζε ειδικά με το ταξίδι του μολυβένιου στρατιώτη στον υπόνομο. Όπως ίσως θυμάστε, εκεί βρέθηκε όταν κάτι παιδιά τον έβαλαν σε μια χάρτινη βαρκούλα που παρασύρθηκε από το ρυάκι. Τις αναμνήσεις του στρατιώτη από τον υπόνομο τις έγραψε, βέβαια, ο Άντερσεν. Τις δικές του αποφάσισε να τις γράψει ο ίδιος.


Το βιβλίου του Γιώργου Θ. Μαυρογορδάτου «Αναμνήσεις ενός μολυβένιου στρατιώτη» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη στις 31 Οκτωβρίου.

 

Βιβλίο
1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Θεσσαλονίκη πριν

Βιβλίο / «ΣΑΛΟΝΙΚΗ»: Ένα σπουδαίο βιβλίο για τη Θεσσαλονίκη

Το πρωτότυπο βιβλίο του Γιάννη Καρλόπουλου παρουσιάζει μέσα από 333 καρτ ποστάλ του εικοστού αιώνα –αποτυπώματα επικοινωνίας– την εξέλιξη της φωτογραφίας και της τυπογραφίας από το 1912 μέχρι τα τέλη των ’80s.
M. HULOT
Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού Κυνικού

Βιβλίο / Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού Κυνικού

Μια νέα βιογραφία αναζητεί τα ίχνη του Έλληνα φιλοσόφου: κάτι ανάμεσα σε άστεγο και αλήτη, δηλητηριώδη κωμικό και performance artist, επιδείκνυε την περιφρόνησή του για τις συμβάσεις της αστικής τάξης της αρχαίας Αθήνας.
THE LIFO TEAM
Η πρώτη αγάπη: Ένας τόπος όπου ζεις πραγματικά

Βιβλίο / Αρρώστια είναι ν’ αγαπάς, αρρώστια που σε λιώνει*

«Ανοίξτε, ουρανοί»: Το queer μυθιστόρημα ενηλικίωσης του Βρετανοϊρλανδού ποιητή Σον Χιούιτ αποτελεί το εντυπωσιακό ντεμπούτο του στην πεζογραφία, προσφέροντας μια πιστή, ποιητική και βαθιά συγκινητική απεικόνιση του πρώτου έρωτα.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Βιβλίο / Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Μια συζήτηση με τη Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου Νικολαΐδου για την ταινία που αδικήθηκε στην εποχή της, αλλά σήμερα προκαλεί εκ νέου το ενδιαφέρον, και για την «επιστροφή» της μέσα από ένα βιβλίο.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Βιβλίο / Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Το πρώτο βιβλίο του Αυστραλού συγγραφέα Ντόμινικ Αμερένα, με τίτλο «Τα θέλω όλα», που πήρε διθυραμβικές κριτικές, κυκλοφορεί στα ελληνικά. Βασικό του θέμα είναι πόσο μπορείς να προσποιηθείς ότι είσαι κάποιος άλλος για να καταφέρεις τους στόχους σου.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

Βιβλίο / Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

«Ένας δρόμος που μοιάζει με κοίτη ποταμού και παρασύρει τους πάντες χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις», όπως γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Οδός Πανεπιστημίου (19ος-20ός αιώνας) - Ιστορία και ιστορίες», Θανάσης Γιοχάλας και Ζωή Βαΐου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Γιάννης Σολδάτος: «Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι ο μικροαστισμός» ή «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Βιβλίο / Γιάννης Σολδάτος: «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη, εκδότη και συγγραφέα της συνοπτικής «Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου» που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε εμπλουτισμένη και σε ενιαία μορφή από τις εκδόσεις Αιγόκερως.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Βιβλίο / Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Ο σπουδαίος σκηνογράφος συγκέντρωσε την πολύτιμη σαραντάχρονη εμπειρία του σε ένα δίτομο λεξικό για τη σκηνογραφία, αναδεικνύοντάς την ως αυτόνομη τέχνη και καταγράφοντας την εξέλιξή της στο ελληνικό θέατρο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μ. Αναγνωστάκης «Η χαμηλή φωνή»

Το πίσω ράφι / Μανόλης Αναγνωστάκης: «Τι μένει λοιπόν από τον ποιητή, αν μένει τίποτα;»

Τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη της δημοσίευση, η προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Χαμηλή Φωνή» παρουσιάζεται στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, υπενθυμίζοντας τους θεωρούμενους ήσσονες ποιητές μας, όσους έμειναν έξω από κάθε μορφής υψηλή ποίηση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες…

Βιβλίο / Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες

Προδημοσίευση από τα «Αδημοσίευτα», το νέο βιβλίο του Νίκου Χασαπόπουλου, όπου ο έμπειρος πολιτικός συντάκτης αποκαλύπτει ιστορίες και παρασκήνια που διαμόρφωσαν την πολιτική ζωή της χώρας.
THE LIFO TEAM
Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Βιβλίο / Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Ένας από τους ελάχιστους διανοούμενους στη χώρα, που υπήρξε προνομιακός συνομιλητής του Παπαγιώργη και του Λορεντζάτου. Το τελευταίο του βιβλίο «Το πνεύμα και το τέρας» συνιστά μια ανανέωση του δοκιμιακού λόγου στην Ελλάδα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ

σχόλια

1 σχόλια
Μόλις διάβασα το βιβλίο και συγκινήθηκα! Τελειώνοντάς το, ένοιωσα σα να έκανα κι εγώ μια "σύντομη έκτακτη εμφάνιση" (cameo) καθώς υπήρξα φοιτητής (και μεταπτυχιακός) του ΓΘΜ τα έτη 1982-1990. Βίωσα και "από τα μέσα" την περίοδο αυτή του Πανεπιστημίου και την οποία καταγράφει με ακρίβεια. Θέλω να πιστεύω ότι υπήρξα στενός και πιστός φίλος του σε δύσκολες στιγμές. Τον σκέπτομαι πάντα με αγάπη και σεβασμό. Ήταν "ο δάσκαλος μου". Έμαθα μαζί του Ιστορία, Πολιτική Επιστήμη και κυρίως έμαθα να γράφω ... Είναι ακριβώς όπως περιγράφει τον εαυτό του και για αυτό είμαι πολλαπλά περήφανος για τον δάσκαλό μου και τις αξίες που τον διέπουν. Ελπίζω να πήρα κι εγώ κάποιες από αυτές. Ωστόσο, πέρα από τις βιωματικές εμπειρίες, το βιβλίο αυτό καθαυτό έχει ιδιαίτερη αξία διότι αποτυπώνει και αναλύει με ακρίβεια τις αθεράπευτες παθογένειες του εκπαιδευτικού μας συστήματος με επίκεντρο τα Πανεπιστήμια.