Με εξίταρε ο τίτλος της ταινίας, που είναι, φαντάζομαι, αλληγορικός. Εντούτοις, υπάρχουν πράγματι δύο ακατοίκητες νησίδες σε ένα νησιωτικό σύμπλεγμα νοτιοδυτικά της Σάμου που ονομάζονται Μεγάλος και Μικρός Ανθρωποφάγος! Πώς άραγε προέκυψαν αυτές οι ονομασίες;
Δεν είμαι σίγουρος, αλλά υπάρχει εκεί ένα επικίνδυνο θαλάσσιο πέρασμα και ίσως γι’ αυτό τις βάφτισαν έτσι. Είναι βέβαια και μια περιοχή μεθοριακή, από όπου συχνά περνούν βάρκες με πρόσφυγες. Tο πιο κοντινό κατοικημένο νησί είναι οι Φούρνοι. Εκεί, βασικά, καθώς επίσης σε Πάτμο και Ικαρία, έγιναν τα γυρίσματα. Όμως, ναι, ο τίτλος είναι πράγματι αλληγορικός και παραπέμπει στο μικρόβιο της απληστίας, η οποία μπορεί να σε κάνει όντως κανίβαλο, ανεξάρτητα από την κοινωνική σου τάξη, παρότι σίγουρα παίζει ρόλο κι αυτή· οι τρεις πρωταγωνιστές, ας πούμε, είναι άφραγκοι και απελπισμένοι, κι αυτό τους δίνει ένα επιπλέον άλλοθι.
— Βλέπουμε πάντως ότι ο νεαρότερος από τους πρωταγωνιστές (Βασίλης Κουτσογιάννης), που έχει αρχικά ενστάσεις για το σχέδιο του μεγαλύτερου φίλου του (Θεοφάνης Κατσέλης) να προσπαθήσουν να ανασύρουν τον θησαυρό που φημολογείται ότι κρύβεται στο ναυάγιο ενός σκάφους διακινητών –χρήματα που απέσπασαν από ταλαίπωρους πρόσφυγες για να τους περάσουν στα ελληνικά παράλια–, αλλάζει ρότα βλέποντας τα πρώτα χαρτονομίσματα να επιπλέουν στη θάλασσα. Στο ίδιο «τριπ» μπαίνει και η ιδιοκτήτρια του μικρού σκάφους (Εκάβη Ντούμα).
Ναι, και ας μη βιαστούμε να τους κατηγορήσουμε, ποτέ δεν ξέρουμε τι θα κάναμε εμείς στη θέση τους. Στα λόγια όλοι είμαστε καλοί, στην πράξη όμως είναι που δοκιμαζόμαστε. Δεν θα παραμερίζαμε βέβαια όλοι τις αξίες μας στο όνομα του εύκολου κέρδους, εξαρτάται από τον χαρακτήρα του καθενός, ωστόσο κάποιοι ίσως ξέρουμε λιγότερο καλά τον εαυτό μας από ό,τι νομίζουμε.
«Ναυάγια και ανθρώπινες τραγωδίες συμβαίνουν δυστυχώς συχνά στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου όπου διαδραματίζεται ο "Μικρός Ανθρωποφάγος" και παρότι πρόσφυγες δεν βλέπουμε στην ταινία, παρεκτός κάποια ξεβρασμένα σωσίβια σε μια παραλία, που υποδηλώνουν το πέρασμά τους, το προσφυγικό βρίσκεται διαρκώς στο φόντο».
— Υπάρχει κάποια αληθινή ιστορία πίσω από την υπόθεση της ταινίας;
Όχι, η έμπνευση είναι καθαρά κινηματογραφική και συγκεκριμένα από την κλασική ταινία του Τζον Χιούστον «Ο θησαυρός της Σιέρα Μάντρε» με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ (1948), η οποία επίσης περιστρέφεται γύρω από το θέμα της απληστίας. Ναυάγια όμως και ανθρώπινες τραγωδίες συμβαίνουν δυστυχώς συχνά στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου όπου διαδραματίζεται ο «Μικρός Ανθρωποφάγος» και παρότι πρόσφυγες δεν βλέπουμε στην ταινία, παρεκτός κάποια ξεβρασμένα σωσίβια σε μια παραλία, που υποδηλώνουν το πέρασμά τους, το προσφυγικό βρίσκεται διαρκώς στο φόντο. Όπως βέβαια και το trafficking, η διακίνηση, ένα κύκλωμα του οποίου τα μεγάλα κεφάλια ποτέ δεν πιάνονται, συνήθως κάτι κακόμοιρους πιτσιρικάδες σέρνουν στα δικαστήρια, τους οποίους τιμωρούν με εξοντωτικές ποινές.
— Είναι γνωστό ότι σε δεκάδες νέα παιδιά, κυρίως από το εμπόλεμο Σουδάν, έχουν φορτώσει αυτή την κατηγορία, επειδή κάποιος τα υποχρέωσε ή η ανάγκη τα έσπρωξε να κρατήσουν για λίγα χρήματα το πηδάλιο μιας βάρκας.
Ναι, και πολλές φορές καταδικάζονται χωρίς ικανά αποδεικτικά στοιχεία· μια οποιαδήποτε μαρτυρία αρκεί για τους δικαστές. Μια βραδιά στη διάρκεια των γυρισμάτων είδαμε ένα πλεούμενο με πρόσφυγες να ξεφορτώνει. Μια άλλη νύχτα, πάλι, ένα σκάφος χωρίς φώτα –μάλλον του λιμενικού– πλησίασε το δικό μας και το επεξεργάστηκε προτού χαθεί ξανά στο σκοτάδι. Ήμασταν γενικά σε επαγρύπνηση, όπως και οι ήρωες της ταινίας!
— Πρόκειται για ένα boat movie που το βρήκα αρκετά κλειστοφοβικό, παρότι το μεγαλύτερο μέρος του διαδραματίζεται στη θάλασσα, ακριβώς όπως και η προηγούμενη ταινία σου, «Forget me not» (2014), που γυρίστηκε στον Κόλπο της Αλάσκας.
Έτσι είναι, αν και προσωπικά θα τη χαρακτήριζα «πανκ περιπέτεια». Έχει, μάλιστα, ενδιαφέρον, τώρα που το σκέφτομαι, ότι εκείνη η ταινία γυρίστηκε στο απώτατο άκρο του Δυτικού κόσμου προς δυσμάς, απέναντι από την ασιατική ακτή της Ρωσίας, ενώ η τωρινή στο απώτατο άκρο του προς ανατολάς, απέναντι από τις μικρασιατικές ακτές!
— Οι ταινίες σου έχουν πάντα την αίσθηση του DIY, του χειροποίητου.
Ισχύει, παρότι δεν μου αρέσει ο όρος, γιατί έγινε πια του συρμού. Φαντάσου ότι το κινηματογραφικό συνεργείο αποτελούνταν από τρία μόλις άτομα! Δεν χωράγαμε κιόλας περισσότεροι στο μικρό σκάφος που είχαμε. Ούτε ντοκιμαντέρ δεν γυρίζεις έτσι, ήταν όμως επιλογή μας, πέραν του ότι πρόκειται για μια low budget ταινία στην κυριολεξία, καθώς πήραμε μόνο μια μικρή χρηματοδότηση από ένα πρόγραμμα του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου που λέγεται «Micro-budget». Ωστόσο, ναι, σε ανάλογο πνεύμα έγινε και η πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία, το «Πες στη Μορφίνη, ακόμα την ψάχνω» (2001), και σε αυτό επιστρέψαμε τώρα με τον «Μικρό Ανθρωποφάγο», με την Εκάβη Ντούμα ξανά σε πρωταγωνιστικό ρόλο.
— Γυρίζονται και διανέμονται πια πολλές ταινίες κάθε χρόνο, γίνονται επίσης αρκετά μεγάλα και μικρότερα κινηματογραφικά φεστιβάλ, πάει όμως γενικά σινεμά ο κόσμος πέρα από τα blockbusters;
Η αλήθεια είναι πως όχι. Στα φεστιβάλ υπάρχει μεν μεγάλη παρουσία κοινού και πολλές προβολές γίνονται sold out, αλλά, πέρα από αυτά, οι περισσότεροι προτιμούν να βλέπουν ταινίες σε ψηφιακές κινηματογραφικές πλατφόρμες ή να τις «κατεβάζουν» από το ίντερνετ. Σκέφτομαι, άλλωστε, να ανεβάσω κι εγώ τις ταινίες μου σε κάποια πλατφόρμα, γιατί έτσι θα τις δει περισσότερος κόσμος. Παρά ταύτα, το ιδανικό μέρος να βλέπεις σινεμά ήταν και παραμένει η κινηματογραφική αίθουσα.
— Το ελληνικό σινεμά σήμερα πώς το βλέπεις;
Με τα ίδια προβλήματα, τις ίδιες παθογένειες και τις ίδιες γκρίνιες πορεύεται πολλά χρόνια τώρα. Όχι πως δεν γίνονται και αξιόλογες ταινίες, όμως αυτό είναι το γενικό πλαίσιο. Έχει δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη μια ομάδα που λέγεται «Ορατότης Μηδέν», από κινηματογραφιστές οι οποίοι ζητούν μεγαλύτερη χρηματοδότηση, ένα αίτημα που επανειλημμένα έχουμε θέσει, γιατί έτσι γίνεται το σινεμά στην Ευρώπη· ούτε εισιτήρια κόβονται πολλά ούτε ιδιωτικά κεφάλαια υπάρχουν, χρειάζεσαι επομένως μια στήριξη. Το ίδιο εξάλλου συμβαίνει και με άλλες τέχνες. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει ανταπόκριση από πλευράς πολιτείας, εδώ πάλι επικρατεί μια αδιαφορία και τα χρήματα που δίνονται, όταν δίνονται, είναι πολύ λίγα για να κάνεις σοβαρή δουλειά. Και δεν είναι ότι τα χρήματα αυτά δεν υπάρχουν, προτιμούν όμως να τα δίνουν σε ξένες παραγωγές που γυρίζονται στην Ελλάδα.
— Στην Αμερική, όπου σπούδασες και δούλεψες για αρκετά χρόνια, πώς είναι η κατάσταση;
Έκανα όντως κάποιες ταινίες μικρού μήκους εκεί, πέρασα για λίγο κι από το Χόλιγουντ, δεν ήταν όμως κάτι που με τράβηξε τόσο ώστε να αποτελέσει αυτοσκοπό το να διακριθώ εκεί. Ίσως και να οφείλεται στο ότι ποτέ δεν ένιωσα ότι κάνω καριέρα στο σινεμά, το κέφι μου κάνω καταρχάς. Γι’ αυτό και ταινίες γυρίζω όταν βρίσκω έμπνευση και χρήματα. Ήδη έχω έτοιμο το σενάριο για μια επόμενη ταινία και θα το δουλέψω με τον Σωτήρη Σταμάτη, με τον οποίο συνεργαστήκαμε και στον «Μικρό Ανθρωποφάγο» – σε δικά μου σενάρια ήταν οι περισσότερες ταινίες μου, εκτός από το «Πες στη Μορφίνη, ακόμα την ψάχνω», το σενάριο της οποίας βασίστηκε στο ομώνυμο βιβλίο της Νικόλ Ρούσσου. Όσο για το πώς χρηματοδοτούνται στην Αμερική οι δημιουργοί, υπάρχουν διάφοροι τρόποι, όπως κίνητρα σε ιδιώτες επενδυτές μέσω φοροαπαλλαγών ή χορηγίες ιδρυμάτων και funds.
— Θα δούμε, λες, σύντομα την τεχνητή νοημοσύνη να σκηνοθετεί ολόκληρες ταινίες;
Μα ήδη βλέπω αρκετές ταινίες οι οποίες είναι φτιαγμένες σε τέτοιον βαθμό σύμφωνα με τις επιταγές κάποιου «εγχειριδίου χρήσης» ώστε θα μπορούσαν άνετα να έχουν φτιαχτεί από ένα εξελιγμένο πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης, κάτι που έτσι κι αλλιώς δεν θα αργήσει να συμβεί. Ταινίες καλογυρισμένες και ευχάριστες μεν αλλά χωρίς ψυχή, λες κι έχουν γυριστεί από μηχανή.
— Κάποια ταινία που είδες τελευταία και σου άρεσε;
Η τελευταία του Τζιμ Τζάρμους («Father Mother Sister Brother»), που πήρε τον Χρυσό Λέοντα στη Βενετία και ήταν η ταινία που άνοιξε το φετινό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη. Είναι ακριβώς το σινεμά που μου αρέσει, χωρίς να είναι φτιαγμένο για να αρέσει, σαν να πρόκειται για συνταγή. Η «Μια μάχη μετά την άλλη» του Πολ Τόμας Άντερσον που ακούστηκε πολύ φέτος, πάλι, παρότι πήγα με μεγάλες προσδοκίες, δεν με ικανοποίησε όσο περίμενα.
— Αν η Ελλάδα ήταν ταινία, ποια θα ήταν;
Το «Brazil» του Τέρι Γκίλιαμ!
Μικρός Ανθρωποφάγος / Little Man-Eater
Info: Ο «Μικρός Ανθρωποφάγος» του Γιάννη Φάγκρα παίζεται απόψε, Σάββατο 8/11, σε Β’ προβολή στο πλαίσιο του 66ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (Σινέ Μακεδονικόν, 11 μ.μ.).