ΑΠΕΡΓΙΑ ΓΣΕΕ

Το μάτι του Μοντεζούμα

Το μάτι του Μοντεζούμα Facebook Twitter
0

Ηγενιά των εβδομηντάρηδων κάνει τιςδεκαετίες της πακέτο κι αρχίζει νααναχωρεί σιγά σιγά. Δεν μιλάμε βέβαιαγια τον Χριστόδουλο που τον νεκροφίλησεη μισή Αθήνα, παρά για τον Νίκο Νικολαΐδη,γραφιά και σκηνοθέτη, που εκτός τωνγνωστών του έργων, άφησε και ένανμεταθανάτιο κωδίκελο που παρ' ελπίδαδεν αναφέρεται στην ηλικία της ωριμότητας,αλλά σε κείνο που ο ίδιος θεωρούσε κέντροτης ζωής - την εφηβεία. Άλλωστε το βιβλίοαφιερώνεται στα παιδιά του Συμεών καιΘεοδώρα, σωστόςνομίζω.

Οιδεκαετίες του ‘50 και του ‘60 έδινανπολλές αφορμές για να μισήσει κανείςτην ντόπια κοινωνία. Φτώχια παντού,οικογένεια, σχολείο, εκκλησία, χαφιέδεςκαι αυτοσχέδια ανθρωπάρια. Λίγο «ψηλά»αν είχες πάρει τον αμανέ, την είχεςάσχημα. Το ζήτημα βέβαια ήταν πού ναανέβεις για να κοιτάξεις αυτό το χάλι.Μέσα στα μισερά και στα μίζερα πράγματα,τουλάχιστον για τα αλάνια των προαστίων,ο κινηματογράφος και η ροκ μουσικήπρόσφεραν ένα επιχείρημα. Όχι μόνο γιακουβέντες αλλά για ζωή. Ο Τζέιμς Ντιν,ο Κάρι Γκραντ, ενίοτε και ο Τρόι Ντονάχιουδεν ήταν απλές φιγούρες στο πανί·ξεκόλλαγαν από κει, τρύπωναν στις καρδιέςκαι η μεταμόρφωση δεν αργούσε. «Ήτανη εποχή που είχαμε άφθονο ροκ εντ ρολ,ελάχιστο σεξ και καθόλου ναρκωτικά.Παρ' όλα αυτά νομίζω ότι δεν τα πήγαμεκαι τόσο άσχημα».

Στιςτετρακόσιες τόσες σελίδες του, οΝικολαΐδης αφηγείται αυτό το «δεντα πήγαμε και τόσο άσχημα» ροκιστί,κινηματογραφιστί, αλανιστί και σεξιστί.Κυρίως το τελευταίο. Χάρη στον κεντρικόήρωα που κυκλοφορεί στην Αθήνα με τα«μαγαζιά» ανοιχτά και τη μαλαπέρδατου διαθέσιμη, περνάμε σε άλληπραγματικότητα. Ποιο ήταν το κυρίαρχοσυναίσθημα της εποχής; Η κοινωνικήδειλία; Ο Σπόρος δεν κωλώνει, «αγοράζει»τους πάντες και έχει δικό του δαίμονα.Η ανέχεια; Ο Σπόρος βρίσκει λεφτά με τηνάνεση που ρίχνει γκόμενες. Άλλωστε ηστεκιά του Μοντεζούμα (ηγεμόνας τωνΑζτέκων) υπονοεί ότι όλο το βιβλίοαναπαριστά μια παντοιοτρόπως παρατεινόμενησυνουσία. Ο επαγγελματικός προσανατολισμός;Ο Σπόρος κάνει σπορ την ευνοημένη τουεφηβεία - όταν είναι καλός είναι κακόςκι όταν είναι κακός γίνεται ακόμαχειρότερος.

Εύκολαμπορεί κανείς να παρεξηγήσει το βιβλίοκαι να το δει σαν τζάμπα αμερικανιά, σανανεστραμμένο Θα φτύσω στους τάφους σας.Όλη η Ευρώπη κρυφοκοιταζόταν τότε στοναμερικάνικο τρόπο ζωής. Το χούι δεν το'κοψε, αλλά στην περίπτωση του Σπόρουέχουμε μιαν αφήγηση που δεν ξενοκοιτάζειαπλώς, έχει φλέγμα την ίδια τη λατρείατης, την τρέχει μέσα κι έξω, την ανανεώνειμε κάθε συμβάν, οπότε το αποτέλεσμααρχίζει να παίρνει διαστάσεις προσωπικήςανακάλυψης.

Σεξογραφίακαι αλητογραφία πάνε χέρι χέρι,αναθερμαίνονται από κεφάλαιο σε κεφάλαιο·η περιφρόνηση για τα «τουλουμοτύρια»,τους συμμαθητές, δίνει και παίρνει·ερωτήσεις όπως «ξέρεις πώς ξεχωρίζειο μαλάκας από τον ροκά;» είναι συνθήματακαι παρασυνθήματα· η μικροσυμμορίαπου γαμάει και δέρνει έχει μεγάλο κύκλοεργασιών. Επιπλέον ο αφηγητής έχειεκδιώξει βάναυσα κάθε σκίρτημα συμπάθειας,συναισθηματισμού, τρυφερότητας, ευπάθειαςκαι τα παρόμοια. Είναι «σκληρό»αντράκι και το δείχνει σε κάθε επαφή.Όλα αυτά γνωστά πια και δεδομένα. Άραπού βρίσκεται το χάρισμα του βιβλίου;

Στοαπλό γεγονός ότι αυτός ο άνθρωπος μετην παρατεταμένη εφηβεία έχει ειδικήαίσθηση της πραγματικότητας. Βλέπεικαλά όταν βλέπει και όταν δεν βλέπειβλέπει και πάλι καλά. Η πιο απλή φράσητου είναι κανονικό εργόχειρο. Στην τύχη:«Η Νένα ήτανε εντυπωσιακή ψηλή ξανθιάβαμμένη γεματούλα εικοσιπέντε βάλεκάτι παραπάνω προς πουρίτσα με φρύδιαξυρισμένα και ζωγραφιστά πράσινα σκούραμε παχύ μολύβι προς το κινέζικο του ΦουΜαντσού δέρμα ροζάκι ανοιχτό καλήςποιότητας μα κρέας κάπως μαλακό προςτο αηδία γερή λεκάνη μακριά πόδια δυοβαριά παχιά βυζιά για τα οποία ήτανεπολύ περήφανη και από κώλο πεθαμένη».

Περιγραφέςσπιτιών, καφενείων, συντροφιών, ταξιδιώνειδικά και διαθέσεων έχουν δικό τουςντουέντε και ποτέ κοινοτυπία. Ειδικάόταν φεύγει από Αθήνα, γράφει καλύτερα(το ταξίδι στην Ευρώπη είναι χάρμα). Τοβάρος πέφτει φυσικά στο πορνογραφικόντελίριο που ο αναγνώστης θα το απολαύσεικατ' ιδίαν. Εκείνο όμως που δεν περιμένεικανείς είναι ότι αυτές οι φουλαριστέςπραγματικότητες θα βγάζουν τόσο γέλιο.Πηγαίο γέλιο, βαθύ χάχανο, κωμωδία πουφέρνει ζούρλια. Η σκηνή με την Αϊ μανίτσαμ'ανήκει δικαιωματικά σε ανθολόγιο τηςεκλεκτής νεοελληνικής πορνογραφίας.Θα διασκέδασε πολύ ο συχωρεμένοςγράφοντας αυτές τις σπαρταριστέςσελίδες.

Έναςάνθρωπος με πατημένα γερά τα εξήντα πώςγίνεται να γράφει για τις περιπέτειεςενός δεκαπενταρά πριν από μισό αιώνα;Η ερώτηση είναι ανόητη και κάθε απάντησηδεν πάει πίσω. Ο αέρας της γραφής όπουθέλει πνέει. Να μην ξεχάσουμε όμως τοεπίμετρο του Μάνου Ελευθερίου. Που δενείναι τυχαίο. Κείνα τα χρόνια, Χαλάνδρι,Φιλοθέη ήταν μυστήριοι τόποι, με πολλούς«περίεργους» που έπαιζαν στονπρώτο και στον λήγοντα. Ο Νικολαΐδηςμιλάει για το πράσινο δωμάτιο τουΧαλανδρίου, για το σπίτι του αυτόχειραΚώστα Μίχου (όπου έτυχε κάποτε να πάμεκι εμείς), ουσιαστικά δηλαδή βιογραφείμε τον τρόπο του τις ρίζες μιας γενιάςπου άφησε χνάρι. Είναι ιστορικός οάνθρωπος, ήλθε, είδε, απήλθε, και τοπαράδοξο είναι ότι σε καμιά στιγμή δενλύγισε και να τον πάρουν τα ζουμιά. Οιτελευταίες σελίδες πάντως έχουν μιαναρρενωπή σκοτοδίνη.

«Τονίδιο χρόνο πέθανε κι ο Έρρολ Φλυνν».

0

ΑΠΕΡΓΙΑ ΓΣΕΕ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Για την έκφραση «Επάγγελμα ομοφυλόφιλος»

Θοδωρής Αντωνόπουλος / Για την έκφραση «Επάγγελμα ομοφυλόφιλος»

Αν θεωρήσουμε την ομοφυλοφιλία επάγγελμα, αξιότιμε κ. συνήγορε, τότε σίγουρα αυτό θα πρέπει να ενταχθεί στα βαρέα ανθυγιεινά. Τουλάχιστον για όσο μπορούν να δηλητηριάζουν τον δημόσιο λόγο κακοποιητικές απόψεις, αντιλήψεις και πρακτικές, σαν αυτές που είτε εκφέρετε είτε ενθαρρύνετε.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου είναι τόσο απελπιστικά χαμηλό;

Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος / Γιατί το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου είναι τόσο απελπιστικά χαμηλό;

Αντί να διαφωνήσουμε για το ένα ή το άλλο θέμα, όπως και είναι θεμιτό και αναμενόμενο σε μια δημοκρατία διαλόγου, το μόνο που ξέρουμε να κάνουμε είναι να εξευτελιζόμαστε οι ίδιοι και να εξευτελίζουμε τους άλλους, ωσάν να ήταν οι χειρότεροι εχθροί μας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ
O βούρκος των ημερών

Στήλες / O βούρκος των ημερών

Σήμερα: Μηνύματα στο αλεξίπτωτο • • • βουλευτική ηπιότητα • • • περιβαλλοντικη καταστροφή στο Ισραήλ • • • δύσκολες μέρες για τον Μακρόν • • • εμβολιαστική ευνοιοκρατία • • • ένας γενναιόδωρος πρώην οδηγός νταλίκας • • • η περιπέτεια της «μυστικής ομιλίας»
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ψάχνοντας τις ευθύνες, ξεχάσαμε τους κακούς

Αρετή Γεωργιλή / Ψάχνοντας τις ευθύνες, ξεχάσαμε τους κακούς

Γιατί όλη αυτή η πολιτική χυδαιότητα που αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη από το πραγματικό πρόβλημα και στρέφει τη συζήτηση σε μια στείρα κομματική αντιπαράθεση, στις πλάτες όλων αυτών των παιδιών, που το μόνο που ζητούν είναι δικαίωση και γαλήνη;
ΑΡΕΤΗ ΓΕΩΡΓΙΛΗ
Το δίλλημα με τον Κουφοντίνα

Τι διαβάζουμε σήμερα: / Το δίλλημα με τον Κουφοντίνα

Σήμερα: Τα Ζεν της Βαϊκάλης • • • νίκη μεγαλοψυχίας • • • η βία δεν πτοεί (ακόμη) τους Βιρμανούς • • • μια πρώτη δικαίωση • • • οι επίμονοι Ινδοί αγρότες • • • δημοκρατία και πίτσα • • • ένας τιτάνας
ΚΩΣΤΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ