Διαβάζοντας την «Υπέροχη φίλη μου» της Έλενα Φεράντε

Διαβάζοντας την «Υπέροχη φίλη μου» της Έλενα Φεράντε Facebook Twitter
Η λαϊκή γειτονιά στα περίχωρα της Νάπολης όπου μεγαλώνουν τα δυό κορίτσια ορίζεται από την ανέχεια, τους ξαφνικούς θανάτους από αρρώστειες ή από νάρκες που ανασύρονται άτσαλα από τα ερείπια, από προκαταλήψεις, κουτσομπολιά, ξυλοφορτώματα, βεντέτες και καλά καμουφλαρισμένες μαφιόζικες πρακτικές. Φωτό: Getty Images
0

Όσο μυστηριώδης κι αν είναι η Έλενα Φερράντε, όσες εικασίες κι αν προκαλεί με το αίνιγμα της ιδιωτικής της ταυτότητας, στο πώς αντιλαμβάνεται την ποιότητα ενός κειμένου φροντίζει να είναι διαυγέστατη. Ιδού ένα σχετικό απόσπασμα από την “Υπέροχη φίλη μου”, τον πρώτο τόμο της τετραλογίας της Νάπολης που μόλις κυκλοφόρησε και στα ελληνικά (μετ. Δ. Δότση, εκδ. Πατάκη):  «Η Λίλα ήξερε να μιλάει μέσα από τη γραφή... Σε αντίθεση με πολλούς συγγραφείς που είχα διαβάσει και διάβαζα, εκείνη εκφραζόταν με τόσο προσεγμένες φράσεις, χωρίς το παραμικρό λάθος, παρότι δεν είχε συνεχίσει το σχολείο, και επιπλέον δε φαινόταν κανένα ίχνος προσπάθειας, δεν ένιωθες το τέχνασμα του γραπτού λόγου. Διάβαζα και συνάμα την έβλεπα, την άκουγα. Η φωνή της, αγκαλιά με τη γραφή της, με συνάρπαζε, μ’ εκστασίαζε...».

Αντίστοιχες αρετές έχει και η δική της γραφή.  Η πρόζα της Φερράντε είναι στιβαρή, ελεγχόμενη, χωρίς εξτραβαγάντζες και ταυτόχρονα διαφανής, κελαριστή, άμεση. Ό,τι πρέπει δηλαδή για να σε αιχμαλωτήσει σ’ ένα πολύβουο, γεμάτο εντάσεις σύμπαν, όπως αυτό στο οποίο σφυρηλατείται η σχέση της Έλενας και της Λίλας, των κεντρικών ηρωίδων της.  Τι ανακούφιση να επιβεβαιώνονται οι προσδοκίες σου! Και τι δεν έχει ειπωθεί γι’ αυτήν την τετραλογία, και ποιός δεν έχει υποκλιθεί στην ιταλίδα συγγραφέα-φάντασμα. Ε, λοιπόν, ναι. Βάζοντας το μυθιστορηματικό της alter ego να κοιτάζει προς τα πίσω κι εμφυσώντας ζωή σε μια ναπολιτάνικη φτωχογειτονιά -κόπια, πιθανότατα, εκείνης από την οποία προέρχεται-  η Φερράντε ανατέμνει τις όψεις μιας περίπλοκης κοριτσίστικης φιλίας και καταφέρνει ν’ αποδώσει ό,τι  ελλοχεύει μέσα της: τον θαυμασμό, την αγάπη, τη ζήλεια, την ερωτική σαγήνη, τον ανταγωνισμό, την αφοσίωση. Παράλληλα, όμως, στήνει και μια ολόκληρη κοινωνική τοιχογραφία, αναδεικνύοντας τον αγώνα που απαιτείται για να χαράξει κανείς το δρόμο του σύμφωνα με τις βαθύτερες επιθυμίες του, όποιο κι αν είναι το φύλο  ή οι καταβολές του.

Η πρόζα της Φερράντε είναι στιβαρή, ελεγχόμενη, χωρίς εξτραβαγάντζες και ταυτόχρονα διαφανής, κελαριστή, άμεση. Ό,τι πρέπει δηλαδή για να σε αιχμαλωτήσει σ' ένα πολύβουο, γεμάτο εντάσεις σύμπαν, όπως αυτό στο οποίο σφυρηλατείται η σχέση της Έλενας και της Λίλας, των κεντρικών ηρωίδων της.

Διαβάζοντας την «Υπέροχη φίλη μου» ήταν σαν ν’ αποκτούσαν χρώματα οι ασπρόμαυρες ταινίες του ντε Σίκα, σαν να διασταυρώνονταν οι «Μικρές κυρίες» με τους “Sopranos” ή τον «Νονό», σαν ν’ αναβίωνε ο πόθος του «Μεγάλου Γκάτσμπι» για το χρήμα και μαζί όλα τα μαλλιοτραβήγματα από το «Τρίτο στεφάνι» του Ταχτσή.  Γύριζα ασθμαίνοντας τις σελίδες και το μυαλό μου πετούσε από την λασπωμένη Νάπολη του ΄50 στην σκονισμένη Αθήνα της αντιπαροχής, από τους πατεράδες-αφέντες του βιβλίου στους δικούς μας αυστηρούς μπαμπάδες που εναπόθεταν στην παιδεία την ελπίδα για κοινωνική μεταγραφή, κι  από την «ατρόμητη», «εκθαμβωτική» Λίλα στην παλιά εκείνη κολλητή μου με την οποία φτάσαμε μια μέρα να μην μιλιόμαστε. Πώς τα κατάφεραν οι ηρωίδες της Φεράντε; Πώς παρέμειναν φιλενάδες με τόσο διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες κι ενώ οι δρόμοι τους χώρισαν; Και γιατί η Λίλα, που έμεινε ριζωμένη στη γενέτειρά τους, βάλθηκε στα εξήντα και κάτι να εγκαταλείψει τους πάντες χωρίς ν’ αφήσει το παραμικρό ίχνος πίσω της; Το σίγουρο είναι πως στην απόφαση της Έλενας ν’ ανασυστήσει με κάθε λεπτομέρεια την ιστορία τους, περισσεύει το πείσμα αν όχι και μια υποψία εκδίκησης. «Για να δούμε» γράφει η Φερράντε, υιοθετώντας τη φωνή της και προικίζοντάς την με το επάγγελμά της, «ποιά θα νικήσει αυτή τη φορά».

Διαβάζοντας την «Υπέροχη φίλη μου» της Έλενα Φεράντε Facebook Twitter
Nάπολη, δεκαετία 1950. Φωτό: Getty Images

Η λαϊκή γειτονιά στα περίχωρα της Νάπολης όπου μεγαλώνουν τα δυό κορίτσια ορίζεται από την ανέχεια, τους ξαφνικούς θανάτους από αρρώστειες ή από νάρκες που ανασύρονται άτσαλα από τα ερείπια, από προκαταλήψεις, κουτσομπολιά, ξυλοφορτώματα, βεντέτες και καλά καμουφλαρισμένες μαφιόζικες πρακτικές. «Δεν νοσταλγώ την παιδική μας ηλικία, ήταν γεμάτη βία» διαβάζουμε. «Ζούσαμε λογιών λογιών καταστάσεις μέσα κι έξω από τα σπίτια μας αν και δε θυμάμαι να σκέφτηκα ποτέ ότι η ζωή που μας έλαχε ήταν τόσο άσχημη. Έτσι ήταν η ζωή, τελεία και παύλα. Μεγαλώναμε με το καθήκον να την κάνουμε δύσκολη στους άλλους, προτού οι άλλοι την κάνουν δύσκολη σ’ εμάς».

Ταπεινής καταγωγής κι οι ίδιες –η Λίλα είναι κόρη τσαγγάρη και η Έλενα κόρη θυρωρού- δένονται από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού, κι είναι τόσο λαμπρές οι σχολικές τους επιδόσεις που η δασκάλα τους και μόνο στη σκέψη ότι μπορεί να μην τους επιτραπεί να σπουδάσουν, ότι μπορεί να συγχρωτίζονται αιωνίως με τους «πληβείους»,  εξοργίζεται. Στον μικρόκοσμο των δυο φιλενάδων συναντάμε μεροκαματιάρηδες που ξεπέφτουν κι άλλο όπως και μεροκαματιάρηδες που αναρριχώνται στην κοινωνική κλίμακα, νεαρούς νταήδες που μεγαλοπιάνονται  αλλά κι έναν υπαλληλάκο που όλως παραδόξως δημοσιεύει ποιήματα, κι έναν χορό από γυναίκες τόσο «δηλητηριασμένες από τους άντρες» που, αφορμής δοθείσης, μεταμορφώνονται σε θηρία ανήμερα.

Κι όμως, μέσα σ’ αυτήν την γκρίζα και καταπιεστική καθημερινότητα –στην οποία, σημειωτέον, οι λέξεις φασισμός, ναζισμός, αντίσταση, μοναρχία, κομμουνισμός, δημοκρατία, σπανίως, πολύ σπανίως εκστομίζονται-  η Φεράντε αφήνει να παρεισφρύσουν κάμποσα φωτεινά διαλείμματα. Μια βόλτα στη θάλασσα ή στο κέντρο της Νάπολης, λίγες μέρες διακοπών στην εξοχή, μια περιπετειώδης κοπάνα, ένα αναπάντεχο φλερτ, μια χούφτα βιβλία από την δανειστική βιβλιοθήκη, ένας σπινθηροβόλος διάλογος μ’ έναν φοιτητή, ένα ζευγάρι μοντέρνα, χειροποίητα παπούτσια που έχουν σχεδιαστεί στα κρυφά, μια ενθαρρυντική κουβέντα από ένα πρόσωπο που σέβονται, ανοίγουν κάθε τόσο στα κορίτσια καινούριους ορίζοντες. Τίποτε εν τούτοις δεν μπορεί να συγκριθεί με τους καρπούς που γεννά το πάρε-δώσε μεταξύ τους. Η επιρροή που ασκεί η μία στην άλλη, το πώς αλληλοσυμπληρώνονται σαν προσωπικότητες, οι μάχες που δίνουν για το ποιά θα πρωτοξεχωρίσει στο σχολείο ή την παρέα, οι ατέρμονες συζητήσεις τους, η ζωτική ορμή απ’ την οποία πάλλονται και την οποία μοιράζονται, δίνουν στο μυθιστόρημα της Φερράντε τις καλύτερες σελίδες του.

Διαβάζοντας την «Υπέροχη φίλη μου» της Έλενα Φεράντε Facebook Twitter
Nάπολη, δεκαετία 1950. Φωτό: Getty Images
 

Εκείνο που λαχταράνε πάνω απ’ όλα η Έλενα και η Λίλα είναι να ξεφύγουν από την ανέχεια.  «Η λέξη πλούσιος μας είχε γίνει έμμονη ιδέα. Μιλούσαμε για λεφτά όπως μιλούν οι ήρωες των μυθιστορημάτων για το κυνήγι ενός θησαυρού. Αν μας άκουγε κανείς θα νόμιζε πως τα λεφτά ήταν κρυμμένα κάπου στη γειτονιά μέσα σε κάτι σεντούκια που περίμεναν εμάς και μόνον εμάς να τ’ ανακαλύψουμε...». Στο κατώφλι της εφηβείας, και οι δυο το πιστεύουν ακράδαντα: «Αν διαβάζαμε πολύ, θα μπορούσαμε να γράψουμε βιβλία και χάρη σ’ αυτά να γίνουμε πλούσιες». Σιγά σιγά, ωστόσο, καθώς το συνοικιακό καφέ μετατρέπεται σε πολυτελές ζαχαροπλαστείο (και στέκι τοκογλύφων), καθώς το σφραγισμένο μαραγκούδικο εξελίσσεται σε παντοπωλείο περιωπής (έχοντας περάσει στα χέρια ενός πρώην μαυραγορίτη και συνεργάτη  των ναζί),  κι ενώ η Λίλα μεταμορφώνεται από αγριοκάτσικο σε περιζήτητη καλλονή, οι πορείες των δυο φιλενάδων αρχίζουν ν’ αποκλίνουν. Ο στόχος τους παραμένει ο ίδιος, αλλά τα μέσα για να τον κατακτήσουν είναι πια διαφορετικά για την καθεμιά... Τι τις περιμένει από δώ και πέρα; Περιττό να πώ πόσο ανυπομονώ για τη συνέχεια.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το ημερολόγιο ενός διαιτητή: «Ήμασταν σχεδόν γυμνοί και ο Κολίνα μας εξέταζε με το παγερό βλέμμα του»

Βιβλίο / Το ημερολόγιο ενός διαιτητή: «Ήμασταν σχεδόν γυμνοί και ο Κολίνα μας εξέταζε με το παγερό βλέμμα του»

Σε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του που έχει τίτλο “House of Cards”, ο Σουηδός πρώην διεθνής Γιόνας Έρικσον περιγράφει τις ταπεινωτικές μετρήσεις βάρους στα σεμινάρια διαιτητών της UEFA
THE LIFO TEAM
Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος ήταν πάντα με τη μεριά της ζωής

Το Πίσω Ράφι / Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος ήταν πάντα με τη μεριά της ζωής

Ο Έλληνας σκηνοθέτης μάζεψε από «το καλάθι των αχρήστων» όλες τις εμπειρίες του κι έφτιαξε την αυτοβιογραφία του, μια ζωντανή αφήγηση γεμάτη ιστορίες, συναντήσεις, αποφθέγματα και κρίσεις, λογοτεχνικές και σινεφίλ αναφορές.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ: η ιστορία του underground περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη»

Βιβλίο / «Ανοιχτή Πόλη»: Ένα από τα πιο επιδραστικά εναλλακτικά έντυπα της Ελλάδας

Οι δημιουργοί του Κώστας Μανδηλάς και Βλάσσης Ρασσιάς, καταγράφουν την πορεία του στο βιβλίο «Για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ: Η ιστορία του περιοδικού “Ανοιχτή Πόλη”».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η Ράνια Οικονομίδου διαβάζει το διήγημα «Η μεγαλύτερη λεία του Μινγκ» της Πατρίσια Χάισμιθ

Lifo Videos / Η Ράνια Οικονομίδου διαβάζει ένα διήγημα της Πατρίσια Χάισμιθ

«Η μεγαλύτερη λεία του Μινγκ»: Μια ιστορία έρωτα, αγάπης, αφοσίωσης, ανταγωνισμού, μίσους και φόνου μεταξύ ενός ζευγαριού και ενός σιαμέζικου γάτου, ένα μυστηριώδες διήγημα της δημιουργού των πιο σαγηνευτικών αντιηρώων.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Οι μικρές αριστουργηματικές σειρές των εκδοτών

Βιβλίο / Οι μικρές αριστουργηματικές σειρές των εκδοτών

Ολοένα περισσότερο διευρύνεται η τάση έκδοσης κλασικών και σπάνιων κειμένων σε μικρό μέγεθος που τοποθετούνται δίπλα στο ταμείο και συνιστούν την προσπάθεια ενός εκδοτικού οίκου να φέρει σπουδαία έργα στο ευρύ αναγνωστικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
I love Dick: Eίναι το βιβλίο της Κρις Κράους το πιο τολμηρό του αιώνα μας;

Βιβλίο / I love Dick: Eίναι το βιβλίο της Κρις Κράους το πιο τολμηρό του αιώνα μας;

Η θεωρητικός, εικαστικός, κριτικός, συγγραφέας και εκδότρια Κρις Κράους μπορεί να μην άλλαξε τα δεδομένα στον αγγλόφωνο κόσμο εκδίδοντας τα βιβλία των Γάλλων θεωρητικών αλλά προκάλεσε άπειρες συζητήσεις με το πρωτότυπο φεμινιστικό βιβλίο της.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Η αρχή της ηδονής: Μια σουρεαλιστική, σέξι ιστορία στην καλοκαιρινή Ανάφη 

Βιβλίο / Η αρχή της ηδονής: Μια σουρεαλιστική, σέξι ιστορία στην καλοκαιρινή Ανάφη 

Ένα τολμηρό καλλιτεχνικό project έγινε η αφορμή για να κάνει ο εικαστικός René Habermacher ένα ταξίδι στη θάλασσα με πλήρωμα έξι ναύτες κι έναν καπετάνιο, απαθανατίζοντας μια σουρεαλιστική εμπειρία που κατέληξε σε ναυάγιο. Το βιβλίο «The Pleasure Principle» καταγράφει αυτό το ταξίδι μέσα από φωτογραφίες του René, κείμενα και εικαστικά έργα, σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έκδοση.
M. HULOT
Νίκος Μάντης «Το χιόνι του καλοκαιριού»

Το πίσω ράφι / Για τις απουσίες που μας κάνουν αργούς στα αισθήματα

Καλοκαίρι στην Πελοπόννησο, στη σκιά της δεκαετίας του ’80: ένα πληγωμένο παιδί, μια μητέρα που επιστρέφει αλλαγμένη και μυστικά που βαραίνουν τη σιωπή των ενηλίκων - αυτά ξετυλίγει ο Νίκος Α. Μαντής στο πρώτο του μυθιστόρημα.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Νέα βιβλία που περιμένουμε ως το τέλος του χρόνου, και κάποιες επανεκδόσεις

Fall Preview 2025 / 13 βιβλία που περιμένουμε ως το τέλος της χρονιάς

Ο πάντα επίκαιρος Καβάφης, νέα, σύγχρονα και παλιότερα ονόματα της λογοτεχνικής σκηνής και κάποιες ξεχωριστές επανεκδόσεις που δικαίως θα διεκδικήσουν χώρο στη βιβλιοθήκη όλων, βιβλιόφιλων και μη.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ