Τζέρι Λιούις: Η ζωή και το έργο ενός εκ των κορυφαίων κωμικών του 20ού αιώνα.

Τζέρι Λιούις: Η ζωή και το έργο ενός εκ των κορυφαίων κωμικών του 20ού αιώνα. Facebook Twitter
Ο χώρος του entertainment ήταν η φυσική εξέλιξη για εκείνον και μια χώρα που έβγαινε από έναν μεγάλο πόλεμο και ήθελε αισιοδοξία και γέλιο θα γινόταν το ιδανικό κοινό του. Φωτό: STF/AFP/Getty Images
0

Ξεκινώντας από κάτι προσωπικό, τα προ ιδιωτική τηλεόρασης χρόνια, η προβολή στην ΕΡΤ ή στο βίντεο μιας ταινίας του Τζέρι Λιούις ή του Λουί ντε Φινές θα ήταν το highlight της ημέρας. Η σύνδεση των δύο ήταν σχεδόν άμεση –οι ταινίες ολότελα δικές τους– στο μυαλό ενός παιδιού πριν ανακαλύψει ρόλους και εργασίες μέσα σε μια κινηματογραφική παραγωγή. Χρόνια αργότερα, βρήκα ένα βίντεο με το τιμητικό César που έδωσαν οι Γάλλοι στον Λουί ντε Φινές για το σύνολο της καριέρας του το 1980. Ποιον φώναξαν για να του το δώσει; Τον Τζέρι Λιούις, έναν κωμικό που λάτρεψε το λαϊκό κοινό της χώρας αλλά κυρίως οι συνήθως δύστροποι κριτικοί της, που τον ανήγαγαν σε ιδιοφυΐα της κωμωδίας, καθώς τους μετέφερε χρόνια πίσω, πριν από τη γέννηση του σινεμά ακόμα, στις ρίζες του vaudeville και των καμπαρέ. To 2002, η Αμερικανίδα ακαδημαϊκός Ρέι Μπεθ Γκόρντον κυκλοφόρησε μια λεπτομερή μελέτη της γαλλικής κωμωδίας του 19ου αιώνα που κορυφώθηκε με τις πρώτες κινηματογραφικές ταινίες, τιτλοφορώντας το βιβλίο της «Why the French Love Jerry Lewis», φράση που συχνά χρησιμοποιούνταν κοροϊδευτικά κατά των Γάλλων.

Μια τυχαία live εμφάνιση στο Λας Βέγκας και η ερμηνεία ενός τραγουδιού που ήξερε από παιδί, του «Rock-A-Bye Baby», άνοιξε νέους ορίζοντες. Ο Λιούις σταμάτησε να προβληματίζεται για το τι θα έκανε στην καριέρα του, γιατί τα έκανε όλα μαζί. Ζωντανές εμφανίσεις, ηχογραφήσεις δίσκων, ταινίες στο Χόλιγουντ και εμφανίσεις στην τηλεόραση από έναν άνθρωπο-ορχήστρα, που δεν βολευόταν όμως μόνο στον ρόλο του εκτελεστή και κυνηγούσε και αυτόν του δημιουργού.

Ο Τζόι Λέβιτς που έγινε Τζόι Λιούις και μετά Τζέρι Λιούις ήταν παιδί διασκεδαστών, οι οποίοι έφευγαν συχνά για περιοδείες και άλλαζαν τόπο κατοικίας, με τον μικρό τους γιο να επιζητά την προσοχή τους, φτιάχνοντας μικρά σκετς και αναπτύσσοντας πολύ γοργά μια κωμική περσόνα. Μέτριος μαθητής, δεν ολοκλήρωσε το σχολείο, δεν έγινε δεκτός στον αμερικανικό στρατό κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και αξιοποίησε την ενέργειά του παίρνοντας μικρά ρολάκια δίπλα στον πατέρα του ή ταλαιπωρώντας φίλους και γείτονες με διάφορες ευρηματικές σκανταλιές. Ο χώρος του entertainment ήταν η φυσική εξέλιξη για εκείνον και μια χώρα που έβγαινε από έναν μεγάλο πόλεμο και ήθελε αισιοδοξία και γέλιο θα γινόταν το ιδανικό κοινό του. Χρειαζόταν πάντως κάτι για να κάνει το πρώτο μεγάλο βήμα, καθώς χιλιάδες σαν αυτόν είχαν αντίστοιχα όνειρα, και το βρήκε στη συνεργασία με τον πιο γήινο Ντιν Μάρτιν, έναν τραγουδιστή και εκκολαπτόμενο ηθοποιό, με τον οποίο πολύ γρήγορα άρχισαν να κάνουν εμφανίσεις σε κλαμπ ως δίδυμο.

Γρήγορα ήρθε το ραδιόφωνο και λίγο μετά οι πρώτες εκπομπές στην τηλεόραση που μοιραία κέντρισαν το ενδιαφέρον ανθρώπων του Χόλιγουντ. Ο παραγωγός Χαλ Γουόλις τους έκλεισε το 1949 και υπό τις οδηγίες του δούλεψαν μαζί ως το 1956, εμφανιζόμενοι συνολικά σε 16 ταινίες, πρώτα σε μικρούς ρόλους και σύντομα ως πρωταγωνιστές. Οι ταινίες των Μάρτιν και Λιούις βασίζονταν αποκλειστικά στη μεταξύ τους χημεία και όχι τόσο στις περιπέτειες στις οποίες έμπλεκαν, καθώς οι ξεκάθαροι ρόλοι που είχαν (ο συγκρατημένος, «ενήλικας» Μάρτιν και το ασταμάτητο «παιδί» Λιούις) βοηθούσαν πολύ σε αυτήν τη διάδραση. Ο Λιούις όμως γινόταν όλο και πιο ανεξέλεγκτος και το κοινό άρχισε σταδιακά να ξεχνά πως πηγαίνει σινεμά για να δει ένα δίδυμο κωμικών, με τον Μάρτιν να αντιλαμβάνεται τη φθορά του και να αρχίζει να ξανασκέφτεται το τραγούδι. Ο καλλιτεχνικός χωρισμός τους, όχι ιδιαίτερα κομψός, ήταν ό,τι καλύτερο και για τους δυο, αλλά οδήγησε τον Λιούις σε ένα αδιέξοδο σε σχέση με το πού θα έπρεπε να επικεντρωθεί στη συνέχεια της καριέρας του.

 

Όταν ο Τζέρι Λιούις παρέδωσε το τιμητικό βραβείο Σεζάρ στον Λουί ντε Φινές

Μια τυχαία live εμφάνιση στο Λας Βέγκας και η ερμηνεία ενός τραγουδιού που ήξερε από παιδί, του «Rock-A-Bye Baby», άνοιξε νέους ορίζοντες. Ο Λιούις σταμάτησε να προβληματίζεται με το τι θα έκανε στην καριέρα του, γιατί τα έκανε όλα μαζί. Ζωντανές εμφανίσεις, ηχογραφήσεις δίσκων, ταινίες στο Χόλιγουντ και εμφανίσεις στην τηλεόραση από έναν άνθρωπο-ορχήστρα, που δεν βολευόταν όμως μόνο στον ρόλο του εκτελεστή και κυνηγούσε και αυτόν του δημιουργού. Στη Warner βρήκε τον Φρανκ Τάσλιν, έναν σκηνοθέτη που δούλευε ως τότε στα κινούμενα σχέδια της εταιρείας, και μαζί άφησαν πίσω τους κωμικές συμβάσεις, κάτι που ξεκίνησε από την τελευταία ταινία που είχε κάνει με τον Μάρτιν, το «Hollywood or Bust», και συνεχίστηκε με το «Delicate Delinquent» το 1957 και τα επόμενα τρία χρόνια.

Το 1960 ήταν που πήρε την απόφαση να τα κάνει όλα μόνος του στο «Bellboy», στην αρχή μιας χρυσής πενταετίας και αναμφίβολα της πιο δημιουργικής στιγμής της ζωής του. Πολυμήχανος, τελειοποίησε το σύστημα της βοηθητικής οθόνης που επέτρεπε στον σκηνοθέτη (δηλαδή στον εαυτό του) να δει άμεσα αυτό που μόλις είχε γυρίσει και ξεκίνησε να κάνει ένα φιλμ με μικρό budget και λίγο χρόνο, βλέποντας την Paramount να αποχωρεί στα μέσα των γυρισμάτων, όταν οι ιθύνοντες της εταιρείας αντιλήφθηκαν ότι γυρνά μια σχεδόν βωβή ταινία. Το «Bellboy», ένας φόρος τιμής στην πηγαία κωμωδία, το slapstick που δεν χωρά μέσα του ευφυολογήματα αλλά χαρίζει γέλιο μέσα από ακροβατικές κινήσεις και ταχύτατες καταστάσεις, ολοκληρώθηκε με χρήματα του ίδιου του Λιούις και το κοινό τού τα επέστρεψε με το παραπάνω. Το μοτίβο αυτό συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια με τα «Ladies Man» (1961), «Errand Boy» (1961) και κυρίως με το «Nutty Professor» (1963), το προσωπικό του «Δόκτωρ Τζέκιλ και Μίστερ Χάιντ», την ταινία στην οποία πολλοί είδαν και μια προσωπική ματιά στη διχοτομημένη προσωπικότητα του κωμικού, καθώς ήταν κοινό μυστικό ότι πίσω από το παιδικό προσωπείο κρυβόταν ένας δύσκολος χαρακτήρας.

Τζέρι Λιούις: Η ζωή και το έργο ενός εκ των κορυφαίων κωμικών του 20ού αιώνα. Facebook Twitter
Το χιούμορ των ταινιών του Λιούις είναι μακρινός απόγονος της προ κινηματογράφου κωμωδίας, την οποία υπηρέτησαν πριν από αυτόν οι μεγάλοι κωμικοί του βωβού σινεμά, από τον Μακ Σένετ ως τον Τσάπλιν, τον Κίτον ή τον Λόρελ.

Το χιούμορ αυτών των ταινιών του Λιούις είναι μακρινός απόγονος της προ κινηματογράφου κωμωδίας, την οποία υπηρέτησαν πριν από αυτόν οι μεγάλοι κωμικοί του βωβού σινεμά, από τον Μακ Σένετ ως τον Τσάπλιν, τον Κίτον ή τον Λόρελ. Η παρουσία του δεν ήταν tribute σε αυτούς, αφού δεν έγινε ποτέ και η αντίστοιχη μελέτη, αλλά είχε κοινή βάση, ένα είδος χιούμορ που είχε αρχίσει να εξασθενεί ήδη και από τα μέσα της δεκαετίας του '60 κι έπειτα έφτανε ως και την αποδοκιμασία. Οι ΗΠΑ άλλαζαν υπό το βάρος σοβαρών ιστορικών γεγονότων και η παιδικότητα αντικαταστάθηκε από το (πολιτικό ή μη) σχόλιο, την ειρωνεία και τη δύναμη της γλώσσας, που υπερτερούσε σε σχέση με αυτήν της εικόνας. Εκεί κάπου ο Λιούις έγινε για πολλούς ένα κακό αστείο, η εκτίμηση στο πρόσωπο και τις ταινίες του ήταν δείγμα αμορφωσιάς. Όχι σε όλο τον κόσμο όμως, καθώς εκεί που στις ΗΠΑ το άστρο του ξεθώριασε, η δεύτερη γενιά των κριτικών του «Cahiers du cinéma» τοποθετούσε το «Bellboy» πλάι στην «Persona» του Μπέργκμαν, σε μια λίστα ταινιών που έπρεπε να διαβαστούν υπό ένα άλλο, πιο πολιτικό πρίσμα.

Και η ιστορία δεν θα τελείωνε εδώ, με τα «Cahiers» να συναγωνίζονται για χρόνια το «Positif» για το ποιος θα γράψει τους μεγαλύτερους διθυράμβους για το συνολικό έργο του Λιούις ως ηθοποιού και σκηνοθέτη, τον Γκοντάρ να λέει τα καλύτερα για τις ταινίες του και σύσσωμη τη γαλλική κριτική να κατηγορεί τους Αμερικανούς που δεν εκτιμούσαν τέτοιο θησαυρό. Κορύφωση αυτής της υποστήριξης ήταν το εξάωρο ντοκιμαντέρ «Bonjour, Mr. Lewis» που έφτιαξε για λογαριασμό της γαλλικής τηλεόρασης ο κριτικός Ρομπέρ Μπεναγιούν, το σημαντικότερο ίσως πορτρέτο που έγινε ποτέ για τον Λιούις. Ο τελευταίος, μετά τις χρυσές μέρες του '60, δοκίμασε την τύχη του στο δράμα με το «The day the clown cried» (1972), μια ταινία που δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει στην ώρα της, δεν παίχτηκε ποτέ και σήμερα ανήκει στη βιβλιοθήκη του Αμερικανικού Κογκρέσου, με σαφή εντολή να μην προβληθεί για χρόνια.

Τζέρι Λιούις: Η ζωή και το έργο ενός εκ των κορυφαίων κωμικών του 20ού αιώνα. Facebook Twitter
Με τον Μάρτιν Σκορσέζε στα γυρίσματα της ταινίας «The King of Comedy».

Τη δεκαετία του '80 έκανε τις δύο τελευταίες σκηνοθετικές του απόπειρες, τα «Hardly Working» (1980) και «Cracking Up» (1983), με πολύ προσωπικό χιούμορ που δεν εκτιμήθηκε από την αμερικανική κριτική (την ίδια ώρα που οι Γάλλοι παραληρούσαν), ενώ είχε μια εξαιρετική εμφάνιση ως γνωστός τηλεοπτικός παρουσιαστής στο κατάμαυρο αριστούργημα του Μάρτιν Σκορσέζε, «King of Comedy». Συνέχισε τις εμφανίσεις στην τηλεόραση, τον ετήσιο τηλεμαραθώνιο για τον Οργανισμό Έρευνας για τη Μυϊκή Δυστροφία που έκανε από το 1966 ως το 2010 και απέδωσε συνολικά γύρω στα 2,5 δισ. δολάρια, αλλά και προσωπικές κατηγορίες για οικονομικές ατασθαλίες. Απομακρύνθηκε, κάνοντας κάποιες σκόρπιες εμφανίσεις όπως και μια awkward συνέντευξη στο «Hollywood Reporter» πριν από μερικούς μήνες. Πέρα από την αδιάκοπη υποστήριξη των Γάλλων, πολλοί ανά τον κόσμο τον επανέφεραν τα τελευταία χρόνια στην επικαιρότητα, με πρώτο τον οραματιστή διευθυντή του κινηματογραφικού φεστιβάλ της Βιέννης, Χανς Χουρτς (ο οποίος πέθανε πριν από έναν μήνα περίπου), που οργάνωσε την πρώτη πλήρη ρετροσπεκτίβα του έργου του ως σκηνοθέτη το 2013. Πέθανε στα 91 του χρόνια, χωρίς να τιμηθεί ποτέ με κάποιο Όσκαρ, πέρα από το Humanitarian Award που του έδωσε η Ακαδημία το 2009, πληρώνοντας, πάνω απ' όλα, το ότι υπηρέτησε ένα είδος λαϊκό, που δύσκολα γίνεται αποδεκτό σε τέτοιους κύκλους. 

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Είναι η «Κιούκα» η «ελληνική ταινία της χρονιάς»;

The Review / Τι είναι αυτό που κάνει την ταινία «Κιούκα» να συζητιέται τόσο;

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την ταινία «Κιούκα: Πριν το τέλος του καλοκαιριού» του 31χρονου Κωστή Χαραμουντάνη. Πώς καταφέρνει το όραμα ενός millennial σκηνοθέτη να ξεχωρίζει στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά — και γιατί αξίζει την προσοχή μας;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Οθόνες / Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Με αφορμή την έξοδο του «Oh, Canada» στις εγχώριες αίθουσες, ανατρέχουμε στο σύνολο της καριέρας ενός σταρ που οι περισσότεροι θεωρούμε δεδομένο, ίσως επειδή όσα κάνει στην οθόνη φαντάζουν τόσο ανεπιτήδευτα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ανταπόκριση από τις Κάννες / Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ως άλλος Αμερικανός στο Παρίσι του ’60, ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ με τη φετινή του συμμετοχή, το ασπρόμαυρο «Nouvelle Vague», αποτίνει φόρο τιμής στον θρυλικό auteur του γαλλικού Νέου Κύματος, υπενθυμίζοντάς μας την τέχνη (και το θράσος) της νεότητας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Οθόνες / Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Ο Θοδωρής Σελέκος μεγάλωσε στο Νέο Ηράκλειο και ασχολείται με τον κινηματογράφο . Στα πρώτα του βήματα ήταν μέρος της κολεκτίβας ATH KIDS. Έχει σκηνοθετήσει βιντεοκλίπ για καλλιτέχνες όπως ο Ethismos, ο Saske, οι Sworr και διαφημιστικά για brands όπως η Muerte Inc. Παλιότερα άκουγε περισσότερη hip-hop μουσική. Τώρα ακούει jazz και soul. Η πρώτη ταινία μικρού μήκους του ονομάζεται «Can you water a garden with tears?». Του αρέσει η ησυχία και οι αργές ταινίες.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΚΟΥΛΑΚΗ
Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Κάννες 2025 / Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Στην τελετή έναρξης του Φεστιβάλ Καννών, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο εξαπέλυσε για ακόμη μία φορά σφοδρή κριτική κατά της αμερικανικής πολιτικής, μια μικρή γαλλική ταινία εγκαινίασε το φεστιβάλ, ενώ οι λαμπερές σταρ υποχρεώθηκαν να περιορίσουν τις ημίγυμνες εμφανίσεις τους στο κόκκινο χαλί.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ;

Οθόνες / Λεός Καράξ: Ποιος είναι ο σκηνοθέτης του Holy Motors;

«Δεν είμαι εγώ», δηλώνει ο ασυμβίβαστος Γάλλος δημιουργός στον τίτλο της φιλμικής του αυτοβιογραφίας, εντείνοντας το μυστήριο γύρω από το πρόσωπό του και προσθέτοντας ακόμη μία ψηφίδα σε ένα συναρπαστικό καλλιτεχνικό work in progress.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Μυθολογίες / «Όποτε θέλω να κλάψω, βλέπω το The Hours»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Το πρώτο ερωτικό σκίρτημα ήρθε με το Persona του Μπέργκμαν. Όταν είδε το Happy Together του Wong Kar-Wai, ήθελε να ουρλιάξει. Τα παθιασμένα συναισθήματα έχουν τον πρώτο λόγο στην κινηματογραφική λίστα του ηθοποιού και σκηνοθέτη.
«Becoming Led Zeppelin»: Το χρονικό του βαρύτερου ροκ συγκροτήματος όλων των εποχών

Pulp Fiction / Led Zeppelin: Ένα ντοκιμαντέρ για το «βαρύτερο» ροκ συγκρότημα όλων των εποχών

Το ντοκιμαντέρ «Becoming Led Zeppelin» του Μπέρναρντ ΜακΜάχον παρουσιάζει την ιστορία του θρυλικού hard rock συγκροτήματος, φωτίζοντας το background των μελών του και τις περιστάσεις που οδήγησαν στην ίδρυσή του, φτάνοντας μέχρι και την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ τους και την απαρχή της απόλυτης δόξας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
movies

Οθόνες / Η Σταχτοπούτα αλλιώς και 5 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Το διάσημο παραμύθι γίνεται ταινία τρόμου, εφηβικά δράματα και η καινούργια σκηνοθετική δουλειά του διεθνούς φήμης Έλληνα διευθυντή φωτογραφίας Φαίδωνα Παπαμιχαήλ – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM
Φαίδων Παπαμιχαήλ: «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Pulp Fiction / «Παντού με περνούν για ξένο, δεν έχω πλέον μητρική γλώσσα»

Με αφορμή τη νέα του ταινία, ο σημαντικός διευθυντής φωτογραφίας και σκηνοθέτης Φαίδων Παπαμιχαήλ αφηγείται στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο τη συναρπαστική διαδρομή της ζωής του από τα πρώτα του βήματα μέχρι τις μεγαλύτερες στιγμές της καριέρας του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
El Eternauta: Το θρυλικό κόμικ μεταφέρθηκε στο Netflix σε μια σειρά υψηλών προδιαγραφών

Daily / El Eternauta: Το θρυλικό κόμικ μεταφέρθηκε στο Netflix σε μια σειρά υψηλών προδιαγραφών

«Ο κοσμοναύτης του απείρου» έκανε πρεμιέρα πριν από μερικές μέρες, σε μια μεταφορά αντάξια του θρύλου που συνοδεύει τόσο το έργο όσο και τον δημιουργό του, ο οποίος βρήκε τραγικό τέλος στα χέρια της αργεντινής χούντας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
«Πόσο θα τα έσπαγε/γαμάτη θα ήταν μια θρησκεία με θεό τον Νίκολας Κέιτζ»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες της Ναταλίας Σουίφτ / «Αν μοιραστώ μαζί σου την ταινία που αγαπάω, μόνο αγάπη έχω να σου δώσω»

Μυθολογίες / «Φαντάζεστε μια θρησκεία με θεό τον Κέιτζ;»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες της Ναταλίας Σουίφτ

Από το After Hours του Σκορσέζε, που την απελευθέρωσε, μέχρι τη Γλυκιά Συμμορία του Νικολαΐδη, που τη σημάδεψε με τη μουσική της, η ηθοποιός μοιράζεται μια ετερόκλητη κινηματογραφική λίστα.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ