Μάρλον Μπράντο: Ο αξεπέραστος ψεύτης του σινεμά Facebook Twitter
Ο Μάρλον Μπράντο γελάει καθώς φοράει το κοστούμι για τον ρόλο του ως Ναπολέων Βοναπάρτης στην ταινία «Desiree», του Χένρι Κόστερ, 1954. Φωτο: Hulton Archive/Getty Images

Μάρλον Μπράντο: Ο αξεπέραστος ψεύτης του σινεμά

0

Στο ξεκίνημα του υπέροχου ντοκιμαντέρ Listen to Me Marlon, ένα ψηφιακό εκμαγείο, σαν να έχει φτιαχτεί από αστρόσκονη που τη σκορπάει ο χρόνος, με τη μορφή του ηθοποιού να κινείται αργά και να αλλάζει εκφράσεις, τεχνολογικό πρωτόλειο μιας νοοτροπίας που έμελλε να γίνει σταθερά του σύγχρονου κινηματογράφου, έχει συναρπάσει για τα καλά τον Μάρλον Μπράντο.

Η φωνή του ακούγεται μαγεμένη και μελαγχολική, μπροστά στη ματαιότητα της υποκατάστατης ζωντάνιας, που με σαρωτική ενέργεια εισήγαγε στο Λεωφορείο ο Πόθος, στις αρχές της δεκαετίας του '50.

«Ένας ηθοποιός που δεν θα είναι αληθινός, αλλά θα βρίσκεται μέσα σε έναν υπολογιστή. Προσέξτε το, θα γίνει, και ίσως είναι το κύκνειο άσμα για όλους εμάς», λέει στο λυκόφως της καριέρας του όταν, κλεισμένος στην έπαυλή του στο Λος Άντζελες, προστατευμένος από τα πρωτοπαλίκαρα του, τον Γουόρεν Μπίτι, τον Τζακ Νίκολσον, τον Τζόνι Ντεπ και τον Σον Πεν (τους γείτονες που του έκαναν παρέα τις μοναχικές βραδιές), ηχογραφούσε ατελείωτες σκέψεις, όχι τόσο παραληρηματικές, όσο δηλωτικές των συμπερασμάτων του για τον κόσμο, μαζί με μια παρατεταμένη υπαρξιακή κρίση που είχε απομακρύνει την ανάγκη και την αγάπη του για τον κινηματογράφο και την επαφή του με τον έξω κόσμο.

Ακόμη και στις πιο δυνατές στιγμές στριμωχνόταν ανάμεσα στην αγωνία του να αναποδογυρίσει τις προσδοκίες και την ανυπομονησία ενός παιδιού που είχε πια μεγαλώσει και βαριόταν με την όλη διαδικασία του παιχνιδιού. 


Στη μοναδική ταινία που σκηνοθέτησε, το One Eyed Jacks του 1961, ο χαρακτήρας που υποδυόταν, ο Ρίο, προσπαθεί να ρίξει στο κρεβάτι μια όμορφη Μεξικανή. Επιχειρώντας ένα χαριτωμένο κόλπο, τάχα προσπαθώντας να βγάλει ένα σκουπιδάκι από τα μάτια της, της καταφέρνει ένα κλεφτό φιλί στο στόμα.

Εκείνη τον ραπίζει με τη βεντάλια της, του υποδεικνύει την έξοδο, αλλά πριν το καταλάβει, ο ψευτομετανιωμένος Ρίο/Μάρλον κάθεται ξανά δίπλα της και βρίσκεται ένα βήμα πριν από τη μεγάλη έφοδο, επιστρατεύοντας τα μεγάλα μέσα, το διαμαντένιο δαχτυλίδι της μητέρας του.

Μάρλον Μπράντο: Ο αξεπέραστος ψεύτης του σινεμά Facebook Twitter
O Μάρλον Μπράντο στα γυρίσματα του «One Eyed Jacks» το 1961.

Η δόνα έχει συγκινηθεί, είναι έτοιμη να ενδώσει, αλλά στο μεταξύ, η συμμορία του έχει εντοπισθεί από τους αντιπάλους και ο Καρλ Μάλντεν του σφυρίζει λαχανιασμένος να φύγει πάραυτα. Ο θορυβημένος Ρίο τα μαζεύει, χαιρετάει, αποχωρεί, κοντοστέκεται, ξαναγυρίζει και βγάζει βεβιασμένα –διότι σφήνωσε στο μεταξύ– το δανεικό δαχτυλίδι του ψεύτικου αρραβώνα απ' το δάχτυλό της: «Συγγνώμη, αγαπητή, αλλά αυτό πρέπει να το χρειαστώ», δικαιολογείται στην εμβρόντητη εξαπατημένη.

Η σκηνή δεν είναι τυχαία. Το παιγνιώδες φλερτ του Μάρλον Μπράντο με την ανάγκη του να γίνει αρεστός και ερωτεύσιμος είναι μια μεγαλειώδης απάτη που κράτησε χρόνια – αλλά τι ψέμα κι αυτό! Γλυκός μα ανδροπρεπής ταυτόχρονα, ο Μάρλον από την Όμαχα συνήθισε από μικρός να αστειεύεται και να «κλοουνίζει» για να τραβήξει την προσοχή.

Παιδί ενός σκληρού πατέρα, με τον οποίο δεν αντάλλαξε ποτέ αυθεντική αγάπη, και μιας αλκοολικής μητέρας, ο άνθρωπος που παραδέχθηκε γελώντας σε μεταγενέστερες συνεντεύξεις του πως αν δεν ήταν ηθοποιός, θα γινόταν πρώτης τάξης απατεώνας, «όπως όλοι μας», στράφηκε στο θέατρο γιατί, όπως έχει συμβεί με χιλιάδες ηθοποιούς, βρήκε το ιδανικό καταφύγιο για τον πόνο και τα άλυτα προβλήματά του.

Η εξυπνάδα και η αντίληψή του τον έκαναν να ξεχωρίσει ωστόσο: «Μην τους δώσεις αυτό που περιμένουν, πάντα κάνε την έκπληξη, πιάσε τους στον ύπνο», ήταν το μότο του.

Μελέτησε τους μεγάλους σταρ που είδε μεγαλώνοντας και απέρριψε τον ξύλινο λόγο τους και τις προβλέψιμες αντιδράσεις τους. Παράλληλα, παρατηρούσε συνεχώς τους γύρω του και μάντευε τις σκέψεις τους, τι εννοούν και τι νιώθουν όταν δεν μιλάνε.

Στα χρόνια της εκπαίδευσής του, βρήκε δύο σπουδαίους αρωγούς, τη Στέλα Άντλερ και τον Ελία Καζάν.

 

O Mάρλον Μπράντο μιλάει για την υποκριτική και τη Στέλα Άντλερ

Η Άντλερ ήταν η καρδιά του Actors' Studio – την ψυχή της φημισμένης σχολής, τον Λι Στράσμπεργκ, τον σιχαινόταν, τον έβρισκε κάλπη και εκμεταλλευτή. Στο πρόσωπο της Άντλερ, καθώς και στις διδαχές της, βρήκε τη στοργική και μορφωμένη μητέρα που δεν είχε. Τον ενέπνευσε και τον φιλοξένησε όταν δεν είχε πού να πει τον καημό του.

Ο Καζάν ήταν το σπίρτο της σπουδαίας καριέρας του. Με το που ανέβηκε στη σκηνή το 1947, ο Στάνλεϊ Κοβάλσκι προκάλεσε κύματα ενθουσιασμού στους θεατρικούς κύκλους της Νέας Υόρκης, αλλά η εμφάνισή του στον κινηματογράφο, το 1951, στη μεταφορά του έργου του Τενεσί Ουίλιαμς, ταυτίστηκε με τη μεγάλη ανατριχίλα: ένας προ-rock αντιήρωας με σκισμένο φανελάκι και κακούς τρόπους, που έφτυνε και μουρμούραγε, το πρώτο μπαμ του μεταπολεμικού κινηματογράφου, με έναν κρότο που ακόμη αντηχεί και επηρεάζει.

Αν υποθέσουμε πως η περίτεχνη, φαντασματική φιγούρα της Μπλανς Ντιμπουά ήταν η μετενσάρκωση του ίδιου του Ουίλιαμς στο έργο, ο Κοβάλσκι δεν ήταν παρά ο μετουσιωμένος, απαγορευμένος πόθος του.

Ο Μπράντο το έπιασε πέρα από τα λόγια που είχε να πει, κι ενώ ο Καζάν είχε την έγνοια να εφαρμόσει επάνω του την επανάσταση του ψυχολογικού ρεαλισμού που πρέσβευε, ο καλύτερος μαθητής του συναισθάνθηκε τον ομοερωτισμό του Κοβάλσκι, πλάθοντας ένα ασυμμάζευτο αγρίμι που καραδοκούσε μέχρι να επιτεθεί στο θύμα του.

Με τον ρόλο αυτό έφερε κάτι εντελώς νέο στον παγκόσμιο κινηματογράφο, το τέλειο μείγμα της μεθόδου του Στανισλάφσκι με τη φυσικότητα στην έκφραση που έλειπε, τόσο από τους Αμερικανούς (με εξαίρεση τον Σπένσερ Τρέισι), όσο και από τους Άγγλους συναδέλφους του.

Μάρλον Μπράντο: Ο αξεπέραστος ψεύτης του σινεμά Facebook Twitter
Με τον ρόλο του Κοβάλσκι στο «Λεωφορείο ο Πόθος» έφερε κάτι εντελώς νέο στον παγκόσμιο κινηματογράφο.

Με την ενδελεχή έρευνα για τους ανάπηρους πολέμου που τον είχε βοηθήσει πολύ, στο ντεμπούτο του στο σινεμά με το The Men του Φρεντ Ζίνεμαν, έναν χρόνο νωρίτερα, και το ταλέντο του να γλιστράει άφοβα και φυσικά στους χαρακτήρες, ο Μπράντο έμοιαζε με θηρίο έτοιμο να κατακτήσει το μέσον, ατρόμητος μπροστά σε προκλήσεις αντίστροφες προς τη μικρή του πείρα.

Ως Ζαπάτα και Ιούλιος Καίσαρας, το 1952 και το 1953, απέσπασε τη δεύτερη και τρίτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ, και κέρδισε το βραβείο, και μαζί τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ που του το «έκλεψε» με τη Βασίλισσα της Αφρικής, την αμέσως επόμενη χρονιά, για την καταπληκτική του ερμηνεία ως Τέρι Μαλόι στο Λιμάνι της Αγωνίας.

Σε αυτό το λυρικό βαλς των χαμένων ονείρων, ο απογοητευμένος εργάτης του Μπράντο στάθηκε η ιδανική προβολή του Καζάν για την αμφίσημη, μπαμπέσικη φύση της προδοσίας.

(Παραβλέποντας προσωρινά την οφθαλμοφανή αποστασία του Καζάν προς τους κάποτε συντρόφους του, ο Μπράντο αρνήθηκε, χρόνια αργότερα, να παρουσιάσει το τιμητικό Όσκαρ στον μέντορά του, γιατί, όπως είπε στον φίλο και συνάδελφό του, Καρλ Μάλντεν, που τον παρακάλεσε να το κάνει εκ μέρους της Ακαδημίας, ο Καζάν «κατονόμασε»).


Στη δεκαετία του '50, ο Μπράντο συνέχισε να είναι ένας από τους εμπορικότερους σταρ στα ταμεία, και είδωλο στο συνάφι του, ξεπερνώντας τους δύο ανταγωνιστές/βιβλιοστάτες του, τον σαφώς πιο εσωστρεφή Μοντγκόμερι Κλιφτ και τον κλαψιάρη Τζέιμς Ντιν, ο οποίος έφυγε νωρίς και δεν πρόλαβε να χαρεί το δώρο που του έκανε ο Καζάν, με τον ρόλο στο Ανατολικά της Εδέμ.


Με εξαίρεση την κόντρα με τη συμμετοχή του στο μιούζικαλ Μάγκες και Κούκλες («είμαι πολύ περίεργος να δω πώς ακούγομαι», είχε δηλώσει πριν από την πρεμιέρα), ο Μπράντο κινήθηκε σε γνώριμα μονοπάτια, σε ταινίες που είχαν κυρίως ως θέμα τους τον πόλεμο, προσπαθώντας να ανανεώνει το ενδιαφέρον του κοινού και κυρίως το δικό του – ίσως ο καλύτερος ρόλος του μετά το Λιμάνι της Αγωνίας να ήταν εκείνος του Ναζί στο Young Lions του Έντουαρντ Ντμίτρικ, αλλά έδινε την εντύπωση πως η υπομονή του δοκιμαζόταν.

Μάρλον Μπράντο: Ο αξεπέραστος ψεύτης του σινεμά Facebook Twitter
Μάγκες και Κούκλες
Μάρλον Μπράντο: Ο αξεπέραστος ψεύτης του σινεμά Facebook Twitter
Ίσως ο καλύτερος ρόλος του μετά το «Λιμάνι της Αγωνίας» να ήταν εκείνος του Ναζί στο «Young Lions» του Έντουαρντ Ντμίτρικ.

Η απογοήτευσή του για τη βιομηχανία, την οποία ανέκαθεν ψυλλιαζόταν ως στημένη, αλλά δεν είχε λόγο να καταγγείλει στην ορμή του ξεκινήματος, προέκυψε με το σκηνοθετικό του εγχείρημα One Eyed Jacks, που στα ελληνικά είχε παιχτεί, ειρωνικά, ως Η Εκδίκηση είναι Δική μου.

Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ, που επρόκειτο να σκηνοθετήσει, εγκατέλειψε την ταινία και τις Ηνωμένες Πολιτείες μια για πάντα, μετακομίζοντας μόνιμα στην Αγγλία, κι έτσι ο Μπράντο, με τη βοήθεια του Σαμ Πέκινπα στο σενάριο, ανέλαβε να διασκευάσει ένα γουέστερν που, ό,τι κι αν ισχυρίζονται οι θιασώτες του (ανάμεσα σε αυτούς και ο Σκορσέζε με τον Σπίλμπεργκ, που πρόσφατα αποκατέστησαν την κόπια στις σωστές, panavision διαστάσεις της), είναι ένα μακρύ, ναρκισσευόμενο υβρίδιο με εντυπωσιακά πλάνα και βαρετή πλοκή.

Κατά δική του ομολογία, ο Αμερικανός ηθοποιός κουράστηκε από τα εξαντλητικά γυρίσματα και την κοπάνησε, όταν το στούντιο αποφάσισε να συμμαζέψει τη διάρκεια, που φήμες τη θέλουν πεντάωρη στην αρχική της μορφή.

Ο Μπράντο, που δεν ξανασκηνοθέτησε ποτέ, αν και πάντα έλεγε πως το μεγάλο του ουτοπικό όνειρο, ήταν να γυρίσει ένα γουέστερν από την πλευρά των Ινδιάνων, απέφευγε, προφανώς από πίκρα και πίκα, να σχολιάσει εκτενώς το One Eyed Jacks, αλλά δεν παρέλειπε να τονίζει πόσο τραυματική ήταν η εμπειρία του στο remake της Ανταρσίας του Μπάουντι.

Παρά την απίθανη σκηνή του θανάτου του, με τα μάτια του να παγώνουν, λες και δεν υπάρχει κάμερα μπροστά του, πέρασε φριχτά, διαφωνούσε με το πορτρέτο του Φλέτσερ και μοιάζει να εκτροχιάζει τις σκηνές του, με τη φτιασιδωμένη αγγλική προφορά του και τον αφηρημένο τόνο του.

Η φήμη του δύσκολου έκτοτε δεν τον εγκατέλειψε, στους κύκλους του Χόλιγουντ κυρίως. Ο ίδιος έγινε ο πιο αυστηρός κριτής του εαυτού του («υπήρξα γελοίος», είπε για την εμφάνισή του στην εντελώς αποτυχημένη Κόμισσα από το Χονγκ Κονγκ του Τσάρλι Τσάπλιν, δίπλα στη Σοφία Λόρεν), και βασικά έπαιρνε όποιον ρόλο του προσέφεραν.

Μάρλον Μπράντο: Ο αξεπέραστος ψεύτης του σινεμά Facebook Twitter
Ως Τέρι Μαλόι στο «Λιμάνι της Αγωνίας».

Ακόμη και στις πιο δυνατές στιγμές της περιόδου, στις Ανταύγειες σε Χρυσά Μάτια του Χιούστον και στην Καταδίωξη του Άρθουρ Πεν, στριμωχνόταν ανάμεσα στην αγωνία του να αναποδογυρίσει τις προσδοκίες και την ανυπομονησία ενός παιδιού που είχε πια μεγαλώσει και βαριόταν με την όλη διαδικασία του παιχνιδιού.

Τουλάχιστον είχε την τύχη, μέσα στην ατυχία της Ανταρσίας, να ανακαλύψει τον παράδεισό του, την Τετιαρόα, και την ευγενική ψυχή των γηγενών – «δεν καταλαβαίνουν από δολάρια και δεν γνωρίζουν τι σημαίνει διασημότητα».

Ταυτόχρονα, είχε πλήρως συνειδητοποιήσει ότι δεν αρκούσε πλέον να κερδίζει χρήματα χωρίς σκοπό και πολιτικοποιήθηκε έντονα στο θέμα της αδικίας της Αμερικής εις βάρος των Ινδιάνων, με έναν ενοχλητικό ακτιβισμό που θα μάθαινε όλη η υφήλιος, όταν στην απονομή των Όσκαρ του 1973, έστειλε τη Σασίν Λιτλφέδερ να υπενθυμίσει τον λόγο της ευγενικής του άρνησης στη βράβευση.

Αποστασιοποιημένος και ελαφρώς παρωχημένος, αντιμετώπισε την εχθρότητα της Paramount όταν ο Φράνσις Φορντ Κόπολα επέμενε να τον προσλάβει στον Νονό. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία, όπως συνηθίζουν να λένε στις σπάνιες περιπτώσεις που η άφθονη ανεκδοτολογία συνοδεύεται από ένα σοβαρών διαστάσεων και επιπτώσεων επίτευγμα.

Ο Βίτο Κορλεόνε, με τα μπαμπάκια στο στόμα, την «πρόταση που δεν μπορείς να αρνηθείς», την αδέσποτη γάτα του στούντιο που άρπαξε και ενέταξε στην πλοκή, τις σιωπές του, τα πλάνα κόντρα στις γρίλιες, τον άδοξο, τόσο φυσικό θάνατό του μετά τα παιχνίδια με το εγγονάκι του, στο πατρικό στη Σικελία, δημιούργησαν μια ταινία από μόνη της, μέσα σε μια, ούτως ή άλλως, τεράστια ταινία, και σηματοδότησαν την απαρχή μιας ολόκληρης γενιάς κινηματογραφιστών και ηθοποιών, που, τελικά, ήταν όλοι τους παιδιά του Μπράντο, της ελευθερίας και της τόλμης του, του περφεξιονισμού και της τρέλας του.

Μάρλον Μπράντο: Ο αξεπέραστος ψεύτης του σινεμά Facebook Twitter
Είχε την τύχη, μέσα στην ατυχία της «Ανταρσίας», να ανακαλύψει τον παράδεισο του, την Τετιαρόα, και την ευγενική ψυχή των γηγενών.

Μαζί με την αθυρόστομη, γυμνή ερμηνεία του στο Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι, υπενθύμισε ποιος ήταν και τι ήθελε να πετύχει, δηλαδή να σημαδέψει το ένστικτο και να ρεζιλέψει τη λογική. Έμοιαζε να έχει κλείσει την καριέρα του και μαζί το μάτι στη βιομηχανία που τον αποθέωσε και τον απαρνήθηκε, απομαγεμένος, πλήρης και ατελής ταυτόχρονα, ώσπου ήρθε το μεγαλειώδες coda, με τον αποσυντονισμένο, εφιαλτικό συνταγματάρχη Κουρτζ στο Αποκάλυψη Τώρα.

Έχοντας περάσει στη σφαίρα του μύθου, απαιτώντας αστρονομικές αμοιβές και ένα ακουστικό για να του ψιθυρίζουν τα λόγια του, γιατί δεν καταδεχόταν πλέον να τα μάθει απέξω, συνόψισε το στιλ του, με έναν ατελείωτο, άβολο για τον θεατή, αυτοσχεδιασμό που σπάει κόκαλα, απευθείας βγαλμένο από την καρδιά του σκοταδιού.

Στο Αποκάλυψη Τώρα, όπως και στον Νονό, ο Μπράντο είναι μια κλάση πέρα (κι όχι πάνω) από το σενάριο και τους συναδέλφους του, κι όμως γίνεται η ψυχή και των δύο έργων. Με διαφορετικό τρόπο, αποτίμησε τη βία και συμφιλιώθηκε, μέσω της κάμερας, με τον θάνατο, αποζητώντας τη λύτρωση.

«Απομάκρυνε τις σκέψεις από το μυαλό σου, άφησε τον εαυτό σου να τρέξει σαν το σύννεφο στον ουρανό, ώσπου να φτάσεις στην κατάσταση ηρεμίας και να θυμηθείς το παιδί που κάποτε ήσουν, όταν έβλεπες τα φύλλα της ιτιάς να πέφτουν», είχε σχολιάσει μέσα στην ηχητική διαθήκη του ο Μπράντο.

Μετά από οικογενειακές τραγωδίες, πικρά διαζύγια, διαλογισμό και μοναξιά, σποραδικές εμφανίσεις στο σινεμά για τα λεφτά και ακόμη λιγότερες συνεντεύξεις για τη ματαιοδοξία, λίγη γκρίνια και βασικά για την πλάκα του, το εκμαγείο του Μπράντο ακούστηκε να λέει «κοιμήσου, μέχρι την επόμενη φορά...».

 

O Mάρλον Μπράντο στο ρόλο του «Νονού»

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 3.4.2018

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Όσκαρ 1968: Η απονομή και οι ταινίες που άλλαξαν το Χόλιγουντ

Οθόνες / Όσκαρ 1968: Η απονομή και οι ταινίες που άλλαξαν το Χόλιγουντ

Μισό αιώνα πριν, στις 20 Φεβρουαρίου του 1968, οι 5 υποψήφιες ταινίες στη μεγάλη κατηγορία κατέδειξαν το νέο σινεμά που έμπαινε ορμητικά στον θεσμό των Όσκαρ με σαφή πρόθεση να δυναμιτίσει ανεπιστρεπτί τα λιγοστά, αλλά ανθεκτικά απομεινάρια του παλιού χολιγουντιανού συστήματος
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
THE LIFO TEAM
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Οθόνες / Γέλιο-κονσέρβα: Ο θάνατος του πιο απόκοσμου και μισητού ήχου στην τηλεόραση

Το laugh track στις κωμικές σειρές αντιπροσώπευε την ψευδαίσθηση μιας κοινότητας, αλλά τώρα ακόμη κι αυτή η ψευδαίσθηση έχει χάσει τη λάμψη της. Καμία σειρά με γέλιο-κονσέρβα δεν έχει κερδίσει το βραβείο Emmy καλύτερης κωμωδίας εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
THE LIFO TEAM
Σάκης Καρπάς: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Οθόνες / Unboxholics: «O κόσμος θα μας πει να συνεχίσουμε ή θα μας στείλει σπίτι μας»

Καθώς το «Μην ανοίγεις την πόρτα», το σκηνοθετικό ντεμπούτο των Unboxholics, ετοιμάζεται να βγει στις αίθουσες, ο Σάκης Καρπάς μας μιλά για το δάσος και άλλα πράγματα που τους τρομάζουν, για αγαπημένες ταινίες και games τρόμου, αλλά και για την άδικη δαιμονοποίηση των gamers.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των 90s;

Pulp Fiction / Γιατί επιστρέφουμε συνεχώς στο σινεμά των '90s;

Είναι η δεκαετία του '90 η καλύτερη όλων στο σινεμά; Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συζητά με την κριτικό και αρθρογράφο της LiFO Ειρήνη Γιαννάκη για τη δεκαετία που ξεκίνησε με το «Pretty Woman», το «Goodfellas», το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Μόνος στο σπίτι» και έκλεισε με τα «Μάτια ερμητικά κλειστά», την «Έκτη αίσθηση», το «Matrix» και το «Fight Club».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Ghostwatch»: H ταινία τρόμου που προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό

Οθόνες / «Ghostwatch»: Γιατί αυτή η ταινία τρόμου προκάλεσε πανικό στο βρετανικό κοινό το 1992;

H κυκλοφορία του «Late Night with the Devil» στους κινηματογράφους ξαναφέρνει στην επικαιρότητα μια πρωτοποριακή και πέρα για πέρα ανατριχιαστική δημιουργία του BBC, που προκάλεσε πανικό και ακραίες αντιδράσεις στη Βρετανία το 1992, οδηγώντας έναν νεαρό τηλεθεατή στην αυτοκτονία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Οθόνες / Πάτρικ Τατόπουλος: Ο designer που σχεδίασε το Μπάτμομπιλ, τον Γκοτζίλα και έναν δονητή για το «Seven»

Ο διάσημος Ελληνογάλλος σκηνογράφος του Χόλιγουντ μιλά στη LiFO για την τέχνη του, για το «Independence Day», το «Dark City», το «Poor Things» και την «Barbie», και για τότε που ο Φίντσερ του ζήτησε να του σχεδιάσει έναν δονητή.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
«Back to Black»: Aξίζει η κινηματογραφική βιογραφία της Έιμι Γουάινχαουζ

The Review / «Back to Black»: Είναι η ταινία για την Έιμι Γουάινχαουζ αντάξια του μύθου της;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Άκης Καπράνος είδαν την ταινία της Σαμ Τέιλορ-Τζόνσον μέχρι τέλους, επιβίωσαν και βρέθηκαν στο στούντιο της LiFO για να συζητήσουν για την εμπειρία τους και για τα στοιχεία που κάνουν καλή μια κινηματογραφική μουσική βιογραφία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Kirsten Dunst: «Το σενάριο του Ευθύμη Φιλίππου για το “Kinds of Kindness” είναι ό,τι πιο weird έχω διαβάσει ποτέ!»

Οθόνες / Kirsten Dunst: «Το σενάριο του Ευθύμη Φιλίππου για το “Kinds of Kindness” είναι ό,τι πιο weird έχω διαβάσει ποτέ»

Με αφορμή τον πολυσυζητημένο «Εμφύλιο Πόλεμο» του Άλεξ Γκάρλαντ, η Αμερικανίδα ηθοποιός συζητά με τον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο για τους ρόλους που την απελευθερώνουν, για την ανάγκη να υπάρχουν γυναίκες ηγέτιδες στην πολιτική, για τα πιο ιδιαίτερα σενάρια που έχουν πέσει στα χέρια της, όπως αυτό της τελευταίας ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η Αστυγραφία πάει σινεμά

Οθόνες / Αστυγραφίες στην οθόνη: 24 ταινίες με πρωταγωνιστή την πόλη προβάλλονται στο αφιέρωμα της Ταινιοθήκης

Το πρόγραμμα που έχει καταρτιστεί σε συνεργασία με την Πινακοθήκη περιλαμβάνει 24 ταινίες, μεγάλου και μικρού μήκους, μυθοπλασίας αλλά και ντοκιμαντέρ, ελληνικές και ξένες, όπου πρωταγωνιστεί η πόλη αλλά και αναγνωρίσιμοι τύποι της ανθρωπογεωγραφίας και της κοινωνικής διαστρωμάτωσης.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κύρος Παπαβασιλείου: «Η ζωή είναι το μόνο μας καταφύγιο»

Οθόνες / Κύρος Παπαβασιλείου: «Η ζωή είναι το μόνο μας καταφύγιο»

Ο σκηνοθέτης της ταινίας «Κάμπια Νύμφη Πεταλούδα» μίλησε στη LIFO για τον γραμμικό χρόνο, για την ανάγκη να δώσουμε φωνή στα ανείπωτα και για όσα κρύβονται πίσω από αυτόν τον ιδιαίτερο τίτλο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ