Είδαμε ξανά τις έξι «Επικίνδυνες Αποστολές» μέσα σε μια μέρα

Είδαμε ξανά όλες τις «Επικίνδυνες Αποστολές» και γράφουμε γι’ αυτές Facebook Twitter
Στις ταινίες ο Κρουζ συνεχίζει να τρέχει και να αποτελεί σύμβολο αιώνιας νιότης. Αν δεν γερνά αυτός, βλέπεις, τότε ίσως να μη γερνάμε κι εμείς μαζί του – τι, όχι;
0

Μετά από καθυστερήσεις λόγω της πανδημίας και αρκετές αναποδιές, το «Mission: Impossible – Dead Reckoning Part 1» έρχεται επιτέλους στις αίθουσες. Πίσω στα ‘90s, όταν είχε πρωτοανακοινωθεί το εγχείρημα, έμοιαζε να αποτελεί κυνικό προϊόν του trend κινηματογραφικών μεταφορών τηλεοπτικών σειρών της εποχής του. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα εξελισσόταν στην καλύτερη σειρά ταινιών δράσης των καιρών μας.

Το αξιοπερίεργο είναι ότι κάθε «Mission: Impossible» φέρει τo στίγμα του δημιουργού του, διαφέρει από τα άλλα, τουλάχιστον μέχρι να αναλάβει ο ΜακΚουόρι τα ηνία και να θεμελιώσει μια συνταγή, η οποία, φυσικά, έχει τη δική του σφραγίδα. Κεντρικό πρόσωπο, συνδετικός κρίκος και ύπατος αρμοστής αυτών των περιπετειών είναι ο Τομ Κρουζ. Στις ταινίες ο Κρουζ συνεχίζει να τρέχει –όπως όλοι μας;– και να αποτελεί σύμβολο αιώνιας νιότης, παρέχοντάς μας το απαραίτητο boost, όποτε επιχειρούμε να φέρουμε εις πέρας σωματικά tasks που φαίνεται να ξεπερνούν τις δυνάμεις μας, αλλά και μια απαραίτητη ένεση νεανικής ενέργειας. Αν δεν γερνά αυτός, βλέπεις, τότε ίσως να μη γερνάμε κι εμείς μαζί του – τι, όχι;

To προσωπικό ρίσκο, η γνώση ότι εκτελεί την κασκάντα ο ίδιος ο σταρ με κίνδυνο της ζωής του, ανασταίνει ερωτήματα τύπου «μα πώς το γύρισαν;» ή «μα καλά, είναι παλαβός, πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό;», τα οποία έχουν πεθάνει από τότε που το CGI μπήκε για τα καλά στην κινηματογραφική μας πραγματικότητα.

Τα επικίνδυνα stunts που εκτελεί ο Κρουζ αυτοπροσώπως, πέρα από συγκρίσεις με τον Μπάστερ Κίτον, που ίσως να αφορούν μια πιο περιορισμένη (μα τόσο εκλεκτή) μερίδα σινεφίλ, κατορθώνουν με την αναλογικότητά τους και την προσωπική εμπλοκή του σταρ να επαναφέρουν μια χαμένη αρετή του σινεμά της υπερπαραγωγής: την αίσθηση του δέους. To προσωπικό ρίσκο, η γνώση ότι εκτελεί την κασκάντα ο ίδιος ο σταρ με κίνδυνο της ζωής του, ανασταίνει ερωτήματα τύπου «μα πώς το γύρισαν;» ή «μα καλά, είναι παλαβός, πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό;», τα οποία έχουν πεθάνει από τότε που το CGI μπήκε για τα καλά στην κινηματογραφική μας πραγματικότητα.

Για τις ανάγκες του παρόντος, είδαμε ξανά τις έξι προηγούμενες ταινίες του franchise μέχρι σήμερα και γράψαμε γι’ αυτές. Άλλο που δεν θέλαμε, χαρά μας να το κάνουμε με οποιαδήποτε αφορμή. Αν όλα τα σύγχρονα μπλοκμπάστερ δράσης ακολουθούσαν το παράδειγμα των «Επικίνδυνων Αποστολών», θα ήμασταν πολύ πιο ευτυχισμένοι σινεφίλ.    

«Mission: Impossible» του Μπράιαν Ντε Πάλμα

Είδαμε ξανά όλες τις «Επικίνδυνες Αποστολές» και γράφουμε γι’ αυτές Facebook Twitter
Αν βλέπουμε στην εικόνα του Τομ Κρουζ σήμερα έναν action hero, σε αυτήν εδώ την ταινία οφείλεται.

Είχε προηγηθεί, φυσικά, το «Top Gun», μα εκείνο εντάσσεται περισσότερο στο κεφάλαιο «Ατίθασα Νιάτα» της φιλμογραφίας του πρωταγωνιστή. Αν βλέπουμε στην εικόνα του Τομ Κρουζ σήμερα έναν action hero, σε αυτήν εδώ την ταινία οφείλεται, που, όχι τυχαία, αποτέλεσε την παρθενική του προσωπική παραγωγή, το σημείο που πήρε ο ίδιος την καριέρα του στα χέρια του. Και έκανε πολύ καλά να αναθέσει τη σκηνοθεσία στον Μπράιαν Ντε Πάλμα. Ο πιο «βρoμιάρης» εκ των πέντε γενειοφόρων που άλλαξαν το αμερικανικό σινεμά στα ’70s, είχε ήδη μια επιτυχημένη μεταφορά τηλεοπτικής σειράς στο ενεργητικό του, το «Untouchables», και διέθετε μια φιλμογραφία που υποδείκνυε (και αποδείκνυε) ότι θα μπορούσε εύκολα να στήσει ένα βιρτουόζικο κατασκοπικό θρίλερ μαζικού κοινού, αν χρειαζόταν. 

Mε μια πρώτη πράξη που τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια των φαν της σειράς –κάποιοι εξοργίστηκαν– ο Ντε Πάλμα γύρισε, ουσιαστικά, το δικό του «North by Northwest», με έναν ήρωα που πέφτει θύμα τυπικής χιτσκοκικής παρεξήγησης, προσπαθεί να καθαρίσει το όνομά του και μπλέκει σε απανωτές, ασταμάτητες δύσκολες καταστάσεις. Καθώς στενεύει ο κλοιός, βρίσκεσαι να τρως τα νύχια σου και να αναρωτιέσαι πώς θα ξεμπλέξει, ενώ ταυτόχρονα εύχεσαι να μπλέξει ακόμα περισσότερο γιατί… περνάς υπέροχα. Βάλε και που το σάουντρακ φέρει την υπογραφή του Ντάνι Έλφμαν, του ανθρώπου στον οποίο απευθύνεσαι αν θέλεις ένα score σαν του Μπέρναρντ Χέρμαν, βάλε και που ντύνουν τον Τομ Κρουζ σαν τον Κάρι Γκραντ στη σκηνή του τρένου, διάολε, το χιτσκοκικό πρότυπο είναι ολοφάνερο. 

To soundtrack της πρώτης ταινίας

Όταν κυκλοφόρησε το φιλμ, η πλοκή των Ρόμπερτ Τάουνι και Ντέιβιντ Κεπ είχε θεωρηθεί εξεζητημένη και ακαταλαβίστικη –δεν είναι, αν προσέχεις–, μα έτσι κι αλλιώς μεγαλύτερη σημασία είχαν τα set-pieces. Έστω κι αν φαινομενικά δεν μοιάζει με καμία ταινία που ακολούθησε –ίσως το «Rogue Nation» να φέρνει περισσότερο σε αυτό– πρακτικά, πέρα από την απαραίτητη χιτσκοκική αναφορά, το «Mission: Impossible» συστήνει και θέτει τις βάσεις για την αιχμή του δόρατος του franchise: τα καλοστημένα, εφευρετικά και εξωφρενικά set-pieces. Η σκηνή της κλοπής της NOC λίστας, όπου μια στάλα ιδρώτα χωρίζει τον κρεμάμενο Τομ Κρουζ από τη σύλληψη, είναι από τις πιο αξιομνημόνευτες της δεκαετίας. Μοναδικό μας παράπονο η απουσία του «You, me and World War 3» του Gavin Friday από την ταινία, αν και υπάρχει στο επίσημο OST που κυκλοφόρησε τότε. 

«Μission: Impossible II» του Τζον Γου

Είδαμε ξανά όλες τις «Επικίνδυνες Αποστολές» και γράφουμε γι’ αυτές Facebook Twitter
Ο Τομ Κρουζ με τον Τζον Γου στα γυρίσματα της ταινίας.

Ο Ρόμπερτ Τάουνι επιστρέφει στο σενάριο και συνεχίζει χιτσκοκικά, επικαλούμενος ευθέως το «Notorious», ο Τζον Γου, όμως, είναι θιασώτης της εικόνας, οπότε η ίντριγκα υποχωρεί μπρος σε ένα χαρακτηριστικό δείγμα του σινεμά που έκανε εκείνη την εποχή ο Ασιάτης δημιουργός. Αναμφίβολα, η πιο ερεθισμένη ταινία του franchise –«who told you I’m decent?», ρωτά όλο νόημα η Νιούτον τον Κρουζ– με τον Γου να ενσωματώνει το ερωτικό παιχνίδι στις σκηνές δράσης ή ακόμα και να το ταυτίζει: χαρακτηριστική η κόντρα με τα αυτοκίνητα ανάμεσα στους δυο εραστές, που συμβολίζει το αδυσώπητο φλερτ ανάμεσά τους, το οποίο θα τους οδηγήσει κυριολεκτικά και μεταφορικά στο χείλος του γκρεμού. 

Τα περιστέρια του Τζον Γου είναι και πάλι εδώ, ενώ η ελεύθερη αναρρίχηση του Τομ Κρουζ αποτελεί μια πρώιμη εκδοχή της προσωπικής, επικίνδυνης κασκάντας που θα γινόταν ο εμπορικός πόλος έλξης του franchise από το τέταρτο μέρος και έπειτα. Εμφανίζεται για λίγο και ο Άντονι Χόπκινς ως Μ, αν υποθέσουμε ότι ο Ίθαν Χαντ είναι ο Μποντ της υπόθεσης. Το ιερό τέρας της υποκριτικής ξέρει να παίζει την αμφισημία στα δάχτυλα –δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για τις προθέσεις του–, η μεγάλη σκηνή που μοιράζονται στην ταινία, δε, είναι η μοναδική όπου κάποιος υποσκελίζει τον Αμερικανό σταρ στην οθόνη. Θα θέλαμε να ξαναδούμε τον Χόπκινς και στις επόμενες ταινίες, αλλά με την εξαίρεση του Άλεκ Μπόλντουιν, που εμφανίστηκε σε δυο ταινίες, ο κινηματογραφικός Ίθαν Χαντ αλλάζει τους προϊσταμένους του σαν τα (σχεδόν) πάντα κομψά πουκάμισά του. 

«Μission: Impossible III» του Tζέι Τζέι Έιμπραμς

Είδαμε ξανά όλες τις «Επικίνδυνες Αποστολές» και γράφουμε γι’ αυτές Facebook Twitter
Eδώ γεννιέται ο μεγάλος έρωτας του Ίθαν Χαντ για την Τζούλια (Μισέλ Μόναχαν), που θα ξαναδούμε στο μέλλον.

Συνοπτικά, το μαύρο πρόβατο της σειράς. Πιο αναλυτικά, αφού φλέρταρε ανεπιτυχώς με τον Φίντσερ και τα έσπασε με τον Τζο Κάρναχαν, ο Κρουζ παρέδωσε το τιμόνι των «Αποστολών» στον ανερχόμενο «Μίδα» της τηλεόρασης, τον Τζέι Τζέι Έιμπραμς, κι εκείνος έκανε αυτό που γνώριζε καλύτερα εκείνη την εποχή: έφερε την τηλεόραση στο σινεμά. Με τη δράση συμπυκνωμένη στο κέντρο του κάδρου, διαρκή κοντινά, αναρίθμητα κοντρ-πλονζέ –ίσως γι’ αυτό να δείχνει η πιο ματαιόδοξη στιγμή του Κρουζ στο franchise, ενώ δεν είναι–, αδικαιολόγητη σοβαροφάνεια και μελόδραμα τηλεοπτικών καταβολών, ο Έιμπραμς καταφέρνει –γιατί περί κατορθώματος πρόκειται– να «μικρύνει» το θέαμα. Βάλε κι εκείνο το απωθητικό πρασινομπλέ φίλτρο που έβλεπες σε μεγάλο μέρος σινεμά και τηλεόρασης εκείνη την περίοδο, το οποίο θυμίζει το χρώμα που παίρνουν ξεχασμένα από καιρό φαγητά που ανακαλύπτεις καθαρίζοντας το ψυγείο, λογάριασε και το χαοτικό μοντάζ και την πλήρη απουσία γεωγραφίας των σκηνών δράσης και καταλαβαίνεις γιατί ήταν η μόνη ταινία που μας δυσκόλεψε πολύ να την ολοκληρώσουμε σε αυτό τον μαραθώνιο επαναληπτικών προβολών. 

Παρηγοριά η σεκάνς στο Βατικανό, κρίμα κι άδικο που ο τεράστιος Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν ατύχησε να εμφανίζεται σε αυτή την ταινία, κρατάμε και ότι εδώ γεννιέται ο μεγάλος έρωτας του Ίθαν Χαντ για την Τζούλια (Μισέλ Μόναχαν), που θα ξαναδούμε στο μέλλον. Επίσης, εμφανίζεται για πρώτη φορά ο Σάιμον Πεγκ ως μέλος της ομάδας. O Βρετανός κωμικός είναι σταθερά επανερχόμενος συνεργάτης του Ίθαν Χαντ, τον ξεπερνά σε συμμετοχές μόνο ο Βινγκ Ρέιμς, το μοναδικό μέλος της αρχικής ομάδας που δεν έκατσε ποτέ στον πάγκο, από την πρώτη μέχρι την τελευταία ταινία.

«Mission: Impossible – Ghost Protocol» του Μπραντ Μπερντ

Μα ο Μπραντ Μπερντ του «Iron Giant», τoυ «Incredibles» και του «Ratatouille»; Τι out of the box επιλογή σκηνοθέτη είναι αυτή; Κι όμως, ειδικά η πλανοθεσία (!) του «Ratatouille» ήταν να γλείφεις τα δάχτυλά σου. Η πρώτη σπουδαία απόφαση του Μπραντ Μπερντ ήταν να επαναφέρει το fun στοιχείο. Από μια απόδραση μετά ξυλοφορτώματος υπό τους ήχους του «Ain’t that a Kick in the Head» του Ντιν Μάρτιν, μέχρι εμπνεύσεις παρμένες κατευθείαν από το σύμπαν του Τεξ Έιβερι και των Looney Tunes –ο αντιπερισπασμός στο Κρεμλίνο– και αναφορές στο… «Κόκκινο Μπαλόνι» του Λαμορίς, η ταινία είναι, πραγματικά, η χαρά του αποδραστικού σινεμά, του σινεφιλικού κλεισίματος του ματιού και της παλαβομάρας. 

Αδιαμφισβήτητο highlight της είναι η μακροσκελής σεκάνς που ξεκινά με μια κοψοχολιαστική αναρρίχηση στο Μπουρτζ Χαλίφα, το ψηλότερο κτίριο στον κόσμο, και τελειώνει με μια καταδίωξη εν μέσω αμμοθύελλας. Η σκηνή της αναρρίχησης στο κτίριο εισάγει για τα καλά το στοιχείο που θα αποτελέσει το σημείο αναφοράς του franchise από εδώ και στο εξής: τα επικίνδυνα stunts που εκτελεί ο ίδιος ο Τομ Κρουζ, ο οποίος σε κάθε ταινία θα προσπαθεί να κάνει κάτι ακόμα πιο εξωφρενικό, επαναφέροντας, όπως γράψαμε και στην εισαγωγή, τη χαμένη αίσθηση του δέους. 

Να αναφέρουμε, επίσης, ότι πρακτικά είναι η πρώτη ταινία στην οποία η υπόλοιπη ομάδα έχει τόση σημασία και συμμετοχή –η προηγούμενη έκανε κάποια βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά παρέμεινε προσωποκεντρική– και ότι, παρά την παιχνιδιάρικη δράση και την έμφαση στα set-pieces, υπάρχει χώρος και για το ανθρώπινο στοιχείο, καθώς και μια συγκινητική κατακλείδα όπου, συν τοις άλλοις, ενισχύεται το ομαδικό πνεύμα που διέπει και τις επόμενες «Αποστολές». Για μας παραμένει η καλύτερη ταινία του franchise, αλλά με σοβαρό ανταγωνισμό από την αμέσως επόμενη. 

«Μission: Impossible – Rogue Nation» του Κρίστοφερ ΜακΚουόρι

Ο ΜακΚουόρι, που τα έχει βρει εδώ και χρόνια με τον Τομ Κρουζ και φτιασίδωσε λίγο και το σενάριο της προηγούμενης ταινίας, αναλαμβάνει το franchise και επαναφέρει το στοιχείο του θρίλερ, υποστηρίζοντάς το πρωτίστως σεναριακά, με διαρκείς ανατροπές και διαλογικά μπρα ντε φερ, τα οποία δεν ξέρεις πού θα καταλήξουν. Εδώ ο πράκτορας Ίθαν Χαντ βρίσκει τη δική του Spectre, που ονομάζεται Syndicate, και τον Μπλόφελντ του στο πρόσωπο ενός ανατριχιαστικού Σον Χάρις. Η μονομαχία του με έναν μεγαλόσωμο μπράβο πάνω από τη σκηνή της Όπερας της Βιέννης θυμίζει αντίστοιχες σκηνές του Ρότζερ Μουρ με τον «Σαγόνια» – η γενικότερη διάθεση μπορεί να σοβαρεύει λίγο σε σχέση με το «Ghost Protocol», μα ευτυχώς το χιούμορ δεν χάνεται. Και τα δάνεια δεν τελειώνουν εδώ. 

Η σχετική βιεννέζικη σεκάνς στην όπερα αποτελεί ευθεία αναφορά στο χιτσκοκικό «Man who knew too much». Επίσης, η Ρεμπέκα Φέργκιουσον, η εντυπωσιακή νέα προσθήκη, ονομάζεται Ίλσα. Στη γνωριμία της με τον Ίθαν Χαντ το χτένισμά της παραπέμπει στην Ίνγκριντ Μπέργκμαν, με την οποία φέρει εμφανή ομοιότητα. Ακόμα κι αν υπάρχει κάποιος που θεωρεί τα παραπάνω συμπτώσεις, οι δύο χαρακτήρες θα συναντηθούν ξανά στην «Καζαμπλάνκα», για να μην υπάρχει ίχνος αβεβαιότητας. Από αυτά και μόνο, γνωρίζεις και ότι το (πλατωνικό) ρομάντζο τους δεν θα ευδοκιμήσει, μόνο που αυτήν τη φορά δεν είναι η Ίλσα που θα ανέβει στο αεροπλάνο στο τέλος. Τουλάχιστον εδώ δεν πρόκειται για αποχαιρετισμό, αλλά περισσότερο για υποσχετική δικαιοπραξία. 

Λαμπρά.

«Μission: Impossible – Fallout» του Κρίστοφερ ΜακΚουόρι

Αν σε κάτι διαφέρει ο Ίθαν Χαντ από πολλούς (υπερ)ήρωες δράσης της μεγάλης οθόνης, είναι ότι για αυτόν η απώλεια μια ζωής και ενός εκατομμυρίου ζωών δεν έχει καμία διαφορά, η ζημία είναι ισοδύναμη. Συμψηφισμοί, συμβιβασμοί και εκπτώσεις δεν χωρούν, ο Χαντ θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι του ώστε να σώσει και τον ένα και τους ένα εκατομμύριο ανθρώπους που κινδυνεύουν. Προς αυτή την κατεύθυνση δείχνει η ηθική του πυξίδα και στο «Fallout» γίνεται περισσότερο σαφές από ό,τι σε κάθε άλλη ταινία. Πιστεύει, βλέπεις, όχι μόνο λόγω ικανοτήτων, αλλά και λόγω όσων εκπροσωπεί, ότι στο τέλος θα καταφέρει να τους σώσει όλους, έστω και αυτοσχεδιάζοντας στην πορεία. «Η ελπίδα δεν συνιστά στρατηγική», λέει ο νεοεισαχθείς στην ομάδα Χένρι Καβίλ, «πρέπει να είσαι καινούργιος» του απαντά η Ίλσα της Ρεμπέκα Φέργκιουσον – όσοι έχετε δει την ταινία, αντιλαμβάνεστε ότι δεν πρόκειται μόνο για μια σκωπτική στιχομυθία. 

Η ελεύθερη πτώση από αεροπλάνο ήταν το νέο παλαβό stunt του Κρουζ, το punchline της η ένδειξη ότι το χιούμορ δεν έχει χαθεί εντελώς, αν και εδώ μειώνεται σημαντικά, ίσως γιατί τα στοιχήματα είναι μεγαλύτερα. Αν στην προηγούμενη ταινία η ζυγαριά έγερνε υπέρ της ίντριγκας, εδώ παίρνει το πηδάλιο η δράση, με μια τελική καταδίωξη με ελικόπτερα που αποτέλεσε για τον πρωταγωνιστή κάτι σαν προπόνηση για το «Top Gun: Maverick». Η καταδίωξη αυτή είναι μέρος μια σύνθετης κορύφωσης, ειπωμένης με νολανικού τύπου αφήγηση, μοντάζ και χρήση της μουσικής, η οποία σε κρατά καθηλωμένο στην άκρη του καθίσματος. 

Το «Fallout» αποτελεί την έμπρακτη απόδειξη ότι το «Rogue Nation» δεν ήταν lucky strike, που λέμε και στο χωριό μου. Με τον ΜακΚουόρι υπεύθυνο, το franchise βρίσκεται σε καλά και επιδέξια χέρια, άρα δεν έχουμε κανέναν λόγο να φοβόμαστε για το επερχόμενο «Dead Reckoning».

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

The Boy

Οθόνες / The Boy: «Δεν χαίρομαι όταν κυκλοφορεί μια ταινία μου, περισσότερο φοβάμαι»

Στο «Πολύδροσο» η σχέση μάνας και κόρης γίνεται ο καμβάς για μια ιστορία υπερβολικής αγάπης και τρυφερότητας, με ιμπρεσιονιστικά χρώματα και «παραμυθένια» μουσική. Παρότι μισεί τις συνεντεύξεις, μας μίλησε για τη νέα του ταινία.
M. HULOT
Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Pulp Fiction / Ένα στα γρήγορα με την Taylor Swift

Τη στιγμή που οι δύο υποψήφιοι Πρόεδροι, ο Μπάιντεν χιουμοριστικά και ο Τραμπ απειλητικά, επικαλούνται την προτίμησή της για να επηρεαστούν οι ψηφοφόροι των προεδρικών εκλογών, η Τέιλορ Σουίφτ ξεφουρνίζει ένα ακόμα μουσικό ημερολόγιο με επικάλυψη μελαγχολικής εκδίκησης έναντι των πρώην της και την ίδια synthpop μονοτονία που επιμένει να σπάει ρεκόρ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

The Review / «Civil War»: Γιατί μια ταινία δράσης έχει φρικάρει τόσο τους Αμερικανούς θεατές;

Ο Γιάννης Βασιλείου και ο Γιάννης Καντέα-Παπαδόπουλος, κριτικός στο Αθηνόραμα, αναλύουν τη νέα ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ, που μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες και τρομάζει τους Αμερικανούς θεατές.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μην ανοίγεις την πόρτα

Οθόνες / «Μην ανοίγεις την πόρτα»: Το χειροποίητο αλλά καθόλου ερασιτεχνικό θρίλερ των Unboxholics

Η πρώτη τους ταινία είναι λογικό να αποτελεί τη συνισταμένη των επιρροών τους αλλά και τόσο παρήγορο να συνορεύει με ένα λιντσικό σύμπαν ψυχολογικού θρίλερ, αντί να αναπαράγει απότομες τρομάρες και δωρεάν ανατριχίλες. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία  στη μνήμη

Daily / The Sympathizer: Όλοι οι πόλεμοι διεξάγονται δύο φορές, μία στο πεδίο της μάχης και μία στη μνήμη

Σατιρικό δράμα και περιπέτεια κατασκοπίας συγχρόνως, η νέα φιλόδοξη σειρά του HBO διαθέτει, ανάμεσα στα άλλα σημαντικά της ατού, τον Παρκ Τσαν-γουκ στη σκηνοθεσία και τον Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ σε τέσσερις διαφορετικούς ρόλους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Pulp Fiction / Το νέο Χόλιγουντ των 80άρηδων στο Φεστιβάλ Καννών

Ο Κόπολα πούλησε τα φημισμένα αμπέλια του και σκάρωσε ένα από τα ακριβότερα στοιχήματα στην ιστορία του σινεμά. Όμως, το Φεστιβάλ Καννών των auteurs και των κινηματογραφιστών αιχμής έχει τόση ανάγκη τους καταξιωμένους δημιουργούς μιας αλλοτινής εποχής;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Εμφύλιος πόλεμος

Οθόνες / «Εμφύλιος πόλεμος»: Μυθοπλαστική εικασία ή ρεαλιστικό σενάριο;

Με μια φιλμογραφία γεμάτη ζόμπι, κλώνους και αποκυήματα φαντασίας, αυτή είναι η λιγότερο αλληγορική ταινία του Άλεξ Γκάρλαντ που επιλέγει να μην εξηγήσει τις αιτίες του διχασμού, επιμένει σε μια πολιτική ασάφεια και δεν κατονομάζει τον Τραμπ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Baby Reindeer: Ποτέ η φράση “sent from my iPhone” δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Daily / Baby Reindeer: Ποτέ η φράση «sent from my iPhone» δεν έμοιαζε πιο τρομακτική

Ισορροπώντας ανάμεσα στο θρίλερ, το κοινωνικό δράμα και τη μαύρη κωμωδία, η αυτοβιογραφική σειρά του Netflix αφηγείται με συνταρακτικό τρόπο μια αληθινή ιστορία κακοποίησης, μαζοχισμού και τραύματος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ