Είδαμε ξανά τις επτά «Επικίνδυνες Αποστολές» μέσα σε μια μέρα

Είδαμε ξανά όλες τις «Επικίνδυνες Αποστολές» και γράφουμε γι’ αυτές Facebook Twitter
Στις ταινίες ο Κρουζ συνεχίζει να τρέχει και να αποτελεί σύμβολο αιώνιας νιότης. Αν δεν γερνά αυτός, βλέπεις, τότε ίσως να μη γερνάμε κι εμείς μαζί του – τι, όχι;
0

Μετά από πολυετή γυρίσματα και καθυστερήσεις, φτάνει (επιτέλους) στις αίθουσες το τελευταίο κεφάλαιο των «Επικίνδυνων Αποστολών», το «Μission Impossible: The Final Reckoning». Πίσω στα ‘90s, όταν είχε πρωτοανακοινωθεί το εγχείρημα, έμοιαζε να αποτελεί κυνικό προϊόν του trend κινηματογραφικών μεταφορών τηλεοπτικών σειρών της εποχής του. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα εξελισσόταν στην καλύτερη σειρά ταινιών δράσης των καιρών μας.

Το αξιοπερίεργο είναι ότι κάθε «Mission: Impossible» φέρει τo στίγμα του δημιουργού του, διαφέρει από τα άλλα, τουλάχιστον μέχρι να αναλάβει ο ΜακΚουόρι τα ηνία και να θεμελιώσει μια συνταγή, η οποία, φυσικά, έχει τη δική του σφραγίδα. Κεντρικό πρόσωπο, συνδετικός κρίκος και ύπατος αρμοστής αυτών των περιπετειών είναι ο Τομ Κρουζ. Στις ταινίες ο Κρουζ συνεχίζει να τρέχει –όπως όλοι μας;– και να αποτελεί σύμβολο αιώνιας νιότης, παρέχοντάς μας το απαραίτητο boost, όποτε επιχειρούμε να φέρουμε εις πέρας σωματικά tasks που φαίνεται να ξεπερνούν τις δυνάμεις μας, αλλά και μια απαραίτητη ένεση νεανικής ενέργειας. Αν δεν γερνά αυτός, βλέπεις, τότε ίσως να μη γερνάμε κι εμείς μαζί του – τι, όχι;

To προσωπικό ρίσκο, η γνώση ότι εκτελεί την κασκάντα ο ίδιος ο σταρ με κίνδυνο της ζωής του, ανασταίνει ερωτήματα τύπου «μα πώς το γύρισαν;» ή «μα καλά, είναι παλαβός, πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό;», τα οποία έχουν πεθάνει από τότε που το CGI μπήκε για τα καλά στην κινηματογραφική μας πραγματικότητα.

Τα επικίνδυνα stunts που εκτελεί ο Κρουζ αυτοπροσώπως, πέρα από συγκρίσεις με τον Μπάστερ Κίτον, που ίσως να αφορούν μια πιο περιορισμένη (μα τόσο εκλεκτή) μερίδα σινεφίλ, κατορθώνουν με την αναλογικότητά τους και την προσωπική εμπλοκή του σταρ να επαναφέρουν μια χαμένη αρετή του σινεμά της υπερπαραγωγής: την αίσθηση του δέους. To προσωπικό ρίσκο, η γνώση ότι εκτελεί την κασκάντα ο ίδιος ο σταρ με κίνδυνο της ζωής του, ανασταίνει ερωτήματα τύπου «μα πώς το γύρισαν;» ή «μα καλά, είναι παλαβός, πώς μπόρεσε να το κάνει αυτό;», τα οποία έχουν πεθάνει από τότε που το CGI μπήκε για τα καλά στην κινηματογραφική μας πραγματικότητα.

Για τις ανάγκες του παρόντος, είδαμε ξανά τις επτά προηγούμενες ταινίες του franchise μέχρι σήμερα και γράψαμε γι’ αυτές. Άλλο που δεν θέλαμε, χαρά μας να το κάνουμε με οποιαδήποτε αφορμή. Αν όλα τα σύγχρονα μπλοκμπάστερ δράσης ακολουθούσαν το παράδειγμα των «Επικίνδυνων Αποστολών», θα ήμασταν πολύ πιο ευτυχισμένοι σινεφίλ. 

«Mission: Impossible» του Μπράιαν Ντε Πάλμα

Είδαμε ξανά όλες τις «Επικίνδυνες Αποστολές» και γράφουμε γι’ αυτές Facebook Twitter
Αν βλέπουμε στην εικόνα του Τομ Κρουζ σήμερα έναν action hero, σε αυτήν εδώ την ταινία οφείλεται.

Είχε προηγηθεί, φυσικά, το «Top Gun», μα εκείνο εντάσσεται περισσότερο στο κεφάλαιο «Ατίθασα Νιάτα» της φιλμογραφίας του πρωταγωνιστή. Αν βλέπουμε στην εικόνα του Τομ Κρουζ σήμερα έναν action hero, σε αυτήν εδώ την ταινία οφείλεται, που, όχι τυχαία, αποτέλεσε την παρθενική του προσωπική παραγωγή, το σημείο που πήρε ο ίδιος την καριέρα του στα χέρια του. Και έκανε πολύ καλά να αναθέσει τη σκηνοθεσία στον Μπράιαν Ντε Πάλμα. Ο πιο «βρoμιάρης» εκ των πέντε γενειοφόρων που άλλαξαν το αμερικανικό σινεμά στα ’70s, είχε ήδη μια επιτυχημένη μεταφορά τηλεοπτικής σειράς στο ενεργητικό του, το «Untouchables», και διέθετε μια φιλμογραφία που υποδείκνυε (και αποδείκνυε) ότι θα μπορούσε εύκολα να στήσει ένα βιρτουόζικο κατασκοπικό θρίλερ μαζικού κοινού, αν χρειαζόταν. 

Mε μια πρώτη πράξη που τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια των φαν της σειράς –κάποιοι εξοργίστηκαν– ο Ντε Πάλμα γύρισε, ουσιαστικά, το δικό του «North by Northwest», με έναν ήρωα που πέφτει θύμα τυπικής χιτσκοκικής παρεξήγησης, προσπαθεί να καθαρίσει το όνομά του και μπλέκει σε απανωτές, ασταμάτητες δύσκολες καταστάσεις. Καθώς στενεύει ο κλοιός, βρίσκεσαι να τρως τα νύχια σου και να αναρωτιέσαι πώς θα ξεμπλέξει, ενώ ταυτόχρονα εύχεσαι να μπλέξει ακόμα περισσότερο γιατί… περνάς υπέροχα. Βάλε και που το σάουντρακ φέρει την υπογραφή του Ντάνι Έλφμαν, του ανθρώπου στον οποίο απευθύνεσαι αν θέλεις ένα score σαν του Μπέρναρντ Χέρμαν, βάλε και που ντύνουν τον Τομ Κρουζ σαν τον Κάρι Γκραντ στη σκηνή του τρένου, διάολε, το χιτσκοκικό πρότυπο είναι ολοφάνερο. 

To soundtrack της πρώτης ταινίας

Όταν κυκλοφόρησε το φιλμ, η πλοκή των Ρόμπερτ Τάουνι και Ντέιβιντ Κεπ είχε θεωρηθεί εξεζητημένη και ακαταλαβίστικη –δεν είναι, αν προσέχεις–, μα έτσι κι αλλιώς μεγαλύτερη σημασία είχαν τα set-pieces. Έστω κι αν φαινομενικά δεν μοιάζει με καμία ταινία που ακολούθησε –ίσως το «Rogue Nation» να φέρνει περισσότερο σε αυτό– πρακτικά, πέρα από την απαραίτητη χιτσκοκική αναφορά, το «Mission: Impossible» συστήνει και θέτει τις βάσεις για την αιχμή του δόρατος του franchise: τα καλοστημένα, εφευρετικά και εξωφρενικά set-pieces. Η σκηνή της κλοπής της NOC λίστας, όπου μια στάλα ιδρώτα χωρίζει τον κρεμάμενο Τομ Κρουζ από τη σύλληψη, είναι από τις πιο αξιομνημόνευτες της δεκαετίας. Μοναδικό μας παράπονο η απουσία του «You, me and World War 3» του Gavin Friday από την ταινία, αν και υπάρχει στο επίσημο OST που κυκλοφόρησε τότε. 

«Μission: Impossible II» του Τζον Γου

Είδαμε ξανά όλες τις «Επικίνδυνες Αποστολές» και γράφουμε γι’ αυτές Facebook Twitter
Ο Τομ Κρουζ με τον Τζον Γου στα γυρίσματα της ταινίας.

Ο Ρόμπερτ Τάουνι επιστρέφει στο σενάριο και συνεχίζει χιτσκοκικά, επικαλούμενος ευθέως το «Notorious», ο Τζον Γου, όμως, είναι θιασώτης της εικόνας, οπότε η ίντριγκα υποχωρεί μπρος σε ένα χαρακτηριστικό δείγμα του σινεμά που έκανε εκείνη την εποχή ο Ασιάτης δημιουργός. Αναμφίβολα, η πιο ερεθισμένη ταινία του franchise –«who told you I’m decent?», ρωτά όλο νόημα η Νιούτον τον Κρουζ– με τον Γου να ενσωματώνει το ερωτικό παιχνίδι στις σκηνές δράσης ή ακόμα και να το ταυτίζει: χαρακτηριστική η κόντρα με τα αυτοκίνητα ανάμεσα στους δυο εραστές, που συμβολίζει το αδυσώπητο φλερτ ανάμεσά τους, το οποίο θα τους οδηγήσει κυριολεκτικά και μεταφορικά στο χείλος του γκρεμού. 

Τα περιστέρια του Τζον Γου είναι και πάλι εδώ, ενώ η ελεύθερη αναρρίχηση του Τομ Κρουζ αποτελεί μια πρώιμη εκδοχή της προσωπικής, επικίνδυνης κασκάντας που θα γινόταν ο εμπορικός πόλος έλξης του franchise από το τέταρτο μέρος και έπειτα. Εμφανίζεται για λίγο και ο Άντονι Χόπκινς ως Μ, αν υποθέσουμε ότι ο Ίθαν Χαντ είναι ο Μποντ της υπόθεσης. Το ιερό τέρας της υποκριτικής ξέρει να παίζει την αμφισημία στα δάχτυλα –δεν μπορείς να είσαι σίγουρος για τις προθέσεις του–, η μεγάλη σκηνή που μοιράζονται στην ταινία, δε, είναι η μοναδική όπου κάποιος υποσκελίζει τον Αμερικανό σταρ στην οθόνη. Θα θέλαμε να ξαναδούμε τον Χόπκινς και στις επόμενες ταινίες, αλλά με την εξαίρεση του Άλεκ Μπόλντουιν, που εμφανίστηκε σε δυο ταινίες, ο κινηματογραφικός Ίθαν Χαντ αλλάζει τους προϊσταμένους του σαν τα (σχεδόν) πάντα κομψά πουκάμισά του. 

«Μission: Impossible III» του Tζέι Τζέι Έιμπραμς

Είδαμε ξανά όλες τις «Επικίνδυνες Αποστολές» και γράφουμε γι’ αυτές Facebook Twitter
Eδώ γεννιέται ο μεγάλος έρωτας του Ίθαν Χαντ για την Τζούλια (Μισέλ Μόναχαν), που θα ξαναδούμε στο μέλλον.

Συνοπτικά, το μαύρο πρόβατο της σειράς. Πιο αναλυτικά, αφού φλέρταρε ανεπιτυχώς με τον Φίντσερ και τα έσπασε με τον Τζο Κάρναχαν, ο Κρουζ παρέδωσε το τιμόνι των «Αποστολών» στον ανερχόμενο «Μίδα» της τηλεόρασης, τον Τζέι Τζέι Έιμπραμς, κι εκείνος έκανε αυτό που γνώριζε καλύτερα εκείνη την εποχή: έφερε την τηλεόραση στο σινεμά. Με τη δράση συμπυκνωμένη στο κέντρο του κάδρου, διαρκή κοντινά, αναρίθμητα κοντρ-πλονζέ –ίσως γι’ αυτό να δείχνει η πιο ματαιόδοξη στιγμή του Κρουζ στο franchise, ενώ δεν είναι–, αδικαιολόγητη σοβαροφάνεια και μελόδραμα τηλεοπτικών καταβολών, ο Έιμπραμς καταφέρνει –γιατί περί κατορθώματος πρόκειται– να «μικρύνει» το θέαμα. Βάλε κι εκείνο το απωθητικό πρασινομπλέ φίλτρο που έβλεπες σε μεγάλο μέρος σινεμά και τηλεόρασης εκείνη την περίοδο, το οποίο θυμίζει το χρώμα που παίρνουν ξεχασμένα από καιρό φαγητά που ανακαλύπτεις καθαρίζοντας το ψυγείο, λογάριασε και το χαοτικό μοντάζ και την πλήρη απουσία γεωγραφίας των σκηνών δράσης και καταλαβαίνεις γιατί ήταν η μόνη ταινία που μας δυσκόλεψε πολύ να την ολοκληρώσουμε σε αυτό τον μαραθώνιο επαναληπτικών προβολών. 

Παρηγοριά η σεκάνς στο Βατικανό, κρίμα κι άδικο που ο τεράστιος Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν ατύχησε να εμφανίζεται σε αυτή την ταινία, κρατάμε και ότι εδώ γεννιέται ο μεγάλος έρωτας του Ίθαν Χαντ για την Τζούλια (Μισέλ Μόναχαν), που θα ξαναδούμε στο μέλλον. Επίσης, εμφανίζεται για πρώτη φορά ο Σάιμον Πεγκ ως μέλος της ομάδας. O Βρετανός κωμικός είναι σταθερά επανερχόμενος συνεργάτης του Ίθαν Χαντ, τον ξεπερνά σε συμμετοχές μόνο ο Βινγκ Ρέιμς, το μοναδικό μέλος της αρχικής ομάδας που δεν έκατσε ποτέ στον πάγκο, από την πρώτη μέχρι την τελευταία ταινία.

«Mission: Impossible – Ghost Protocol» του Μπραντ Μπερντ

Μα ο Μπραντ Μπερντ του «Iron Giant», τoυ «Incredibles» και του «Ratatouille»; Τι out of the box επιλογή σκηνοθέτη είναι αυτή; Κι όμως, ειδικά η πλανοθεσία (!) του «Ratatouille» ήταν να γλείφεις τα δάχτυλά σου. Η πρώτη σπουδαία απόφαση του Μπραντ Μπερντ ήταν να επαναφέρει το fun στοιχείο. Από μια απόδραση μετά ξυλοφορτώματος υπό τους ήχους του «Ain’t that a Kick in the Head» του Ντιν Μάρτιν, μέχρι εμπνεύσεις παρμένες κατευθείαν από το σύμπαν του Τεξ Έιβερι και των Looney Tunes –ο αντιπερισπασμός στο Κρεμλίνο– και αναφορές στο… «Κόκκινο Μπαλόνι» του Λαμορίς, η ταινία είναι, πραγματικά, η χαρά του αποδραστικού σινεμά, του σινεφιλικού κλεισίματος του ματιού και της παλαβομάρας. 

Αδιαμφισβήτητο highlight της είναι η μακροσκελής σεκάνς που ξεκινά με μια κοψοχολιαστική αναρρίχηση στο Μπουρτζ Χαλίφα, το ψηλότερο κτίριο στον κόσμο, και τελειώνει με μια καταδίωξη εν μέσω αμμοθύελλας. Η σκηνή της αναρρίχησης στο κτίριο εισάγει για τα καλά το στοιχείο που θα αποτελέσει το σημείο αναφοράς του franchise από εδώ και στο εξής: τα επικίνδυνα stunts που εκτελεί ο ίδιος ο Τομ Κρουζ, ο οποίος σε κάθε ταινία θα προσπαθεί να κάνει κάτι ακόμα πιο εξωφρενικό, επαναφέροντας, όπως γράψαμε και στην εισαγωγή, τη χαμένη αίσθηση του δέους. 

Να αναφέρουμε, επίσης, ότι πρακτικά είναι η πρώτη ταινία στην οποία η υπόλοιπη ομάδα έχει τόση σημασία και συμμετοχή –η προηγούμενη έκανε κάποια βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά παρέμεινε προσωποκεντρική– και ότι, παρά την παιχνιδιάρικη δράση και την έμφαση στα set-pieces, υπάρχει χώρος και για το ανθρώπινο στοιχείο, καθώς και μια συγκινητική κατακλείδα όπου, συν τοις άλλοις, ενισχύεται το ομαδικό πνεύμα που διέπει και τις επόμενες «Αποστολές». Για μας παραμένει η καλύτερη ταινία του franchise, αλλά με σοβαρό ανταγωνισμό από την αμέσως επόμενη. 

«Μission: Impossible – Rogue Nation» του Κρίστοφερ ΜακΚουόρι

Ο ΜακΚουόρι, που τα έχει βρει εδώ και χρόνια με τον Τομ Κρουζ και φτιασίδωσε λίγο και το σενάριο της προηγούμενης ταινίας, αναλαμβάνει το franchise και επαναφέρει το στοιχείο του θρίλερ, υποστηρίζοντάς το πρωτίστως σεναριακά, με διαρκείς ανατροπές και διαλογικά μπρα ντε φερ, τα οποία δεν ξέρεις πού θα καταλήξουν. Εδώ ο πράκτορας Ίθαν Χαντ βρίσκει τη δική του Spectre, που ονομάζεται Syndicate, και τον Μπλόφελντ του στο πρόσωπο ενός ανατριχιαστικού Σον Χάρις. Η μονομαχία του με έναν μεγαλόσωμο μπράβο πάνω από τη σκηνή της Όπερας της Βιέννης θυμίζει αντίστοιχες σκηνές του Ρότζερ Μουρ με τον «Σαγόνια» – η γενικότερη διάθεση μπορεί να σοβαρεύει λίγο σε σχέση με το «Ghost Protocol», μα ευτυχώς το χιούμορ δεν χάνεται. Και τα δάνεια δεν τελειώνουν εδώ. 

Η σχετική βιεννέζικη σεκάνς στην όπερα αποτελεί ευθεία αναφορά στο χιτσκοκικό «Man who knew too much». Επίσης, η Ρεμπέκα Φέργκιουσον, η εντυπωσιακή νέα προσθήκη, ονομάζεται Ίλσα. Στη γνωριμία της με τον Ίθαν Χαντ το χτένισμά της παραπέμπει στην Ίνγκριντ Μπέργκμαν, με την οποία φέρει εμφανή ομοιότητα. Ακόμα κι αν υπάρχει κάποιος που θεωρεί τα παραπάνω συμπτώσεις, οι δύο χαρακτήρες θα συναντηθούν ξανά στην «Καζαμπλάνκα», για να μην υπάρχει ίχνος αβεβαιότητας. Από αυτά και μόνο, γνωρίζεις και ότι το (πλατωνικό) ρομάντζο τους δεν θα ευδοκιμήσει, μόνο που αυτήν τη φορά δεν είναι η Ίλσα που θα ανέβει στο αεροπλάνο στο τέλος. Τουλάχιστον εδώ δεν πρόκειται για αποχαιρετισμό, αλλά περισσότερο για υποσχετική δικαιοπραξία. 

Λαμπρά.

«Μission: Impossible – Fallout» του Κρίστοφερ ΜακΚουόρι

Αν σε κάτι διαφέρει ο Ίθαν Χαντ από πολλούς (υπερ)ήρωες δράσης της μεγάλης οθόνης, είναι ότι για αυτόν η απώλεια μια ζωής και ενός εκατομμυρίου ζωών δεν έχει καμία διαφορά, η ζημία είναι ισοδύναμη. Συμψηφισμοί, συμβιβασμοί και εκπτώσεις δεν χωρούν, ο Χαντ θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι του ώστε να σώσει και τον ένα και τους ένα εκατομμύριο ανθρώπους που κινδυνεύουν. Προς αυτή την κατεύθυνση δείχνει η ηθική του πυξίδα και στο «Fallout» γίνεται περισσότερο σαφές από ό,τι σε κάθε άλλη ταινία. Πιστεύει, βλέπεις, όχι μόνο λόγω ικανοτήτων, αλλά και λόγω όσων εκπροσωπεί, ότι στο τέλος θα καταφέρει να τους σώσει όλους, έστω και αυτοσχεδιάζοντας στην πορεία. «Η ελπίδα δεν συνιστά στρατηγική», λέει ο νεοεισαχθείς στην ομάδα Χένρι Καβίλ, «πρέπει να είσαι καινούργιος» του απαντά η Ίλσα της Ρεμπέκα Φέργκιουσον – όσοι έχετε δει την ταινία, αντιλαμβάνεστε ότι δεν πρόκειται μόνο για μια σκωπτική στιχομυθία. 

Η ελεύθερη πτώση από αεροπλάνο ήταν το νέο παλαβό stunt του Κρουζ, το punchline της η ένδειξη ότι το χιούμορ δεν έχει χαθεί εντελώς, αν και εδώ μειώνεται σημαντικά, ίσως γιατί τα στοιχήματα είναι μεγαλύτερα. Αν στην προηγούμενη ταινία η ζυγαριά έγερνε υπέρ της ίντριγκας, εδώ παίρνει το πηδάλιο η δράση, με μια τελική καταδίωξη με ελικόπτερα που αποτέλεσε για τον πρωταγωνιστή κάτι σαν προπόνηση για το «Top Gun: Maverick». Η καταδίωξη αυτή είναι μέρος μια σύνθετης κορύφωσης, ειπωμένης με νολανικού τύπου αφήγηση, μοντάζ και χρήση της μουσικής, η οποία σε κρατά καθηλωμένο στην άκρη του καθίσματος. 

Το «Fallout» αποτελεί την έμπρακτη απόδειξη ότι το «Rogue Nation» δεν ήταν lucky strike, που λέμε και στο χωριό μου. 

Μission: Impossible – Dead Reckoning του Κρίστοφερ ΜακΚουόρι

Στην έβδομη προσθήκη στο franchise o MακΚουόρι παίρνει εκείνον τον αδυσώπητο, νολανικού τύπου ρυθμό της τρίτης πράξης του «Fallout», τον εφαρμόζει στο σύνολο της ταινίας και το αποτέλεσμα είναι μια ταινία δράσης ευρισκόμενη σε διαρκή κίνηση, ακόμα κι όταν οι χαρακτήρες είναι σταματημένοι – από το «Mad Max: Fury Road» του Τζορτζ Μίλερ είχαμε να δούμε κάτι αντίστοιχο. Ομολογουμένως, για να εξυπηρετηθεί η κινητικότητα, προστίθεται λίγο παραπάνω exposition, αλλά όχι σε βαθμό δυσφορίας. 

Ωστόσο, εκείνο που «ανεβάζει» ακόμα περισσότερο την ταινία στα μάτια μας είναι το δεύτερο επίπεδο ανάγνωσής της, που σχετίζεται με την σύγχρονη κινηματογραφική (υπερ)παραγωγή. Ενσωματώνοντας κάθε πιθανή κι απίθανη αναφορά κι επίκληση μεγάλων στιγμών του αναλογικού σινεμά απόδρασης του εικοστού αιώνα και βάζοντας ως αντίπαλο μια παντοδύναμη τεχνητή νοημοσύνη που πασχίζει να αλλοιώσει τη (φιλμική) πραγματικότητα και να την επαναπροσδιορίσει σύμφωνα με τα δικά της μέτρα και σταθμά, οι ΜακΚουόρι και Κρουζ κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και πασχίζουν να διαφυλάξουν τα προϊόντα της ανθρώπινης δημιουργικότητας από τις επιταγές της αλγοριθμικής διασκέδασης, που θέλει να υποβιβάσει το σινεμά σε second screen «περιεχόμενο». 

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τι θα δούμε στα σινεμά μέσα στις γιορτές

Οθόνες / 10 ταινίες που παίζουν τις γιορτές και αξίζουν το εισιτήριο του σινεμά

Ένας οδηγός με έξι νέες κυκλοφορίες και τέσσερις που συνεχίζουν να παίζονται με επιτυχία στις αίθουσες, ώστε να προγραμματίσετε τις χριστουγεννιάτικες κινηματογραφικές σας εξόδους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Γιάννης Οικονομίδης: «Κάνω ταινίες “λαϊκές” κι ας χαρακτηρίζονται σκληρές κι ακραίες»

Οθόνες / Γιάννης Οικονομίδης: «Με τη "Σπασμένη Φλέβα" πήρα ρεβάνς από κάποιους που με πολεμάνε λυσσαλέα»

Με πρόσφατη την επιτυχία της νέας του ταινίας ο σκηνοθέτης μάς μίλησε για όσα ήθελε να πει μέσα από αυτήν, για τη φιλμογραφία του γενικότερα αλλά και για τον τρόπο που βλέπει το σύγχρονο ελληνικό σινεμά.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Φωτιά και σταχτη; Στάχτη και μπούρμπερη; Avatar, θα σε δούμε

Οθόνες / Φωτιά και στάχτη; Στάχτη και μπούρμπερη; Avatar, θα σε δούμε

Είναι ένα από τα ελάχιστα blockbusters που μας έχουν απομείνει και αξίζει τον κόπο. Μαζί με το Avatar έχουμε άλλες τρεις ταινίες που αξίζουν την έξοδο στο σινεμά της πόλης!
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ | ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Βιβλίο / Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Μια συζήτηση με τη Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου Νικολαΐδου για την ταινία που αδικήθηκε στην εποχή της, αλλά σήμερα προκαλεί εκ νέου το ενδιαφέρον, και για την «επιστροφή» της μέσα από ένα βιβλίο.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Γιάννης Σολδάτος: «Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι ο μικροαστισμός» ή «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Βιβλίο / Γιάννης Σολδάτος: «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη, εκδότη και συγγραφέα της συνοπτικής «Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου» που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε εμπλουτισμένη και σε ενιαία μορφή από τις εκδόσεις Αιγόκερως.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Aν είχα Πόδια θα σε Κλωτσούσα». Σιγά ρε φίλε, ένα σινεμά ήρθαμε!

Οθόνες / «Aν είχα Πόδια θα σε Κλωτσούσα». Σιγά ρε φίλε, ένα σινεμά ήρθαμε!

Κάνουμε χιούμορ, αλλά η ταινία της Μπρόνστιν παίρνει τα περισσότερα αστέρια της εβδομάδας (με ντεμπούτο A$AP Rocky). Άλλες πέντε ταινίες «βγαίνουν» στα σινεμά από σήμερα και υπάρχει κάτι για όλους.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ποια είναι η καλύτερη και ποια η χειρότερη σειρά του 2025;

Pulp Fiction / Ποια είναι η καλύτερη και ποια η χειρότερη σειρά του 2025;

Pluribus ή All is Fair; Έχουν και τα δύο φανατικούς θαυμαστές που τους χωρίζει μία άβυσσος. Τα βρίσκουν στη μέση ίσως με τον τελευταίο κύκλο του Stranger Things. Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος και Γιάννης Βασιλείου μιλούν για τις τρεις πολυσυζητημένες σειρές στο studio της LifO.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους

Οθόνες / Όσα παιδιά βρέθηκαν στην Ολυμπία 29/11-6/12 είδαν πολύ καλό σινεμά

Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους ταξίδεψε για μια εβδομάδα τους θεατές του σε κάθε γωνιά της Γης, από τους καταυλισμούς της Παλαιστίνης μέχρι τις Φιλιππίνες και τα νησιά Γκαλάπαγκος.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Τζον Κασσαβέτης, εξέχων δημιουργός της αμερικανικής αβάν-γκαρντ

Οθόνες / Τζον Κασσαβέτης: «Το καλύτερο location στον κόσμο είναι το ανθρώπινο πρόσωπο»

Γεννήθηκε σαν σήμερα ο Ελληνοαμερικανός σκηνοθέτης και ηθοποιός που έγραψε ιστορία στον κινηματογράφο με σπουδαίες ταινίες όπως οι «Μια γυναίκα εξομολογείται», «Νύχτα Πρεμιέρας», «Γκλόρια» και πολλές ακόμα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Η συγκλονιστική «Φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» ακούγεται από σήμερα και στην Αθήνα

Οθόνες / Η συγκλονιστική «Φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» ακούγεται από σήμερα και στην Ελλάδα

Ένα 6χρονο κορίτσι «φωνάζει» το πιο δυνατό αντιπολεμικό μήνυμα, οι Έλληνες διασκευάζουν Ντίκενς (και το κάνουν πολύ καλά) και άλλες πέντε ταινίες που μπορείτε να δείτε από σήμερα στα σινεμά.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σινεμά από το μέλλον, για δύο εβδομάδες στην Αθήνα

Οθόνες / Σινεμά από το μέλλον, για δύο εβδομάδες στην Αθήνα

Το Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Αθήνας επιστρέφει. Για δύο εβδομάδες θα δούμε μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες ταινίες σύχρονων δημιουργών, παράλληλα με αποκατεστημένες κλασικές που άφησαν εποχή.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Beatles νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων

Daily / Beatles νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων

Η μυθική σειρά οκτώ (συν ένα) επεισοδίων που διασχίζει ολόκληρη την εξωπραγματική διαδρομή του πιο σημαντικού και πιο λατρεμένου συγκρότημα στην ιστορία, επέστρεψε στο Disney + σε νέα, αποκατεστημένη εκδοχή με πεντακάθαρη εικόνα και κρυστάλλινο ήχο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
«Barry Lyndon»: Η μεγαλειώδης ύβρις ενός όμορφου αριβίστα

Οθόνες / «Barry Lyndon»: Η μεγαλειώδης ύβρις ενός όμορφου αριβίστα

Πενήντα χρόνια μετά την πρώτη προβολή της, η ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ παραμένει ένα μεγάλο εικαστικό αριστούργημα και σίγουρα μία από τις ωραιότερες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Νταβίντ Πάμπλος: « Το Μεξικό βυθίζεται στη βία εδώ και πολλά χρόνια»

Οθόνες / Νταβίντ Πάμπλος: «Το Μεξικό βυθίζεται στη βία εδώ και πολλά χρόνια»

Βία, καρτέλ ναρκωτικών, τρόμος παντού, σκλάβοι του σεξ αλλά και queer έρωτες στο Μεξικό του σήμερα. Αυτό είναι το σκηνικό της συγκλονιστικής ταινίας «Στον δρόμο» που είδαμε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ο Μεξικανός σκηνοθέτης μίλησε στη LiFO για τη ζωή στο Μεξικό αλλά και για την τόλμη που χρειάστηκε να γυρίσει μια ταινία με ένα τόσο επικίνδυνο για τη χώρα του θέμα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ